του Τιερί Μεϊσάν
Δίκτυο Βολταίρος | Παρίσι (Γαλλία)
Η Ρωσία και η Κίνα διαθέτουν οπλισμούς πολύ ανώτερους από αυτούς της Δύσης. Η πρώτη κέρδισε τον πόλεμο στη Συρία και ετοιμάζεται να νικήσει στην Ουκρανία. Παρά όλες τις προσπάθειές του, το ΝΑΤΟ, το οποίο έχει ήδη αποτύχει στη Μέση Ανατολή μέσω τζιχαντιστών, αδυνατεί να αντιστρέψει την πραγματικότητα στο πεδίο της μάχης.
Ο τρόπος σκέψης των πρώην αποικιακών δυνάμεων τις οδηγεί να φαντάζονται ότι η Ρωσία και η Κίνα θα χρησιμοποιήσουν τη στρατιωτική τους υπεροχή για να επιβάλουν τον τρόπο ζωής τους στον υπόλοιπο κόσμο. Ωστόσο, δεν είναι καθόλου αυτή η πρόθεσή τους και δεν είναι αυτό που κάνουν.
Η Μόσχα και το Πεκίνο συνεχίζουν να απαιτούν την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου. Τίποτα περισσότερο. Οι Ρώσοι φιλοδοξούν να είναι ήσυχοι στη πατρίδα τους, ενώ οι Κινέζοι ελπίζουν να μπορούν να κάνουν εμπόριο παντού.
Τα γεγονότα στην Ουκρανία μας έκαναν να ξεχάσουμε τα επανειλημμένα αιτήματα της Ρωσίας από το 2007: απαιτεί δικές της εγγυήσεις ασφαλείας, μεταξύ των άλλων την απουσία οπλοστασίων τρίτων χωρών που αποθηκεύονται στους γείτονές της. Η Ρωσία δεν έχει τα μέσα να υπερασπιστεί τα σύνορά της, τα μεγαλύτερα στον κόσμο. Επομένως, δεν μπορεί να διασφαλίσει την ασφάλειά της εάν εχθρικοί στρατοί συγκεντρώνονται σε πολλά μέτωπα στα σύνορά της, παρά μόνο με την εφαρμογή της «στρατηγικής της καμένης γης» του στρατάρχη Φιόντορ Ροστόπτσιν. Αυτό είναι το νόημα όλων των διαπραγματεύσεων για την επανένωση της Γερμανίας. Η ΕΣΣΔ ήταν αντίθετη σε αυτή, εκτός αν η Νέα Γερμανία αναλάμβανε να μην αποθηκεύει όπλα του ΝΑΤΟ στην Ανατολή. Είναι η ένια όλων των διαπραγματεύσεων με τα πρώην κράτη του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Και αυτή ήταν πάλι η ένια των διαπραγματεύσεων με όλα τα κράτη της πρώην ΕΣΣΔ. Η Μόσχα ποτέ δεν αντιτάχθηκε στο να επιλέξει ένα κράτος τους συμμάχους του και ενδεχομένως να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Πάντα αντιτάθηκε εάν η ένταξη στο ΝΑΤΟ συνεπαγόταν την εγκατάσταση στρατιωτικών αποθεμάτων του ΝΑΤΟ στο έδαφός του.
Η Μόσχα δεν ήταν ικανοποιημένη παρά μόνο το 1999, όταν 30 κράτη μέλη του ΟΑΣΕ υπέγραψαν τη Διακήρυξη της Κωνσταντινούπολης, γνωστή ως «Χάρτη για την Ασφάλεια στην Ευρώπη», η οποία θέτει δύο βασικές αρχές:
– το δικαίωμα κάθε κράτους να επιλέγει τους συμμάχους της επιλογής του και
– το καθήκον κάθε Κράτους να μην απειλεί την ασφάλεια των άλλων διασφαλίζοντας τη δική του.
Είναι η παραβίαση αυτών των αρχών, και μόνο αυτή, που οδήγησε στην ουκρανική σύγκρουση. Ήταν το νόημα της ομιλίας του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια του Μονάχου το 2007: κατήγγειλε τη μη τήρηση των δεσμεύσεων του ΟΑΣΕ και την εγκαθίδρυση μιας «μονοπολικής» διακυβέρνησης του κόσμου.
