Το όραμα του Προφήτη Ησαΐα για τά όσα ὅσα συμβαίνουν στό ἐπουράνιο θυσιαστήριο

Το όραμα του Προφήτη Ησαΐα για τά όσα ὅσα συμβαίνουν στό ἐπουράνιο θυσιαστήριο

Το όραμα του Προφήτη Ησαΐα για τά όσα ὅσα συμβαίνουν στό ἐπουράνιο θυσιαστήριο

Το όραμα του Προφήτη Ησαΐα για τά όσα ὅσα συμβαίνουν στό ἐπουράνιο θυσιαστήριο

[…]Ἐξαιρετικά σπουδαῖο εἶναι τό ὅραμα πού εἶδε ὁ προφήτης, ὅταν τοῦ ἀναθέτει ὁ Θεός τήν ἱερή ἀποστολή τῆς προφητείας. Συγκεκριμένα, ὁ προφήτης Ἡσαΐας, βλέπει καί ἀκούει ὅσα συμβαίνουν στό ἐπουράνιο θυσιαστήριο.
Βέβαια αἰσθάνεται βαθύτατα ἁμαρτωλό καί ἀνάξιο τόν ἑαυτό του νά δοξολογεῖ καί ὑμνεῖ τόν Θεό, ὅπως τό πράττουν οἱ ἄγγελοι, ἐπειδή ἀκριβῶς τά χείλη του εἶναι ἀκάθαρτα, ἕνεκεν τῶν ποικίλων ἁμαρτιῶν του.

 Εἶδε, ὅμως, ὁ προφήτης τόν Κύριον καί Θεόν. Λέγει εἰδικότερα: «Καί ἀπεστάλη πρός με ἓν τῶν Σεραφίμ καί ἐν τῇ χειρί εἶχεν ἄνθρακα, ὅν τῇ λαβίδι ἔλαβεν ἀπό τοῦ θυσιαστηρίου καί ἥψατο τοῦ στόματός μου καί εἶπεν˙ ἰδού ἥψατο τῶν χειλέων σου καί ἀφελεῖ τάς ἀνομίας σου καί τάς ἁμαρτίας σου περικαθαριεῖ. Καί ἤκουσα τῆς φωνῆς Κυρίου λέγοντος˙ τίνα ἀποστείλω καί τίς πορεύσεται πρός τόν λαόν τοῦτον; Καί εἶπα˙ ἰδού ἐγώ εἰμι˙ ἀπόστειλόν με. Καί εἶπε˙ πορεύθητι» (Ἡσ. στ’, 6-9).

Ἔχουμε ἐδῶ καθαρά τήν ἀποστολή τοῦ προφήτου νά κηρύξει στό λαό τήν μετάνοια καί συγχρόνως φανερώνεται καί προτύπωση τῆς Παναγίας.

Ἡ λαβίδα συμβολίζει τήν Θεοτόκο καί ὁ ἄνθρακας πού καίει, συμβολίζει τό πῦρ τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ. Δηλαδή, ἡ Θεοτόκος εἶναι ἡ μυστική λαβίδα πού συνέλαβε μέσα στήν κοιλία της τόν ἄνθρακα τῆς θεότητος, τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ. Μάλιστα, τό ὄγδοο Μεγαλυνάριο (γ’ ἦχος) τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς τό λέγει πολύ εὔστοχα: «Ἡ λαβίς ἡ μυστική, ἡ τόν ἄνθρακα Χριστόν, συλλαβοῦσα ἐν γαστρί, σύ ὑπάρχεις Μαριάμ».

Ἀκόμη ἕνα τροπάριο τῆς ε’ Ὠδῆς τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς λέγει πολύ χαρακτηριστικά: «Ρύπτεται Ἡσαΐας, τοῦ Σεραφίμ τόν ἄνθρακα δεξάμενος, ὁ Πρέσβυς ἐβόα τῇ Θεομήτορι˙ σύ ὥσπερ λαβίδι χερσί λαμπρύνεις με, ἐπιδοῦσα ὃν φέρεις, φωτός ἀνεσπέρου, καί εἰρήνης δεσπόζοντα». Λέγει ὁ Συμεών πρός τήν Θεοτόκο ὁ Ἡσαΐας, ὅταν ἐδέχθη, δηλαδή, στά χείλη του ἀπό τό χέρι τοῦ ἀγγέλου Σεραφίμ τό ἀναμμένο κάρβουνο ἀπό τό θυσιαστήριο τοῦ Θεοῦ, καθαρίσθηκε ἀπό τίς ἁμαρτίες του.

