• agios-porfyrios-vivlia-eikones
    Άγιος Πορφύριος
    Μεγάλη ποικιλία από Βυζαντινές εικόνες και βιβλία με τον Άγιο Πορφύριο στο eikonia.gr
  • FACEBOOK-PART34
    Μοναστηριακά κρασιά
    Μοναστηριακά κρασιά εξαιρετικής ποιότητας από τις Ιερές Μονές του Αγίου Όρους και των Μετεώρων.

ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ

Το Άγιο Πνεύμα είναι ιδιαίτερο πρόσωπο˙ Το τρίτο πρόσωπο του Τριαδικού Θεού. Είναι όμως αύτη η διδασκαλία της αγίας Γραφής και της Εκκλησίας του Χριστού; Το ζήτημα αυτό πρέπει να εξετασθεί με προσοχή, γιατί πολλές ομάδες χρησιμοποι­ούν τον όρο Άγιο Πνεύμα, για να δηλώσουν μια απρόσω­πη δύναμη η ενέργεια ή και τυφλή δύναμη ή συνειδητότητα, υποστηρίζοντας πως αυτή είναι η διδαχή της α­γίας Γραφής και της πρώτης Εκκλησίας! Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, που συνοψίζει τη διδασκαλία των πριν από αυτόν πατέρων της Εκκλησίας δίνει σ’ αυτό το θέμα την ακόλουθη απάντηση: Όπως ακριβώς όταν ηκούσαμεν δια τον Λόγο του Θεού, δεν τον εθεωρήσαμε ότι είναι χωρίς προσωπική ύ­παρξη, ούτε αποκτάται με την εκμάθηση, ούτε ότι προσ­φέρεται με τη φωνή, ούτε ότι διασκορπίζεται, άλλ’ ότι υ­πάρχει κατ’ ουσίαν και ότι έχει ελευθέρα βούληση και ε­νέργεια και παντοδυναμία, έτσι και όταν εδιδάχθημεν δια το Πνεύμα του θεού, το οποίον συνοδεύει το Λόγο και φανερώνει την ενέργειά Του, δεν θεωρούμε ότι είναι κά­ποια πνοή χωρίς προσωπική ύπαρξη, διότι η μεγαλοπρέ­πεια της θείας φύσεως θα εξευτελίζετο, αν θεωρείτο ότι το Πνεύμα που έχει, είναι όμοιο με το ιδικό μας πνεύμα.
[sc name=”eidi-roychismoy” ][/sc]
Το Άγιο Πνεύμα λοιπόν έχει προσωπική ύπαρξη, εί­ναι ο άλλος Παράκλητος (Ιω. ιδ’ 16) σε σχέση με τον Λόγο του Θεού (Α’ Ιω. β 1), που έχει επίσης προσωπική ύπαρξη και δεν είναι απρόσωπη δύναμη η σοφία (πρβλ. Α’ Κορ. α’ 24). Με το να πει άλλον, δείχνει τη διαφορά του προσώπου, ενώ με το να πει Παράκλητον δείχνει την συγγένεια της ουσίας (Χρυσόστ.). Δεν είναι δυνα­τόν να είναι η απρόσωπη δύναμη του Πατρός, γιατί πέμ­πεται στο όνομα του Υιού (Ιω. ιδ’ 26) και ονομάζεται και Πνεύμα Χριστού (Ρωμ. η’ 9. Α’ Πέτρ. α’ 11). Στην Αγία Γραφή διακρίνεται κατηγορηματικά το Άγιο Πνεύμα από τη δύναμη του Θεού. Ας αναφέρουμε ένα από τα πολλά εδάφια: Σαν υπηρέται του Θεού συσταίνουμε τους εαυτούς μας σε όλα… με αγνότητα, σύνεσιν, μακροθυμίαν και καλωσύνην, με Πνεύμα Άγιον, με αγάπην ανυπόκριτον, με το κήρυγμα της αληθείας και με δύναμιν Θεού (Β’ Κορ. στ’ 4-7). Άλλο λοιπόν Πνεύμα Άγιον και άλλο δύναμις Θεού (πρβλ. και Μιχ. γ’ 8. Πράξ. ι’38.Α’Κορ. β’4. Ρωμ ιε’ 13. Α’Θεσ. α’5). Αλλά και αν ακόμη χαρακτηρίσουμε το Άγιο Πνεύμα δύνα­μη του Θεού (πρθλ. Κριταί ια’ 29, ιδ’ 6. Ης. ια’ 2), τότε, εάν πράγματι δεν πρόκειται για τη θεία ενέργεια, πρέπει να το εκλάβουμε ως δύναμη ενυπόστατη, όπως ακριβώς και τον Υιό, ο οποίος χαρακτηρίζεται δύναμις του Θεού (Α’ Κορ. α’ 12).