Οι Δυτικοί, που θεωρούσαν τη Ρωσία ως μια χρεοκοπημένη χώρα, συμφώνησαν βέβαια ότι είχε δίκιο, αλλά χλεύασαν την αδυναμία της. Έκαναν λάθος: η Ρωσία ορθοπόδησε και τους προσπέρασε. Σήμερα χρησιμοποιεί τη δύναμή της για να μας κάνει να σεβαστούμε τις αρχές που έχουμε υπογράψει, όχι για να μας επιβάλει τον τρόπο σκέψης της.
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η Δύση έχει παραμελήσει τις δεσμεύσεις τις οποίες είχε αναλάβει κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, προκειμένου να οικοδομήσει μια «Νέα Παγκόσμια Τάξη», σύμφωνα με τα λόγια της Μάργκαρετ Θάτσερ και του Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου· μια Νέα Παγκόσμια Τάξη «βασισμένη σε κανόνες» που οι Δυτικοί έχουν ορίσει οι ίδιοι. Ως εκ τούτου, έχουμε συσσωρεύσει τις παραβιάσεις της υπογραφής μας και, ως εκ τούτου, τις παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου.
Υπάρχει μια θεμελιώδης ασυμβατότητα μεταξύ του Διεθνούς Δικαίου, που προέκυψε από τη Διάσκεψη της Χάγης του 1899, και του Αγγλοσαξονικού Δικαίου: Το Διεθνές Δίκαιο είναι μια θετική σύμβαση. Συντάσσεται με ομοφωνία. Είναι δηλαδή αποδεκτό από τον καθένα από αυτούς που το εφαρμόζουν. Αντίθετα, το αγγλοσαξονικό δίκαιο βασίζεται στη χρήση. Βρίσκεται λοιπόν πάντα πίσω από την εξέλιξη του κόσμου και ευνοεί αυτούς που τον κυριάρχησαν.
Από το 1993, οι Δυτικοί άρχισαν να αντικαθιστούν, μία προς μία, όλες τις διεθνείς συνθήκες για να τις ξαναγράψουν στο αγγλοσαξονικό δίκαιο. Η Μαντλίν Ολμπράιτ, η οποία τότε εκπροσωπούσε τις Ηνωμένες Πολιτείες του προέδρου Μπιλ Κλίντον στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ήταν κόρη του καθηγητή Γιόζεφ Κόρμπελ. Αυτός ο Τσέχος διπλωμάτης, ο οποίος έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Ντένβερ, δίδαξε ότι ο καλύτερος τρόπος για να κυριαρχήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στον κόσμο δεν ήταν να τον κατακτήσουν στρατιωτικά, αλλά να τον κάνουν να υιοθετήσει το δικό τους νομικό σύστημα, όπως το είχε κάνει το Βρετανικό Στέμμα στην αυτοκρατορία του. Αφού ήταν πρέσβειρα στον ΟΗΕ, η Μαντλίν Ολμπράιτ έγινε υπουργός Εξωτερικών. Όταν ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους διαδέχθηκε τον Μπιλ Κλίντον, η υιοθετημένη κόρη του Τζόζεφ Κόρμπελ, η Κοντολίζα Ράις, πήρε τη θέση της μετά το διάλειμμα του Κόλιν Πάουελ. Στην πράξη, για δυο δεκαετίες η Δύση κατάστρεψε το διεθνές δίκαιο και επέβαλε τους κανόνες τις, σε σημείο που σήμερα διεκδικεί η ίδια με έμφαση τον τίτλο της «Διεθνούς Κοινότητας».
Στις 21 Μαρτίου 2023, στη Μόσχα, ο Ρώσος και ο Κινέζος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν και Σι Τζινπίνγκ, συμφώνησαν σε μια κοινή στρατηγική για να θριαμβεύσει το διεθνές δίκαιο. Στο μυαλό τους δεν πρόκειται, ούτε περισσότερο, ούτε λιγότερο, παρά μόνο να διαλύσουν όλα όσα έχουν πετύχει η Μαντλίν Ολμπράιτ και η Κοντολίζα Ράις.
