Οι θησαυροί του Ναβαρίνου

[sc name=”vyzantina-skoylarikia” ][/sc]
Η σημασία της ναυμαχίας του Ναυαγίου έχει επισημανθεί και έχει αναγνωριστεί από όλους ανεξαιρέτως τους ιστορικούς, Έλληνες και ξένους. Δεν πρόκειται όμως για ένα γεγονός το οποίον παρουσιάστηκε σταδιακά με το πέρασμα του χρόνου. Με το που μαθεύτηκε το αποτέλεσμα της ναυμαχίας, οι ευρωπαϊκές εφημερίδες το ανήρτησαν ως πρώτη είδηση, ενώ πολλοί φιλελληνικοί σύλλογοι, πολιτικές και πολιτιστικές οργανώσεις, πανεπιστήμια, αλλά και απλοί άνθρωποι όλων των τάξεων αντέδρασαν με ενθουσιασμό, διοργανώνοντας εκδηλώσεις και εορτασμούς. Υπάρχει όμως και μία κρυμμένη, οικονομική διάσταση στη ναυμαχία του Ναβαρίνου, η οποία απασχόλησε ιδιαίτερα την αγγλική κοινωνία.

Σε πολλούς Άγγλους των αρχών του 20ου αιώνα, ενώ ήδη είχαν περάσει πάνω από επτά δεκαετίες, η περίφημη αυτή ναυμαχία έγινε γνωστή από τις διάφορες εταιρείες που συστήθηκαν για την ανέλκυση των θησαυρών που βρίσκονταν στα βυθισμένα πολεμικά. Αποτέλεσμα ήταν να εξανεμιστούν μεγάλα χρηματικά ποσά του αφελούς κοσμάκη που, γεμάτος όνειρα και ελπίδες για ένα γρήγορο και εύκολο κέρδος, αγόραζε μετοχές σε τεχνητά φουσκωμένες τιμές.

Υπήρξαν όμως οι θησαυροί του Ναβαρίνου; Αξιόπιστες πήγες, έγγραφα, αναφορές και προσωπικές μαρτυρίες μας διαβεβαιώνουν για την ύπαρξή τους. Συγκεκριμένα, πλοία του τουρκοαιγυπτιακού στόλου ήταν γεμάτα από τιμαλφή και σάκους από χρυσές τουρκικές λίρες. Η πηγή του θησαυρού αυτού ήταν διπλή: από τη μία, η λεία από την απίστευτη λεηλασία του Μοριά που, κατά τις μαρτυρίες ακόμη και του ναύαρχου Κόδριγκτον, συνεχιζόταν μέχρι και τις ημέρες της ναυμαχίας. Από την άλλη, είναι επιβεβαιωμένο πως τα συγκεκριμένα αυτά πλοία διατηρούσαν στα αμπάρια τους τα ποσά της μισθοδοσίας του τουρκοαιγυπτιακού στρατού και στόλου.

Η πρώτη επίσημη μαρτυρία για τα ποσά που έκρυβαν τα αμπάρια των πλοίων προέρχεται από τον Γάλλο ντε Ραμόν, αξιωματικό του γαλλικού στόλου στο πλοίο «Sirin» και αργότερα αντιπρόσωπο της γαλλικής κυβέρνησης στην Κωνσταντινούπολη. Σύμφωνα με γράμμα προς τα παιδιά του, το 1867, ανέφερε πως στα χέρια του είχαν βρεθεί σημειώσεις και κατάλογος χρηματικών ποσών του ναυάρχου του αιγυπτιακού στόλου στο Ναβαρίνο Mουχαρέμ Μπέη, συνταχθέν μάλιστα τρεις μόλις μέρες πριν τη ναυμαχία του Ναβαρίνου. Σύμφωνα με αυτά, στο αμπάρι της ναυαρχίδας ή σε πλοίο συνοδείας της βρισκόταν το ποσόν των δύο εκατομμυρίων λιρών για τη μισθοδοσία πληρωμάτων των πλοίων καθώς και των στρατευμάτων. Το συνολικό ποσόν συμπληρωνόταν από 50 σάκους με διάφορα χρυσά νομίσματα και 30.000 χρυσές τουρκικές λίρες. Η ναυαρχίδα του αιγυπτιακού στόλου, σύμφωνα με έκθεση του Κόδριγκτον προς το αγγλικό ναυαρχείο, ανατινάχτηκε και βυθίστηκε σε βάθος 25 περίπου οργίων. Το συνολικό ποσόν, ανεξαρτήτως νομισμάτων, υπολογίζεται περίπου σε 5 εκατομμύρια χρυσές τουρκικές λίρες, τα οποία βρίσκονταν στην τουρκική ναυαρχίδα και άλλα πέντε εκατομμύρια στην αιγυπτιακή ναυαρχίδα και στα υπόλοιπα πλοία του στόλου.

