Είναι αλήθεια ότι εμείς ‘‘οι μεγάλοι’’, είτε ως γονείς ,θείοι ή νονοί, είτε ως ιερείς ή κατηχητές της ενορίας μας, είτε ως δάσκαλοι έχουμε βρεθεί αμήχανοι να απαντήσουμε σε κάποια ερώτηση
«Μπαμπά, γιατί δεν βλέπω το Χριστό ;»
ενός ‘‘ μικρού ’’ του νηπιαγωγείου ή του δημοτικού που έχει σχέση με το Θεό ,τη ζωή ,την αγάπη, το θάνατο την ύπαρξη ή την ανυπαρξία.
Και αυτή η αμηχανία δεν είναι μόνο δικό μας κατόρθωμα. Είναι αλήθεια ότι ο υπαρξιακός προβληματισμός είναι ένα αδικημένο και παραμελημένο θέμα η παραμέληση του οποίου αντανακλά την λανθασμένη αντίληψη που έχουμε για την σωστή διαπαιδαγώγηση των παιδιών μας .Όμως και το παιδικό εμπόριο που κερδίζει δισεκατομμύρια ευρώ από την μετάλλαξη παιδιών και εφήβων σε καταναλωτικούς, μονίμως ανικανοποίητους πελάτες έχει καταφέρει ( με τη δική μας ανοχή στη χρήση της τηλεόρασης ) να απωθήσει από την παιδική ψυχή την ενασχόληση με τον θησαυρό της υπαρξιακής αναζήτησης.
Όσοι λοιπόν είχαμε την τύχη να βρεθούμε σε μια τέτοια αμηχανία , στην προσπάθειά μας να πάρουμε θέση κάναμε το πρώτο μας λάθος να απαντήσουμε ως μεγάλοι, με το μυαλό και τις γνώσεις μας ,νομίζοντας ότι έτσι θα καλύψουμε την απορία και θα γίνουμε πειστικοί. Όμως γρήγορα έρχεται η δεύτερη ερώτηση , η τρίτη και σύντομα καταλαβαίνουμε ότι ο μικρός μας φίλος δεν έμεινε ιδιαίτερα ικανοποιημένος.
Δεν έχουμε καταλάβει πως δεν πείθουμε γιατί η απόσταση που έχουμε πάρει από την παιδική μας ηλικία είναι τόση όση και η απόσταση που μας χωρίζει απ’ την κατανόηση του Θεού και του μυστηρίου της ύπαρξης. Ένας μικρούλης όσο αδύναμος κι αν φαίνεται έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Είναι πολύ πιο κοντά στο σημείο μηδέν της ύπαρξής του δηλαδή πολύ κοντά στο Δημιουργό και Πατέρα όλων μας
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σας ρωτήσω αν είχατε ποτέ την απορία ποια ήταν η πρώτη ερώτηση του Χριστού στην παιδική του ηλικία και τι απάντηση Του δόθηκε……..
……..Όταν ο παις Ιησούς δωδεκαετής βρέθηκε με τη μητέρα του και τον Ιωσήφ προσκυνητής στον ναό του Σολομώντος και συμπληρώθηκαν οι μέρες της εορτής , ο παις Ιησούς παρέμεινε στο ναό και «ξέχασε» να ακολουθήσει τους γονείς του στη Ναζαρέτ. Τρεις μέρες έψαχναν να τον βρουν και τέλος όταν τον βρήκαν στο ναό να συζητά με τους ιερείς και του παραπονέθηκαν για την ταλαιπωρία , πήραν την αναπάντεχη απάντηση που τη διετύπωσε ο Ιησούς ως ερώτηση: – Δεν ξέρατε ότι πρέπει να είμαι στο σπίτι του πατέρα μου;
Ο Ιησούς θεώρησε την απάντηση αυτονόητη, οι γονείς όμως έμειναν έκθαμβοι και σκεπτικοί. Απάντηση δεν πήρε Κι όμως ο Ιησούς σ’ αυτήν την ηλικία θεώρησε το πράγμα αυτονόητο και το είπε χωρίς καμμιά έκσταση. Φαίνεται ότι αυτή η συνείδηση κυοφορούνταν από πολύ νωρίτερα στην αγία καρδούλα του.
