Ο μέγας καπνοβιομήχανος «ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΣ» αφηγείται, ως επίστρατος, από τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο και διδάσκει!

Ο μήνας Οκτώβριος είναι αυτός που, με τις επιτυχίες του ελληνικού στρατού, καθόρισε ουσιαστικά το αποτέλεσμα του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου. Η Ελλάδα μπήκε στον πόλεμο στις 5 Οκτωβρίου. Απελευθερώθηκαν: 6/10: Ελασσόνα, 8/10: Λήμνος-Θάσος, 10/10: Σέρβια, 11/10: Κοζάνη, 16/10: Βέροια-Κατερίνη, 18/10: Ίμβρος, Τένεδος και Άγιος Ευστράτιος, 19/10: Σαμοθράκη,  19-20/10: Γιαννιτσά, 22/10: Ψαρά, 26/10: Θεσσαλονίκη- Χαλκιδική.

     Ο «ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΣ», στο βιβλίο του με τίτλο: «Η Δουλειά κι ο Κόπος της», που αποτελεί ουσιαστικά την βιογραφία του, περιγράφει πολύ απλά τα του βίου του. Μεταξύ των όσων για την ζωή του και το έργο του, περιγράφει και τις ημέρες που ήταν  στο μέτωπο ως τραυματιοφορέας. Ξεχωρίσαμε ένα κομμάτι, για να το κάνουμε γνωστό στους Έλληνες του σήμερα. Να μείνουμε σταθεροί και άφοβοι στο κακό, παρά τις πάσης μορφής λυσσαλέες και απάνθρωπες επιθέσεις των οργάνων της παγκοσμιοποίησης, για τη χειραγώγηση των λαών και ιδιαιτέρως της Ορθόδοξης Ελλάδας. Να διδαχθούμε, να πάρουμε θάρρος, να κρατήσουμε την ελπίδα στον Θεό και την αγάπη στην πατρίδα, όπως την κρατούσαν και την κράτησαν οι πρόγονοί μας. Όπως την κράτησε και το ομολογεί ξεκάθαρα, ποιος; Ναι, «Ο ΕΥΑΓ. ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΣ»:

« Όταν το 1912 κηρύχτηκε η γενική επιστράτευση (17 Σεπτεμβρίου 1912), παρουσιαστήκαμε μαζί και οι τρεις από τους τέσσερις αδελφούς… Εγώ παρουσιάστηκα στο Μεσολόγγι, στο 6ο Σύνταγμα, όπου ανήκα. Με τοποθέτησαν τραυματιοφορέα στο 13ο χειρουργείο και φύγαμε σχεδόν αμέσως, μέσω Αγρινίου – Κραβασαρά (Αμφιλοχίας), για την Άρτα και στρατοπεδεύσαμε πρώτα κοντά στο φημισμένο από το δημοτικό τραγούδι Γιοφύρι της.

Ήμασταν όλοι μαζί – γιατροί, νοσοκόμοι, τραυματιοφορείς, βοηθητικοί και φαντάροι – καμιά πενηνταριά άνθρωποι, με σημαντικό εξοπλισμό και με τα υποζύγιά μας. Ύστερα από λίγες ημέρες προχωρήσαμε βορειότερα, ως το ύψωμα του Ιμαρέτ, λίγα χιλιόμετρα πέρα από την Άρτα.

Εκεί, πριν περάσουν πολλές μέρες, έζησα μιαν από τις ζωηρότερες πολεμικές μου συγκινήσεις. Όταν άρχισαν οι αψιμαχίες με τους Τούρκους στο Γρίμποβο, που βρισκόταν ψηλότερα, δημιουργήθηκε ένα βράδυ από κάποια παρεξήγηση πανικός σ` έναν λόχο κι ο λόχος διαλύθηκε. Μερικοί φαντάροι φυγάδες έφτασαν την νύχτα στο χειρουργείο μας και για να δικαιολογήσουν τη φυγή τους, παρέστησαν πως η κατάσταση στο μέτωπο ήταν απελπιστική. Ο διευθυντής του χειρουργείου μας – έφεδρος γιατρός – ένας αγαθός νοικοκύρης, πανικοβλήθηκε κι αυτός και χωρίς να σκεφτεί να ζητήσει οδηγίες από κανέναν, διέταξε να λύσουμε αμέσως τις σκηνές, να τα μαζέψουμε και να υποχωρήσουμε αμέσως προς το Γιοφύρι της Άρτας. Φυσικά, ο φοβερός πυρετός μεταδόθηκε σε όλους μας και η διαταγή άρχισε να εκτελείται με βιασύνη και ακαταστασία.

