Τὸ να ζητᾶς παρακλητικὰ στὶς μέρες μας φαντάζει ἀνάρμοστο καὶ ἀναξιοπρεπές.
Ἀφενὸς γιατὶ τὸ να ζητᾶς ταπεινὰ φανερώνει ἀδυναμία.Ἀφετέρου γιατὶ
τὸ να ζητᾶς ἱκετευτικὰ ἀμφισβητεῖ τὴν αὐτάρκειά σου.
ʼἘξάλλου ἐκεῖνα πού παρακαλᾶς,τόσοι σὲ διαβεβαιώνουν,πὼς εἶναι δικαίωμά σου νὰ τὰ ἔχεις.
Κι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος σήμερα,ποὺ δὲν κοινωνεῖ τὶς ἀνάγκες του,ποὺ δὲν περιμένει τίποτα,οὔτε ἀπὸ τὴ γῆ,οὔτε ἀπὸ τὸν οὐρανό,μένει θλιβερὰ ἀπαράκλητος.
Κι ἴσως αὐτὸ συμβαίνει γιατὶ πείστηκε πὼς τοῦτες τὶς μέρες τοῦ Αὐγούστου
δὲν ὑπάρχει λόγος τὰ βήματά του νὰ περάσουν τὸ κατώφλι μιᾶς ἐκκλησιᾶς,παρακάλια τρυφερὰ νὰ κομίσειμπροστὰ στῆς Παναγιᾶς τὸ εἰκόνισμα·σʼ Ἐκεὶνη ποὺ στέκει καταφυγή καὶ αντὶληψη·παρηγοριὰ καὶ παράκληση κάθε ψυχῆς θλιβομένης.
Μιὰ ἐποχὴ καταδικασμένη στὴν ἄρνηση;
Μὰ καὶ βέβαια ὄχι,ἀφοῦ σὲ λίγο καὶ πάλι οἱ καμπάνες τῶν ναῶν θὰ χτυπήσουν,
σʼ ἕνα κάλεσμα μιᾶς τῆς ζωῆς, θεώρησης ἄλλης