Όλα τα παιδιά κάνουν τέτοιες αυτονόητες ερωτήσεις με ψυχραιμία και αφοπλιστική ηρεμία που πραγματικά «στριμώχνουν» εμάς τους μεγάλους και συχνά μας αναστατώνουν. Και ξέρετε γιατί μας αναστατώνουν; Γιατί εμείς οι μεγάλοι αυτές τις ίδιες ερωτήσεις ενώ είναι και δικές μας δεν τολμούμε να τις κάνουμε στον εαυτό μας και τις απωθούμε για να μπορούμε με λιγότερες ενοχές και με αφασία συνειδήσεως να κρατήσουμε πεισματικά την απόσταση «ασφαλείας» που μας χωρίζει από την αγάπη του Θεού.
Η ευθύτητα , η ειλικρίνεια και η ηρεμία με την οποία διατυπώνονται οι απορίες των παιδιών δείχνουν ότι αυτές δεν οφείλονται σε παιδική ανωριμότητα, αλλά στην σύγκρουση που γίνεται μέσα τους ανάμεσα στον κόσμο, που αντικρύζουν, και σ’ έναν άλλο κόσμο που θεωρούν αυτονόητον, τον κόσμο από τον οποίον προέρχονται.
Αυτή η επισήμανση αγαπητοί μου είναι πολύ σημαντική και θα δούμε πως θα γυρνάμε συχνά σ’ αυτήν!
Έτσι , ρωτάνε τα παιδιά : α) ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ
Παύλος ( 5 χρονών ) – Μπαμπά, γιατί δεν βλέπω τον Χριστό;
– Γιατί θέλει περισσότερο να τον αγαπάμε με την καρδιά μας
– Και πότε θα τον δω; ……Θέλω να τον βλέπω!
– ……………………!!!
Απ’ αυτόν τον διάλογο ανακαλύπτουμε πολλά για την παιδική αναζήτηση του Θεού.
- Ρωτάει για τον Χριστό και όχι για τον Θεό. Θέλει ο Θεός να έχει όνομα . Άλλωστε τον Χριστό τον έχει δει σε εικόνες , στην αγκαλιά της Παναγίας , σε αγιογραφίες , του είναι γνώριμο πρόσωπο αλλά αυτό δεν του φτάνει , θέλει να τον χαρεί με όλες του τις αισθήσεις!
- Δεν αμφισβητεί την ύπαρξή Του . Αντιθέτως την θεωρεί δεδομένη.
- Το ότι δεν βλέπει τον Χριστό επειδή έχει ταπεινή καρδούλα το θεωρεί δική του αδυναμία.
- Δεν πείθεται από την δογματική και συναισθηματική απάντηση ( παρ’ όλο που θεωρείται καλή απάντηση)
- Πιστεύει ότι κάποια στιγμή θα τον δει, το πείσμα του αυτό φανερώνει μεγάλη αγάπη για τον Χριστό και ανυπομονησία για την χαρά της δευτέρας παρουσίας ( ζει τον Παράδεισο! )
- Θέλει να ζει μαζί του , να Τον βλέπει συνέχεια.
- Δεν φοβάται να Τον δει γιατί είναι αθώο χωρίς ενοχές και η καρδούλα του είναι πεντακάθαρη.
β) ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΓΓΕΛΟΥΣ
Πολλές φορές μας εκπλήσσει η ιδέα που ήδη έχει σχηματιστεί στα μικρά παιδιά:
Γιώργος (4 χρονών)
– Μπαμπά, ποιο είναι το αγαπημένο φαΐ των αγγέλων;
– Μα οι άγγελοι παιδί μου δεν τρώνε.
– Τι λες μπαμπά! Εγώ μια μέρα θα πάρω μια σκάλα , θα ανέβω στον ουρανό και θα τρυπήσω τα σύννεφα να πέσουν τα φαγητά των αγγέλων να τα φάω!
- Η ύπαρξη των αγγέλων είναι δεδομένη.
