Αν εφησυχάσατε τις προάλλες ακούγοντας τον κυβερνητικό εκπρόσωπο κ. Πέτσα να διαβεβαιώνει πως ”καμιά ελληνική κυβέρνηση δεν συζητά την αποστρατικοποίηση των νησιών μας”, σας λέω να μην το κάνετε γιατί είναι αποδεδειγμένο ότι το πολιτικό προσωπικό και, εν προκειμένω, οι εκπρόσωποι της παρούσας κυβέρνησης δεν μας έπεισαν στο ελάχιστο ότι είναι φερέγγυοι στο ζήτημα υπεράσπισης των συμφερόντων της χώρας.
Κι αυτό όχι γιατί δεν το θέλουν, αλλά γιατί δεν το μπορούν. Ήδη η όλη πορεία τους μέχρι τώρα στην Εξωτερική πολιτική είναι πορεία μετ’ εμποδίων, με σημάδια παρατεταμένης στατικότητας, αμηχανίας στη λήψη πρωτοβουλιών, αδυναμίας αντίστασης σε υπό διαμόρφωση καταστάσεις, περιορισμένης οπτικής των πραγμάτων και νεφελώδους στρατηγικής η οποία ετεροκαθορίζεται απ’ τη στρατηγική των Μεγάλων (ΗΠΑ-Γερμανία).
Επιπλέον η Εξωτερική μας πολιτική είναι μη διαυγής, κρυψίνους, γιατί καλύπτεται από τη σκιά της μυστικοπάθειας, που μετατρέπει σε ”γκρίζες ζώνες” τους χειρισμούς της κυβέρνησης στα ελληνοτουρκικά, με αποτέλεσμα να περιορίζονται οι αντιστάσεις της σε λεκτικές μεγαλοστομίες και κενές περιεχομένου υποσχεσιολογίες τις οποίες παίρνει ως δια μαγείας πίσω στο πρώτο σφύριγμα των έξωθεν παρεμβάσεων, που φαίνεται να έχουν επικεντρωθεί προς ώρας στο ζήτημα της αποστρατικοποίησης των νησιών μας.
Γι’ αυτό, όσες υποδοχές υψηλού… δείκτη φιλοξενίας κι αν κάνουμε σε αρχοντικά πρωθυπουργών προς χάριν των υψηλόβαθμων Αμερικανών αξιωματούχων που πάνε κι έρχονται στην Ελλάδα σαν στο σπίτι τους, όσες σοπράνο με περγαμηνές κι αν βάλουμε να τους ψάλλουν το ”Ελί, Ελί” (Θεέ μου, Θεέ μου) κατά την υποδοχή τους, όσα κομμάτια απ’ τη γη και το ύδωρ μας κι αν τους δώσουμε για βάσεις, δε γίνεται να αλλάξουμε την κλίνουσα ελαφρά προς Ανατολάς Εξωτερική πολιτική τους, η οποία βαίνει παράλληλα με την γερμανική φιλοτουρκική πολιτική, που πρόλαβε κιόλας να δώσει τα πρώτα απτά δείγματά της στην τριμερή του Βερολίνου.
Στην τριμερή που ναυάγησε θεωρητικά, αλλά παρήγαγε αποτελέσματα δυσμενή για την Ελλάδα που την υπέγραψε (”γραπτή συμφωνία” δια χειρός Ελένης Σουρανή, διευθύντριας του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού, την οποία συνυπέγραψε ο Ιμπραχίμ Καλίν [εκπρόσωπος της τουρκικής προεδρίας] και ο Γιαν Χέκερ [σύμβουλος της Εξωτερικής πολιτικής της Μέρκελ , σε ρόλο επιδιαιτητή]).
Και τα δυσμενή αποτελέσματα έχουν σαν κορωνίδα την μερική αποστρατικοποίηση των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, στην οποία φαίνεται να συγκλίνουν ΗΠΑ και Γερμανία και γι’ αυτό την προβάλλουν σαν ”κομβικό πακέτο” προκαταρκτικό για έναρξη του διαλόγου Ελλάδας-Τουρκίας.
Ως εκ τούτου, μπορεί ο κ. Πέτσας να λέει κατηγορηματικά αυτά που λέει για μη αποδοχή της αποστρατικοποίησης των νησιών μας από καμιά ελληνική κυβέρνηση, αλλά αποκρύπτει την μισή αλήθεια.
