Στον κύκλο της φύσης δεν υπάρχει νίκη ούτε ήττα: υπάρχει κίνηση. Ο χειμώνας μάχεται να επικρατήσει, στο τέλος όμως αναγκάζεται να παραχωρήσει τη νίκη στην άνοιξη, που φέρνει μαζί της λουλούδια και χαρά.
Το καλοκαίρι θέλει να κρατήσουν οι ζεστές του μέρες για πάντα, γιατί είναι πεπεισμένο ότι η ζέστη είναι ευεργετική για τη γη. Τελικά όμως αποδέχεται την άφιξη του φθινοπώρου, που θα επιτρέψει στη γη να ξεκουραστεί.
Η γαζέλα τρώει το χορτάρι και την καταβροχθίζει το λιοντάρι. Το θέμα δεν είναι ποιος είναι ο πιο δυνατός, αλλά πώς μας δείχνει ο Θεός τον κύκλο του θανάτου και της ανάστασης.
Στον κύκλο αυτό δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, μονάχα στάδια που πρέπει να ολοκληρωθούν. Όταν το καταλάβει αυτό η καρδιά του ανθρώπου, θα απελευθερωθεί. Θα αποδέχεται χωρίς πόνο τις δύσκολες στιγμές και δε θα αφήνεται να ξεγελαστεί από τις στιγμές της δόξας.
Και τα δύο θα περάσουν. Η μία κατάσταση θα διαδεχτεί την άλλη. Και ο κύκλος θα συνεχιστεί μέχρι να απελευθερωθούμε από τη σάρκα και να συναντηθούμε με τη θεϊκή Ενέργεια.
Έτσι, όταν ο παλαιστής βγει στην αρένα -είτε από δική του επιλογή είτε επειδή τον έστειλε εκεί το μυστηριώδες πεπρωμένο-, ας νιώθει χαρά το πνεύμα του για τη μάχη που θα δώσει. Αν διατηρήσει την αξιοπρέπεια και την τιμή του, δε θα ηττηθεί ποτέ, ακόμα κι αν χάσει τον αγώνα, επειδή η ψυχή του θα είναι άθικτη.
Και δε θα κατηγορήσει κανέναν γι’ αυτό που του συμβαίνει. Από τότε που αγάπησε για πρώτη φορά και τον απέρριψαν κατάλαβε πως αυτό δε σκότωσε την ικανότητά του να αγαπάει. Ό,τι ισχύει στον έρωτα ισχύει και στον πόλεμο.
Όταν χάνουμε μια μάχη ή όλα όσα νομίζαμε πως είχαμε, ζούμε στιγμές δυστυχίας. Όταν όμως οι στιγμές αυτές περνούν, ανακαλύπτουμε μια άγνωστη δύναμη που υπάρχει μέσα στον καθένα από μας, μια δύναμη που μας εκπλήσσει και αυξάνει τον αυτοσεβασμό μας.
[sc name=”glyka-toy-koytalioy” ][/sc]
Κοιτάζουμε γύρω μας και λέμε στον εαυτό μας: «Επέζησα». Και χαιρόμαστε με τα λόγια μας.
Μόνο όσοι δεν αναγνωρίζουν τη δύναμη αυτή λένε: «Έχασα». Και νιώθουν λύπη.
Άλλοι όμως, ακόμα κι αν υποφέρουν από την ήττα και ταπεινώνονται από τις ιστορίες που διαδίδουν γι’ αυτούς οι νικητές, επιτρέπουν στον εαυτό τους να δακρύσει, μα ποτέ δε νιώθουν αυτολύπηση. Ξέρουν απλώς πως η μάχη διακόπηκε και πως τη συγκεκριμένη στιγμή οι ίδιοι βρίσκονται σε μειονεκτική θέση.
Ακούν τους χτύπους της καρδιάς τους. Προσέχουν πως βρίσκονται σε ένταση. Πως φοβούνται. Κάνουν έναν απολογισμό της ζωής τους και ανακαλύπτουν πως, παρά τον τρόμο που αισθάνονται, η πίστη καίει ακόμα στην καρδιά τους και τους ωθεί προς τα εμπρός.
Προσπαθούν να μάθουν πού έκαναν λάθος και πού όχι. Εκμεταλλεύονται τη στιγμή που είναι πεσμένοι κάτω για να ξεκουραστούν, για να γιατρέψουν τις πληγές τους, να ανακαλύψουν νέες στρατηγικές και να εξοπλιστούν καλύτερα.
Και φτάνει μια μέρα που τους χτυπά την πόρτα μια καινούρια μάχη. Ο φόβος υπάρχει ακόμα, όμως πρέπει να δράσουν – αλλιώς θα μείνουν πεσμένοι για πάντα. Σηκώνονται, αντικρίζουν τον αντίπαλο και θυμούνται τον πόνο που έζησαν και δε θέλουν να ξαναζήσουν.
Η προηγούμενη ήττα τούς αναγκάζει να νικήσουν τούτη τη φορά, αφού δε θέλουν να ξαναζήσουν τον ίδιο πόνο.
Κι αν η νίκη δεν έρθει αυτή τη φορά, θα έρθει την επόμενη. Κι αν όχι την επόμενη, τη μεθεπόμενη. Το χειρότερο δεν είναι να πέφτεις, είναι να μη σηκώνεσαι.
Ηττημένος είναι μόνο όποιος παραιτείται. Οι άλλοι είναι όλοι νικητές.
Και θα έρθει η μέρα που οι δύσκολες στιγμές θα είναι μονάχα ιστορίες τις οποίες θα αφηγούνται περήφανοι σε όποιον θέλει να τους ακούσει. Και όλοι θα ακούν με σεβασμό, και θα μάθουν να έχουν τρία σημαντικά πράγματα:
Υπομονή, και να περιμένουν την κατάλληλη στιγμή για να δράσουν.
Σοφία, για να μην αφήσουν την επόμενη ευκαιρία να ξεφύγει.
Και περηφάνια για τις ουλές τους.
Οι ουλές είναι μετάλλια χαραγμένα στη σάρκα τους με φωτιά και σίδερο και θα τρομάζουν τους εχθρούς τους, γιατί θα δείχνουν πως ο άνθρωπος που στέκεται απέναντι τους έχει μεγάλη εμπειρία στη μάχη. Συχνά αυτό μας κάνει να επιζητάμε το διάλογο και να αποφεύγουμε τις συγκρούσεις.
Οι ουλές μιλούν πιο δυνατά από την κόψη του σπαθιού που τις δημιούργησε.
του Paulo Coelho, “Το χειρόγραφο της Άκρα”