- Εδώ βλέπουμε την ομοιότητα που αισθάνεται πως έχει το παιδί με τους αγγέλους
- Τα παιδιά πολλές φορές είναι τόσο σίγουρα που μας διαψεύδουν αμέσως καθώς η δική μας αλήθεια δεν τα εξυπηρετεί στην ταύτισή τους με αυτό που αγαπάνε και θαυμάζουν κι εδώ αυτό είναι οι άγγελοι
- Το παιδί γνωρίζει ότι ο άγγελος είναι πολύ χαρούμενος . Με τι άραγε; Μα μ’ αυτό που και το παιδί χαίρεται!( στη συγκεκριμένη περίπτωση ,το καλό φαΐ)
γ) ΓΙΑ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ
μαθήτρια 6 χρονών
21ου δημ. Σχολ – Μαμά, πώς γεννιούνται τα παιδιά;
– Αγαπιέται ο μπαμπάς με τη μαμά, παντρεύονται και…
– Κι ύστερα;
– Ύστερα ,ξεκινά μια ζωούλα στη κοιλιά της μανούλας
– Πού; Εκεί που πάνε τα φαγητά;
– Ναι……
– Και από πού βγαίνει το μωρό;
– Από κει που ……να, εδώ από κάτω!
– Πού; Από κει που κάνουμε τα τσίσα;
– Ναι…
– Κι εσύ έτσι με γέννησες μαμά;
- Σ’ αυτήν την ηλικία δεν ενδιαφέρει τα παιδιά τόσο ο τρόπος της σύλληψης όσο το ίδιο το γεγονός της γέννησης . Την καινούρια ζωή την θεωρούν άλλοτε ως δεδομένη εξαιτίας της αγάπης των γονέων και άλλοτε φυσικό αποτέλεσμα του γάμου ( πολλές φορές αρνούνται να δεχτούν ότι μια γυναίκα που δεν έχει παντρευτεί μπορεί να γεννήσει! )
- Τα παιδιά δυσκολεύονται να δεχτούν ως περιοχή όπου συντελείται αυτό το εκπληκτικό γεγονός την περιοχή των περιττωμάτων και της φυσικής συστολής Ακόμα κι αν δώσει η μητέρα μια ρεαλιστική απάντηση, με κάθε αθωότητα, το παιδί δεν ικανοποιείται, δεν συμβιβάζεται. Κανένα παιδί δεν μπορεί να φανταστεί τη μανούλα του στη σεξουαλική διαδικασία της σύλληψης. Φαίνεται πως ,ακόμα και να μην το ξέρουν, τα παιδιά έχουν σαν πρότυπο της μητρότητος την Παρθένα Παναγία μητέρα του Χριστού.
- Δίνουν πολύ μεγάλη σημασία στο θαύμα της ύπαρξης της ζωής και ιδιαιτέρως της δικής τους γι’ αυτό πιστεύουν πως η δική τους γέννηση πρέπει να ήταν πιο σπουδαία , πιο ιερή !
δ) ΓΙΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ
Μιχάλης ( πρώτη δημοτικού) – Πώς πέθανε η Παναγία παππού;
– Να, πέρασαν τα χρόνια ήρθε η ηλικία της και ….πέθανε
-Γριά η Παναγία παππού; Πού την είδες την Παναγία γριά;
– Εσύ πώς λες ότι πέθανε;
– Εγώ λέω πως η Παναγία πέθανε από τον πόνο της , όταν είδε τον γυιό της σταυρωμένο!
Παύλος: 5 χρονών: – Πού πάμε όταν πεθάνουμε;
– Στον ουρανό κοντά στον Θεό.
– Εσύ πού θα πας;
– Κι εγώ…..
– Εσύ, κι εσύ, κι εσύ( δείχνει κι άλλους παρευρισκομένους ) άμα πεθάνετε θα πάτε στον ουρανό;
– Εσύ πού θα πας ;
– Εγώ δε θα πάω , δε θα πεθάνω!!!
- Τα παιδιά συνταιριάζουν την αρχέτυπη εικόνα της μάνας τους με την Θεοτόκο και έτσι δεν μπορούν να φανταστούν την Παναγία γερόντισσα, γριά.. Μέσα στην καρδούλα τους η εικόνα της Παναγίας σκορπά μια ομορφιά και μια γαλήνη που τα παιδιά την θεωρούν αλώβητη από τον χρόνο. Μόνο ο μεγάλος πόνος , δηλαδή το κακό , η αδικία , ο διάβολος , θα μπορούσε να είναι η αιτία του θανάτου!
