Ήμουν 10 ή 11 χρονών…

Δεν είχα παπούτσια και από τα κρύα και τις λάσπες οι φτέρνες μου είχαν γεμίσει ρωγμές*· πόναγα και έτρεχε αίμα.
Όταν λιτανεύαμε την Παναγία στο χωριό μου, την παρακάλεσα με πόνο ψυχής να με θεραπεύσει.
Τότε τα μάτια της Παναγίας ζωντάνεψαν από την εικόνα, στράφηκαν πάνω μου, με κοίταξε με πολλή αγάπη, μου χαμογέλασε και μετά κοίταξε τα πόδια μου.
Εγώ ασυναίσθητα έβαλα σάλιο στο δάκτυλό μου , σκούπισα τις λάσπες από τις φτέρνες μου και διαπίστωσα αμέσως ότι δεν πονούσαν και οι ρωγμές είχαν κλείσει.
Τα σημάδια από τις ρωγμές έμειναν μέχρι σήμερα, παιδί μου, για να θυμάμαι το θαύμα Της».