Καραγκιόζης ο ευσεβής
Είναι πάμπολλες οι θρησκευτικού περιεχομένου παραστάσεις.
Όσο και να φαίνεται παράξενο, το θέατρο σκιών στη μετεξέλιξή του στον ελλαδικό χώρο, μετά την απελευθέρωση, από πολύ νωρίς εκφράζει τον σεβασμό του στην ορθόδοξη πίστη και παράδοση και σταδιακά καθίσταται και θεματοφύλακάς της.
Ήδη από τη μέχρι πρότινος θεωρούμενη πρώτη εμφάνιση του Καραγκιόζη στην Αθήνα την 9η Φεβρουαρίου 1852, το Σάββατο της Απόκρεω (Εφημερίδα «Ταχύπτερος Φήμη»), τελούνται «Οι Γάμοι του Καραγκιόζη». «Ωστόσο, δεν είναι τούρκικος ο γάμος ούτε Τούρκος ο Καραγκιόζης… γιατί στη σύναψη του γάμου, υπάρχει και κουμπάρος… Είναι γνωστό δε ότι κουμπάρος δεν υπάρχει στους γάμους των μωαμεθανών. Αλλά γιατί είναι μωαμεθανικό το ιερατείο που θα ευλογούσε τον γάμο του Καραγκιόζη; Η εξήγηση δεν είναι δύσκολη, ο σεβασμός προς την Εκκλησία και προς τους θρησκευτικούς τύπους…» εξηγεί ο Κ. Μπίρης στο έργο του «Ο Καραγκιόζης» (Αθήνα 1952). Και συνεχίζοντας, υπογραμμίζει: «… Την εποχή εκείνη η προσήλωση στη θρησκεία ήταν πολύ εντονότερη, δεν επέτρεπε όχι μόνο τη διακωμώδηση μιας χριστιανικής ιεροτελεστίας, αλλά ούτε και την απλή εμφάνιση ιερωμένου στις κωμωδίες του Καραγκιόζη».
Δεν πέρασαν πολλά χρόνια και ο ιεροψάλτης της Μητροπόλεως Πατρών και αναμορφωτής του ελληνικού θεάτρου σκιών Δημήτριος Σαρδούνης, ο περιβόητος «Μίμαρος», γνώστης προφανώς του «Νέου Μαρτυρολογίου» του Στεφάνου Κ. Σκαθάρου, που κυκλοφορεί από το έτος 1856, εμπνέεται τη σπουδαιότατη παράσταση «Ο Χριστιανομάχος Μπέης» από το μαρτύριο του αγίου Γεωργίου των Ιωαννίνων του Φουστανελά, στις 17/1/1838, προικίζοντάς την, μάλιστα, με πλήθος στοιχείων από τον Συναξαριστή.
Έτσι, ο Καραγκιόζης, δερόμενος και βασανιζόμενος από τον κακούργο Μπέη, αρνείται πεισματικά να τουρκέψει και να εξισλαμισθεί «… Ομολογών εν βάπτισμα…»! Στα κελεύσματα του Μπέη που τον τραβάει δεμένο απ’ τον λαιμό με τριχιά, πνίγοντάς τον «… Βρε Χασάνη… Βρε Μεϊμέτη…» υπομένει φωνάζοντας «Καραγκιόζη με λένε! Δηλαδή Μαυρομάτη!».
Τόσο τα μαρτύρια των υπόδουλων χριστιανών στα χέρια των δυναστών τους όσο και οι εθνικοί αγώνες ώθησαν τους καραγκιοζοπαίκτες να κοσμήσουν τις φιγούρες των πρωταγωνιστών Καραγκιόζη, Χατζηαβάτη, Μπαρμπαγιώργου, αλλά και των επαναστατών κλεφτών και αρματωλών με σταυρούς στο στήθος, στα φέσια τους, καθώς και με πλήθος «σταυρικών συμβόλων» στην ενδυμασία αλλά και στα όπλα τους, κυρίως στο σπαθί που κραδαίνουν στο χέρι. Ιδιαίτερα μνημονεύουμε τις φιγούρες του Σπύρου Κούζαρου, Βασίλαρου, Κώστα Μάνου και λοιπών ζωγράφων – καραγκιοζοπαικτών.