Εάν το Πνεύμα το Άγιο ήταν μόνο ενέργεια, όχι και πρόσωπο, τότε πρέπει να συμπεράνουμε πως τίθεται σε ε­νέργεια, δεν θέτει κάτι άλλο σε ενέργεια. Και φυσικά θα παύσει να υπάρχει μόλις τελειώσει την αποστολή του. Όμως το Πνεύμα το Άγιο ακούει (Ιω. ιστ’ 13), λαλεί (Ιεζ. ια’ 5. Ματθ. ι’ 20. Ιω. ιστ’ 13. Πράξ. α’16,η’ 29, κα’ 11, κη’25), μαρτυρεί (Ιω. ιε’26. Πράξ. ε’ 32 η’23. Ρωμ. η ‘ 16. Έβρ. θ’8,ι’ 15), αναγγέλλει (Ιω. ιστ’ 13-15), διδάσκει (Ίεζ. ια’5. Ιω. ιδ’26. Αουκ. ιβ’ 12), έρευνα (Α ‘ Κορ. β’ 10-11), αποκαλύπτει (Αουκ. β’ 26. Α’ Πέτρ. α’ 11), προφητεύει (Πράξ. α’ 16 κα’ 11), οδηγεί στην αλή­θεια (Ιω. ιστ’ 13). προτρέπει (Πράξ. Γ 19-20, ια’ 12), βοηθεί (Ρωμ. η ‘ 14. Γαλ. ε’ 18), ελέγχει (Ιω. ιστ’ , εμ­ποδίζει (Πράξ. ιστ’ 6), κρίνει (Πράξ. ιε’ 28), διατάσσει (Πράξ. η 29, ιγ’2), συνετίζει (Νεεμ. θ’20). Το άγιο Πνεύμα έχει ακόμη προσωπική βούληση (Ης. ια’ 2. Α’ Κορ. ιβ’ 11) και προσωπικό συναίσθημα. Μια απρόσωπη δύναμη δε μπορεί ποτέ να συνοδεύεται από προσωπική θέληση, δεν αγαπά ποτέ, ούτε λυπείται, δεν έχει συναίσθημα. Όμως το Άγιο Πνεύμα αγαπά (Ρωμ. ιε’ 30), λυπείται (Εφεσ. δ’ 30. Ρωμ. η ’26), επιποθεί (Ιάκ. δ’ 5), παρηγορεί (Πράξ. θ’ 31), παροργίζεται (Ης.ξγ’ 10, Μιχ.β’7).
Το Άγιο Πνεύμα έχει αυτοσυνειδησία· έχει συναί­σθηση της ύπαρξής Του και μπορεί να πει: Εγώ απέ­στειλα αυτούς (Πράξ. ι’ 20)· ξεχωρίσατε μου τον Βαρνάβαν και τον Παύλον (Πράξ. ιγ’ 2). Έτσι το Άγιο Πνεύμα έχει προσωπική υπόσταση, είναι πρόσωπο και γι’ αυτό το λόγο η θεία του ενέργεια φθάνει σε μας και ζεσταίνει την ύπαρξή μας, μας ανυψώ­νει στη θεία αγάπη, που είναι η προσωπική σχέση του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Όποιος πει λόγον εναντίον του Υιού του άνθρωπου, θα συγχωρηθεί· γι’ αυτόν υπάρχει το Πνεύμα το Άγιο, που μπορεί με τη δική μας μετάνοια να μας οδηγήσει και πάλι στο Χριστό με τα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας. Άλλ’ εκείνος που θα βλασφημήσει κατά του Αγίου Πνεύματος, δεν θα συγχωρηθεί (Λουκ. ιβ’ 10. Πρβλ. Εβρ. Γ 29)· θα μείνει μόνος, ορφανός χωρίς το Άγιο Πνεύμα (πρβλ. Ιω. ιδ’ 18) και μόνος του ο άνθρωπος δεν μπορεί να σωθεί.
