*Από το βιβλίο: «Η τέχνη της σωτηρίας – Τόμος Β’ (Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεϊτου)»
… Αν είναι σωσμένος ο άνθρωπος, αυξάνει η ανάπαυση του. Βγάζουμε στην Λειτουργία μερίδες για την Παναγία, τα δώδεκα τάγματα των Αγγέλων, τους Αγίους. Γιατί να τους βγάλουμε μερίδες, αφού είναι σωσμένοι κοντά στον Θρόνο του Θεού; Τις βγάζουμε, γιατί αυξάνει, μεγαλώνει η δόξα τους. Ο Θεός προσθέτει, προσθέτει δόξα και ποτέ δεν εξαντλείτε στο να δίνει ανάπαυση στις ψυχές.
Θυμάμαι που μου έλεγε και ο παπα-Εφραίμ από τα Κατουνάκια. Έρχονταν μετά από την Λειτουργία στον ύπνο του άνθρωποι ρακένδυτοι, πτωχοί, πληγωμένοι και του έλεγαν:
– Παπά μας ξέχασες!
Σηκωνόταν στενοχωρημένος.
– Αυτές είναι ψυχές, που έχουν ανάγκη. Εγώ τα μνημονεύω όλα τα ονόματα.
– Γέροντα, μήπως έχεις άλλα ονόματα;
– Δεν έχω παπά· ό,τι είναι στην προσκομιδή.
Ψάχνει, ψάχνει τίποτε. Την άλλη μέρα λειτουργεί πάλι με τα ίδια ονόματα. Μετά την Λειτουργία κοιμάται. Πάλι το ίδιο είδε.
– Παπά μας ξέχασες!
– Γέροντα, μήπως έχεις τίποτε ονόματα στο κελλί σου;
– Δεν έχω παπά!
– Κοίταξε καλά στην Αγία Τράπεζα.
Έψαξε και βρήκε ονόματα κάτω από το τελευταίο κάλυμμα, επάνω στην πέτρα της Αγίας Τραπέζης. Τα πήρε, τα μνημόνευσε και δεν ξαναφάνηκαν.
Για να φτάσει όμως κανείς στο σημείο, ώστε να κινηθεί η ψυχή του να προσευχηθεί έτσι, πρέπει να προηγηθεί κατάσταση πνευματική. Θα πρέπει να ασκηθεί, να προσεύχεται, να γονατίζει, να ελεεί, να μελετά, να εξομολογείται, να μεταλαμβάνει και να είναι προσεκτική η ζωή του γενικότερα. Έτσι αποκτώντας οι προσευχές του παρρησία, θα κατορθώσουν αυτό το μεγάλο επίτευγμα για τις ψυχές των ειλώτων, των αιχμαλώτων, των δυστυχισμένων ψυχών της κολάσεως, «δι ας Χριστός απέθανε».
…Ας προσπαθήσουμε να γίνουμε πιο πνευματικοί άνθρωποι, να πλησιάσουμε, να αγγίσουμε τον Χριστό πιο κοντά, για να Του μιλήσουμε. Όσο Τον πλησιάζουμε, τόσο πάμε πιο κοντά στο αυτί του Θεού, να Του πούμε, γι΄αυτούς που υποφέρουν. Όταν προσεύχεσθε για τον εαυτό σας, για τους δικούς σας, να ενθυμηθείτε κι αυτούς τους δυστυχισμένους, που δεν έχουν «που την κεφαλήν κλίναι»…