- Η ζωή είναι δεδομένο ότι συνεχίζεται μετά τον θάνατο. Άρα το ερώτημα είναι ποιος είναι ο καινούριος τόπος της ύπαρξης ( μέσα στις καρδιές των παιδιών η Ανάσταση είναι αληθινή γιατί αυτή νικά την στεναχώρια του Θανάτου και συνεχίζει την χαρά της Ζωής)
- Ο θάνατος των μεγάλων ανθρώπων μπορεί να είναι κατανοητός και αποδεκτός , ποτέ όμως ο δικός τους θάνατος , ή ο θάνατος ενώ παιδιού ο οποίος φαίνεται να μην δικαιολογείται στις συνειδήσεις τους ακόμα κι αν πάρουν τη δογματική απάντηση γενικά για το θάνατο. ( Συντέκνισσα Παπαδιαμάντη – Γιατί, παπά, πεθαίνουν τα μικρά παιδάκια; ). Τα παιδιά ζούνε ήδη την χαρά του Παραδείσου όπου δεν χωρά ο θάνατος!
ε) Στις μεγαλύτερες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου οι υπαρξιακές ερωτήσεις των παιδιών έχουν πιο πολύ σχέση με την αδικία , τον πόλεμο, τους χωρισμούς των γονέων
– Γιατί γίνονται πόλεμοι;
– Γιατί ο Θεός αφήνει τους κακούς να σκοτώνουν παιδιά στον πόλεμο;
– Γιατί δε σκοτώνει τους κακούς αφού είναι κακοί;
( ερώτηση μαθήτριας Στ΄21ου Δημ.Σχ.):
– Γιατί αφού ο Θεός τα ξέρει όλα έπλασε τον άνθρωπο ενώ ήξερε ότι δεν θα τον υπακούσει και θα τιμωρηθεί;
– Γιατί ο Θεός δίνει παιδιά σ’ αυτούς που δεν αγαπιούνται και όλο μαλώνουν και σ’ άλλους που αγαπιούνται δε δίνει;
– Γιατί δεν έρχεται ο μπαμπάς στο σπίτι;
- Αυτό που χαρακτηρίζει όλες αυτές τις ερωτήσεις παιδιών μεγαλύτερων τάξεων του δημ. Σχολείου είναι η αρχή της αμφισβήτησης της δικαιοσύνης του Θεού. Γίνονται αυστηρά με τον Θεό και την ανoχή Του στο κακό. Κι επίσης του προσθέτουν καθαρά ανθρώπινες αδυναμίες .( Ενας μαθητής στο κατηχητικό του Αγίου Αντρέα οδ. Λευκωσίας όταν ερωτήθηκε γιατί ο Θεός μπέρδεψε με πολλές γλώσσες τους ανθρώπους στον Πύργο της Βαβέλ απάντησε : Γιατί φοβήθηκε τους ανθρώπους ! )
- Η πιο δραματική ίσως απορία των παιδιών είναι γιατί χωρίζουν οι γονείς τους. Δεν μπορούν τα παιδιά να φανταστούν την αγάπη να πεθαίνει και διαμαρτύρονται δικαίως. Δεν μπορούν να αγαπήσουν μόνο τον ένα από τους δύο γονείς ακόμα κι αν ο δεύτερος τα παραμελεί ή και τα κακοποιεί κι αυτό γιατί βλέπουν και τους δυο σαν έναν όπως ακριβώς τους ένωσε ο θεός μέσα στην εκκλησία.
(Εδώ βέβαια θέλω να επισημάνω πως η παραμέληση είναι χειρότερη από την κακοποίηση. Οι μαθητές στο σχολείο που τρώνε ξύλο από τους γονείς τους είναι πιο ευτυχισμένοι από τα παιδιά που δεν βλέπουν τους γονείς τους.)
Γι’ αυτά τα ερωτήματα Δεν θα μπω στον πειρασμό της σωστής απάντησης καθώς πρώτον δεν υπάρχει μία μόνο απάντηση για όλα τα παιδιά. Δεύτερον , έχει πολύ μεγάλη αξία να κατανοήσουμε με πολύ σεβασμό και αγάπη το βάθος , την αλήθεια την ιερότητα αυτών των ερωτήσεων και τρίτον και πιο σημαντικό γιατί εδώ πρέπει να σταθούμε λιγάκι στη δυναμική του αναπάντητος ερωτήματος. Θα μπούμε καλύτερα στο νόημα με ένα ανέκδοτο που κρύβει μια μεγάλη αλήθεια:
– Μπαμπα , γιατί συμβαίνει αυτό…..;
– Δεν ξέρω παιδί μου!
– Μπαμπά , γιατί συμβαίνει το άλλο……;
– Δεν ξέρω παιδί μου!
– ( Η μητέρα ) Άσε παιδί μου τον πατέρα σου, τον ζάλισες!