Η Ρωσία, η οποία προήδρευε το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών για το μήνα Απριλίου, αποφάσισε να οργανώσει μια δημόσια συζήτηση με θέμα: «Διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας: μια αποτελεσματική πολυμερής προσέγγιση που βασίζεται στην υπεράσπιση των αρχών που κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών».
Η σύνοδος, υπό την προεδρία του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, δεν είχε σκοπό να ξεπακετάρει την βρώμικη μπουγάδα που συσσωρεύτηκε μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά να ξεκινήσει να κινητοποιεί όσο το δυνατόν περισσότερα κράτη. Στο σημείωμα του πλαισίου (S/2023/244), που διανεμήθηκε από τη Ρωσία πριν από τη συζήτηση, η Μόσχα εξηγούσε πώς η δυτική μονοπολική τάξη αντικατέστησε το διεθνές δίκαιο. Περαιτέρω, ειδοποιούσε για το ρόλο των μη κυβερνητικών παραγόντων, των περίφημων «ΜΚΟ», σε αυτό το σύστημα. Υπογράμμιζε επίσης ότι το να γίνουν τα ανθρώπινα δικαιώματα ένα κριτήριο χρηστής διακυβέρνησης και όχι στόχος που πρέπει να επιτευχθεί, τα μετατρέπει σε πολιτικό όπλο και υπονομεύει σοβαρά τη βελτίωσή τους. Γενικά τα Διεθνή Δικαστήρια χρησιμοποιούνται για να λένε το «Καλό» και όχι το Δίκαιο. Δεν χρησιμοποιούνται πλέον για την επίλυση διαφορών, αλλά κυρίως για τη δημιουργία ιεραρχιών· για να διαιρέσουν και όχι πλέον για να ενώσουν. Το σημείωμα τελείωνε με μια σειρά ερωτήσεων όπως: «Τι θα μπορούσε να γίνει για την αποκατάσταση
της κουλτούρας του διαλόγου και της συναίνεσης εντός του Οργανισμού [των Ηνωμένων Εθνών], συμπεριλαμβανομένου στο κόρφο του Συμβουλίου Ασφαλείας; Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποδειχθεί ότι η τρέχουσα κατάσταση, που χαρακτηρίζεται από μια επιλεκτική προσέγγιση των κανόνων και των αρχών του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του Χάρτη, είναι απαράδεκτη και δεν μπορεί να συνεχιστεί;».
Η παρέμβαση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Πορτογάλου Αντόνιο Γκουτέρες, δεν επέτρεψε να σημειωθεί πρόοδος. Περιορίστηκε στην παρουσίαση του μελλοντικού προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών. Οι πολυάριθμοι συμμετέχοντες στη συζήτηση χωρίστηκαν στη συνέχεια σε τρεις ομάδες.
Η Ρωσία επαίνεσε τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και αποδοκίμασε την εξέλιξή του τα τελευταία 30 χρόνια. Έκανε έκκληση για ισότητα μεταξύ όλων των κυρίαρχων κρατών και κατήγγειλε την υπέρμετρη εξουσία των Δυτικών και της μονοπολικής οργάνωσής τους. Υπενθύμισε ότι η ειδική στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία ήταν η συνέπεια ενός πραξικοπήματος, το 2014 στο Κίεβο, και επομένως το πρόβλημα δεν ήταν η Ουκρανία, αλλά ο τρόπος με τον οποίο διεξάγουμε τις διεθνείς σχέσεις. Παρεμπιπτόντως, η Ρωσία προειδοποίησε τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και του υπενθύμισε το καθήκον του για αμεροληψία. Υπογράμμισε ότι αν τα έγγραφα των επόμενων συνόδων κορυφής του Οργανισμού δεν σέβονταν αυτή την αρχή, θα διαιρέσουν λίγο περισσότερο τον κόσμο αντί να τον ενώσουν.
Η Ομάδα των Φίλων για την υπεράσπιση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και η Ομάδα των 77 υποστήριξαν τη ρωσική προσέγγιση.
Μια δεύτερη ομάδα, αποτελούμενη από Δυτικούς, παρέσυρε συνεχώς τη συζήτηση προς το ουκρανικό ζήτημα, αρνούμενη να λάβει υπόψη το πραξικόπημα του Μαϊντάν, τονίζοντας τη βία της ρωσικής «εισβολής» και υπενθυμίζοντας το ανθρώπινο κόστος της.
