Χρειαζόμαστε, περισσότερο σήμερα, την πίστη και την επιμονή της Χαναναίας!

«Ἡ δὲ εἶπε· Ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν» (Ματθ. 15, 27) «Ναί, Κύριε», εἶπε ἐκείνη, «ἀλλὰ καὶ τὰ σκυλιὰ τρῶνε ἀπὸ τὰ ψίχουλα ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι τῶν κυρίων τους».

Όταν διαβάζουμε για την συνάντηση του Χριστού με την ειδωλολάτρισσα Χαναναία και το αίτημά της για να θεραπεύσει ο Χριστός την κόρη της, εντυπωσιαζόμαστε από την φαινομενική σκληρότητα με την οποία ο Χριστός συμπεριφέρεται στη γυναίκα.

Αρχικά δεν απαντά στις φωνές και τις παρακλήσεις της. Στη συνέχεια, ο Χριστός επιδεικτικά αναφέρει στους μαθητές Του, για να το ακούσει και η γυναίκα, ότι δεν έχει έρθει για τους ειδωλολάτρες, αλλά μόνο για τους Ισραηλίτες. Εκείνη όμως δεν κάνει πίσω και έρχεται, για να πέσει στα πόδια Του και Τον παρακαλέσει. Και τότε ο Χριστός συνεχίζει την φαινομενικά σκληρή συμπεριφορά Του, λέγοντάς της ότι δεν είναι καλό να παίρνουμε το ψωμί των παιδιών μας και να το ρίχνουμε στα σκυλάκια. Όπως τα σκυλάκια τρίβονται γύρω από τα πόδια των αφεντικών τους, για να πάρουν ένα κομμάτι ψωμί, έτσι κάνεις κι εσύ, είναι σα να της λέει ο Χριστός. Κι ένα σκυλάκι συμπληρώνει την ζωή των ανθρώπων, αλλά δεν δικαιούται να είναι ισότιμο μ’ αυτούς, και μάλιστα, με αυτούς που ανήκουν στον περιούσιο λαό, στα παιδιά του Θεού.
[sc name=”agioreitiko-thymiama” ][/sc]

Μέχρι εκείνη τη στιγμή ο Χριστός, ενώπιον των μαθητών Του, ακολουθεί τα δεδομένα της κατά άνθρωπον καταγωγής Του και δείχνει με τον τρόπο αυτό, στους εξ Ιουδαίων καταγομένους και γαλουχημένους με την αντίληψη του εκλεκτού λαού συνοδοιπόρους Του, ότι τηρεί όσα οι Ιουδαίοι πίστευαν για τους εαυτούς τους και για τον Μεσσία, ότι θα είναι αυτός που θα εκπληρώσει την επαγγελία, την διαθήκη του Θεού στον Αβραάμ, τον πατριάρχη και γενάρχη τους. Όμως δεν είναι αυτός ο τελικός του σκοπός. Αφήνει την Χαναναία να εκφράσει την πίστη της σ’ Αυτόν, δείχνοντας στους μαθητές Του ότι δεν υπάρχει πλέον αποκλειστικότητα στην σωτηρία, ότι οι εξ εθνών δικαιούνται να είναι κι αυτοί παιδιά του Θεού, αρκεί να πιστεύουν. Και εφόσον η Χαναναία εκφράζει την πίστη της με ταπείνωση, αποδεχόμενη τον χαρακτηρισμό «κυνάριον», σκυλάκι, αρκεί ο Χριστός που είναι ο Κύριος όλου του κόσμου να αφήσει να πέσει ένα ψίχουλο αγάπης γι’ αυτήν, ο Κύριος δείχνει στους μαθητές Του και σε όλους μας ότι το κριτήριο για την σωτηρία μας, το κριτήριο για την σχέση μας με τον Θεό δεν είναι η καταγωγή, η παράδοση, το αίσθημα της υπεροχής, επειδή εμείς είμαστε αυτοί που είμαστε, αλλά η πίστη στον Θεό ως εμπιστοσύνη, ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές μας.