Το Άγιο Πνεύμα είναι η μοναδική μας ελπίδα, είναι ζωής χορηγός· μεταδίδει σε μας τη δική Του ζωή και κοινωνία με τον Πατέρα και τον Υιό, που είναι κοινωνία μεταξύ προσώπων. Έτσι ο άνθρωπος καταξιώνεται, γιατί η ζωή του γίνεται εικόνα της ζωής του Θεού, δηλαδή α­γάπη (πρβλ. Γέν. α’ 26). Υπάρχει λοιπόν ελπίδα για τον άνθρωπο, γιατί το Άγιο Πνεύμα βρίσκεται σε δράση και είναι πρόσωπο˙ δια­θέτει αυτοσυνείδηση, προσωπική βούληση και προ παν­τός αγάπη. Είναι πάντοτε ενωμένο με τον Πατέρα και τον Υιό σε κοινωνία πλήρους αγάπης, χωρίς σύγχυση, χωρίς εξουθένωση της προσωπικότητος· αυτό αποτελεί την εγ­γύηση της δικής μας σωτηρίας. δ) Ομοούσιο και Ομόθρονο Γιατί είναι απαραίτητη για τη σωτηρία μας η πίστη ότι το Άγιο Πνεύμα είναι ομούσιο προς τον Πατέρα και τον Υιό; Το Άγιο Πνεύμα χορηγεί σε μας τα πάντα, όλα τα χα­ρίσματα του Θεού (πρβλ. Α’ Κορ. ιβ’ 3-11), που αποβλέ­πουν φυσικά στο να κάνουν δικό μας κτήμα το δώρο του Θεού: το Σώμα του Χριστού (πρβλ. και Εφεσ. β’ 19-22, δ’ 11-16).
Εάν το Άγιο Πνεύμα είναι κατώτερο και διαφορετι­κής ουσίας από τον Θεό Πατέρα, η ελπίδα και η παρηγο­ριά δεν προέρχονται από τον ίδιο τον Θεό, αλλά από κα­τώτερο ον και επομένως δε μπορούμε μέσω αυτού να οδη­γηθούμε σε αληθινή κοινωνία με τον Θεό. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να δώσουμε απάντηση στο βασικό ερώτημα, αν η ουσία του Αγίου Πνεύματος είναι κτιστή ή άκτιστη, αν δηλαδή το Άγιο Πνεύμα είναι ομοούσιον προς τον Πατέρα. Οι απόστολοι έπρεπε ν’ αφήσουν κάθε δυσπιστία ως προς την ταυτότητα του Χριστού. Έπρεπε δηλαδή πρώτα να πεισθούν για το πιο καταπληκτικό γεγονός της σωτη­ρίας μας, για το ότι πράγματι ο Χριστός είναι Κύριος (Ρωμ. ν’ 9), ο Κύριος και ο Θεός (πρβλ. Ψαλμ. ξζ’ 19 σε συσχετισμό με το Εφεσ. δ’ 7-11. Ιω. κ’ 28). Μόνο τότε μπορούσαν να δεχθούν και την εκπλήρωση της υπόσχε­σής Του (Ιω. ιστ’ 7-14) και να διακηρύξουν την Θεότητα του Αγίου Πνεύματος.