Και η αλήθεια είναι ότι αποτελεί μύχιο πόθο της η διαφύλαξη της ακεραιότητας της Ελλάδας, όταν καθίσει σε Τραπέζι διαπραγματεύσεων πιεζόμενη και εκβιαζόμενη απ’ τους Τούρκους και τους Γερμανούς υποστηρικτές τους.
Όμως γνωρίζει καλά ότι, αν φτάσει σ’ αυτό το σημείο που προσδοκούσε από μήνες ο πρωθυπουργός, θα αποδειχθούν φρούδες οι ελπίδες του, γιατί λογαριάζει χωρίς τον ”ξενοδόχο”, που – με δεδομένη την επιρροή που ασκεί πάνω του – θα τον αναγκάσει να πει το ”ναι” και να συμμορφωθεί προς τις γερμανικές υποδείξεις, οι οποίες είναι ολέθριες για την Ελλάδα, γιατί διευκολύνουν την Τουρκία να προωθήσει το όραμα της ”Γαλάζιας Πατρίδας” σε βάρος της…
Και ξενοδόχος, στην περίπτωσή μας, είναι οι ξένοι ”προστάτες” και αφέντες μας, με πρώτη και καλύτερη την Καγκελάριο Μέρκελ. Την πρόδηλη επιρροή αυτών αρνείται να παραδεχτεί η κυβέρνηση της ΝΔ βαυκαλιζόμενη ότι ασκεί ανεξάρτητη Εξωτερική πολιτική, ενώ είναι πλήρως εξαρτημένη και ποδηγετούμενη απ’ τις διαθέσεις, τις προθέσεις και τα συμφέροντα εκείνων…
Η άρνηση της παραδοχής της ότι βρίσκεται στη διακεκαυμένη ζώνη μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, καθώς πιέζεται να ενδώσει στην αποστρατικοποίηση των νησιών (πρόταση-εισήγηση της Γερμανίας που ήδη έπεσε στο τραπέζι της τριμερούς του Βερολίνου), οφείλεται σε δύο κυρίως λόγους:
Ο ένας είναι ότι δε θέλει να χάσει τα υψηλά δημοσκοπικά ποσοστά της, τα οποία συντηρεί σε μεγάλο βαθμό η επιτυχής προπαγάνδα των φίλιων Μέσων της, που έπεισαν ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας ότι ο ΚΜ είναι ικανός να αντιμετωπίσει τους εξωτερικούς κινδύνους για την πατρίδα και να μας ταξιδέψει στα ήρεμα νερά μιας ανέφελης ειρήνης με προϊούσα ανάπτυξη. Και ο δεύτερος λόγος είναι η ανυπαρξία αντιπολίτευσης ή, έστω, σοβαρής αντιπολίτευσης που να δίνει εχέγγυα για εναλλακτική λύση…
Με δεδομένα αυτά και την τάση της για υποχωρητικότητα, που ρίχνει νερό στον μύλο της Τουρκίας και των ευρωπαϊκών και υπερατλαντικών στηριγμάτων της, θεωρώ πολύ πιθανή την αποδοχή εκ μέρους της μιας… ημιστρατικοποίησης των νησιών, δηλαδή μερικής αποστρατικοποίησής τους (απομάκρυνση ”επιθετικών” όπλων) που θα ισοζυγιάζεται θεωρητικά με τη ”διάλυση” της τουρκικής ”Στρατιάς του Αιγαίου” και της ναυτικής υποστήριξής της απ’ τον τουρκικό Στόλο στα απέναντι των νησιών μας μικρασιατικά παράλια.
Το ”θεωρητικά” όμως δεν το λέω τυχαία. Αντίθετα, το υπογραμμίζω, γιατί η γνωστή παραβάτης Διεθνών Συνθηκών και Συμβάσεων Τουρκία, δεν το ‘χει σε τίποτα να παραβιάσει μια διμερή συμφωνία με την Ελλάδα και – έχοντας ανασυντάξει σε χρόνο ρεκόρ της δυνάμεις της – να κάνει απόβαση σε ένα ή περισσότερα νησιά μας.
Νησιά που θα είναι απροστάτευτα, ουσιαστικά, αφού δε θα μπορούν να αντισταθούν σε τυχόν εισβολή χωρίς να διαθέτουν ”ικανότητες κρούσης σε μεγάλα βεληνεκή”, έτσι ώστε να μη μπορεί να τα κατακτήσει ο επιβουλέας τους, γιατί δεν θα τον αντιμετωπίσουν σαν μεμονωμένοι θύλακες αντίστασης, αλλά σαν μέρος ενός συνολικού μηχανισμού άμυνας και εξουδετέρωσης του εχθρού.
Αυτό το τελευταίο – ασφαλώς – δεν το θέλει με τίποτα η Τουρκία, γιατί έμαθε να επιχειρεί στα σίγουρα, να μην ρισκάρει πολεμικά. Όπως έκανε και στην Κύπρο το ’74 ή, το 2019 στη Συρία, αφού σιγουρεύτηκε πρώτα για το άδειασμα των Κούρδων από τον Τραμπ, έτσι ώστε να μπει ανενόχλητη και να σαρώσει τους κουρδικούς θύλακες στα σύνορά της με τη Συρία, που ελέγχονταν από μια φιλική προς τοPKK κουρδική οργάνωση..
Κάτι παρόμοιο επιδιώκει να κάνει και με την Ελλάδα προς διευκόλυνση των επεκτατικών της σχεδίων. Να την αναγκάσει, δηλαδή – δια χειρός Γερμανίας και υπό το συγκαταβατικό βλέμμα των ΗΠΑ – να αφοπλίσει τις δυνάμεις αντίστασης των νησιών της, ώστε να πέσουν θύμα των ορέξεών της στο Τραπέζι των διαπραγματεύσεων, σε συνθήκες… πολιτισμένου διαλόγου (όπως τον ονειρεύεται ο Κυριάκος) και διακύβευμα την ειρήνη, που είναι όμως επισφαλής όσο υπάρχει το φόβητρο της απειλής του πολέμου κατά της Ελλάδας.
Με τα δεδομένα αυτά και με ιστορικά καταγεγραμμένη την αφερεγγυότητα της Τουρκίας – λόγω της αναθεωρητικής της πολιτικής που την εμποδίζει να πειθαρχεί σε κανόνες – είναι απαγορευτική για τα ελληνικά συμφέροντα κάθε σκέψη για ολική ή μερική αποστρατικοποίηση των νησιών μας.
Κι αυτό γιατί ενέχει τον ίδιο βαθμό επικινδυνότητας σε αμφότερες τις περιπτώσεις, πολύ περισσότερο όταν εξακολουθεί να ισχύει εκ μέρους της τοcasusbelliεναντίον μας και έχει εκφραστεί στον ύψιστο βαθμό η διεκδικητικότητά της επί αυτών και η σφοδρή επιθυμία της να οικειοποιηθεί τα χρυσοφόρα ενεργειακά κοιτάσματά τους.
Τέλος, αν επικαλεστούν οι δικοί μας υπεύθυνοι διαπραγμάτευσης – στην προσπάθειά τους να χρυσώσουν το χάπι ακρωτηριασμού των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας στο Αιγαίο – ότι δεν θα αποψιλωθούν τα νησιά, αλλά θα απομακρυνθούν μόνο κάτι ”επιθετικά” ή παλιά όπλα… ”προπολεμικά” – κατά τα… πρότυπααπομάκρυνσης της 7ης ταξιαρχίας στον Προβατώνα του Έβρου (οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις της οποίας ετοιμάζονται να μετατραπούν σε Δομές Φιλοξενίας λαθρομεταναστών) – να ξέρετε ότι ψεύδονται.
Ψεύδονται και παραπλανούν τον λαό ότι μάχονται για τα συμφέροντά του και για τα συμφέροντα της πατρίδας του. Ψεύδονται γιατί ίσως έχουν αποδεχτεί μυστικά το ”ΝΑΙ” των τουρκικών διεκδικήσεων κάτω απ’ την πίεση της Γερμανίας.
Το ”ΝΑΙ” του ενδοτισμού και της ταπείνωσης που σκιάζει βαριά τον μήνα του ένδοξου ”ΟΧΙ”, γιατί θα αποκαλύψει πολύ πιθανόν την εθνική γύμνια μας, αφής στιγμής κάνουν αυτό που καμιά άλλη κυβέρνηση δε θα τολμούσε να κάνει. Να αποδεχτούν δηλαδή τη συνεκμετάλλευση του Αιγαίου, με πρόδρομη ενέργεια διαμοιρασμού των ιματίων του Αιγαιακού Ελληνισμού την αποστρατικοποίηση των νησιών του…
Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)