Ρωτούσαμε τον παππού από το Αϊβαλί αν είχε φωτογραφία του γάμου του και απαντούσε ότι κάπου την είχε και την έχασε.
Κάπως έτσι είχε παντρευτεί με την γιαγιά φυσικά Μικρασιάτισσα και αυτή….
Οι ηλικίες κατά δήλωση γιατί χαρτιά δεν είχαν οι περισσότεροι…
Παθόντες και μαθόντες γι αυτό το θέμα όταν γεννιόντουσαν τα παιδιά τους
έγραφαν την ημερομηνία πίσω από μια εικόνα…με μελανί μολύβι.
Τους έβλεπαν με μισό μάτι οι ντόπιοι….θυμότανε…
Είχαν μαζί τους λίγα χρυσαφικά και φυσικά υπήρχαν και οι επιτήδειοι
που τους τα έπερναν για ένα κομμάτι ψωμί.
Προσπαθούσαν να βρούν ένα δωμάτιο στα φτηνά ξενοδοχεία της Αθήνας…
δεν τους μιλούσαν καθόλου απλά τους κουνούσαν αρνητικά το κεφάλι
βλέποντας τους μπόγους που κουβαλούσαν.
Έλεγε για γνωστό του που αναγκάστηκε να νοικιάσει κοτέτσι σε Αθηναϊκή
αυλή για να μείνει με την γυναίκα του….έφιαξε μόνος του πρόχειρη παράγκα.
Τους φοβόντουσαν ότι θα τους έπαιρναν τις δουλειές…
Και δεν ήταν λίγοι….
Μοιράστηκαν σε πολλές γειτονιές….προσπάθησαν να είναι κοντά για να μπορεί
ο ένας να βοηθάει τον άλλο.
Έτσι τους θυμήθηκα σε ένα δρόμο σε γειτονιά της Αθήνας….
Ο ένας δίπλα και απέναντι από τον άλλο….
Μπαινόβγαινα στα σπίτια τους και άκουγα τις γιαγιάδες να λένε ιστορίες.
Φυσικά οι μυρουδιές από τις κουζίνες τους ….
Δεν προλάβαινες να καθήσεις και σε μπουκόνανε….
“…είσαι παιδί πρέπει να τρώς….”
Το τηγάνι τσιτσίριζε και ο καυτός κεφτές σου έκαιγε το στόμα…
Πήγαινες να φύγεις και….
“….δώσε στην μάνα σου αυτό το πιάτο…”τυλιγμένο στην πάνινη καρό
πετσέτα.
Το απόγευμα έβγαιναν στα σκαλοπάτια να κουβεντιάσουν και βλέποντας
τα παιδιά που ερχόντουσαν για παιχνίδι πήγαιναν στην κουζίνα
για να τους φιάξουν τηγανίτες.
Και μια ακόμα εικόνα από εκείνα τα αγαπημένα σπίτια….
το μακρόστενο κάδρο με την Σμύρνη και φυσικά οι εικόνες στον τοίχο
με το καντηλάκι.