Το παρόν αποτελεί περίληψη του βιβλίου «ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ» του Αρχιμ.Νεκτάριου Αντωνόπουλου (Εκδόσεις Ακρίτα) και δημιουργήθηκε για να βοηθήσει όσους έχουν απορίες για τη μετάνοια και την εξομολόγηση.
Πολλές φορές χαρακτηρίζουμε τους συνανθρώπους μας καλούς ή κακούς. Όμως η στάση αυτή είναι αθεολόγητη, διότι πρώτον, δεν έχουμε το δικαίωμα να κρίνουμε τους άλλους και δεύτερον, για την εκκλησία δεν υπάρχουν καλοί και κακοί άνθρωποι, αλλά άνθρωποι εντός ή εκτός της εκκλησίας.
Αντί λοιπόν να κοιτάμε τις αμαρτίες των άλλων, το μόνο που μπορούμε και πρέπει να κάνουμε είναι να συλλογιστούμε τις δικές μας αμαρτίες και να τις εξομολογηθούμε σε ένα ιερέα, μετανοώντας πραγματικά για αυτές.
Όμως τι είναι αμαρτία, πως γίνεται η εξομολόγηση και τι σημαίνει μετάνοια;
Αμαρτία θεωρείται οποιαδήποτε πράξη αποκόβει και αποξενώνει τον άνθρωπο από τον Θεό και από το σώμα της εκκλησίας. Αμαρτία είναι κάθε ενέργεια αυτοκαστροφής. Είναι μια επικίνδυνη αρρώστια της ψυχής που μας απομακρύνει από τον Θεό και μας οδηγεί στον ψυχικό θάνατο.
Μετάνοια σημαίνει ολοκληρωτική αλλαγή ζωής, την άρνηση της αμαρτίας, την αλλαγή νοοτροπίας. Μια αληθινή έμπρακτη μετάνοια, θεωρείται από τους Πατέρες της Εκκλησίας το «δεύτερο βάπτισμα».
Εξομολόγηση είναι το άδειασμα του δηλητηρίου που υπάρχει στην ψυχή μας. Θεωρείται η συνέχεια της μετάνοιας και πραγματοποιείται με την ενώπιον του πνευματικού ομολογία των αμαρτιών μας.
Όταν αποφασίσουμε να εξομολογηθούμε, δεν πάμε απλά στον πνευματικό και περιμένουμε να μας ρωτήσει, να μας ανακρίνει ή να μαντέψει τις αμαρτίες μας. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για το τι θα πούμε, έχοντας ήδη κοιτάξει μέσα στην ψυχή μας με ειλικρινή ματιά. Βέβαια αυτό απαιτεί πόλεμο με τον εγωισμό μας και με τον φόβο μας να παραδεχτούμε την αμαρτωλότητά μας.
Από τη στιγμή που θα συνειδητοποιήσουμε σε τι κατάσταση βρίσκεται η ψυχή μας, περνάμε στο στάδιο της μετανόησης, όπου θέλουμε να την εξυγιάνουμε, αναζητώντας την γιατρειά της. Τότε ακριβώς είναι η κατάλληλη στιγμή να πάμε στον πνευματικό να εξομολογηθούμε και να ελευθερώσουμε όλα τα δαιμόνια που έχουν φωλιάσει στην ψυχή μας.
Πολλές φορές όταν αναλογιζόμαστε τις αμαρτίες μας, κατακλυζόμαστε από βαριά αισθήματα ενοχής. Όμως αυτά δεν έχουν καμία σχέση με την μετάνοια, η οποία είναι μόνο έμπρακτη. Ο Θεός γνωρίζει (ως δημιουργός μας) την αδύνατη φύση μας και δεν απαιτεί να είμαστε αναμάρτητοι. Το μόνο που θέλει είναι να γνωρίζουμε την κατάστασή μας, τις ατέλειές μας και να βρισκόμαστε σε πορεία μετανοίας.
Οι αμαρτίες υποδιαιρούνται σε τρεις βασικούς τομείς:
1. Η σχέση μας με το Θεό
– έλλειψη ζωντανής σχέσης με το Θεό
– κλονισμός πίστεως και εμπιστοσύνης στον Θεό στις οποιεσδήποτε δυσκολίες
– ολιγοπιστία, αμφιβολία
– αδιαφορία για προσευχή, νηστεία, θεία λατρεία, εκκλησιασμό, θεία μετάληψη, μελέτη Αγίας Γραφής
– βλασφημία (ακόμα με το λογισμό)
– όρκοι, επιορκία, ψευδορκία, τάξιμο
– μαγεία, μαντεία, αστρολογία, πίστη στην τύχη-όνειρα, κτλ.