– ( Ο πατέρας ) Άσε βρε γυναίκα το παιδί να ρωτήσει. Αν δεν ρωτήσει πώς θα μάθει;
Βέβαια μπορεί εδώ κάποιος να κοροϊδέψει αυτόν τον πατέρα. Όμως ο πατέρας αυτός πρώτον ακούει το παιδί του ( πολύ σπουδαίο πράγμα να ακούς , να ασχολείσαι με το παιδί σου ) και δεύτερον του μαθαίνει ότι υπάρχουν και αναπάντητα ερωτήματα.
Αλήθεια, γιατί δεν μπορούμε να απαντήσουμε σε δύσκολες ερωτήσεις όπως αυτές που διατυπώνουν τα παιδιά που « κρίνουν » τον Θεό;
Μήπως γιατί είμαστε ένοχοι εμείς που καλούμαστε να απαντήσουμε; Άραγε υπάρχει ένα κακό στον κόσμο που να μην φταίμε όλοι μας;
Ένα κοριτσάκι άκουσε έναν τρελό στο δρόμο που έβριζε ασταμάτητα. Σοκαρισμένο γυρνάει στον παππού του που το κράταγε από το χεράκι και τον ρωτά:
– Ώστε λέτε και σεις τέτοια;
– …….!
Το κοριτσάκι δεν βλέπει και δεν ακούει έναν ‘‘ τρελό ’’αλλά έναν άνθρωπο κι αυτό το κάνει γιατί ξέρει ν’ αγαπά και όχι να κατακρίνει, να βάζει ταμπέλες και να απομονώνει. Θεωρεί τον μεγάλο άνθρωπο πολύ σπουδαίο, τον θαυμάζει και τον εξυψώνει. Δεν θέλει να τον βλέπει να αμαρτάνει.
Ο παππούς της δεν της απάντησε και πολύ καλά έκανε. Άφησε τη μικρή να βγάλει μόνη της τα συμπεράσματά της . Πολλοί από μας σε τέτοιες περιπτώσεις απαντούν :
– Μη δίνεις σημασία. Είναι τρελός ! ( Καλύτερα να μην απαντήσεις παρά να το πεις αυτό)
Αγαπητοί μου πιστεύω πράγματι πως δεν ωφελεί να απαντήσουμε σε όλα γιατί μόνο έτσι το παιδί θα αναζητήσει τον Θεό! Ας μεγαλώσει ξέροντας ότι θα έχει και αναπάντητα ερωτήματα και θα μάθει να προσεύχεται κυρίως γι’ αυτά που δεν έχουν λογική. Γι’ αυτά που εμείς οι μεγάλοι δεν μπορέσαμε είτε με τα λόγια είτε με τα έργα μας να το βοηθήσουμε.
Το πιο σπουδαίο κι αυτό που πάντα μας μένει στο νου είναι η ερώτηση που τολμά να κάνει αυτός ο μικρός άνθρωπος. Ερωτήσεις που αν είχαμε λίγο θάρρος και πίστη θα τις τολμούσαμε κι εμείς . Έχουμε όμως πολύ δρόμο μπροστά μας , εμείς οι αποδέκτες αυτών των ερωτήσεων για να μοιάσουμε λιγάκι στους μικρούς αυτούς ήρωες της Αληθινής Ζωής , τα παιδιά.
Ο δρόμος αυτός περνάει αδιαμφισβήτητα μπροστά από την ανάληψη των ευθυνών μας να ξανακαλέσουμε αυτόν τον απωθημένο υπαρξιακό προβληματισμό και να τον κάνουμε όπως σήμερα σ’ αυτό το συνέδριο τόσο θέμα σοβαρής μελέτης και διδασκαλίας -γιατί όχι και στα πανεπιστήμιά μας που στερούνται δυστυχώς τέτοιων θεμάτων-όσο και προσωπικής μας ενασχόλησης καθώς η σωτηρία μας όπως μας είπε καθαρά ο Χριστός μας έχει ως προϋπόθεση πρώτον να μην εμποδίζουμε τα παιδιά να Τον πλησιάζουν και δεύτερον να μοιάσουμε σ’ αυτά τα παιδιά !
Πατήρ Γεώργιος Γανωτής
Εφημέριος στο Ιερό Παρεκκλήσιο της Οσίας Ξένης κάτω Πατησίων
Δάσκαλος στο 21ο δημοτικό σχολείο Αθηνών