Διάλογος ἁγίων Γερόντων μὲ ἐρωτήσεις καὶ ἀποκρίσεις

1. Πῶς πρέπει νὰ εἶναι ὁ μοναχὸς στὸ κελί;

Ἀπόκριση: Νὰ ἀπέχει ἀπὸ τὴ γνώση τῶν πολλῶν πραγμάτων, ὥστε, καθὼς ὁ λογισμὸς μένει ἐλεύθερος ἀπὸ τὰ διάφορα, νὰ κατοικήσει ἡ γνώση τοῦ Κυρίου.

2. Ἐρώτηση: Τί εἶναι ὁ μοναχός;

Ἀπόκριση: Ὁ μοναχὸς εἶναι σὰν τὴν περιστερά. Ὅπως ἡ περιστερὰ βγαίνει στὸν ἀέρα τὴν κατάλληλη στιγμὴ νὰ τινάξει τὰ φτερά της, κι ἂν καθυστερήσει ἔξω ἀπὸ τὴ φωλιά, δέχεται χτυπήματα ἀπὸ τὰ ἄγρια πουλιὰ καὶ χάνει τὴν ὀμορφιά της, ἔτσι καὶ ὁ μοναχός, βγαίνει τὴν ὥρα τῆς σύναξης νὰ ξετινάξει τοὺς λογισμούς του, κι ἂν ἀργοπορήσει ἔξω ἀπ᾿ τὸ κελί, ραπίζεται ἀπὸ τοὺς δαίμονες καὶ σκοτεινιάζουν οἱ λογισμοί του.

3. Ἐρώτηση: Μὲ ποιὸ λογισμὸ ὁ διάβολος βγάζει ἔξω ἀπὸ τὸ κελὶ τὸν μοναχό;

Ἀπάντηση: Ὁ διάβολος εἶναι σὰν τὸν γητευτὴ τῶν φιδιῶν. Ὅπως ὁ γητευτὴς μὲ μαγευτικὰ λόγια κάνει τὸ φίδι νὰ βγεῖ ἀπὸ τὴ φωλιὰ καὶ ἀφοῦ τὸ πιάσει, τὸ πάει καὶ τὸ ρίχνει στὶς πλατεῖες τῆς πόλης καὶ τὸ ἀφήνει ἐκεῖ νὰ τὸ περιπαίζουν οἱ ἄνθρωποι, κι ὅταν γεράσει πολὺ μαζί του, ὕστερα ἢ τὸ θανατώνει στὴ φωτιὰ ἢ τὸ πνίγει στὴ θάλασσα, ἔτσι καὶ ὁ μοναχὸς τὰ ἴδια παθαίνει, ὅταν παρασύρεται ἀπ᾿ τοὺς λογισμοὺς καὶ ἐγκαταλείπει τὸ κελί του.

7. Ἐρώτηση: Πῶς πρέπει νὰ γίνεται τὸ ἔργο τῆς ψαλμῳδίας καὶ ποιὸ νὰ εἶναι τὸ μέτρο τῆς νηστείας;

Ἀπάντηση: Τίποτε παραπάνω ἀπ᾿ αὐτὸ ποὺ ἔχει ὁρισθεῖ. Γιατὶ πολλοὶ θέλοντας τὸ παραπάνω, ὕστερα οὔτε τὸ λίγο μπόρεσαν νὰ ἐκτελέσουν.

9. Ἐρώτηση: Ἂν μὲ σκανδαλίσει ὁ ἀδελφός, μὲ συμβουλεύεις νὰ τοῦ βάλω μετάνοια;

Ἀπάντηση: Βάλε του μετάνοια καὶ ξέκοψε ἀπ᾿ αὐτόν. Ἔχουμε τὸν ἀββᾶ Ἀρσένιο ποὺ λέει: Μὲ ὅλους νὰ ἔχεις ἀγάπη κι ἀπ᾿ ὅλους νὰ βρίσκεσαι σὲ ἀπόσταση.

10. Ἐρώτηση: Τί σημασία ἔχει γιὰ τὸν ἄνθρωπο τὸ νὰ προσφέρει εὐχαριστήριο δῶρο στὴν ἐκκλησία;

Ἀπάντηση: Αὐτὸ τὸ πρᾶγμα εἶναι θησαυρὸς φυλαγμένος μπροστὰ στὸν Θεό. Ὅ,τι βάζεις ἐδῶ, ἀμέσως πηγαίνει ἐπάνω.

11. Ἐρώτηση: Ἔχω ἐπιθυμία νὰ μαρτυρήσω γιὰ τὸν Θεό.

Ἀπάντηση: Ἂν σὲ ὥρα δύσκολη ὑπομείνει κανεὶς τὸν πλησίον, αὐτὸ εἶναι ἴσο με τὸ καμίνι τῶν τριῶν Παίδων.