2. Η σχέση μας με τον πλησίον
– έλλειψη αγάπης για τον πλησίον, αδιαφορία, υποτίμηση, περιφρόνηση
– μίσος, φθόνος, έχθρα, εκδικητικότητα, ασυγχωρησία, πικρία, ζήλεια
– κατάρες, ύβρεις, ειρωνεία, κοροϊδία, χειροδικία, φόνος
– κατάκριση, συκοφαντία, καχυποψία
– ψεύδος, ανειλικρίνεια, ανεντιμότητα
– κλοπή, κατάχρηση, καταστροφή ξένης περιουσίας
– αγνωμοσύνη, αχαριστία, αναίδεια, θρασύτητα, έλλειψη σεβασμού
– σκανδαλισμός άλλων με τη ζωή μας, τη συμπεριφορά μας, την εμφάνισή μας, κτλ
– παράλειψη καλού και ελεημοσύνης
– έλλειψη υποχωρητικότητας και αλληλοκατανόησης, πείσμα
– έλλειψη ενδιαφέροντος και αφιέρωσης χρόνου στην οικογένειά μας
– αδικαιολόγητες επεμβάσεις στη ζωή και τις αποφάσεις των παιδιών μας, υπονόμευση των προσπαθειών τους και του δεσμού τους
– μοιχεία
– απάτη, νοθεία στην εργασία ή στο εμπόρευμα
– αισχροκέρδεια, κατάχρηση, παρανομία, τοκογλυφία, κλοπή
– ανεντιμότητα στις συναλλαγές μας
– κακομεταχείριση, εκμετάλλευση των υπαλλήλων
3. Η σχέση μας με τον εαυτό μας
– Αδιαφορία για την πνευματική ζωή
– Ανευθυνότητα, αμέλεια
– Υπερβολικές διασκεδάσεις, χαρτοπαιξία, λαιμαρία, μέθη, ναρκωτικά
– Φιλαργυρία, απληστία, πλεονεξία, πλούτος, υπερκαταναλωτισμός, πολυτέλειες, ατομισμός
– Υποκρισία
– Αισχρολογία, αργολογία, φλυαρία
– Θυμός, οργή
– Υπερηφάνεια, εγωϊσμός, υπεροψία, φιλαρχία, μεγαλομανία
– Πείσμα, ισχυρογνωμοσύνη, δαιμονική αυτοπεποίθηση, ιδιοτροπία
– Αμαρτίες και πειρασμοί της σάρκας
– Ανάγνωση ή θέαση ανήθικων έργων (βιβλία, περιοδικά, ταινίες, κτλ.)
– Ανήθικες σκέψεις, φαντασιώσεις, κτλ
– Πορνεία, μοιχεία, αυνανισμός, κτλ
– Έκτρωση
Πολύ γρήγορα θα σταθούμε σε μερικά σημεία:
– Η αποφυγή της Θείας κοινωνίας είναι περιφρόνηση της θυσίας του Χριστού!
– Η καθημερινή προσευχή μας δίνει δύναμη για να συνεχίσουμε.
– Να κρατάμε απόσταση από τη «μαύρη μαγεία» των καφετζούδων, χαρτορίχτρων, μέντιουμ, κτλ.
– Το πείσμα είναι σατανικό. Είναι απόδειξη εγωϊσμού και κακίας. Αν υπάρχουν άνθρωποι που τους έχουμε «τιμωρήσει» με το να μη τους μιλάμε, τότε πρέπει πρώτα να συμφιλιωθούμε μαζί τους και έπειτα να ζητήσουμε τη συγχώρεση του Θεού.
– «Μη κρίνετε, για να μη κριθείτε» είπε ο Χριστός. Αν θέλετε να κρίνετε κάποιον, τότε κρίνετε μόνο τον ίδιο σας τον εαυτό. Μια αυτογνωσία θα σας βοηθήσει στη μετάνοια και την εξομολόγηση.