Προσέβαλε ο Χριστός την ειδωλολάτρισσα γυναίκα; Μία επιπόλαιη ανάγνωση της ιστορίας, ενταγμένη, μάλιστα, σε μια εποχή στην οποία ο τονισμός της διάκρισης των ανθρώπων με βάση το φύλο συζητιέται έντονα (και όχι άδικα, αν κρίνουμε από την απαράδεκτη από κάθε πλευρά βία που ασκείται εις βάρος των γυναικών, αλλά και άλλων ομάδων που θεωρούν το φύλο και την έκφρασή του ως προτεραιότητα της προσωπικότητάς τους και όχι την εικόνα του Θεού, την ανθρώπινη υπόσταση η οποία για την πίστη μας προηγείται και του φύλου και οποιουδήποτε άλλου χαρακτηριστικού), θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα τέτοιο, αστήρικτο πάντως, συμπέρασμα. Ο Χριστός δοκίμασε την πίστη της Χαναναίας όχι γιατί ήταν γυναίκα, αλλά γιατί ήταν ειδωλολάτρισσα. Και η δοκιμασία είχε να κάνει με την ανάγκη και εκείνη να δείξει ότι ήταν αποφασισμένη να ενταχθεί στην κοινότητα των πιστών και η απόφασή της δεν ήταν του συμφέροντος για να γίνει καλά η κόρη της, αλλά και οι μαθητές να κατανοήσουν ότι το μήνυμα του ευαγγελίου, το μήνυμα της βασιλείας του Θεού δεν ήταν μόνο για τους Ιουδαίους ή για όσους δήλωναν ή νόμιζαν ότι ήταν πιστοί. Ο Χριστός ήρθε για όλους τους ανθρώπους και η αγάπη δεν κάνει διακρίσεις. Όμως ένας τέτοιος δρόμος προϋποθέτει, για όσους θέλουν να συμμετέχουν βαδίζοντάς τον, την απάρνηση των αντιλήψεων της αποκλειστικότητας και του δικαιώματος που πηγάζει από την ιδέα ότι «εμείς είμαστε οι εκλεκτοί».

Δοκιμάζει ο Χριστός την πίστη μας, κάποτε αφήνοντάς μας να πιστέψουμε ότι είμαστε αυτοί που μας έχει απορρίψει, αυτοί που λαμβάνουμε μόνο σιωπή στο αίτημά μας να δείξει ότι υπάρχει και για μας. Ότι το τραπέζι της ζωής είναι στρωμένο για άλλους και όχι για μας. Ότι όσοι δοκιμαζόμαστε από τις περιπέτειες του χρόνου και της ανθρώπινης φύσης μας, όσοι βλέπουμε τους ανθρώπους που αγαπούμε, όπως η Χαναναία την κόρη της, να ταλαιπωρούνται και να σβήνουν, όσοι νιώθουμε ότι η πίστη στους καιρούς μας δεν έχει να μας αντιτάξει κάτι στον θόρυβο ενός πολιτισμού που πιστεύει την αυτοθεωτική λογική του «έχειν», του «εδώ χωρίς επέκεινα», του «φάγωμεν, πίωμεν, αύριο γαρ αποθνήσκομεν», της επικράτησης και της εξουσίας εις βάρος του όποιου αδύναμου, ακόμη κι αν αυτός συνανήκει (η βία κατά των γυναικών και κατά οποιουδήποτε συνανθρώπου μας είναι μαρτυρική απόδειξη της ουσιαστικής χρεωκοπίας αυτού του πολιτισμού που δεν βάζει την αγάπη ως προτεραιότητα), δεν έχουμε ελπίδα.

Χρειαζόμαστε, περισσότερο σήμερα, την πίστη και την επιμονή της Χαναναίας!