Αλλά και οι χάρτινοι ήρωες, κατά την παράσταση, «προσεύχονται» ενώπιον των θεατών πριν από κάθε μεγάλο αγώνα ή δοκιμασία. Οι καπετάνιοι και ο Μέγας Αλέξανδρος γονατιστοί επικαλούνται τον Ύψιστο: «Θεέ μου μεγαλοδύναμε, μεγάλο τ’ όνομά Σου, φύλλο δεν σείεται από δενδρί χωρίς το
θέλημά Σου». Και ο καημένος ο «καμπούρης» πριν αντιμετωπίσει τον Βεζύρη, τον Πασσά και το επιτελείο του προσεύχεται, γονατίζοντας και σταυροκοπούμενος με το μακρύ του χέρι «…Θεούλη μου, φύλαγέ με από Βεληγκέκηκες μπουνιές, από Χασάνικες κλωτσιές, από Μεμέτικες δαγκωνιές… κι απ’ του πονηρού… Αμήν».
Και, βέβαια, ο Πονηρός είναι ο υπέρτατος αντίπαλος του Καραγκιόζη σε ποικίλες παραστάσεις, απ’ το «Στοιχειωμένο Δενδρί» έως τον «Καραγκιόζη Παλληκαρά». Ο Δαίμονας θέλει να κάνει φίλο του τον Καραγκιόζη δελεάζοντάς τον με όλα τα πλούτη και την εξουσία του κόσμου!
«Με τι αντάλλαγμα;» ρωτάει ο Καραγκιόζης.
«Να αρνηθείς έναν φίλο σου» απαντάει ο Δαίμονας.
«Ποιον;» ρωτάει ο Καραγκιόζης
«…Τον Άνθρωπο, που εδίκασαν οι δίκαιοι κριταί τω καιρώ εκείνω» απαντά ο Οξαποδώς.
Ο Καραγκιόζης καταλαβαίνει!
«Τον Χριστούλη; Αυτόν θες ν’ αρνηθώ;»
«Μην το λες!» ουρλιάζει ο Εωσφόρος, «με καις!», και χάνεται έντρομος απ’ το πανί.
Τώρα ο Καραγκιόζης ξέρει πώς θα τον νικήσει. Τρέχει στον Παπά, του ζητάει έναν σταυρό και με αυτόν ως όπλο σκάει τον κυρ-Διάολο, καμαρώνοντας στους θεατές: «Μη φοβάται κανένας, παιδιά, έναν Διάολο είχατε εδώ στη γειτονιά, τον έσκασα». Ασπάζεται τον σταυρό και η παράσταση λαμβάνει τέλος.
Πάμπολλες οι θρησκευτικού περιεχομένου παραστάσεις, ιδού μερικοί τίτλοι: «Κασσιανή» του Βασίλαρου, «Ιουδήθ», «Οι Επτά Μακαββαίοι αδελφοί» του Σπύρου Κούζαρου, «Η κρεμάλα του Γρηγορίου του Ε΄» του Ντίνου Θεοδωρόπουλου. Παραστάσεις που προβάλλουν την αξία της μετάνοιας, έστω και στο παρά πέντε, η οποία σώζει και τον πλέον αμαρτωλό, αλλά και τη μετά θάνατον τιμωρία των αδίκων, όπως: «Ο Μετανοημένος Αρχιληστής» και «Τα καντηλάκια του Άδη» του Σπ. Κούζαρου.
Αποκορύφωμα δε της βαθιάς πίστης και του σεβασμού πολλών καραγκιοζοπαικτών προς την ορθόδοξη πίστη και παράδοση αποτελεί κατά την αποθέωση η εμφάνιση του Αρχαγγέλου, που, χτυπώντας τον δαίμονα με τη ρομφαία, παραλάμβανε την ψυχή του ήρωα που μαρτύρησε υπέρ πίστεως και πατρίδος, για να την κατατάξει «…εν σκηναίς δικαίων», όπως του Κατσαντώνη, του Αθανασίου Διάκου και τόσων άλλων, στους οποίους οφείλουμε πατρίδα και ελευθερία.
Συμπερασματικά, διαπιστώνεται ότι το ελληνικό θέατρο σκιών στην εξέλιξή του εγκολπώθηκε τα διδάγματα και τα σύμβολα της ορθοδόξου πίστεως και δεν εδίστασε, πάντα με σεβασμό και δέος, να προβάλει στον μπερντέ του τους ήρωες της χριστιανοσύνης και της πατρίδας.
Από τον Τάσο Κούζαρο, Φιλόλογο-Καλλιτέχνη Θεάτρου Σκιών