Φιλοθέη Μοναχή: Η περίφημη «Χατζήνα» με το ιερό ανεκτίμητο κειμήλιο

Είναι κάποιες ευλογημένες υπάρξεις, που σε φέρνουν κοντά στην πίστη μας την αγία, χωρίς να διαθέτουν τις περγαμηνές που έχουν εκείνοι που μας διώχνουν από την Εκκλησία.
Τι θέλει ο πιστός; Να αισθάνεται πως σηκώνεται ελαφρά από τη γη, όταν βρίσκεται με τον πνευματικό του. Να πλημμυρίζει από ελπίδα όταν είναι κοντά σε μια φωτισμένη μορφή.
Ευτύχησα να αποκτήσω μέτρο σύγκρισης, γύρω από τα ζητήματα αυτά, από ένα θεολόγο και συγγραφέα τον Διονύσιο Μπατιστάτο, στον οποίο μάλιστα οφείλω τη μετέπειτα πορεία μου. Στη διάρκεια της καριέρας μου έζησα επίσης από κοντά κορυφές της θεολογίας και της πνευματικής ζωής που φώτισαν το πνεύμα μου με το υπέρλαμπρο φως της σκέψης τους. Αλλά μια μορφή σημάδεψε τη ζωή μου και με οδήγησε στις σφαίρες του υπερβατικού.
Ήταν η περίφημη Χατζήνα, η μοναχή Φιλοθέη. Η γυναίκα που θα βρεις φωτογραφία της σε πολλά σπίτια της Κρήτης και όχι μόνο. Αμέτρητα τα πνευματικά της παιδιά. Αναρίθμητα τα περιστατικά που αποδεικνύουν ότι ξεχώριζε κατά θεία οικονομία από το καθημερινό, το συνηθισμένο, το αναμενόμενο. Ήταν η μάνα όλων των δυστυχισμένων, που ζητούσαν μια παρηγοριά κοντά στα θεία. Αυτή ήταν η Γερόντισσα που τιμάμε, ιδιαίτερα, όσοι τη ζήσαμε και ευεργετηθήκαμε από την προσευχή της.
Από φτωχή οικογένεια της Λούτρας
Η Στυλιανή -κατά κόσμον- γεννήθηκε στη Λούτρα εκεί γύρω στα 1897. Ήταν κόρη του Νικολάου και της Ειρήνης Μπιρλιράκη, δυο ευσεβών ανθρώπων, απλών και αγράμματων αλλά γεμάτων από τα ηθικά διδάγματα που κάνουν τον άνθρωπο καλύτερο. Είχε άλλα έξι αδέλφια και ζούσαν όλοι σε μεγάλη φτώχεια.
Τότε η αδελφή της μητέρας της, η Αθηνά, ευκατάστατη και εξαιρετική γυναίκα, που δεν είχε παιδιά σκέφτηκε να ζητήσει τη μικρή Στέλλα για να τη μεγαλώσει. Ο άνδρας της Νικόλαος δεν έφερε καμιά αντίρρηση. Ίσα ίσα.
Ενθάρρυνε μάλιστα την σύζυγό του να κάνει τη σχετική συζήτηση με τους γονείς της μικρής. Κι εκείνοι δεν μπορούσαν παρά να ανταποκριθούν, αφού δεν είχαν άλλη επιλογή και ήθελαν να δουν τα παιδιά τους να ζουν καλύτερα.
Έτσι, μικρή ήταν ακόμα, βάδιζε στα οκτώ της χρόνια, όταν βρέθηκε στο περιβάλλον των θείων της, που τη λάτρεψαν. Είχαν την οικονομική άνεση να της προσφέρουν τα πάντα αλλά το πολυτιμότερο βιος τους ήταν στα εικονίσματα. Ένα πολύτιμο κα σπάνιο κειμήλιο περιτυλιγμένο μ’ ένα τριγωνικό βελούδινο ύφασμα, κληρονομιά κάποιου θείου που ήταν ιερωμένος. Ήταν τίμιο ξύλο.
Από μικρή λοιπόν η Στέλλα δέθηκε συναισθηματικά με το κειμήλιο αυτό, καθώς η θεία της επαναλάμβανε ότι κάθε καλό στο σπίτι ήταν δώρο του κειμηλίου αυτού.
