Το ημερολόγιο έγραφε 21 Ιουλίου 2020.
Οι μέρες κυλούσαν με τους δύο στόλους να παίζουν το παιχνίδι του σκύλου και της γάτας.
Τα δικά μας πληρώματα ήταν σαφώς ανώτερα. Αλλά και οι άλλοι διέθεταν μεγάλη ισχύ πυρός. Καθημερινά άλλαζε η διάταξη, οι στοχοποιήσεις, οι απειλές που θα έπρεπε να προσέχεις.
Και η αγωνία πάντα στο μυαλό όλων.
Θα αντέξουν τα πλοία; οι μηχανές, τα πληρώματα; τι να κάνουν στο σπίτι τα παιδιά; Τη μικρή όταν έφυγα, την άφησα με πυρετό. Η μάνα ήταν στην εντατική με covid. Να ζεί; Να πέθανε; Δεν πιάνουν και τα κινητά εδώ που βρισκόμαστε.
Και οι σκέψεις να σε βασανίζουν συνεχώς, αλλά έκαστος εφ’ ω ετάχθη.
Τώρα, θα πρέπει να γίνει η δουλειά.
Ήταν εντυπωσιακό να βλέπει κανείς, στελέχη των οποίων οι σύζυγοι ήταν κι αυτοί στο ναυτικό και έλλειπαν και οι δύο απ’ το σπίτι και τα παιδιά τα είχαν αφήσει στη γιαγιά που πόσα να αντέξει κι εκείνη; Αλλά αυτοί εκεί.
Γιατί πρέπει να κάνουν τη δουλειά.
Στο καθήκον όπως έπρεπε, να έχουν το νου τους στο μη επανδρωμένο που παρακολουθεί από απόσταση, να έχουν το νους τους για εχθρικά υποβρύχια, για…., για….., για….
Και οι ημέρες περνούσαν. Βρίσκονταν ήδη 20 ημέρες εν πλω. Και τα μικρά πλοία, δένουν σε κανένα νησί. Οι φρεγάτες; Τα υποβρύχια; Ειδικά εκείνα που είχαν σταλεί από πριν στην Κύπρο, είχαν ήδη 25 ημέρες κάτω από το βυθό της θάλασσας.
[sc name=”trofima-epiviosis” ][/sc]
Πως αντέχουν;
Ξημερώνει η 10η Αυγούστου και από το Αρχηγείο φθάνει μήνυμα στη φρεγάτα, που έλεγε πως οι άλλοι προσπάθησαν να διεμβολίσουν δικό μας πλοίο χωρίς επιτυχία.
« Προς όλο το πλήρωμα. Σας μιλάει ο Κυβερνήτης. Πριν από λίγο, έλαβε χώρα προσπάθεια διεμβολισμού πλοίου μας χωρίς επιτυχία. Ο κ. Ύπαρχος παρακαλώ στο καρέ»
« Μήτσο, φοβάμαι ότι αρχίζει η κλιμάκωση της κρίσης. Πιστεύω ακράδαντα ότι θα κλιμακώσουν, με αποκορύφωμα τη 14η Αυγούστου ημερομηνία της 2ης εισβολής στην Κύπρο ή ανήμερα της Παναγίας»
« Συμφωνώ κ. Κυβερνήτα. Νομίζω καλό θα ήταν να κάναμε ξηρά προπόνηση στις διαδικασίες αποφυγής εμβολισμού»
« Εντάξει Μήτσο. Δώσε εντολές. Φώναξέ μου τον επικεφαλής των ΟΥΚ»
Σε λίγο, το πλήρωμα είχε λάβει θέσεις για άσκηση αποφυγής εμβολισμού. Κι ο Αρχικελευστής επικεφαλής των ΟΥΚ παρουσιάζονταν στον Κυβερνήτη.
« Με ζητήσατε»;
« Έλα μέσα. Θέλω να μου πεις αν έχετε τη δυνατότητα, σε περίπτωση που έλθουμε κοντά με εχθρικό πλοίο να κάνετε ρεσάλτο. Αντιλαμβάνεσαι ότι σε τόσο μικρές αποστάσεις μόνο τα όπλα σας και τα 50άρια θα μπορούν να βάλουν».
« Να το θεωρήσετε σίγουρο κ. Κυβερνήτα. Εκτιμάτε ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο»;
« Ναι. Είναι πολύ πιθανόν. Να μείνω ήσυχος λοιπόν»
Η 11η Αυγούστου κύλησε με το πλήρωμα να εκτελεί ξηρά προπόνηση στα διάφορα σενάρια, και να παίρνει εντολή να αντικαταστήσει άλλο πλοίο μας στη στενή παρακολούθηση του ερευνητικού.
Το ερευνητικό, συνόδευαν τέσσερις παλιές κορβέτες με σχεδόν μοναδικό τους όπλο τα κύρια πυροβόλα τους καθώς και μια φρεγάτα. Η πιο καινούρια τους. Η καλύτερή τους. Η ναυαρχίδα τους.
Πέντε εναντίον ενός λοιπόν. Σχεδόν όπως στη Σαλαμίνα 2.500 χρόνια (παρά ένα μήνα) πριν.
Το βράδυ, ο καλλίφωνος Σημαιοφόρος ένιωσε ανάγκη να απαγγείλει την Προσευχή.
« Δέσποτα Παντοκράτωρ, ὁ καταξιώσας ἡμᾶς διελθεῖν τὸ μῆκος τῆς ἡμέρας ταύτης……»
Την επομένη με το πρώτο φως, η φρεγάτα των άλλων, ξέκοψε από την ομάδα συνοδείας του ερευνητικού κι άρχισε να κινείται αυτόνομα.
Ο έμπειρος Κυβερνήτης αντιλήφθηκε ότι κάτι δεν πάει καλά.
«Έχετε το νού σας στη ναυαρχίδα. Κάτι δε μου αρέσει»
Η αντίπαλη φρεγάτα κινούνταν ανεξάρτητα του σχηματισμού επί μια ώρα. Ήταν σαν να ήθελε να αποκοιμίσει το πλήρωμα της δικής μας φρεγάτας.
« Δεν είναι αστείο κ. Κυβερνήτα;»
« Ποιο ρε συ Μήτσο;»
«Είδατε ποια πλοία τοποθέτησαν για συνοδεία του ερευνητικού; Εκείνες τις πενηντάχρονες κορβέτες.»
« Από την Άλωση της Πόλης, ρε Μήτσο, τα ίδια κάνουν. Στέλνουν πρώτους τους αναλώσιμους»
Πόσο δίκιο είχε ο Κυβερνήτης. Πάντα οι γείτονες με την υψηλή πολεμική αρετή, πρώτους απ’ όλους έριχναν στη μάχη τους αναλώσιμους. Τα κορμιά για τα οποία δεν νοιάζονταν. Άντε να είσαι πλήρωμα σε κάποιο από αυτά τα πλοία και να ξέρεις ότι πολεμάς για το άδικο και ότι σε έχουν για θυσία. Άντε να βρεις ηθικό να πολεμήσεις.
Καμία σχέση με τους δικούς μας. Οι δικοί μας μπροστά, πιο μπροστά. Να μη βρεθεί κανείς να πει ότι ο αρχηγός δεν ήταν μπροστά. Μπροστά για να μην τους περάσει των απέναντι αυτή η τρέλα που την ονόμασαν γαλάζια πατρίδα.
Βέβαια θα σκεφτεί κάποιος, αν τοποθετήσουμε δίπλα δίπλα τις δύο σημαίες και ρωτήσουμε έναν περαστικό για το ποια είναι η γαλάζια Πατρίδα, είμαστε σίγουροι για το ποια θα καταδείξει. Αλλά βλέπεις, οι εκπρόσωποι του μαρασμού και της ηττοπάθειας 25 χρόνια τώρα, μας έχουν πείσει πως πρέπει να το συζητάμε.
Μα τι να συζητάμε; Τα δικά μας;
Ο Κυβερνήτης προσπάθησε να αφήσει στην άκρη τις πιο πάνω σκέψεις. Είχε προαίσθημα ότι κάτι θα συμβεί.
Ξαφνικά ο Παρατηρητής φωνάζει:
« Νομίζω ότι κινούνται εναντίον μας»
« Άντε ωρέ παιδιά, κάντε το Σταυρό σας όλοι. Σήμερα είναι η σειρά μας. Όλα για την Πατρίδα. Βάλτε τον Αη Νικόλα μπροστά απ’ το πηδάλιο»
Το πλήρωμα έλαβε θέσεις μάχης. Τα δάχτυλα έτρεμαν πάνω από τα κουμπιά. Τις προηγούμενες ημέρες είχαν έρθει άλλη μια φορά σε κατάσταση «όποιος πατήσει το κουμπί πρώτος», αλλά αυτό ήταν διαφορετικό. Η άλλη φρεγάτα έπλεε καταπάνω τους….
Ο Παρατηρητής μετρούσε αντίστροφα την απόσταση των δύο πλοίων και φώναζε κάθε 10 μέτρα.
Ο Κυβερνήτης, είχε δώσει εντολή η φρεγάτα μας να κινείται με σταθερή ελάχιστη ταχύτητα.
Οι καρδιές χτυπούσαν, τα πόδια είχαν μουδιάσει, η Οικογένεια έλειπε σε όλους τόσο, μα τόσο πολύ,
Αλλά τη δουλειά θα την κάνουν
« 30 μέτρα» φωνάζει ο Παρατηρητής
« Παύση ταχύτητας» δίνει εντολή ο Κυβερνήτης
Οι ΟΥΚ είχαν λάβει θέσεις κάτω από τους εμπρόσθιους εκτοξευτές. Και περίμεναν όπως τα λιοντάρια που παρατηρούν το θήραμα. Πριν 25 χρόνια είχαν διαταχθεί να υποστείλουν τη Γαλάζια Σημαία. Σήμερα θα πάρουν τη ρεβάνς.
« 20 μέτρα»
« Ανάποδα ολοταχώς» φωνάζει ο Κυβερνήτης. Και κατορθώνει με τον ελιγμό αυτό, να βγάλει το πλοίο του από την πορεία του εχθρικού.
«10 μέτρα»
« πρόσω ολοταχώς και πάση δυνάμει» ξαναφωνάζει ο Κυβερνήτης και 4.000 τόνοι από χάλυβα κι ατσάλινο πλήρωμα τινάζονται μπροστά.
«Ώ παίδες Ελλήνων, ίτε»
Αυτή η Ιστορία, όλο κύκλους κάνει. Και έτυχε το πλήρωμα αυτό, να βρίσκεται στον κύκλο των 2.500 χρόνων.
Η φρεγάτα τινάχθηκε μπροστά και η πλώρη της ΜΕΘ’ ΟΡΜΗΣ ΑΚΑΘΕΚΤΟΥ καρφώθηκε στον εχθρό του Γένους.
Εδώ, κάνουμε κουμάντο εμείς…..

Την απόλυτη σιωπή των κάποιων δευτερολέπτων, έσπασε ο επικεφαλής των ΟΥΚ.
«κ. Κυβερνήτα είμαστε στο πυροβόλο. Να μπουκάρω, να γίνει η νύχτα μέρα;»
«Αν δεν αποκολληθεί το πλοίο, μπουκάρετε» απαντά ο Κυβερνήτης
Και παράλληλα δίνει την εντολή:
« Ανάποδα»
Το πλοίο άρχισε να αποκολλιέται. Από την αντίπαλη φρεγάτα δεν φάνηκε κανείς… Απ’ ότι φαίνεται δεν το περίμεναν. Ήταν συνηθισμένοι τόσα χρόνια με τα «Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης». Αλλά δεν μας διαβάζουν καλά.
Οι δύο φρεγάτες αποκολλήθηκαν. Οι αντίπαλοι αποσβολωμένοι.
« Μείνετε κοντά τους. Έτσι δεν πρόκειται να μας στοχοποιήσουν τα άλλα πλοία τους. Μήτσο πάρε επαφή με το Αρχηγείο»
Άπαντες στο πλήρωμα προσπαθούσαν να συνειδητοποιήσουν το τι ακριβώς είχε συμβεί.
