Η Θεολογία των δακρύων

Γράφει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος: «Μια καρδιά αγαθή αναβλύζει δάκρυα χαράς την ώρα που κάνει την προσευχή της. Αυτοί, που μέσα τους νεκρώθηκε κάθε επιθυμία γι’ αυτόν τον κόσμον, με χαρά τραβάνε τις δυστυχίες.
Aλλά εκείνοι που μέσα τους ζει αυτός ο κόσμος με τις επιθυμίες τους, δεν μπορούνε να υπομένουν την αδικία. Οποιος γύμνασε τον εαυτόν του στα πνευματικά, λούζεται με τα δάκρυά του. Και με τα θαυμαστά που βλέπει, νιώθει πότε πόνο και πότε κάποιο θαύμα και ξεχωρίζει τα μυστήρια. Γιατί μικραίνει η καρδιά και γίνεται σαν του μικρού παιδιού και σαν πιάσει την προσευχή, γίνονται πιο πολλά τα δάκρυά του. Μέγας είναι ο άνθρωπος που με την υπομονή απέκτησε μια τέτοια θαυμαστή συνήθεια μέσα στο βάθος της ψυχής του».
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας υπάρχει η Θεολογία των δακρύων, που ξεκινά από τα δάκρυα του Αποστόλου Πέτρου, όταν αρνήθηκε τρεις φορές τον Χριστό (Λουκ. 22, 61) περνά από τους αγίους και κορυφώνεται στους νηπτικούς Πατέρες. Κι αυτή η θεολογία δεν μπορούμε να την παραβλέψουμε με το πρόσχημα να παρουσιάσουμε τον Χριστιανισμό μοντέρνο, χαρούμενο και άνευρο, εύκολο για τους πολλούς και να αποκοιμίσουμε έτσι τους ανθρώπους, αφού ο Χριστός μας είπε: «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε» (Ιωάν. 16,33).
Τα δάκρυα, είναι κτήμα του αληθινού Χριστιανού. Αλλά και η μεγάλη χαρά που απορρέει από την πίστη μας στον Χριστό ότι «αυτός νενίκηκε τον κόσμον» (Ιωάν. 16,33), που μας ενώνει μαζί Του κι αυτή είναι αναφαίρετο κτήμα του Χριστιανού. Η Χαρά όμως αυτή είναι λουσμένη στα δάκρυα. Είναι χαρά πνευματική, που δεν έχει αιτίες κοσμικές αλλά πηγάζει από το θαύμα του εσωτερικού μας κόσμου, που αναγεννάται από την πίστη. Την πίστη, που συνδέεται άμεσα με τη συναίσθηση της αμαρτωλότητός μας και τη θεία κατάνυξη.
Ολοι μας έχουμε λυπήσει τον Θεόν. Γιατί, κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας, που ο ίδιος μας έδωσε, ξεφεύγουμε από τον σκοπό της Δημιουργίας, αμαυρώνουμε συνεχώς το “κατ’ εικόνα” και περιφρονούμε το αίμα του Χριστού, που για χάρη μας εξακολουθεί να χύνεται στους αιώνες για τη σωτηρία μας. Και όμως, αυτό το φως της Δημιουργίας και Αναδημιουργίας εξακολουθεί να μας καταλάμπει. Και μέσα σ’ αυτό το φως, αντιλαμβανόμαστε ποιοι αληθινά είμαστε και τι κάνομε στη ζωή που μας δώρισε ο Θεός. Και τότε η καρδιά μας κατανύγεται, συντρίβεται και η ψυχή μας γεμίζει δάκρυα μετανοίας, αλλά και χαράς, που ξαναβρίσκομε τον δρόμο της επιστροφής στην αγκαλιά του Σωτήρα μας Ιησού Χριστού.
«Άλλη φορά», γράφει ο όσιος Νικήτας Στηθάτος, «ύστερα από τα δάκρυα γίνεται πίκρα και πόνος στην νοερή αίσθηση της καρδιάς και άλλη φορά ευφροσύνη και αγαλλίασις. Άλλοτε πάλι, καθαριζόμαστε με την μετάνοια από το φαρμάκι της αμαρτίας με τη θέρμη της φωτιάς. Γιατί τα δάκρυα που βγαίνουνε από την μετάνοια, είναι πυρωμένα από τη θεία φωτιά και σαν να χτυπιέται το λογικό μας με βαριά σφυριά, νιώθομε πίκρα και πόνο νοερά και αισθητά από τους αναστεναγμούς της καρδιάς μας. Και όταν ελευθερωθούμε από τα πάθη, με το να καθαρισθούμε με τέτοια δάκρυα, νιώθουμε την παρηγοριά του Αγίου Πνεύματος και αποκτούμε ήσυχη και καθαρή καρδιά και γεμίζουμε από ανέκφραστη αγαλλίαση και γλυκύτητα. Αυτά είναι τα χαροποιά δάκρυα της κατανύξεως…».
Για τις παγωμένες καρδιές του καιρού μας, που δυστυχώς όλο και πληθαίνουν, ένας Χριστιανισμός με επίπλαστη και ψεύτικη χαρά, είναι ένας Χριστιανισμός ανούσιος και ατελέσφορος. Αλλά η Εκκλησία και τα πιστά και αφοσιωμένα παιδιά της, που βιώνουν το “χαροποιόν πένθος” και τα χριστιανικά δάκρυα, έχουν χρέος να αναζητήσουν και να αναστήσουν αυτούς που χάνονται στις ψευτοχαρές του κόσμου αυτού και να ανοίξουν μέσα τους τις μυστικές πηγές των δακρύων.
Και μέσα απ’ αυτά τα λυτρωτικά δάκρυα της μετανοίας και της προς τον Χριστόν επιστροφής να γεννηθεί η ευλογημένη πνευματική χαρά, που σαν αναστάσιμη φλόγα θα φέγγει και θα ακτινοβολεί στην καρδιά και στη ζωή τους.

πηγή