12. Ἐρώτηση: Γιατί ἡ πορνεία ἐνοχλεῖ τὸν ἄνθρωπο;

Ἀπάντηση: Ἐπειδὴ ὁ διάβολος γνωρίζει ὅτι ἡ πορνεία μᾶς ἀποξενώνει ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, καθὼς ἀκούει τὸν Κύριο ποὺ λέει:

«Δὲν θὰ παραμείνει τὸ Πνεῦμα μου σ᾿ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, γιατὶ αὐτοὶ εἶναι σάρκες».

(Ἐρώτηση ἑνὸς νέου σὲ κάποιο Θηβαῖο Γέροντα γιὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ κάνει τὴν πνευματικὴ ἐργασία στὸ κελί).

13. Ἐρώτηση: Πῶς πρέπει νὰ «ἡσυχάζει» κανεὶς στὸ κελί;

Ἀπάντηση: Ὅταν κάνει τὴν ἄσκηση στὸ κελί, διόλου νὰ μὴ θυμᾶται ἄνθρωπο.

14. Ἐρώτηση: Ποιὰ ἐργασία ὀφείλει ἡ καρδιὰ νὰ κάνει, γιὰ νὰ εἶναι στραμμένος ὁ μοναχὸς στὸν ἑαυτό του;

Ἀπάντηση: Αὐτὴ εἶναι ἡ τέλεια ἐργασία τοῦ μοναχοῦ, τὸ νὰ ἔχει πάντοτε στραμμένη τὴν προσοχὴ στὸν Θεὸ χωρὶς νὰ περισπᾶται ὁ νοῦς.

15. Ἐρώτηση: Πῶς ὀφείλει νὰ διώχνει ὁ νοῦς τοὺς πονηροὺς λογισμούς;

Ἀπάντηση: Εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατον ἀπὸ μόνος του νὰ τὸ κάνει αὐτὸ οὔτε ἔχει τέτοια δύναμη. Ἀλλὰ κι ἂν ἡ ψυχὴ πέσει σὲ λογισμούς, ἀμέσως ὀφείλει νὰ καταφύγει σ᾿ αὐτὸν ποὺ τὴν ἔπλασε ἱκετεύοντάς τον, καὶ κεῖνος τοὺς διαλύει σὰν κερί. Γιατὶ ὁ Θεός μας εἶναι φωτιὰ ποὺ κατακαίει.

18. Ἐρώτηση: Λοιπόν, μὲ ποιὰ τέχνη καταφεύγει ὁ λογισμὸς στὸν Θεό;

Ἀπάντηση: Ἂν σοῦ ἔρθει λογισμὸς πορνείας, ἀμέσως τράβηξε ἀπὸ κεῖ τὸν νοῦ καὶ φέρτον ψηλὰ μὲ βιασύνη. Μὴν ἀργοπορήσεις, γιατὶ ἡ ἀργοπορία ἰσοδυναμεῖ μὲ συγκατάθεση.

19. Ἐρώτηση: Ἂν ἔρθει λογισμὸς κενοδοξίας ὅτι κατόρθωσες ἀρετή, δὲν ὀφείλει νὰ τὸν ἀντικρούσει ὁ λογισμός;

Ἀπάντηση: Ὁποιαδήποτε ὥρα κανεὶς ἀντιλέγει στὸν λογισμό, ἀμέσως ὁ λογισμὸς γίνεται πιὸ ἰσχυρὸς καὶ πιὸ ὁρμητικός, ἐκεῖνος μὲ τὴν ἀντιλογία του βρίσκεται σὲ πλεονεκτικότερη θέση ἀπὸ σένα. Ἐπιπλέον τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο δὲν σὲ βοηθάει καὶ τόσο, γιατὶ παρουσιάζεσαι σὰν νὰ καυχιέσαι, ὅτι δηλαδὴ μπορῶ ἐγὼ νὰ τὰ βγάλω πέρα μὲ τὰ πάθη.

Ὅπως ἐκεῖνος ποὺ ἔχει πνευματικὸ πατέρα, στὸν πατέρα τὰ ἀναθέτει καὶ εἶναι ἀμέριμνος γιὰ ὅλα καὶ οὔτε νοιάζεται πιὰ τί λόγο θὰ δώσει καὶ στὸν Θεό, ἔτσι κι ἐκεῖνος ποὺ παρέδωσε τὸν ἑαυτό του στὸν Θεὸ δὲν πρέπει νὰ ἔχει καθόλου φροντίδα γιὰ τὸν λογισμὸ ἢ νὰ ἀντιπαραταχθεῖ στὸν λογισμὸ ἢ γενικὰ νὰ μὴν τὸν ἀφήσει νὰ μπεῖ μέσα του.