– Ο σκανδαλισμός των άλλων με την ασυνέπεια των λόγων μας, με την άστατη ζωή μας, την προκλητική μας εμφάνιση, την απροσεξία, την ανεντιμότητα, κτλ. είναι μεγάλο αμάρτημα. Ο Χριστός είχε πει: «Είναι αδύνατο να μην έλθουν τα σκάνδαλα. Αλίμονο όμως σε εκείνον που τα προκαλεί. Είναι προτιμότερο γι’αυτόν να κρεμάσει μια μυλόπετρα στο λαιμό του και να ριχτεί στη θάλασσα».
– Επειδή έχει χαλαρώσει η ηθική της σημερινής ανθρώπινης κοινωνίας, πολλοί θεωρούν ότι η Εκκλησία πρέπει να προσαρμοστεί στα σημερινά δεδομένα. Όμως η ηθική της Εκκλησίας δεν είναι διαπραγματεύσιμη. Εμείς έχουμε ανάγκη ηθικής αλλαγής και όχι η Εκκλησία.
– Ο Χριστός δεν στέκεται μόνο στις σαρκικές αμαρτίες, αλλά και στην αμαρτία που διαπράττεται με το λογισμό: «Όποιος βλέπει μια γυναίκα με πονηρή επιθυμία, έχει κιόλας διαπράξει μέσα του μοιχεία με αυτήν»!
– Η φιλαργυρία θεωρείται αμαρτία, διότι κανείς δεν πλουτίζει δίχως απάτες, εκμετάλλευση των άλλων, κτλ. Ένας άνθρωπος που πιστεύει στο χρήμα, δεν μπορεί να πιστεύει στον αληθινό Θεό.
Μερικές συμβουλές για την εξομολόγηση:
– Δεν εξομολογούμαστε ξανά αμαρτήματα που έχουμε εξομολογηθεί και δεν έχουμε επαναλάβει.
– Πρέπει να εξομολογούμαστε μόνο τα δικά μας αμαρτήματα και να κρίνουμε μόνο τους εαυτούς μας.
– Δεν φλυαρούμε και δεν μπαίνουμε σε λεπτομέρειες που ενδέχεται να θέσουν σε πειρασμό τον πνευματικό.
– Μετανοούμε πραγματικά (έμπρακτα) και όχι μόνο στα λόγια (επιφανειακά).
– Μια σωστή εξομολόγηση προαπαιτεί βαθιά αυτογνωσία.
– Δεν εξομολογούμαστε σε εικόνες ή σε δικούς μας ανθρώπους, διότι δεν μπορούν να μας συμβουλέψουν κατάλληλα και να μας δώσουν άφεση αμαρτιών.
– Ευτυχώς που οι ιερείς δεν είναι αναμάρτητοι και έτσι μπορούν να καταλάβουν καλύτερα την αδυναμία μας απέναντι στην αμαρτία.
– Πρέπει να ντρεπόμαστε όταν κάνουμε την αμαρτία και όχι όταν την εξομολούμαστε.
– Η Εκκλησία είναι το τέλειο θεραπευτήριο ψυχών. Δεν πρέπει να μας πιάνει απελπισία και απόγνωση ότι για μας δεν υπάρχει γιατρειά. Ασυγχώρητη αμαρτία είναι μόνο η αμετανόητη. Δεν θα κολαστούμε γιατί αμαρτήσαμε, αλλά γιατί δε μετανοήσαμε.
– Δεν πρέπει να αναβάλουμε τη μετάνοια και εξομολόγησή μας. Δεν έχουμε υπογράψει συμβόλαιο με τον θάνατο. Το σήμερα είναι δικό μας, το αύριο όχι.
– Η εξομολόγηση πρέπει να γίνει με ταπείνωση, φόβο Θεού, ακρίβεια και όχι υπερβολές.
– Ομολογούμε συγκεκριμένες αμαρτίες και δεν είμαστε γενικοί και αόριστοι (π.χ. είμαι αμαρτωλός).
– Δε ζητάμε από τον ιερέα να μας ρωτήσει εκείνος. Η εξομολόγηση δεν είναι ανάκριση.
– Δε μεταφέρουμε ευθύνες σε άλλους, ούτε αναφέρουμε άλλους.
– Δεν αναφέρουμε τα καλά μας έργα.
– Δεν αποκρύπτουμε τίποτα, γιατί δεν μπορούμε να ξεγελάσουμε τον Θεό.
Όταν τελειώσουμε την εξομολόγηση, τότε ο πνευματικός με τη βοήθεια του Θεού θα μας συμβουλεύσει και θα μας κατατοπίσει πως θ’αγωνιστούμε για να διορθώσουμε την πορεία μας.