Έτσι ο απόστολος διακηρύττει: Είναι δε διαιρέσεις χαρισμάτων, αλλά το Πνεύμα είναι το ίδιο, υπάρχουν και ποικιλίαι διακονιών, ο Κύριος όμως είναι ο αυτός· υπάρ­χουν και διάφορα είδη ενεργειών, άλλ’ ο Θεός είναι ο ί­διος, ο ενεργών τα πάντα εν πάσι (Α’ Κορ. ιβ’ 4-6). Αν τα πάντα ενεργεί το εν και το αυτό Πνεύμα, τότε το Άγιο Πνεύμα είναι ο Θεός, ο ενεργών τα πάντα εν πάσι. Εδώ δεν πρόκειται για σύγχυση των θείων προσώ­πων, για άλλο Θεό. Πρόκειται για τα ονόματα Θεός και Κύριος, που είναι κοινά και στα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, γιατί μετέχουν στην κοινή θεία ουσία, η οποία μεταδίδεται από τον Πατέρα στον Υιό με τη γέννη­ση και στο Άγιο Πνεύμα με την προαιώνια εκπόρευση. Γι’ αυτό πιστεύουμε πως και τα τρία θεία πρόσωπα είναι ομοούσια.
Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουμε εξετάζοντας την ομολογία της αναγέννησης, δηλαδή το βάπτισμα εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύ­ματος (Ματθ. κη’ 19), όπως υπογραμμίζουν οι πατέρες της Εκκλησίας (Α’ Τιμ. γ’ 15). Γιατί βάπτισμα και πίστη συμβαδίζουν βαπτιζόμαστε εις το όνομα του Θεού στο οποίον πιστεύουμε· και το κοινό όνομα του Θεού στο οποίο βαπτιζόμεθα δεν ανήκει μόνο εις τον Πατέρα και εις τον Υιό, αλλά και εις το Άγιο Πνεύμα. Ώστε το να μην αποδίδει κανείς τιμή εις ένα εκ των τριών ή να τα χωρίζει, είναι ατίμωση της ομολογίας δη­λαδή της αναγέννησης άφ’ ενός και της Θεότητας άφ’ ετέρου, της θέωσης άφ’ ενός και της ελπίδας άφ’ ετέρου (Γρηγ. Θεολ.).
Βλέπετε τι μας χαρίζει το Πνεύμα, όταν το θεωρούμε ως Θεόν και τι χάνομε, όταν το στερούμε από την θεότη­τα. Διότι παραλείπω να αναφέρω τον φόβο και την οργή, η οποία απειλεί όχι εκείνους οι οποίοι το τιμούν, αλλά ε­κείνους οι οποίοι του αποστερούν την τιμή. Δεν είναι λοιπόν δυνατόν το Άγιον Πνεύμα να είναι άλλης φύ­σεως ή άλλος θεός η κτίσμα˙ σ’ Αυτό ανήκει το κοινό όνομα του Τριαδικού Θεού (Ματθ. κη’ 19). Αλλά η θεία φύση του Αγίου Πνεύματος φαίνεται και από το γεγονός ότι ερευνά τα πάντα, και τα βάθη του Θεού, τα οποία ουδείς οίδεν ει μη το Πνεύμα του Θεού (Α’ Κορ. θ’ 10-11). Πώς λοιπόν Αυτό που γνωρίζει τα απόρρητα του Θεού, δύναται να είναι ξένον και άλλότριον του Θεού;· και αν η Γραφή λέγει πως ο Θεός δια του Πνεύματος κατοικεί μέσα μας, δεν είναι φανερά ασέ­βεια να λέγει κανείς ότι αυτό το Πνεύμα δεν μετέχει της Θεότητος; (Μ. Βασιλ., πρβλ. Α’ Κορ. γ’ 16, στ’ 19. Εφεσ. θ’22).
Δίκαια η Εκκλησία μας διακηρύσσει το Πνεύμα το Άγιο ως ομοούσιο και ομόθρονο, δηλαδή της αυτής ου­σίας και της ίδιας τιμής με τα άλλα δύο πρόσωπα της Α­γίας Τριάδος (πρβλ. Β’ Βασιλ. κγ’ 2-3. Ψαλμ. ρλη’ 7. Άγγ. β’4-5. Ης. μη’ 16, ξγ’ 14. Ιω. ε’24. Πράξ. ι’20).
Απόσπασμα από το βιβλίο ”Η Ορθοδοξία μας”
Πρεσβύτερος π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος