Κάποτε ο Θεός έστειλε έναν άγγελο σε έναν ασκητή για να του δείξει, ότι πολλοί δεν θέλουν να σωθούν ή θέλουν να σωθούν με τον δικό τους τρόπο.
Λέει λοιπόν ο άγγελος στον ασκητή:
– Έλα κοντά μου, για να σου δείξω τα παράξενα του κόσμου.
Τον πήρε μαζί του και εκεί που προχωρούσαν, συναντούνε κάποιον που είχε κόψει ξύλα στο δάσος και προσπαθούσε να τα φορτωθεί στην πλάτη του. Τα έδεσε στην πλάτη του και επιχείρησε να σηκωθεί. Ήταν όμως βαριά και δεν μπόρεσε να σηκωθεί. Τα άφησε κάτω και πήγε να κόψει και άλλα ξύλα. Τα συνέλεξε και τα έφερε μαζί με τα άλλα και τα σήκωσε. Μα πως να τα σηκώσει, αφού δεν μπορούσε να σηκώσει τα πρώτα;
Προχώρησαν λίγο πιο κάτω και συνάντησαν έναν άλλον, που προσπαθούσε να αντλήσει νερό από ένα πηγάδι. Αλλά δεν μπορούσε να βγάλει νερό, γιατί ο κουβάς ήταν τρύπιος και έτσι ματαιοπονούσε.
Προχώρησαν πιο κάτω και εκεί συνάντησαν μια Εκκλησία, που δεν είχε ψηλή πόρτα και να ένας καβαλάρης, πάνω σε ένα άλογο, θέλησε να μπει με το άλογο μέσα στην Εκκλησία, χωρίς να κατέβει από το άλογο. Και επειδή ήταν χαμηλή η πόρτα της Εκκλησίας, δεν μπόρεσε να μπει.
– Τι θέλεις να με διδάξεις με αυτά; ρώτησε ο ασκητής τον άγγελο.
Και του λέει ο άγγελος:
– Ήθελα να σε διδάξω, ότι αυτός είναι ο κόσμος! Είδες τον πρώτο άνθρωπο, που αντί να λιγοστέψει τα ξύλα, πρόσθεσε και άλλα; Αυτοί είναι οι άνθρωποι εκείνοι, που αναγνωρίζουν ότι έχουν αμαρτίες και αντί να τις λιγοστέψουν, προσθέτουν και άλλες και δεν διορθώνονται.
Ο άλλος με τον κουβά, αντιπροσωπεύει τους ανθρώπους εκείνους, που κάνουν καλά έργα, που κάνουν ελεημοσύνες, από κενοδοξία, από συμφέρον και από τα κλεμμένα. Κάνουν ελεημοσύνες σε γηροκομεία και θέλουν να γραφτεί το όνομα τους στην εφημερίδα, κάνουν μια προσφορά στην Εκκλησία και θέλουν να γραφτεί το όνομά τους. Οι αγαθοεργίες τους είναι χωρίς αντίκρυσμα, γιατί δεν γίνονται με ταπείνωση και από τον ιδρώτα τον δικό τους.
Ο τρίτος, ο καβαλάρης, αντιπροσωπεύει τους ανθρώπους εκείνους που είναι εγωιστές και δεν θέλουν να ταπεινωθούν. Είναι εκείνοι, που θεωρούν τον εαυτόν τους άξιο να μπει στην Εκκλησία και ότι η Εκκλησία τους έχει ανάγκη και όχι αυτοί την Εκκλησία. Θέλουν να γίνουν μέλη της Εκκλησίας με τον δικό τους τρόπο και πιστεύουν με το δικό τους τρόπο. Αυτός όμως ο τρόπος ζωής, όπως και οι δύο προηγούμενοι, μόνο κόλαση έχουν.
Δημήτριος Παναγόπουλος Ιεροκήρυκας