Πολύτιμη κληρονομιά
Όταν η Στέλλα έφτασε στα 16 χρόνια της η θεία αρρώστησε βαριά. Και φοβούμενη το μοιραίο, κάλεσε συμβολαιογράφο να αποκαταστήσει τη μικρή, επειδή είχε κι άλλα ανίψια που θα διεκδικούσαν τη μεγάλη της περιουσία. Η θεία Αθηνά στάθηκε πολύ γενναιόδωρη εξασφαλίζοντας τη θετή της κόρη. Και φρόντισε να της κάνει γνωστό το εδάφιο της διαθήκης που την αφορούσε. Αλλά διαπίστωσε με στενοχώρια ότι η Στέλλα δεν ήταν ευχαριστημένη με τη δωρεά. Αυτό τουλάχιστον έδειχνε το σκυθρωπό της πρόσωπο.
Επειδή η θεία την αγαπούσε πολύ επέμεινε να μάθει γιατί δεν έδειχνε ικανοποιημένη κι αν ήθελε κάτι περισσότερο.
Και τότε η μικρή, έσκυψε το κεφάλι με σεβασμό και είπε στη θεία της ότι δεν ήθελε τίποτα περισσότερο από τον Τίμιο Σταυρό, γιατί αυτός φέρνει όλα τα αγαθά.
Η Αθηνά ενθουσιάστηκε με το αίτημα της ανιψιάς της. Και φυσικά το ικανοποίησε, με χαρά, αφού προηγουμένως επανέλαβε στη μικρή τη σπουδαιότητα αυτού του κειμηλίου από θρησκευτικής πλευράς.
Ο θάνατος της θείας ήταν μια οδυνηρή στιγμή για τη Στέλλα, που είχε στο μεταξύ μεγαλώσει και είχε γίνει μια ωραία κοπέλα. Όπως ήταν κι ευκατάστατη ανήκε στις πολύφερνες νύφες.
Εκείνη όμως απέρριπτε όλες τις προτάσεις. Μέχρι που εκεί, στα 19 της χρόνια, ζήτησε να την παντρευτεί ένας άρχοντας από τα Ρούστικα.
Γάμος με τον άρχοντα των Ρουστίκων
Ήταν ο Νικόλαος Τζαγκαράκης, 51 ετών, υπάλληλος της Singer, ευσεβής Χριστιανός, που είχε μάλιστα πάει και στα Ιεροσόλυμα, μεγάλη υπόθεση για τις δυσκολίες της εποχής και είχε βαφτιστεί στον Ιορδάνη. Από το γεγονός αυτό λεγόταν και Χατζής.
Η ευσέβεια του Ρουστικιανού υποψηφίου έκανε την Στέλλα να τον επιλέξει. Γιατί ήθελε ο Τίμιος Σταυρός να βρεθεί στο ανάλογο περιβάλλον. Παντρεύτηκαν το 1919 και απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Ήταν η Ευαγγελία, ο Στυλιανός, η Μαρία και ο Σταύρος. Κι επειδή ο άνδρας της ήταν Χατζής λεγόταν κι εκείνη Χατζήνα.
Η επιλογή της αποδείχτηκε άριστη. Ο άνδρας της, δεν ήταν μόνο ένας τέλειος σύζυγος, αλλά είχε επιβάλλει και στα παιδιά του απόλυτο σεβασμό στη μητέρα τους.
Η Στέλλα πάλι έκανε ό,τι μπορούσε για να επικρατεί στο σπίτι τάξη και ευπρέπεια. Άριστη νοικοκυρά ήξερε να ράβει πουκάμισα.
Η αφετηρία των θαυμάτων
Μια ηλιόλουστη μέρα, αφού τέλειωσε τις δουλειές του σπιτιού κι ετοίμασε το φαγητό, μετέφερε τη μηχανή της στην ταράτσα του σπιτιού για να γαζώσει.
Από κοντά είχε το αγοράκι της, τον Σταύρο, που θα ήταν περίπου 20 μηνών. Το παιδάκι έπαιζε γύρω από την καπνοδόχο, αλλά σε μια στιγμή παραπάτησε κι όπως η ταράτσα δεν είχε στηθαίο, έπεσε από ύψος τριάμισι περίπου μέτρων και χτύπησε θανάσιμα σε ένα πελέκι.
Αλλόφρων έτρεξε κοντά του η έρμη μάνα. Τι να δει; Το αγοράκι της αιμορραγούσε εκεί στο χώμα από στόμα, μύτη, αυτιά, χωρίς να αναπνέει, χωρίς σημάδια ζωής. Άφωνη παρακολουθούσε σαν υπνωτισμένη η Στυλιανή.