Ἂν γίνει καὶ μπεῖ, σύρε τον πάνω στὸν Πατέρα σου καὶ πὲς στὸ λογισμό: «Ἐγὼ δὲν ἔχω τίποτε μὲ σένα, νὰ ὁ Πατέρας μου, αὐτὸς ξέρει». Κι ἐπίμονα τράβα τον ἐπάνω, ὁπότε σ᾿ ἀφήνει στὰ μισὰ τοῦ δρόμου καὶ φεύγει, γιατὶ δὲν μπορεῖ να ᾿ρθεῖ μαζί σου σὲ Ἐκεῖνον οὔτε νὰ σταθεῖ μπροστά Του. Ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἐργασία ἀνώτερη καὶ πιὸ ἀμέριμνη δὲν ὑπάρχει σ᾿ ὅλη τὴν Ἐκκλησία.

28. Ἐρώτηση: Πῶς μπορεῖ κανεὶς πάντοτε νὰ προσεύχεται; Γιατὶ τὸ σῶμα παρουσιάζει ἀδυναμία προκειμένου νὰ προσευχηθεῖ.

Ἀπάντηση: Προσευχὴ δὲν λέγεται μόνο τὸ νὰ στέκεται κανεὶς τὴν συγκεκριμένη ὥρα προσευχῆς καὶ νὰ προσεύχεται, ἀλλὰ τὸ νὰ προσεύχεται πάντοτε.

29. Ἐρώτηση: Πῶς πάντοτε;

Ἀπάντηση: Εἴτε τρῷς εἴτε πίνεις εἴτε περπατᾷς σὲ δρόμο εἴτε κάποιο ἔργο κάνεις, νὰ μὴν ἀφήνεις τὴν προσευχή.

30. Ἐρώτηση: Ἂν ἕνας συνομιλεῖ μὲ κάποιον, πῶς μπορεῖ νὰ πραγματοποιήσει τὸ νὰ προσεύχεται πάντοτε;

Ἀπάντηση: Γι᾿ αὐτὸ εἶπε ὁ ἀπόστολος, μὲ κάθε προσευχὴ καὶ δέηση. Ἔτσι, ὅταν δὲν εἶσαι ἐλεύθερος νὰ προσευχηθεῖς, καθὼς συναναστρέφεσαι μὲ ἄλλον, νὰ προσεύχεσαι μὲ δέηση.

31. Ἐρώτηση: Μὲ ποιὰ προσευχὴ ὀφείλει νὰ προσεύχεται κανείς;

Ἀπάντηση: Νὰ λέει τὸ Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς κ.λπ.

32. Ἐρώτηση: Πόσο μέτρο ὀφείλει νὰ ἔχει ἡ προσευχή;

Ἀπάντηση: Δὲν ὅρισε μέτρο. Ἐφόσον εἶπε πάντοτε καὶ χωρὶς διακοπὴ νὰ προσεύχεστε, δὲν ἔχει μέτρο.

Ἔλεγε ἀκόμη κι αὐτό, ὅτι ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ τὰ κατορθώσει αὐτά, ὀφείλει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους νὰ τοὺς βλέπει ὡς ἕναν καὶ νὰ μὴν καταλαλεῖ.

Ἀποφθέγματα αὐτῶν ποὺ γήρασαν στὴν ἄσκηση, ἀποφθέγματα ποὺ δηλώνουν σὲ περιληπτικὴ ἔκθεση τὴν τελειότητα τῆς ἀρετῆς τους

36. Ἔλεγε (ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας) πάλι ὅτι, ἂν θέλει ὁ Θεὸς νὰ δείξει τὸ ἔλεός Του σὲ μιὰ ψυχὴ κι αὐτὴ ξεφεύγει ἀπὸ τὴν κανονικὴ πορεία καὶ δὲν δέχεται, ἀλλὰ κάνει τὸ θέλημά της, ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ πάθει ἐκεῖνα ποὺ δὲν θέλει, ὥστε μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ Τὸν ἐπιζητήσει.

38. Τὸν ἴδιον τὸν ρώτησαν τί εἶναι φιλαργυρία καὶ ἀπάντησε:

«Τὸ νὰ μὴν ἐμπιστεύεσαι στὸν Θεὸ ὅτι ἔχει τὴ φροντίδα σου, νὰ μὴν ἐλπίζεις ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ θέλεις νὰ φαίνεσαι σπουδαῖος».

39. Ρωτήθηκε πάλι τί εἶναι καταλαλιὰ κι ἀποκρίθηκε:

«Τὸ νὰ ἀγνοεῖ κανεὶς τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ φθονεῖ τὸν πλησίον του».

40. Ρωτήθηκε πάλι τί εἶναι ἡ ὀργὴ καὶ ἀπάντησε:

«Φιλονικία, ψέμα καὶ ἔλλειψη γνώσης».

41. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἠλίας, ὁ διακονητής:

«Τί δύναμη ἔχει ἡ ἁμαρτία, ὅπου ὑπάρχει μετάνοια; Καὶ τί ὠφελεῖ ἡ ἀγάπη ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ὑπερηφάνεια;»

42. Εἶπε πάλι:

«Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τὸν νοῦ τους στραμμένο ἢ στὶς ἁμαρτίες ἢ στὸν Ἰησοῦ ἢ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους».

43. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος:

«Πολλοὶ στὴν ἐποχή μας διάλεξαν τὴν ἀνάπαυση, προτοῦ τοὺς τὴν δώσει ὁ Θεός».

47. Ὁ ἀββᾶς Ἰάκωβος εἶπε:

«Δὲν θέλησα ποτὲ νὰ πῶ ἢ νὰ ἀκούσω λόγο κοσμικό».

48. Ὁ ἀββᾶς Λογγῖνος εἶπε στὸν ἀββᾶ Ἀκάκιο:

«Ἡ γυναῖκα τότε καταλαβαίνει ὅτι ἔχει συλλάβει, ὅταν σταματήσει τὸ αἷμα της. Ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ τότε ξέρει ὅτι ἔχει συλλάβει Πνεῦμα Ἅγιο, ὅταν σταματήσουν τὰ πάθη τὰ χαμηλὰ ποὺ ρέουν ἀπ᾿ αὐτήν. Ὅσο καιρὸ περιπλέκεται σ᾿ αὐτά, πῶς μπορεῖ νὰ ὑπερηφανεύεται σὰν νὰ εἶναι τάχα ἀπαθής; Δῶσε αἷμα καὶ πᾶρε Πνεῦμα».

49. Ὁ ἀββᾶς Ποιμὴν εἶπε ὅτι τὸ θέλημα καὶ ἡ ἀνάπαυση καί, προπαντός, ἡ συνήθεια σ᾿ αὐτά, ὁδηγοῦν τὸν ἄνθρωπο στὴν πτώση.

55. Ὁ ἀββᾶς Παῦλος εἶπε:

«Ἂς πηγαίνουμε πίσω ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ».

58. Εἶπε πάλι ὅτι πολλὲς φορὲς ἡ ἀπουσία τῆς ντροπῆς καὶ τοῦ φόβου φέρνουν τὴν ἁμαρτία.

59. Κάποιος Γέροντας εἶπε:

«Ἄνθρωπε, ἂν θέλεις νὰ ζήσεις σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, θὰ βρεῖς βοηθὸ τὸν Νομοθέτη».

60. Εἶπε πάλι:

«Ἂν ἑκούσια θελήσεις νὰ παρακούσεις τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, θὰ βρεῖς τὸν διάβολο νὰ σὲ βοηθάει στὴν πτώση».

61. Εἶπε Γέροντας:

«Ἡ ἀμεριμνησία, ἡ σιωπὴ καὶ ἡ μυστικὴ ἐσωτερικὴ μελέτη γεννοῦν τὴν ἁγνότητα».

62. Εἶπε Γέροντας:

«Ἡ μέλισσα ὅπου πηγαίνει, κάνει μέλι. Ἔτσι κι ὁ μοναχὸς ὅπου πηγαίνει, τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ ἐργάζεται».

63. Εἶπε πάλι ὅτι ὁ Σατανᾶς πλέκει σχοινιά, ὅσο ἐσὺ τοῦ δίνεις λουρίδες αὐτὸς πλέκει. Αὐτὸ τὸ εἶπε γιὰ τοὺς λογισμούς.

64. Εἶπε Γέροντας:

«Ὅταν κάποιος ἀδελφὸς θέλει νὰ πάει νὰ συναντήσει ἕναν ἀδελφό, ὁ δαίμονας τῆς κατακρίσεως ἢ πηγαίνει πιὸ μπροστὰ ἀπ᾿ αὐτὸν ἐκεῖ ἢ ἔρχεται μαζί του στὸν ἀδελφό».

65. Εἶπε Γέροντας: «Τὸν τεμπέλη καὶ τὸν ἀκαμάτη δὲν τοὺς θέλει ὁ Θεός».

66. Ἄλλος Γέροντας εἶπε: «Δῶσε διάθεση καὶ θὰ πάρεις δύναμη».

67. Ἄλλος εἶπε: «Ἡ ἀχαριστία μεσιτεύει γιὰ χάρη τῆς ἀδυναμίας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ».

68. Ἕνας Γέροντας εἶπε:

«Ὅπως ὁ κασσίτερος ἀφοῦ μαυρίσει, πάλι γίνεται λαμπερός, ἔτσι καὶ αὐτοὶ ποὺ πιστεύουν, κι ἂν μαυρίζουν, καθὼς ἁμαρτάνουν, πάλι λαμπρύνονται, ὅταν μετανοοῦν, γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο ἴσως ἡ πίστη παρομοιάστηκε μὲ κασσίτερο».

1. Πῶς πρέπει νὰ εἶναι ὁ μοναχὸς στὸ κελί;

Ἀπόκριση: Νὰ ἀπέχει ἀπὸ τὴ γνώση τῶν πολλῶν πραγμάτων, ὥστε, καθὼς ὁ λογισμὸς μένει ἐλεύθερος ἀπὸ τὰ διάφορα, νὰ κατοικήσει ἡ γνώση τοῦ Κυρίου.

2. Ἐρώτηση: Τί εἶναι ὁ μοναχός;

Ἀπόκριση: Ὁ μοναχὸς εἶναι σὰν τὴν περιστερά. Ὅπως ἡ περιστερὰ βγαίνει στὸν ἀέρα τὴν κατάλληλη στιγμὴ νὰ τινάξει τὰ φτερά της, κι ἂν καθυστερήσει ἔξω ἀπὸ τὴ φωλιά, δέχεται χτυπήματα ἀπὸ τὰ ἄγρια πουλιὰ καὶ χάνει τὴν ὀμορφιά της, ἔτσι καὶ ὁ μοναχός, βγαίνει τὴν ὥρα τῆς σύναξης νὰ ξετινάξει τοὺς λογισμούς του, κι ἂν ἀργοπορήσει ἔξω ἀπ᾿ τὸ κελί, ραπίζεται ἀπὸ τοὺς δαίμονες καὶ σκοτεινιάζουν οἱ λογισμοί του.

3. Ἐρώτηση: Μὲ ποιὸ λογισμὸ ὁ διάβολος βγάζει ἔξω ἀπὸ τὸ κελὶ τὸν μοναχό;

Ἀπάντηση: Ὁ διάβολος εἶναι σὰν τὸν γητευτὴ τῶν φιδιῶν. Ὅπως ὁ γητευτὴς μὲ μαγευτικὰ λόγια κάνει τὸ φίδι νὰ βγεῖ ἀπὸ τὴ φωλιὰ καὶ ἀφοῦ τὸ πιάσει, τὸ πάει καὶ τὸ ρίχνει στὶς πλατεῖες τῆς πόλης καὶ τὸ ἀφήνει ἐκεῖ νὰ τὸ περιπαίζουν οἱ ἄνθρωποι, κι ὅταν γεράσει πολὺ μαζί του, ὕστερα ἢ τὸ θανατώνει στὴ φωτιὰ ἢ τὸ πνίγει στὴ θάλασσα, ἔτσι καὶ ὁ μοναχὸς τὰ ἴδια παθαίνει, ὅταν παρασύρεται ἀπ᾿ τοὺς λογισμοὺς καὶ ἐγκαταλείπει τὸ κελί του.

7. Ἐρώτηση: Πῶς πρέπει νὰ γίνεται τὸ ἔργο τῆς ψαλμῳδίας καὶ ποιὸ νὰ εἶναι τὸ μέτρο τῆς νηστείας;

Ἀπάντηση: Τίποτε παραπάνω ἀπ᾿ αὐτὸ ποὺ ἔχει ὁρισθεῖ. Γιατὶ πολλοὶ θέλοντας τὸ παραπάνω, ὕστερα οὔτε τὸ λίγο μπόρεσαν νὰ ἐκτελέσουν.

9. Ἐρώτηση: Ἂν μὲ σκανδαλίσει ὁ ἀδελφός, μὲ συμβουλεύεις νὰ τοῦ βάλω μετάνοια;

Ἀπάντηση: Βάλε του μετάνοια καὶ ξέκοψε ἀπ᾿ αὐτόν. Ἔχουμε τὸν ἀββᾶ Ἀρσένιο ποὺ λέει: Μὲ ὅλους νὰ ἔχεις ἀγάπη κι ἀπ᾿ ὅλους νὰ βρίσκεσαι σὲ ἀπόσταση.

10. Ἐρώτηση: Τί σημασία ἔχει γιὰ τὸν ἄνθρωπο τὸ νὰ προσφέρει εὐχαριστήριο δῶρο στὴν ἐκκλησία;

Ἀπάντηση: Αὐτὸ τὸ πρᾶγμα εἶναι θησαυρὸς φυλαγμένος μπροστὰ στὸν Θεό. Ὅ,τι βάζεις ἐδῶ, ἀμέσως πηγαίνει ἐπάνω.

11. Ἐρώτηση: Ἔχω ἐπιθυμία νὰ μαρτυρήσω γιὰ τὸν Θεό.

Ἀπάντηση: Ἂν σὲ ὥρα δύσκολη ὑπομείνει κανεὶς τὸν πλησίον, αὐτὸ εἶναι ἴσο με τὸ καμίνι τῶν τριῶν Παίδων.

12. Ἐρώτηση: Γιατί ἡ πορνεία ἐνοχλεῖ τὸν ἄνθρωπο;

Ἀπάντηση: Ἐπειδὴ ὁ διάβολος γνωρίζει ὅτι ἡ πορνεία μᾶς ἀποξενώνει ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, καθὼς ἀκούει τὸν Κύριο ποὺ λέει:

«Δὲν θὰ παραμείνει τὸ Πνεῦμα μου σ᾿ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, γιατὶ αὐτοὶ εἶναι σάρκες».

(Ἐρώτηση ἑνὸς νέου σὲ κάποιο Θηβαῖο Γέροντα γιὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ κάνει τὴν πνευματικὴ ἐργασία στὸ κελί).

13. Ἐρώτηση: Πῶς πρέπει νὰ «ἡσυχάζει» κανεὶς στὸ κελί;

Ἀπάντηση: Ὅταν κάνει τὴν ἄσκηση στὸ κελί, διόλου νὰ μὴ θυμᾶται ἄνθρωπο.

14. Ἐρώτηση: Ποιὰ ἐργασία ὀφείλει ἡ καρδιὰ νὰ κάνει, γιὰ νὰ εἶναι στραμμένος ὁ μοναχὸς στὸν ἑαυτό του;

Ἀπάντηση: Αὐτὴ εἶναι ἡ τέλεια ἐργασία τοῦ μοναχοῦ, τὸ νὰ ἔχει πάντοτε στραμμένη τὴν προσοχὴ στὸν Θεὸ χωρὶς νὰ περισπᾶται ὁ νοῦς.

15. Ἐρώτηση: Πῶς ὀφείλει νὰ διώχνει ὁ νοῦς τοὺς πονηροὺς λογισμούς;

Ἀπάντηση: Εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατον ἀπὸ μόνος του νὰ τὸ κάνει αὐτὸ οὔτε ἔχει τέτοια δύναμη. Ἀλλὰ κι ἂν ἡ ψυχὴ πέσει σὲ λογισμούς, ἀμέσως ὀφείλει νὰ καταφύγει σ᾿ αὐτὸν ποὺ τὴν ἔπλασε ἱκετεύοντάς τον, καὶ κεῖνος τοὺς διαλύει σὰν κερί. Γιατὶ ὁ Θεός μας εἶναι φωτιὰ ποὺ κατακαίει.

18. Ἐρώτηση: Λοιπόν, μὲ ποιὰ τέχνη καταφεύγει ὁ λογισμὸς στὸν Θεό;

Ἀπάντηση: Ἂν σοῦ ἔρθει λογισμὸς πορνείας, ἀμέσως τράβηξε ἀπὸ κεῖ τὸν νοῦ καὶ φέρτον ψηλὰ μὲ βιασύνη. Μὴν ἀργοπορήσεις, γιατὶ ἡ ἀργοπορία ἰσοδυναμεῖ μὲ συγκατάθεση.

19. Ἐρώτηση: Ἂν ἔρθει λογισμὸς κενοδοξίας ὅτι κατόρθωσες ἀρετή, δὲν ὀφείλει νὰ τὸν ἀντικρούσει ὁ λογισμός;

Ἀπάντηση: Ὁποιαδήποτε ὥρα κανεὶς ἀντιλέγει στὸν λογισμό, ἀμέσως ὁ λογισμὸς γίνεται πιὸ ἰσχυρὸς καὶ πιὸ ὁρμητικός, ἐκεῖνος μὲ τὴν ἀντιλογία του βρίσκεται σὲ πλεονεκτικότερη θέση ἀπὸ σένα. Ἐπιπλέον τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο δὲν σὲ βοηθάει καὶ τόσο, γιατὶ παρουσιάζεσαι σὰν νὰ καυχιέσαι, ὅτι δηλαδὴ μπορῶ ἐγὼ νὰ τὰ βγάλω πέρα μὲ τὰ πάθη.

Ὅπως ἐκεῖνος ποὺ ἔχει πνευματικὸ πατέρα, στὸν πατέρα τὰ ἀναθέτει καὶ εἶναι ἀμέριμνος γιὰ ὅλα καὶ οὔτε νοιάζεται πιὰ τί λόγο θὰ δώσει καὶ στὸν Θεό, ἔτσι κι ἐκεῖνος ποὺ παρέδωσε τὸν ἑαυτό του στὸν Θεὸ δὲν πρέπει νὰ ἔχει καθόλου φροντίδα γιὰ τὸν λογισμὸ ἢ νὰ ἀντιπαραταχθεῖ στὸν λογισμὸ ἢ γενικὰ νὰ μὴν τὸν ἀφήσει νὰ μπεῖ μέσα του.