Μια τρίτη ομάδα εκτόξευσε πιο αιχμηρά βέλη. Το Πακιστάν κατήγγειλε την έννοια της «δικτυωμένης πολυμέρειας», αντίθετη με μια διεθνή τάξη που αποτελείται από κυρίαρχα και ισότιμα κράτη. Απέρριψε επίσης κάθε προοπτική ενός «μονοπολικού, διπολικού ή ακόμη και πολυπολικού κόσμου, εάν πρόκειται να κυριαρχείται από μερικά εξαιρετικά ισχυρά κράτη». Η Αιθιοπία και η Αίγυπτος κατήγγειλαν τον ρόλο που έχουν αναθέσει οι μεγάλες δυνάμεις σε μη κρατικούς παράγοντες.
Ενώ η Ρωσία και η Κίνα είχαν υπενθυμίσει πριν από τη συζήτηση σε διάφορες αντιπροσωπείες τις διεθνείς συνθήκες τις οποίες παραβιάζει ευθαρσώς η Νέα Παγκόσμια Τάξη, δεν συζητήθηκαν συγκεκριμένες περιπτώσεις σε αυτή τη συζήτηση, με εξαίρεση την Ουκρανία, την οποία προσέγγισαν οι Δυτικοί.
Ωστόσο, πρέπει να προβλέψουμε τα πολλά παράπονα από τους μη δυτικούς, δηλαδή από τις κυβερνήσεις που αντιπροσωπεύουν το 87% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Έτσι:
Η Φινλανδία δεσμεύτηκε γραπτώς το 1947 να παραμείνει ουδέτερη. Η ένταξή της στο ΝΑΤΟ αποτελεί επομένως παραβίαση της ίδιας της υπογραφής της.
Τα κράτη της Βαλτικής δεσμεύτηκαν γραπτώς, όταν δημιουργήθηκαν το 1990, να διατηρήσουν τα μνημεία που τιμούν τις θυσίες του Κόκκινου Στρατού. Η καταστροφή αυτών των μνημείων αποτελεί επομένως παραβίαση της ίδιας της υπογραφής τους.
Τα Ηνωμένα Έθνη ενέκριναν το ψήφισμα 2758 της 25ης Οκτωβρίου 1971, αναγνωρίζοντας ότι το Πεκίνο, και όχι η Ταϊβάν, είναι ο μόνος νόμιμος εκπρόσωπος της Κίνας. Ως αποτέλεσμα, η κυβέρνηση του Τσιάνγκ Κάι-σεκ εκδιώχθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας και αντικαταστάθηκε από αυτή του Μάο Τσε Τουνγκ. Επομένως, για παράδειγμα, οι πρόσφατοι κινεζικοί ναυτικοί ελιγμοί στα στενά της Ταϊβάν δεν συνιστούν επίθεση εναντίον κυρίαρχου κράτους, αλλά ελεύθερη ανάπτυξη των δυνάμεών τους στα δικά τους χωρικά ύδατα.
με τη Συνθήκη για τη μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων του 1968, τα υπογράφοντα κράτη δεσμεύτηκαν να μην μεταφέρουν πυρηνικά όπλα σε τρίτη χώρα. Ωστόσο, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, οι Ηνωμένες Πολιτείες μετέφεραν τακτικές πυρηνικές βόμβες (και όχι στρατηγικές) σε ορισμένες βάσεις τους στο εξωτερικό. Επιπλέον, έχουν εκπαιδεύσει ξένους στρατιώτες για τη χρήση τους. Αυτό συνιστά παραβίαση της υπογραφής τους από τις Ηνωμένες Πολιτείες καθώς και από τη Γερμανία, το Βέλγιο, την Ιταλία, την Ολλανδία και την Τουρκία
κ.λπ., κ.λπ.
Εντέλει, αυτό που εμείς στη «Δύση» πρέπει να φοβόμαστε από τη Ρωσία και την Κίνα είναι ότι θα μας αναγκάζουν να είμαστε ο εαυτός μας και να κρατάμε τον λόγο μας.
Κριστιάν Άκκυριά
https://www.voltairenet.org/article219255.html