Οι δικοί της άνθρωποι που προστρέξανε δεν ήξεραν πώς να την αντιμετωπίσουν, όπως την έβλεπαν αδάκρυτη και χλωμή σαν πεθαμένη. Προτίμησαν να την αφήσουν να συνέλθει και ασχολήθηκαν με το παιδί.
Μετέφεραν το άψυχο κορμάκι στο εσωτερικό του σπιτιού, το έβαλαν σ’ ένα καναπεδάκι. Ήρθε ο γιατρός που απλά πιστοποίησε το θάνατο του μικρού. Ενώ η καμπάνα του χωριού άρχισε να χτυπά πένθιμα, ειδοποιήθηκε ο πατέρας που ήταν στη δουλειά του στο Ρέθυμνο, για το τραγικό συμβάν και του ζήτησαν να κρατά ένα φέρετρο για το παιδί.
Η αυλή άρχισε να γεμίζει κόσμο που ερχόταν να συμπαρασταθεί στο πένθος της οικογένειας. Ορίστηκε και η κηδεία για την επομένη στις 4:00 το απόγευμα.
Η δύναμη της πίστης
Και τότε η Στυλιανή θυμήθηκε τον Τίμιο Σταυρό. Πετάχτηκε σαν ελατήριο από τη θέση της. Μάταια προσπάθησαν να τη συγκρατήσουν εκείνοι που νόμιζαν πως πηγαίνει να δώσει τέλος στη ζωή της.
Σπεύδει και κατεβάζει το ιερό κειμήλιο από το εικονοστάσι με τρεμάμενα χέρια. Ασπάζεται ευλαβικά το σύμβολο της πίστης μας και πλησιάζοντας το παιδί της ακούμπησε το ιερό σύμβολο πάνω στην καρδούλα του και το έσφιξε στην αγκαλιά της:
– Τίμιε μου Σταυρέ παρακάλεσε, να ζήσει το παιδί μου, να το βαπτίσω Σταύρο και να το κάνω ιερέα.
Η προσευχή της εισακούσθηκε και το παιδάκι άνοιξε τα ματάκια του απορημένο με τον κόσμο που έβλεπε μπροστά του. Έγινε όπως το έταξε η μητέρα. Και το νεκραναστημένο παιδάκι έγινε μεγαλώνοντας ο εξαιρετικά αγαπητός μας ιερέας, παπα-Σταύρος Τζαγκαράκης, που επί εφημερίας του ανθούσε η ενορία Περιβολίων και έχει καταγραφεί στα χρονικά του τόπου, από τους ίδιους τους πιστούς, ως ένας από τους πλέον φωτισμένους μας κληρικούς.
Τα στοιχεία της οικογενείας που παραθέτω, είναι από την έκδοση «Το θαύμα του Τιμίου Σταυρού κι η Γερόντισσα Φιλοθέη Μοναχή κατά κόσμον Στυλιανή Χατζήνα» (Ορθόδοξος Κυψέλη).
Από τότε συνέρρεαν οι πιστοί στο σπίτι της, σε κάθε δύσκολη στιγμή τους ζητώντας να τους σταυρώσει με το Τίμιο Ξύλο. Κι εκείνη πρόθυμα ανταποκρινόταν χωρίς ποτέ να δεχθεί τίποτα υλικό για τη διακονία της αυτή.
Η σύγκρουση με τον Επίσκοπο
Ο τότε Επίσκοπος ενοχλήθηκε από το γεγονός ότι μια γυναίκα σταυρώνει. Να της πάρει τον Σταυρό δεν μπορούσε, αφού ήταν οικογενειακό κειμήλιο. Θεώρησε καλό να την προειδοποιήσει. Εκείνη για να δείξει υπακοή, καθώς ήταν πάντα μια ευσεβής γυναίκα, αποφάσισε να κλείσει την πόρτα της και να μη σταυρώσει ξανά.
Ένα απόγευμα πήγε σε ένα περιβόλι που καλλιεργούσε ο άνδρας της κρατώντας από το χέρι τον μικρό Σταύρο. Πλάι ήταν ένα ερειπωμένο εκκλησάκι, που είχε βάλει σκοπό ζωής η Χατζήνα κάποτε να το αναστηλώσει.
