Ὁ Θεός ὑψώνει ἐκείνους ποὺ ταπεινώνονται, ὄχι ἐκείνους ποὺ ποθοῦν τά μεγαλεῖα.

Ὕψωσε τόν Ἰακώβ πάνω ἀπό τόν Ἠσαῦ (Γεν. 27-28), τόν Ἰωσήφ πάνω ἀπό τούς ἀδελφούς του (Γεν. 37-41), τόν τελώνη πάνω ἀπό τόν Φαρισαῖο (Λουκ. 18,14), τόν φτωχό Λάζαρο πάνω ἀπό τόν πλούσιο (Λουκ. 16,19-31).
\ Κατεξοχήν ὅμως ὕψωσε ὁ Θεός Πατέρας τόν Μονογενῆ Υἱό καί Λόγο Του, τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ποὺ ταπεινώθηκε ἑκούσια πιό πολύ ἀπό κάθε ἄνθρωπο.
Θεός ἀθάνατος καί παντοδύναμος καί ἀνενδεής Ἐκεῖνος, καταδέχθηκε νά ἐναθρωπήσει μέ ἄκρα ταπείνωση, νά γεννηθεῖ σέ σπήλαιο, νά σπαργανωθεῖ σέ φάτνη ἀλόγων ζώων, νά ζήσει μέσα στή φτώχεια καί τήν ἀφάνεια, νά καταφρονηθεῖ, νά νίψει τά πόδια τῶν μαθητῶν Του, νά χλευαστεῖ, νά μαστιγωθεῖ, καί τελικά νά ὑποστεῖ, ὄντας ὁλότελα ἀθῶος, τόν μαρτυρικό σταυρικό θάνατο, καί ὅλ’ αὐτά γιά μᾶς τούς ἐνόχους καί ἁμαρτωλούς, γιά τή σωτηρία καί τή λύτρωσή μας.