Πιθανόν να μας δώσει κάποιο επιτίμιο, το οποίο δεν είναι τιμωρία, αλλά μια θεραπευτική αγωγή για την ασθένεια της ψυχής μας. Είναι πνευματικά φάρμακα και αγωνίσματα, τα οποία πρέπει να δεχόμαστε με ευγνωμοσύνη και να τα τηρούμε με επιμέλεια και ακρίβεια.
Η μετάνοια είναι ένας ατελείωτος δρόμος, μια διαρκής κατάσταση που δε σταματάει ποτέ. Αν ξανακυλίσουμε στην αμαρτία, τότε δεν απελπιζόμαστε. Το ιατρείο της μετάνοιας είναι πάντα ανοιχτό.
«Το να πέσει κανείς είναι ανθρώπινο. Το να μείνει κανείς στην πτώση, είναι σατανικό». Όλη μας η ζωή πρέπει να είναι πορεία μετάνοιας, αλλά και προετοιμασίας για τη Θεία κοινωνία. Πάντα να θυμόμαστε ότι ανάμεσα στην απελπισία του «τα πάντα είναι αμαρτία» και του «τίποτα δεν αμαρτία», υπάρχει πάντα η χρυσή οδός της Εκκλησίας του Χριστού. (pdf Αμπατζόγλου Γιάννης, 2012)
Τι είναι μετάνοια;
Η μετάνοια έχει ονομαστεί από τους Πατέρες της εκκλησίας «δεύτερο βάπτισμα» ή «ανανέωση του βαπτίσματος». Με το πρώτο βάπτισμα, αρχίζουμε μια πορεία προς τη βασιλεία του Θεού. Η αγάπη του Θεού – Πατέρα μας, γνωρίζοντας την ανθρώπινη αδυναμία μας και το ενδεχόμενο της πτώσης μας, μάς έδωσε το δεύτερο βάπτισμα, την μετάνοια, με την οποία ο άνθρωπος μπορεί να ξανασηκωθεί από την πτώση του, να γιατρέψει τις πληγές του και να συνεχίσει την δύσκολη πορεία του. Δυστυχώς πολύ λίγοι γνωρίζουμε τι σημαίνει μετάνοια και ποιο είναι το βαθύτερο νόημά της. Οι περισσότεροι όχι μόνο δεν γνωρίζουμε τι είναι μετάνοια, αλλά ούτε και για ποιο πράγμα πρέπει να μετανοήσουμε.
Η μετάνοια δεν είναι, όπως νομίζουμε, μια νομική διαδικασία, που απαλλάσσει τον άνθρωπο από κάποια αισθήματα ενοχής. Ούτε είναι μια τυπική εξομολόγηση, που κάνει κανείς πριν τις μεγάλες γιορτές ή κάτω από σκληρές ψυχολογικές συνθήκες. Η στάση και η πορεία του ασώτου δείχνει κάτι άλλο.
Όπως το λέει η λέξη, μετάνοια (μετα-νοώ) σημαίνει την ολοκληρωτική αλλαγή ζωής, την άρνηση, με όλη μας την καρδιά, της αμαρτίας, την αλλαγή νοοτροπίας. Δηλαδή, να νοιώσουμε με όλη μας την ύπαρξη, ότι ο δρόμος που ακολουθούμε δεν πάει πουθενά, και να θελήσουμε να επιστρέψουμε. Να αισθανθούμε ότι ζούμε σ’ έναν αχυρώνα, έξω από το σπίτι του πατέρα μας, και να πούμε: «Πού πάμε; Τρελλαθήκαμε; Εδώ ο πατέρας μας έχει παλάτι, όπου όλοι ευφραίνονται, και μεις καθόμαστε στον βούρκο;» Κι έπειτα να αποφασίσουμε να γυρίσουμε, να ξαναμπούμε στο πατρικό σπίτι, να συμφιλιωθούμε με τον Θεό – Πατέρα και τους αδελφούς μας.
Για νά ‘ναι αληθινή η μετάνοια, θα πρέπει νά ‘ναι έμπρακτη. Λέει ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Όλοι οι πνευματικοί, οι Πατριάρχες, οι Αρχιερείς κι όλος ο κόσμος να σε συγχωρήσουν, είσαι ασυγχώρητος, εάν δεν μετανοήσεις έμπρακτα». Εάν, δηλαδή, δεν θελήσουμε να απομακρυνθούμε, από την αμαρτία και να αλλάξουμε ζωή, τότε η μετάνοιά μας δεν είναι αληθινή. Δεν είναι καν μετάνοια.