Εκεί τη βρήκε μια γυναίκα, από το διπλανό χωριό, που ήρθε για να της σταυρώσει το παιδάκι της. Είχε πρησμένο γόνατο και πονούσε αφόρητα. Η Στυλιανή είπε ψέματα για να την αποφύγει, αφού είχε υποσχεθεί στον Δεσπότη ότι δεν θα ξανασταυρώσει. Και δεν προλαβαίνει να πάει ν’ ανάψει το καντήλι, στο ερειπωμένο εκκλησάκι, όταν αρχίζει γοερά κλάματα ο μικρός Σταύρος, δείχνοντας το γόνατό του που άρχισε να πρήζεται. Κατάλαβε η Χατζήνα και τρέχοντας πρόλαβε τη γυναίκα και το παιδί της, τους έφερε κοντά στο δικό της, σταύρωσε και τα δυο παιδιά, που συνήλθαν αμέσως και ζήτησε συγγνώμη για την προηγούμενη άρνηση, δίνοντας τις απαραίτητες εξηγήσεις. Δυστυχώς όμως βρέθηκε πάλι απέναντι από τον Δεσπότη που είχε θυμώσει μαθαίνοντας ότι η Στυλιανή δεν κράτησε την υπόσχεση που του είχε δώσει. Της πήρε λοιπόν τον Σταυρό και τον έδωσε στον Ηγούμενο της Μονής του Προφήτη Ηλία να τον φυλάξει.
Η δοκιμασία του Ηγούμενου
Τα στοιχεία που ακολουθούν είναι και πάλι από το βιβλίο που προανέφερα.
Ο Ηγούμενος με το που φύλαξε τον Σταυρό, πιάστηκε σε όλο του το κορμί και δεν μπορούσε να περπατήσει. Η μητέρα του, ευσεβέστατη γυναίκα, σκέφτηκε ποια μπορεί να είναι η αιτία της ταλαιπωρίας του γιου της. Και του συνέστησε να επιστρέψει τον Σταυρό. Εκείνος την άκουσε και ενημέρωσε τον Δεσπότη. Ο επόμενος που έλαβε τον Σταυρό ήταν ο πρόεδρος της Κοινότητας. Αλλά κατά ένα θαυμαστό τρόπο ο Σταυρός επέστρεψε και πάλι στη Χατζήνα, που σίγουρη πια για την αποστολή της συνέχιζε να σταυρώνει.
Φαίνεται πως ο δεσπότης το πήρε προσωπικά και της έκανε δικαστήριο. Δεν μπορούσε να δεχθεί ότι μια γυναίκα είχε το δικαίωμα να σταυρώνει. Και διεκδικούσε τον Σταυρό για τη Μητρόπολη. Την ημέρα της δίκης προσήλθαν κάπου 70 μάρτυρες υπεράσπισης, ανάμεσά τους και η σύζυγος του Εισαγγελέα, που είχε γίνει το παιδί της καλά από σοβαρή ασθένεια. Το βούλευμα ήταν αθωωτικό και ο Σταυρός έμεινε στη Στυλιανή.
Μια ηρωική πράξη
Με την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, είχε συλληφθεί στο Ρέθυμνο μεγάλος αριθμός αιχμαλώτων που τους κρατούσαν οι Ναζί στο Γυμνάσιο Αρρένων, χωρίς φαγητό και νερό, απαγορεύοντας την είσοδο στους πάντες.
Τότε ζήτησαν από τον Δεσπότη οι συγγενείς των αιχμαλώτων να μεσολαβήσει για την απελευθέρωσή τους. Εκείνος όμως φαίνεται πως δείλιασε και δεν ανταποκρίθηκε. Ο κόσμος αγανάκτησε επειδή τόσοι άνθρωποι έμεναν αβοήθητοι χωρίς φαγητό και νερό.
Τότε η Χατζήνα πήρε τη μεγάλη απόφαση. Γέμισε κοφίνια με τρόφιμα, ετοίμασε κανίστρες με νερό, γέμισε κι ένα καλάθι με βραστά αυγά, που ήξερε ότι αρέσουν στους Γερμανούς και πήγε στο σχολείο. Είχε στην τσάντα τον Τίμιο Σταυρό και τη συνοδεία μερικών φίλων. Μίλησε απλά στους φρουρούς. Εξήγησε ότι είναι απάνθρωπο τόσες μέρες να υποφέρουν άνθρωποι νηστικοί και διψασμένοι. Και προς μεγάλη κατάπληξη όλων οι φρουροί της επέτρεψαν να περάσει. Μάνα εξ ουρανού ήρθαν τα τρόφιμα για τους δυστυχείς αιχμαλώτους κι ευτυχώς που υπήρχε βρύση στο κτίριο για να ξεδιψάσουν οι υπόλοιποι, γιατί το νερό τελικά που κουβαλούσε η Στυλιανή, δεν έφτανε για όλους.