Ἂν γίνει καὶ μπεῖ, σύρε τον πάνω στὸν Πατέρα σου καὶ πὲς στὸ λογισμό: «Ἐγὼ δὲν ἔχω τίποτε μὲ σένα, νὰ ὁ Πατέρας μου, αὐτὸς ξέρει». Κι ἐπίμονα τράβα τον ἐπάνω, ὁπότε σ᾿ ἀφήνει στὰ μισὰ τοῦ δρόμου καὶ φεύγει, γιατὶ δὲν μπορεῖ να ᾿ρθεῖ μαζί σου σὲ Ἐκεῖνον οὔτε νὰ σταθεῖ μπροστά Του. Ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἐργασία ἀνώτερη καὶ πιὸ ἀμέριμνη δὲν ὑπάρχει σ᾿ ὅλη τὴν Ἐκκλησία.

28. Ἐρώτηση: Πῶς μπορεῖ κανεὶς πάντοτε νὰ προσεύχεται; Γιατὶ τὸ σῶμα παρουσιάζει ἀδυναμία προκειμένου νὰ προσευχηθεῖ.

Ἀπάντηση: Προσευχὴ δὲν λέγεται μόνο τὸ νὰ στέκεται κανεὶς τὴν συγκεκριμένη ὥρα προσευχῆς καὶ νὰ προσεύχεται, ἀλλὰ τὸ νὰ προσεύχεται πάντοτε.

29. Ἐρώτηση: Πῶς πάντοτε;

Ἀπάντηση: Εἴτε τρῷς εἴτε πίνεις εἴτε περπατᾷς σὲ δρόμο εἴτε κάποιο ἔργο κάνεις, νὰ μὴν ἀφήνεις τὴν προσευχή.

30. Ἐρώτηση: Ἂν ἕνας συνομιλεῖ μὲ κάποιον, πῶς μπορεῖ νὰ πραγματοποιήσει τὸ νὰ προσεύχεται πάντοτε;

Ἀπάντηση: Γι᾿ αὐτὸ εἶπε ὁ ἀπόστολος, μὲ κάθε προσευχὴ καὶ δέηση. Ἔτσι, ὅταν δὲν εἶσαι ἐλεύθερος νὰ προσευχηθεῖς, καθὼς συναναστρέφεσαι μὲ ἄλλον, νὰ προσεύχεσαι μὲ δέηση.

31. Ἐρώτηση: Μὲ ποιὰ προσευχὴ ὀφείλει νὰ προσεύχεται κανείς;

Ἀπάντηση: Νὰ λέει τὸ Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς κ.λπ.

32. Ἐρώτηση: Πόσο μέτρο ὀφείλει νὰ ἔχει ἡ προσευχή;

Ἀπάντηση: Δὲν ὅρισε μέτρο. Ἐφόσον εἶπε πάντοτε καὶ χωρὶς διακοπὴ νὰ προσεύχεστε, δὲν ἔχει μέτρο.

Ἔλεγε ἀκόμη κι αὐτό, ὅτι ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ τὰ κατορθώσει αὐτά, ὀφείλει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους νὰ τοὺς βλέπει ὡς ἕναν καὶ νὰ μὴν καταλαλεῖ.

Ἀποφθέγματα αὐτῶν ποὺ γήρασαν στὴν ἄσκηση, ἀποφθέγματα ποὺ δηλώνουν σὲ περιληπτικὴ ἔκθεση τὴν τελειότητα τῆς ἀρετῆς τους

36. Ἔλεγε (ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας) πάλι ὅτι, ἂν θέλει ὁ Θεὸς νὰ δείξει τὸ ἔλεός Του σὲ μιὰ ψυχὴ κι αὐτὴ ξεφεύγει ἀπὸ τὴν κανονικὴ πορεία καὶ δὲν δέχεται, ἀλλὰ κάνει τὸ θέλημά της, ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ πάθει ἐκεῖνα ποὺ δὲν θέλει, ὥστε μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ Τὸν ἐπιζητήσει.

38. Τὸν ἴδιον τὸν ρώτησαν τί εἶναι φιλαργυρία καὶ ἀπάντησε:

«Τὸ νὰ μὴν ἐμπιστεύεσαι στὸν Θεὸ ὅτι ἔχει τὴ φροντίδα σου, νὰ μὴν ἐλπίζεις ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ θέλεις νὰ φαίνεσαι σπουδαῖος».

39. Ρωτήθηκε πάλι τί εἶναι καταλαλιὰ κι ἀποκρίθηκε:

«Τὸ νὰ ἀγνοεῖ κανεὶς τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ φθονεῖ τὸν πλησίον του».

40. Ρωτήθηκε πάλι τί εἶναι ἡ ὀργὴ καὶ ἀπάντησε:

«Φιλονικία, ψέμα καὶ ἔλλειψη γνώσης».

41. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἠλίας, ὁ διακονητής:

«Τί δύναμη ἔχει ἡ ἁμαρτία, ὅπου ὑπάρχει μετάνοια; Καὶ τί ὠφελεῖ ἡ ἀγάπη ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ὑπερηφάνεια;»

42. Εἶπε πάλι:

«Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τὸν νοῦ τους στραμμένο ἢ στὶς ἁμαρτίες ἢ στὸν Ἰησοῦ ἢ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους».

43. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος:

«Πολλοὶ στὴν ἐποχή μας διάλεξαν τὴν ἀνάπαυση, προτοῦ τοὺς τὴν δώσει ὁ Θεός».

47. Ὁ ἀββᾶς Ἰάκωβος εἶπε:

«Δὲν θέλησα ποτὲ νὰ πῶ ἢ νὰ ἀκούσω λόγο κοσμικό».

48. Ὁ ἀββᾶς Λογγῖνος εἶπε στὸν ἀββᾶ Ἀκάκιο:

«Ἡ γυναῖκα τότε καταλαβαίνει ὅτι ἔχει συλλάβει, ὅταν σταματήσει τὸ αἷμα της. Ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ τότε ξέρει ὅτι ἔχει συλλάβει Πνεῦμα Ἅγιο, ὅταν σταματήσουν τὰ πάθη τὰ χαμηλὰ ποὺ ρέουν ἀπ᾿ αὐτήν. Ὅσο καιρὸ περιπλέκεται σ᾿ αὐτά, πῶς μπορεῖ νὰ ὑπερηφανεύεται σὰν νὰ εἶναι τάχα ἀπαθής; Δῶσε αἷμα καὶ πᾶρε Πνεῦμα».

49. Ὁ ἀββᾶς Ποιμὴν εἶπε ὅτι τὸ θέλημα καὶ ἡ ἀνάπαυση καί, προπαντός, ἡ συνήθεια σ᾿ αὐτά, ὁδηγοῦν τὸν ἄνθρωπο στὴν πτώση.

55. Ὁ ἀββᾶς Παῦλος εἶπε:

«Ἂς πηγαίνουμε πίσω ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ».

58. Εἶπε πάλι ὅτι πολλὲς φορὲς ἡ ἀπουσία τῆς ντροπῆς καὶ τοῦ φόβου φέρνουν τὴν ἁμαρτία.

59. Κάποιος Γέροντας εἶπε:

«Ἄνθρωπε, ἂν θέλεις νὰ ζήσεις σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, θὰ βρεῖς βοηθὸ τὸν Νομοθέτη».

60. Εἶπε πάλι:

«Ἂν ἑκούσια θελήσεις νὰ παρακούσεις τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, θὰ βρεῖς τὸν διάβολο νὰ σὲ βοηθάει στὴν πτώση».

61. Εἶπε Γέροντας:

«Ἡ ἀμεριμνησία, ἡ σιωπὴ καὶ ἡ μυστικὴ ἐσωτερικὴ μελέτη γεννοῦν τὴν ἁγνότητα».

62. Εἶπε Γέροντας:

«Ἡ μέλισσα ὅπου πηγαίνει, κάνει μέλι. Ἔτσι κι ὁ μοναχὸς ὅπου πηγαίνει, τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ ἐργάζεται».

63. Εἶπε πάλι ὅτι ὁ Σατανᾶς πλέκει σχοινιά, ὅσο ἐσὺ τοῦ δίνεις λουρίδες αὐτὸς πλέκει. Αὐτὸ τὸ εἶπε γιὰ τοὺς λογισμούς.

64. Εἶπε Γέροντας:

«Ὅταν κάποιος ἀδελφὸς θέλει νὰ πάει νὰ συναντήσει ἕναν ἀδελφό, ὁ δαίμονας τῆς κατακρίσεως ἢ πηγαίνει πιὸ μπροστὰ ἀπ᾿ αὐτὸν ἐκεῖ ἢ ἔρχεται μαζί του στὸν ἀδελφό».

65. Εἶπε Γέροντας: «Τὸν τεμπέλη καὶ τὸν ἀκαμάτη δὲν τοὺς θέλει ὁ Θεός».

66. Ἄλλος Γέροντας εἶπε: «Δῶσε διάθεση καὶ θὰ πάρεις δύναμη».

67. Ἄλλος εἶπε: «Ἡ ἀχαριστία μεσιτεύει γιὰ χάρη τῆς ἀδυναμίας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ».

68. Ἕνας Γέροντας εἶπε:

«Ὅπως ὁ κασσίτερος ἀφοῦ μαυρίσει, πάλι γίνεται λαμπερός, ἔτσι καὶ αὐτοὶ ποὺ πιστεύουν, κι ἂν μαυρίζουν, καθὼς ἁμαρτάνουν, πάλι λαμπρύνονται, ὅταν μετανοοῦν, γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο ἴσως ἡ πίστη παρομοιάστηκε μὲ κασσίτερο».

Πηγή:Μέγα Γεροντικό

Έκδοση:Ιερά Μονή Παρακλήτου