Πολλοί προσέρχονται στην εξομολόγηση με ενθουσιασμό, κάτω από το βάρος ψυχολογικών ή άλλων προβλημάτων. Εξομολογούνται με δάκρυα και υποσχέσεις, ότι από τώρα και στο εξής δεν θα ξαναγυρίσουν στην αμαρτία, ότι αποφάσισαν να αλλάξουν ζωή κλπ. Κάτι τέτοιο μπορεί να μην έχει σχέση με τη μετάνοια και πρέπει να μας βάλει σε υποψίες.
Γιατί η μετάνοια δεν είναι πυροτέχνημα. Χρειάζεται χρόνο, κόπο, άσκηση, αγώνα κάτω από την χάρη του Θεού. Και πραγματώνεται με υπομονή και μυστικά στην ψυχή του ανθρώπου. «Ως αν άνθρωπος βάλη τον σπόρον επί της γης και καθεύδη και εγείρεται νύκτα και ημέρα, και ο σπόρος βλαστάνει και μηκύνηται ως ουκ οίδεν αυτός, αυτόματη γαρ η γη καρποφορεί». Δηλαδή, «σαν τον άνθρωπο που σπέρνει τον σπόρο στη γη, κοιμάται τη νύκτα και ξυπνάει την ημέρα, κι ο σπόρος βλασταίνει κι αυξάνει με τρόπο που ο ίδιος δεν ξέρει. Η γη καρποφορεί από μόνη της». (Μαρκ. Δ. 26-28).
Τέλος, η μετάνοια είναι έργο της θείας χάρης. Ο άνθρωπος ζώντας στο σκοτάδι της αμαρτίας και αγνοώντας την ωραιότητα της θείας ζωής, δεν μπορεί να καταλάβει τη διαφορά μεταξύ της ανθρώπινης ζωής και της θεανθρώπινης ζωής. Μόνον όταν η θεία χάρη ρίξει στην καρδιά του τον σπόρο της θείας αγάπης, μπορεί να δει την πνευματική του ερήμωση.
Το φως του ήλιου, όταν εισέρχεται μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο, αποκαλύπτει τα πάντα. Έτσι, όταν η χάρη του Θεού φωτίσει τις ψυχές μας, τότε βλέπουμε την εσωτερική ερήμωση, τα πάθη, τις αμαρτίες μας. Γι’ αυτό και οι άγιοί μας, τόσο έντονα ζητούσαν από τον Θεό: «Δώρησαί μοι μετάνοιαν ολόκληρον». Γιατί αυτή η αληθινή μετάνοια είναι ο ασφαλής δρόμος που οδηγεί στη βασιλεία του Θεού.
Τι είναι εξομολόγηση;
Αν η μετάνοια είναι το πρώτο μέρος του μυστηρίου, το δεύτερο είναι η εξομολόγηση. Δηλαδή, η ενώπιον του πνευματικού ομολογία των αμαρτιών μας. Όπως για τη μετάνοια, έτσι και για την εξομολόγηση, υπάρχει μεγάλη άγνοια και παρεξήγηση. Ο πνευματικός τις περισσότερες φορές νοιώθει ότι αυτό που επιτελεί είναι μια παρωδία μυστηρίου.
Πολλοί, πχ, νομίζουμε ότι η εξομολόγηση είναι μια φιλική συζήτηση, ή μια τυπική εξαγόρευση κάποιων αμαρτιών. Αυτό όμως ποια σχέση έχει με το μυστήριο της μετάνοιας; Αν εξετάσουμε και τα κίνητρα που οδηγούν πολλούς από μας στην εξομολόγηση και πάλι θα απογοητευτούμε.
Άλλοι πηγαίνουμε για να βρούμε κάποια ανακούφιση ή για να απαλλαγούμε από τις ενοχές μας. Άλλοι από το φόβο της «τιμωρίας» από τον Θεό. Άλλοι από καθήκον ή από έθιμο, όπως κάνουμε οι περισσότεροι πριν τις μεγάλες γιορτές για να κοινωνήσουμε, συνδέοντας την εξομολόγηση με την θεία κοινωνία. Όλα αυτά όμως, ελάχιστη ή καθόλου σχέση έχουν με την εξομολόγηση και την μετάνοια.
Ας το πούμε με απλά λόγια: Εξομολόγηση είναι το άδειασμα του δηλητηρίου. Όταν κανείς πιεί δηλητήριο, δεν υπάρχει άλλη λύση. Το ίδιο και η εξομολόγηση. Εκεί βγάζουμε το δηλητήριο της αμαρτίας. Διαφορετικά θα οδηγηθούμε στον θάνατο.
Και για να χρησιμοποιήσουμε μιαν άλλη εικόνα: Όπως στον γιατρό δείχνουμε τις πληγές μας, αναφέρουμε τους πόνους, τις ενοχλήσεις, τις αρρώστιες μας δίχως να κρύψουμε τίποτα, έτσι και στην εξομολόγηση. Ξεγυμνώνουμε την ψυχή μας, ομολογούμε την αρρώστια μας και τον προσωπικό μας πόνο. Αν αυτό δεν γίνει θα μείνουμε αθεράπευτοι. Οι πληγές θα μεγαλώσουν, η μόλυνση και η σήψη θα προχωρήσουν, η αρρώστια θα συνεχίσει να υπονομεύει την ύπαρξή μας και αργά ή γρήγορα θα μάς οδηγήσει στον θάνατο.
Απ’ όλα αυτά, καταλαβαίνουμε ότι ο Θεός δεν έχει ανάγκη την δική μας εξομολόγηση. Εμείς την έχουμε ανάγκη. Όταν, δηλαδή, εξομολογούμαστε, δεν κάνουμε… χάρη του Θεού, όπως πολλοί νομίζουν. Άλλο βέβαια αν ο Θεός σαν πατέρας περιμένει πάντα με πολλή αγάπη την δική μας επιστροφή.
Στο σημείο αυτό, είναι ανάγκη να υπογραμμίσουμε το εξής: Αν σε άλλες χριστιανικές ομολογίες, η εξομολόγηση είναι μια απρόσωπη νομικίστικη εξαγόρευση, πίσω από κάποιο παραβάν, στην Ορθόδοξη εκκλησία μας, η εξομολόγηση συνδέεται άμεσα με την πνευματική πατρότητα, την πνευματική καθοδήγηση και την προσωπική σχέση.
Πολλοί, πχ, εξομολογούνται περιστασιακά, όπου βρουν πνευματικό και κάθε φορά σε διαφορετικό ιερέα. Συμβαίνει όμως κι εδώ ό,τι και με τις σωματικές αρρώστιες. Αν κάθε φορά αλλάζουμε γιατρό, τότε η θεραπεία δεν μπορεί νά ‘ναι πλήρης. Ο μόνιμος πνευματικός μας είναι αυτός που γνωρίζει το «ιστορικό» μας, την πορεία μας, τις προηγούμενες πτώσεις μας και μπορεί να μάς βοηθήσει αποτελεσματικά.
Άλλοι πάλι τό ‘χουν «δίπορτο». Έχουν τον πνευματικό τους, αλλά όταν συμβεί κάτι βαρύτερο, επειδή ντρέπονται, αποφεύγουν να του το εξομολογηθούν και πηγαίνουν σε κάποιον άλλον. Μια τέτοια όμως ενέργεια είναι παιδαριώδης και εμπαιγμός του μυστηρίου. Δείχνει πόσο μακριά βρισκόμαστε από την αληθινή μετάνοια.
Είναι λοιπόν απαραίτητο να επιδιώξουμε να αποκτήσουμε έναν πνευματικό πατέρα, με τον οποίον θα δημιουργήσουμε μια πνευματική σχέση. Έτσι και η πορεία μας θα είναι ασφαλέστερη. Βεβαίως υπάρχουν περιπτώσεις που επιβάλλεται να αλλάξουμε πνευματικό. Αυτό όμως θα πρέπει να γίνει με πολλή προσοχή, διάκριση και κυρίως μετά από προσεκτική εξέταση των βαθύτερων κινήτρων μας. Να ψάξουμε, δηλαδή, μέσα μας να εντοπίσουμε τα βαθύτερα αίτια και να βρούμε γιατί θέλουμε να αλλάξουμε πνευματικό.
Από το βιβλίο Επιστροφή «Μετάνοια και εξομολόγηση: Επιστροφή στο Θεό και στην Εκκλησία Του» Αρχιμ. Νεκταρίου Αντωνόπουλου