Με τον μικρό ή μεγάλο θησαυρό που κρύβει ο βυθός του όρμου του Ναβαρίνου άρχισε να ασχολείται το νεοσύστατο ελληνικό κράτος από τα πρώτα του βήματα. Ή από 20 Δεκεμβρίου 1831 αναφορά του γραμματέως των ναυτικών Γεωργίου Γλαράκη προς την Ε΄Εθνοσυνέλευση μνημονεύονται τα λείψανα του τουρκοαιγυπτιακού στόλου που βρίσκονται στο βυθό του όρμου. Ο Γλαράκης βεβαιώνει ότι μέχρι το 1830 οι Γάλλοι εκμεταλλεύτηκαν τα ναυάγια αυτά. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η έρευνα των Γάλλων θα αφορούσε κυρίως την ανεύρεση των ταμείων των δύο ναυαρχίδα των και, λαμβανομένου υπόψη ότι η έρευνα έγινε ελάχιστα μόνο χρόνια μετά τη ναυμαχία, είναι πολύ πιθανόν, σημαντικές ποσότητες νομισμάτων να ανασύρθηκαν. Μετά το 1830, καθώς γράφει ο Γλαράκης, την ευση των ναυαγίων συνέχισε επί Καποδίστρια το ελληνικό δημόσιο και μάλιστα ωφελήθηκε περίπου 50.000 φοίνικες μέχρι τις 31 Αυγούστου 1831 χωρίς να διευκρινίζεται αν πρόκειται περί ευρέσεως νομισμάτων ή πολύτιμων αντικειμένων. Το 1840, η ελληνική κυβέρνηση χορήγησε άδεια ανελκύσεως των θησαυρών του Ναβαρίνου. Μετά την απόφαση αυτή, άρχισαν να παραχωρούντια διαδοχικά άδεις ανελκύσεως, καθώς οι αναλαμβάνοντες απεσύροντο, είτε λόγω αδυναμίας, είτε λόγω απογοήτευσης από τα μηδενικά αποτελέσματα. Τέλος, το 1921 δόθηκε στον Άγγλο  Τζον Κιθ άδεια, με την οποία έπρεπε εντός δύο χρόνων να αρχίσουν οι εργασίες. Ο Κιθ, λόγω ελλείψεως χρημάτων, πούλησε την άδεια σε άλλον, ο οποίος έστειλε συνεργείο δυτών και άρχισε τις εργασίες εντός της προθεσμίας. Ο νέος επικεφαλής του συνεργείου μετά από έρευνα σε έγγραφα και πήγες πείστηκε απολύτως για την ύπαρξη του θησαυρού, γι΄ αυτό και συνεστήθη η “Navarino Salesforce ltd” η οποία παραχώρησε την άδεια στην “Navarino Recovery ltd” με την οποία άρχισε και το μεγάλο παιχνίδι του χρηματιστηρίου στο Λονδίνο. Η νέα εταιρεία έδωσε μεγάλη δημοσιότητα στο γεγονός της ανελκύσεως, υποσχόμενη αμύθητα ποσά στους μετόχους. Η τελική κατάληξη ήταν ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα του αγγλικού χρηματιστηρίου, καθώς οι μέτοχοι της νέας εταιρίας δεν πήραν ούτε σελίνι.

 

Κατόπιν τούτου, η έρευνα εγκαταλείφθηκε μέχρι το 1977, όταν ο πασίγνωστος Γάλλος επιστημονικός ερευνητής των βυθών Ζακ Κουστώ αφιέρωσε 13 μήνες για τη λεπτομερή έρευνα της περιοχής. Κατόπιν έδωσε λεπτομερή αναφορά στη δημοσιότητα, μιλώντας και πέντε πλοία τα οποία παραμένουν ακόμα στο βυθό του Ναβαρίνου αλλά και πολύ παλιότερα ναυάγια. Επισήμανε πάντως ότι δεν ήταν δυνατόν, στον λασπώδη βυθό του Ναβαρίνου, να αναζητηθούν με βάσιμες πιθανότητες πολύτιμα αντικείμενα και, πολύ περισσότερο, νομίσματα.

Τα ιστορικά δεδομένα συνηγορούν πως, αν και ο θησαυρός φαίνεται να υπήρξε, υπέστη αλλεπάλληλες μειώσεις:

Πρώτα, από τους ίδιους τους Τούρκους και τους Αιγυπτίους οι οποίοι παρέμειναν επί πολλούς μήνες στην περιοχή μέχρις ότου οι Γάλλοι υπό το στρατηγό Μεζόν τους διώξουν οριστικά.

Δεύτερον, από της ανελκύσεις που πέτυχαν οι Γάλλοι έως το 1830 και από αυτές που έγιναν επί Καποδίστρια.

Τρίτον, από αυτούς που πήραν σχετική άδεια από την ελληνική κυβέρνηση

Τέταρτον, τυχαία ή σκόπιμα, από επαγγελματίες οι ερασιτέχνες δύτες.

Το μόνο βέβαιο είναι πως, συστηματική λαθραία ανέλκυση δεν μπορούσε να συμβεί διότι ο κόλπος είναι μικρός και θα γινόταν εύκολα αντιληπτή.

Η υπόθεση των θησαυρών του Ναβαρίνου, θεωρητικά, βρίσκεται ακόμη σε εκκρεμότητα και πιθανόν τα σύγχρονα μέσα έρευνας να καταφέρουν να διεισδύσουν στο λασπώδη βυθό και να ανακαλύψουν αυτό που επιβίωσε σχεδόν αιώνες και αποτελεί το όνειρο κάθε κυνηγού θησαυρών.

https://www.pemptousia.gr/2022/02/i-thisavri-tou-navarinou/