Τότε όμως έγινε κάτι το καταπληκτικό: Πριν προλάβουμε να φορτώσουμε τα αντίσκηνα και τα εφόδιά μας, εμφανίστηκε – τον βλέπω ακόμα, τούτη τη στιγμή, καβάλα στο άλογό του – ο αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Ιωάννου*, επιτελάρχης της Στρατιάς της Ηπείρου. Όταν μας είδε κι έμαθε το τι γινόταν στο χειρουργείο μας, ξέσπασε οργισμένος στον διευθυντή του χειρουργείου, ρωτώντας τον πούθε είχε λάβει τη διαταγή να υποχωρήσει. Αυτός αναγκάστηκε να ομολογήσει πως διαταγή δεν είχε πάρει από κανέναν, αλλά είχε θεωρήσει πως ο κίνδυνος να πλακώσουν οι Τούρκοι … Ο άλλος δεν τον άφησε να τελειώσει:

     _ Θα μείνετε αυτού που βρίσκεστε, πρόσταξε αγριεμένος ο Ιωάννου` κι αν φανούν οι Τούρκοι, θα αντισταθείτε και θα τους χτυπήσετε με ό,τι μέσα έχετε στη διάθεσή σας. Αυτό σας το διατάζω εγώ!

     Η κατάσταση άλλαξε μονομιάς με την παρέμβαση του γενναίου Ιωάννου. Συνήλθαμε όλοι και είδα τότε για πρώτη φορά με τα μάτια μου τι επίδραση μπορεί να ασκήσει στον πόλεμο ένας αληθινός ηγέτης, την ώρα που το ηθικό των στρατιωτών του κλονίζεται. Κι αυτό που ισχύει στους πολέμους, το διαπίστωσα σε όλη μου την ζωή, πως ισχύει και σε κάθε ανθρώπινο αγώνα, που απαιτεί την συνεργασία πολλών. Η επιτυχία ή η αποτυχία του εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την ποιότητα εκείνου ή εκείνων που βρίσκονται επικεφαλής και ξέρουν ή είναι ανάξιοι να επιβάλλονται!

Μετά το Ιμαρέτ το χειρουργείο μας μεταστάθμευσε στη Φιλιππιάδα… Μείναμε εκεί δυο τρεις βδομάδες. Κατόπιν μεταφερθήκαμε σ` ένα μικρό χωριό, που λεγόταν Γουλιάδες, προς την κατεύθυνση των Πέντε Πηγαδιών. Εκεί κατασκηνώσαμε σε ένα χωράφι, δίπλα στο νεκροταφείο.

Στην αρχή η ζωή μας στο 13ο χειρουργείο ήταν πυρετώδης. Όσο κι αν δεν ήμασταν κοντά στις πρώτες γραμμές, που μετατοπίζονταν γοργά προς τα βόρεια, είχαμε συνεχώς κίνηση τραυματιών, άλλων σοβαρά και άλλων λιγότερο βαριά πληγωμένων, που μας κρατούσαν αδιάκοπα σε κίνηση. Άλλωστε, ύστερα από τις πρώτες μέρες του πολέμου, που ο ενθουσιασμός ήταν μέσα μας ανάμικτος με κάποια αγωνία, η θριαμβευτική τροπή που είχε πάρει ο πόλεμος, με την νικηφόρα προέλαση του στρατού μας σε όλα τα μέτωπα, μας είχε δώσει χαρά και αυτοπεποίθηση.