Σύ δέ τώρα, πού μοῦ δίδεις νά λάβω στίς ἀγκάλες μου Ἐκεῖνον πού σηκώνεις, μέ λαμπρύνεις, σάν νά εἶσαι ἡ λαβίδα ἐκείνη, μέ τήν ὁποίαν ὁ Ἄγγελος ἔδωκε τόν ἀναμμένο ἄνθρακα στόν Προφήτη. Διότι Σύ, μοῦ προσφέρεις ὄχι ἄνθρακα, ἀλλά τόν Θεόν, «φωτός ἀνεσπέρου καί εἰρήνης δεσπόζοντα».


Ἄνθραξ, εἰδικότερα κατά τήν ἑρμηνεία, εἶναι τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ὑπάρχουν δέ, δύο τρόπον τινα ἰδιότητες, ἡ καθαρτική καί ἡ ἁγιαστική, ἤτοι ἡ Θ. Μετάληψη καίει τούς ἀσεβεῖς καί ἁγιάζει τούς μετανοοῦντας.

Στήν Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως ὑπάρχουν οἱ σπουδαιότατοι στίχοι: «Θεουργόν Αἷμα φρῖξον, ἄνθρωπε βλέπων˙ ἄνθραξ γάρ ἐστί τούς ἀναξίους φλέγων. Θεοῦ τό Σῶμα καί θεοῖ με καί τρέφει˙ θεοῖ τό πνεῦμα, τόν δέ νοῦν τρέφει ξένως». Ἔπειτα, ἡ φράση, ὅταν κοινωνοῦν οἱ ἱερεῖς, εἶναι πολύ χαρακτηριστική: «Τοῦτο ἥψατο τῶν χειλέων μου καί ἀφελεῖ τάς ἀνομίας μου καί τάς ἁμαρτίας μου περικαθαριεῖ».

Ὁ ἱερεύς κατόπιν, ὡς ἄλλο Σεραφίμ, μεταδίδει στούς πιστούς διά τῆς λαβίδος τόν θεῖον ἄνθρακα, τόν Χριστόν, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον.
Γι’ αὐτό καί ἡ πρόσκληση εἶναι: «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης». Ἡ πρώτη φράση εἶναι «μετά φόβου Θεοῦ» καί ἀκολουθεῖ ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη.

Ὁ Ἀπ. Παῦλος, μάλιστα, θά ἐπιμείνει στό παράγγελμα «δοκιμαζέτω ἄνθρωπος». Δηλαδή, «Δοκιμαζέτω ἄνθρωπος ἑαυτόν καί οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καί ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω» (Α’ Κορινθ. 11,28).

Ἡ Θεία Μετάληψη εἶναι ἄνθραξ, ἀναμμένο κάρβουνο. Εἶναι «πῦρ καταναλῖσκον». Εἶναι φωτιά. Λέγει πάλιν ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν: «Ὅς ἄν ἐσθίῃ τόν ἄρτον τοῦτον ἤ πίνῃ τό ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καί αἵματος τοῦ Κυρίου… Ὁ γάρ ἐσθίων καί πίνων ἀναξίως, κρῖμα (=καταδίκη) ἑαυτῷ ἐσθίει καί πίνει, μή διακρίνων τό σῶμα τοῦ Κυρίου. Διά τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοί ἀσθενεῖς καί ἄρρωστοι καί κοιμῶνται (=ἀποθνήσκουσιν) ἱκανοί» (Α’ Κορινθ. 11′, 27-30).