Η μεταμέλεια του Επισκόπου
Λίγες μέρες μετά η σεβάσμια αυτή γυναίκα έλαβε πρόσκληση από τον Δεσπότη. Πήγε περίεργη να δει τι έκανε πάλι και την καλεί σε απολογία. Οποία κατάπληξη όταν είδε τον προκαθήμενο της τοπικής εκκλησίας να τη συγχαίρει για την ηρωική της πράξη ομολογώντας τη δική του αδυναμία. Έτσι έσπασε ο πάγος μεταξύ τους και από τότε ο Αθανάσιος αποκαλούσε «Μητέρα» τη Στυλιανή, που πραγματικά άρχισε να τον φροντίζει σαν μάνα.
Κάποια στιγμή μάλιστα το 1954, όταν δημιουργήθηκε πρόβλημα και με τον Δεσπότη Ιεράπετρας, γιατί ως εκεί έφτανε η χάρη της Χατζήνας και της πήραν από την οικεία Μητρόπολη το κειμήλιό της μέχρι να γίνει δίκη, ο δικός μας Αθανάσιος του έγραψε σχετικά και αμέσως ο σταυρός επεστράφη στην Στυλιανή.
Αργότερα κι επειδή από το 1947 ήταν χήρα, εκπληρώθηκε το μεγάλο της όνειρο και εκάρη μοναχή από τον Πατριάρχη Βενέδικτο το 1964 με το όνομα Φιλοθέη.
Όπως το είχε όνειρο ζωής αναστήλωσε και το εκκλησάκι του Χριστού, τηρώντας με θρησκευτική ευλάβεια τους κανόνες που της είχε θέσει ο γέρο Χατζής. Να μην κάνει εράνους, να μην πουλήσει περιουσία που ανήκει στα παιδιά και να μη δανειστεί από τράπεζα. Στο αναστηλωμένο εκκλησάκι βαπτίστηκαν περισσότερα από 500 παιδιά που είχαν γεννηθεί από άτεκνα πριν σταυρωθούν με τον Τίμιο Σταυρό ζευγάρια.
Μια μεγάλη μορφή
Θέλουμε χώρο και χρόνο πολύ για να απαριθμήσουμε τα έργα της Γερόντισσας που ακόμα τιμάται με σεβασμό από χιλιάδες κόσμου. Από τα έργα της δεν θα μπορούσε να λείψει ναός, προς τιμήν του Αγίου Σπυρίδωνος, που ήταν ο προστάτης Άγιος της Γερόντισσας, η οποία φαίνεται πως είχε και το χάρισμα της ενόρασης.
Κάποτε μια γυναίκα που ήθελε να πάει να σταυρωθεί ζητούσε από τον άνδρα της, αλλά μάταια, τις 200 δραχμές που ήταν τα ναύλα της. Εκείνος αρνείτο πεισματικά να της δώσει τα χρήματα. Επιτέλους η γυναίκα βρήκε τρόπο και πήγε χωρίς κανένας να ξέρει την περιπέτειά της αυτή, ούτε φυσικά και η γερόντισσα. Πριν φύγει όμως, μετά το σταύρωμα, βγάζει η Φιλοθέη και της δίνει ένα φάκελο με την παράκληση να τον δώσει στον άνδρα της. Κι όταν εκείνος έκπληκτος τον άνοιξε είδε πως το περιεχόμενό του ήταν 200 δραχμές!!!
Η γερόντισσα Φιλοθέη κοιμήθηκε στις 4 Αυγούστου 1975.
Αξίζει πραγματικά τον κόπο, για τον σημερινό δοκιμαζόμενο άνθρωπο που διψά για ελπίδα, να γίνει μια εκτενέστερη έκδοση για τον βίο και τα θαύματα του Τιμίου Σταυρού, επί των ημερών της Χατζήνας, που ευτυχώς βρήκε συνεχιστή της θείας χάρης, που ευλογήθηκε, στο πρόσωπο του γιου της παπα-Σταύρου. Εκείνου που με την νεκρανάστασή του έγινε η αφετηρία όλων των θαυμαστών που ζήσαμε και που μένουν ανεξίτηλα στη μνήμη μας.