Θυμούμαι ζωηρά την συγκίνηση και τον ενθουσιασμό που νιώσαμε όλοι μας, όταν στις 26 Οκτωβρίου 1912, μέρα του Αγίου Δημητρίου, μάθαμε ξαφνικά, λίγο πριν από το μεσημέρι, πως ο στρατός μας είχε πάρει την Θεσσαλονίκη. Ήταν μια μέρα βροχερή και κρύα σαν τις άλλες κι ήμασταν καθηλωμένοι μέσα στην ομίχλη και τις λάσπες. Αλλά μας είχε συνεπάρει όλους η είδηση της νίκης. Η πρώτη μας σκέψη ήταν να πάμε στο εκκλησάκι του νεκροταφείου, που βρισκόταν εκεί κοντά μας. Μαζευτήκαμε σ` αυτό όλοι μας, γιατροί, νοσοκόμοι, φαντάροι κι όσοι τραυματίες μπορούσαν να κινηθούν και προσκυνήσαμε και κάναμε μια πρόχειρη δοξολογία. Πόσο αληθινά πιστεύαμε τότε στον Θεό και την Ελλάδα μας!

Τη μέρα εκείνη η εφοδιοπομπή είχε αργήσει να φτάσει από τη Φιλιππιάδα και πεινούσαμε, αλλά ζήσαμε την αξέχαστη εκείνη γιορτή με χαρές και με τραγούδια. Οι Κεφαλλονίτες στο 13ο χειρουργείο, όπως συμβαίνει πολύ συχνά παντού, όπου βρίσκονται Κεφαλλονίτες, αυτοί έδιναν τον τόνο και το χρώμα στη μικρή μας στρατιωτική κοινωνία και τις εκδηλώσεις της…».

     Και μια αξιοπρεπής, λεβέντικη και ειλικρινής ομολογία του ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΥ: … «Οι ταλαιπωρίες που υποφέραμε οι αποσπασμένοι στις βοηθητικές υπηρεσίες του στρατού, δεν ήταν φυσικά τίποτα κοντά στα όσα τράβηξαν οι στρατιώτες μας του μετώπου, επιπλέον από τον κίνδυνο της ζωής τους. Αυτόν, εμείς οι βοηθητικοί ελάχιστα τον αντιμετωπίζαμε, σε μια εποχή, που τα αεροπλάνα και οι αεροπορικές επιδρομές στα μετόπισθεν ήταν άγνωστες ακόμη. Για τούτο, όσο κι αν κάναμε το χρέος μας και κακοπεράσαμε κάποτε πολύ άσχημα, δεν είχαμε βέβαια και την αξίωση να μας θεωρούν ισότιμους με εκείνους που, υπηρετώντας στο μέτωπο, ριψοκινδύνευαν την ζωή τους κάθε στιγμή, ώσπου κατόρθωναν, με ηρωικούς μόχθους και θυσίες να κυριεύσουν το Μπιζάνι και να απελευθερώσουν τα Γιάννενα, τη βασανισμένη πρωτεύουσα της Ηπείρου.

Το σημειώνω, επειδή δεν θέλω οι αναμνήσεις μου του πολέμου του `12 να θεωρηθούν σαν επίδειξη τίτλων πολεμικών. Απλώς και μόνο έχω την ικανοποίηση πως έζησα κι εγώ εκείνη την περίοδο της ιστορίας μας, φορώντας την τίμια στολή του στρατού μας και κάνοντας ευσυνείδητα το χρέος μου, εκεί που με είχαν βάλει να υπηρετήσω».

*Δημήτριος Ιωάννου: Ο ηρωικός Στρατηγός Δημήτριος Ιωάννου από 1897  μέχρι το 1920 πήρε μέρος σε όλους τους ελληνικούς εθνικούς αγώνες. Πέθανε στις 11 Απριλίου 1927 ξεχασμένος, αβοήθητος και πένης.

Σάββας Ηλιάδης

Δάσκαλος

Κιλκίς