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὁ «μύστης τῆς Θείας Εὐχαριστίας» ὑπογραμμίζει ἐν προκειμένῳ: «Ἀλλ’ ἐπειδή μνημόνευσα τή θυσία αὐτή, θέλω νά πῶ λίγα σέ σᾶς τούς μυημένους, λίγα βέβαια ὡς πρός τήν ἔκταση, μεγάλα ὅμως ὡς πρός τή δύναμι καί τήν ὠφέλεια˙ διότι δέν εἶναι δικά μας λόγια αὐτά πού θά λεχθοῦν, ἀλλά τοῦ θείου Πνεύματος. Ποιά λοιπόν εἶναι αὐτά; Πολλοί μεταλαβαίνουν τή θυσία αὐτή μιά φορά τό χρόνο, ἐνῶ ἄλλοι δυό καί ἄλλοι πολλές φορές. Ὁ λόγος αὐτός ἀπευθύνεται πρός ὅλους μας, ὄχι μόνο σ’ αὐτούς πού εἶναι ἐδῶ, ἀλλά καί σ’ ἐκείνους πού ζοῦν στήν ἔρημο˙ διότι ἐκεῖνοι μεταλαβαίνουν μιά φορά τόν χρόνο, καί πολλές φορές καί κάθε δύο ἔτη; Τί λοιπόν; ποιούς θ’ ἀποδεχθοῦμε; αὐτούς πού μεταλαβαίνουν μιά φορά; αὐτούς πού πολλές; αὐτούς πού λίγες; Οὔτε αὐτούς πού μεταλαβαίνουν μία φορά, οὔτε αὐτούς πού πολλές, οὔτε αὐτούς πού λίγες, ἀλλά ἐκείνους πού μεταλαβαίνουν μέ καθαρά συνείδησι, μέ καθαρή καρδιά καί μέ βίο ἀνεπίληπτο. Ὅσοι εἶναι τέτοιοι, ἄς πλησιάζουν πάντοτε˙ ἐνῶ ὅσοι δέν εἶναι τέτοιοι, ἄς μή προσέρχωνται οὔτε μιά φορά. Γιατί ἄραγε; Διότι λαμβάνουν γιά τούς ἑαυτούς τους καταδίκη καί κατάκρισι καί κόλασι καί τιμωρία» (ΕΠΕ, 25,

Στήν πρός Ἑβραίους, ὁμιλία ΙΖ’, σελ.39). Καί καταλήγει πολύ χαρακτηριστικά: «Γι’ αὐτό καί ὁ ἱερεύς προσφωνεῖ τότε καί καλεῖ τούς ἁγίους, καί μέ τά λόγια αὐτά ἐπικρίνει ὅλους, ὥστε κανείς νά μή προσέλθη ἀπροετοίμαστος.

Διότι, ὅπως στό κοπάδι ἐκεῖνο, στό ὁποῖο ὑπάρχουν πολλά πρόβατα ὑγιῆ καί πολλά γεμᾶτα μέ ψώρα, πρέπει νά διαχωρισθοῦν αὐτά ἀπό τά ὑγιῆ, ἔτσι καί στήν Ἐκκλησία, ἐπειδή ἄλλα πρόβατα εἶναι ὑγιῆ καί ἄλλα ὑποφέρουν ἀπό κάποια ἀσθένεια, μέ τά λόγια αὐτά διαχωρίζει αὐτά ἀπό ἐκεῖνα, ἀφήνοντας ὁ ἱερεύς ν’ ἀκουσθῆ παντοῦ ἡ φοβερή αὐτή κραυγή, καλῶντας ἔτσι καί προσελκύοντας τούς πιστούς» (ὅπ. παρ. σελ. 41).

Χωρίς πνευματική προετοιμασία καί ψυχική «δοκιμασία», δηλαδή μετάνοια καί ἐκζήτηση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, ποτέ ἄς μή πλησιάσουμε τόν μυστικό ἄνθρακα, ὁ ὁποῖος κατακαίει τούς ἀναξίους.

Γράφει ὁ Ἀπόστολος: «Τίς μετοχή δικαιοσύνη καί ἀνομία; Τίς δέ κοινωνία φωτί πρός σκότος; Τίς δέ συμφώνησις Χριστῷ πρός Βελίαλ;» (Β’ Κορ. στ’, 14-15). Πῶς θά πλησιάσει τόν Ἅγιον καί Πανάγιον ἐκεῖνος πού εἶναι βουτηγμένος στήν ἀνομία; Πῶς θά ἀναμίξει τήν κακοσμία τῶν παθῶν του μέ τό οὐράνιο μύρο τῆς ἱερᾶς θυσίας;
Χρειάζεται, συνεπῶς, μεγάλη προσοχή πῶς προσερχόμεθα στή Θεία Μετάληψη. Οὔτε ἀποχή, οὔτε χωρίς τήν κατάλληλη προετοιμασία.[…]

Του Σεβ. Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ’