Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ

Πολλοί τρομάζουν με τη σκέψη ότι προσευχόμαστε για τους νεκρούς και απορούν τι σκοπό έχει αυτή η προσευχή και τι ελπίζουμε να πετύχουμε μ’ αυτή. Λένε: «Μα, είναι δυνατόν ν’ αλλάξει η τύχη των νεκρών, αν εμείς προσευχηθούμε γι’ αυτούς; Θα πειστεί ο Θεός με την προσευχή μας να κάνει αδικία και να χαρίσει στους νεκρούς κάτι το οποίο δεν είναι άξιοι να απολαύσουν;».

Αν πιστεύουμε ότι οι προσευχές μας για τους ζώντες τούς βοηθούν, γιατί να μην ισχύει το ίδιο και για τους νεκρούς; Μία είναι η ζωή. Και «ο Θεός δεν είναι Θεός νεκρών, αλλά ζώντων», όπως λέει ο Χριστός στο κατά Λουκά Ευαγγέλιο (βλ. Λουκ. 20, 38). Ο θάνατος δεν είναι το τέλος της ζωής μας, αλλά ένας σταθμός της. Η εξελικτική πορεία της ζωής του ανθρώπου δεν παγιώνεται τη στιγμή του θανάτου του. Κι έτσι δεν είναι άσκοπη η αγάπη που εκφράζουμε, όταν προσευχόμαστε για τους νεκρούς. Εάν υποθέσουμε ότι η αγάπη έχει δύναμη στη γη αυτή, εφόσον είμαστε ζωντανοί, αλλά δεν έχει καμιά δύναμη μετά το θάνατο, είναι σαν να διαψεύδουμε το λόγο της Αγίας Γραφής: «Η αγάπη είναι ισχυρή σαν το θάνατο» (Άσμ. Ασμ. 8, 6). Και η εμπειρία της Εκκλησίας είναι ότι η αγάπη είναι πιο δυνατή από το θάνατο. Είναι λάθος να νομίζουμε ότι η ζωή ενός ανθρώπου χάνει τις σχέσεις της και τις αναφορές της προς αυτούς που συνεχίζουν την επίγεια ζωή τους, τη στιγμή που ο άνθρωπος αυτός πεθαίνει.

[sc name=”eidi-roychismoy” ][/sc]

Όσο ζούμε στη γη είναι σαν να σπέρνουμε σπόρους. Αυτοί οι σπόροι φυτρώνουν στις ψυχές των άλλων ανθρώπων και επηρεάζουν τη ζωή τους. Από τους καρπούς των σπόρων αυτών ωφελούνται όχι μόνο εκείνοι που τους καλλιεργούν, αλλά κι εκείνοι που σπέρνουν. Ο γραπτός και ο προφορικός λόγος, όπως τα λόγια ενός ιεροκήρυκα, ενός φιλοσόφου, των ποιητών ή των πολιτικών, μπορούν να αλλάξουν τη ζωή ενός ανθρώπου κι ακόμα και την τύχη ολόκληρης της ανθρωπότητας. Και, αν κάνουν καλό ή κακό, είναι πάντα υπεύθυνος εκείνος που τα είπε ή τα έγραψε. Η ζωή των συγγραφέων –και σ’ αυτόν τον κόσμο και στον άλλο– επηρεάζεται οπωσδήποτε από την επίδραση που έχει το έργο τους στις επόμενες γενεές.
Αυτό που σπέρνει ο άνθρωπος εξακολουθεί να έχει επιπτώσεις στη ζωή του, μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία. Κι έτσι η τελική κρίση του ανθρώπου δεν καθορίζεται μόνο από το πώς έζησε τα λίγα χρόνια του πάνω σ’ αυτή τη γη, αλλά και από τις καλές ή κακές συνέπειες που είχε η ζωή του στη ζωή των άλλων ανθρώπων.
Όσοι δέχτηκαν το σπόρο, όπως η γόνιμη γη, μπορούν να επηρεάσουν την κατάσταση της ψυχής του νεκρού, όταν ικετεύουν τον Θεό γι’ αυτόν τον άνθρωπο, ο οποίος έγινε η αιτία να αλλάξει η ζωή τους και που έδωσε νόημα στην ύπαρξή τους. Στρέφονται στον Θεό, εκφράζοντας σταθερή αγάπη γι’ αυτόν τον νεκρό, πίστη και ευγνωμοσύνη. Έτσι, περνούν στην αιώνια Βασιλεία, που ξεπερνάει τα όρια του χρόνου, και επηρεάζουν την κατάσταση της ψυχής του νεκρού. Δεν ζητάμε από τον Θεό να κάνει αδικία. Δεν Του ζητάμε μόνο να συγχωρήσει στον νεκρό ό,τι κακό έκανε, αλλά να τον αναπαύσει για το καλό που έκανε. Κι αυτό το καλό το βρίσκουμε σαν μια μαρτυρία μέσα στη ζωή όσων ευεργετήθηκαν απ’ αυτόν.

Η προσευχή μας για έναν κεκοιμημένο είναι προσφορά ευγνωμοσύνης και αγάπης, μόνο όταν η ζωή μας είναι συνέχιση της ζωής του και του αγώνα του. Δεν παρακαλούμε τον Θεό να γίνει άδικος, ούτε φανταζόμαστε ότι έχουμε εμείς περισσότερη ευσπλαχνία και αγάπη από τον Θεό. Ούτε ακόμα Του ζητάμε να γίνει περισσότερο ελεήμων απ’ ό,τι θα ήτανε από μόνος Του. Εκείνο που κάνουμε είναι να καταθέτουμε μπροστά στο κριτήριο του Θεού μια επιπλέον μαρτυρία και να Τον παρακαλούμε να τη λάβει υπόψη Του και να χαρίσει την ανάπαυση σ’ αυτόν που η ζωή του είχε τόσο μεγάλη σημασία για τη ζωή μας. Πρέπει να καταλάβουμε καλά ότι δεν προσευχόμαστε να πείσουμε τον Θεό να ευσπλαχνιστεί τον κεκοιμημένο. Σκοπός μας είναι να καταθέσουμε μαρτυρία· ότι αυτό το πρόσωπο δεν έζησε μάταια, ότι στη ζωή του έκανε έργα αγάπης και ενέπνευσε και στους άλλους την αγάπη.

Κάθε άνθρωπος, που στην επίγεια ζωή του ήταν για τους άλλους πηγή αγάπης, έχει παρουσιάσει στον Θεό, για να υπερασπιστεί τον εαυτό του, κάτι σπουδαίο. Παρά ταύτα, χρειάζεται να καταθέσουν μαρτυρία και οι ζώντες, για όσα τους πρόσφερε. Και αυτό δεν είναι απλώς θέμα καλής θελήσεως ή θέμα συναισθηματικό. Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέει, να μην περιορίζουμε την προσευχή μας σε λόγια μόνο, αλλά ολόκληρη η προσευχή μας να γίνει προσευχή στον Θεό. Κι έτσι, αν θέλουμε να προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους, η ζωή μας πρέπει να είναι ανάλογη με την προσευχή μας. Δεν αρκεί μόνο να εκφράζουμε πότε–πότε ένα συναίσθημα που ξυπνάει γι’ αυτούς μέσα μας και τότε μόνο να παρακαλούμε τον Θεό γι’ αυτούς. Έχει μεγάλη σημασία ο σπόρος που έσπειραν αυτές οι ψυχές να έχει καρποφορήσει μέσα μας το καλό, την αλήθεια και την αγιότητα, ώστε να μπορούμε τώρα να σταθούμε ενώπιον του Θεού και να Του πούμε: «Αυτός ο άνθρωπος έσπειρε μέσα μου το καλό, είχε στην ψυχή του κάτι που με ενέπνεε να κάνω το καλό. Κι έτσι το καλό που κάνω, δεν είναι δικό μου, αλλά δικό του». Με αυτήν την έννοια το δικό μου καλό (που έλαβα από την επίγεια ζωή κάπου που τώρα είναι κεκοιμημένος) είναι (και γίνεται στην άλλη ζωή) γι’ αυτόν η λύτρωσή του, αλλά και η δόξα του…