Απόλυτη σιωπή….
«Γαλάζια Πατρίδα και πράσινα άλογα» ακούστηκε η φωνή του Σημαιοφόρου.
Και ευθύς όλο το πλήρωμα ξεσπά σε σπαρταριστά γέλια. Αλλά το μυαλό στο αντίπαλο πλοίο. Στο οποίο φάνηκαν κάποιοι να τρέχουν προς το σημείο της διακόρευσης κρατώντας σφουγγαρίστρες και κουβάδες.
«Απ’ ότι φαίνεται, τους έσπασαν τα νερά» ακούστηκε να λέει κάποιος. Και ξανά γέλια.
Γέλια τα οποία έβγαιναν από βαθιά. Πολύ βαθιά. Κι είχαν μαζί τους μιαν ανάσα ανακούφισης.
Γιατί εκείνη η πλώρη είχε ξεπλύνει όλες τις ντροπές των τελευταίων 25 χρόνων. Γιατί εκείνη η πλώρη ήταν ευλογημένη. Ήταν σαν τους γάντζους του πυρπολικού που πήγε ο Κανάρης στον Παπά να τους ευλογήσει.

« Βλόγα τους Παπά» του είπε
« Μα τους γάντζους να βλογήσω παιδί μου;»
«Βλόγα τους. Τούτοι εδώ οι γάντζοι, είναι τ’ Άγια και τα Ιερά του Γένους»
ΟΎπαρχος έλαβε επαφή με το Αρχηγείο.
« Αναφέρω πως μόλις δεχθήκαμε επίθεση και αμυνθήκαμε. Διεμβολήσαμε τη ναυαρχίδα τους. »
« Τι λες ρε Μήτσο; Διεμβολήσατε; Τους βυθίσατε;»
« Όχι αλλά έχουν μια μεγάλη τρύπα κάτω ακριβώς απ’ το Α/Α»
« Εσείς είστε καλά; Το πλήρωμα; Το πλοίο;»
« Από το πλήρωμα όλοι καλά, το πλοίο δεν φαίνεται να έχει κάτι, αλλά θα ελεγχθεί μόλις απομακρυνθούμε»
«Αναμείνατε»
Το μήνυμα μεταφέρθηκε στην Ιεραρχία. Τα δύο πλοία βρίσκονταν πλησίον το ένα με το άλλο, με το δικό μας να προσπαθεί να διατηρεί μέτωπο με το τραυματισμένο πλεύρο του αντιπάλου. Αν χρειαστεί, ο διεμβολισμός θα επαναληφθεί.
« Μήτσο λαμβάνεις;»
« Λαμβάνω»
« Δώσε μου τον Κυβερνήτη»
«Ακούει ο Κυβερνήτης»
«Έλα , τι έγινε;»
«Όπως σας τα μετέφερε ο Ύπαρχος. Κινήθηκε εναντίον μας και αμυνθήκαμε.»
«Σίγουρα;»
«Σίγουρα»
«Επικοινωνούν οι μεγάλοι με τους απέναντι. Έδω γίνεται χαμός. Αναμείνατε»
Οι στιγμές περνούν αργά.
Κάποια στιγμή το αντίπαλο πλοίο αποχωρεί από το σημείο της ναυμαχίας με ορισμένους από τη γέφυρά του, να κάνουν νοήματα: «Θα τα ξαναπούμε»
Ένας δικός μας έγραψε σε χαρτόνι, και τους το έδειξε:
12/08/20
08:19
φ: 34ο17’17’’Β
λ: 028ο57’16’’Α
DO NOT CROSS F-451
« Να μου αναφέρετε για πιθανές ζημιές. Δώστε μου τη διάταξη των παρακείμενων πλοίων. Μήτσο ετοίμασε ένα προσχέδιο των γεγονότων για το Ημερολόγιο και για το Σήμα. Το περιστατικό βιντεοσκοπήθηκε;»
« Μάλιστα κ. Κυβερνήτα»
« Βάλε μου να δώ»
Ο Κυβερνήτης είδε μαγνητοσκοπημένη τη Ναυμαχία.
Την πρώτη ναυμαχία μετά το Δεκέμβριο του ’12 και το Γενάρη του ’13.
« Ετοιμάστε ένα αντίγραφο για να σταλεί στο Αρχηγείο.»
Από το Αρχηγείο ζήτησαν φωτογραφία του εχθρικού. Στάλθηκε το επίμαχο βίντεο.
«Ο Καπετάνιος ακούει;»
« Ακούει ο Κυβερνήτης»
«Τι πήγατε και κάνατε; Τι πήγατε και κάνατε; Δεν σκεφτήκατε οτι μπορεί τώρα να μπλέξουμε;»
« Ποιος ομιλεί;» ρωτάει ο Κυβερνήτης χωρίς να λάβει καμία απάντηση.
« Ποιος ήταν αυτός ρε Μήτσο; Δεν έχω ξανακούσει τη φωνή του»
« Κυβερνήτης ακούει;»
« Ακούω κ. Αρχηγέ»
« Σήμερα με κάνατε υπερήφανο. Σας φιλώ όλους. ΜΕΓΑ ΤΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ ΚΡΑΤΟΣ»
“Μα ποιος ήταν ο προηγούμενος κ.Αρχηγέ;”
“ Μην ασχολήσε με μοιρολογίστρες κ. Κυβερνήτα” απάντησε ο Αρχηγός.
Μετά από αρκετή ώρα, στον ασύρματο βγαίνει ο Υπουργός.
« κ. Κυβερνήτα συγχαρητήρια. Είσαι πολύ μάγκας»
Ο Κυβερνήτης δεν μπορούσε να εξηγήσει τα όσα αντιφατικά άκουγε από τον ασύρματο, αλλά για αυτόν είχε σημασία πως το πλήρωμά του ήταν ζωντανό, το πλοίο του άθικτο και πάνω απ’ όλα ότι
ΕΚΑΝΕ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ.
Οι επόμενες ώρες κύλισαν ομαλά. Τα κινητά δεν έπιαναν και απ’ τον ασύρματο δεν ήταν δυνατόν να ειπωθούν πολλά.
«καταλάβατε τι κάνατε σήμερα κ. Κυβερνήτα;» ρωτά ο υπαξιωματικός που ήταν παρόντας και στην προηγούμενη κρίση.
« σήμερα σβήσαμε την ντροπή. Σας ευχαριστώ που δεν επιτρέψατε να αποστρατευτώ χωρίς τα πράγματα να έχουν μπει στη θέση τους»
« όλοι μαζί το κάναμε, Γιώργη. Μας φύλαξε η Παναγία» απαντά ο Κυβερνήτης, ο οποίος παρότι δεν ήταν καπνιστής κατέβηκε στο χώρο πίσω από το πυροβόλο έκατσε σε μια μικρή πτυσσόμενη καρέκλα και άναψε μια πουράκλα 76 χιλιοστών. Ρουφούσε και αγνάντευε τη θάλασσά μας.
« Ώστε αυτός λοιπόν ήταν ο λόγος που είχατε το πούρο στο καρέ σας, παρότι μη καπνιστής»
« Αυτός ρε Μήτσο, αυτός»
Το πλήρωμα δεν είχε αντιληφθεί τη διάσταση που είχε λάβει το γεγονός, μέχρις ότου δέχτηκε εντολή να κατευθυνθεί στο πλησιέστερο Ναύσταθμο προκειμένου να βαφτεί η πλώρη. Καθώς πλησίαζαν στο νησί, τα κινητά άρχισαν να χτυπούν σαν τρελά. Άπαντες κοιτάχτηκαν απορημένοι. Δεν είναι δυνατόν.
« Περιμένετε να δέσουμε και μετά» ακούστηκε η φωνή της λογικής, η φωνή του Κυβερνήτη.
Στα τηλέφωνα, ακούγονταν οι σύζυγοι να κλαίνε.
« Μπράβο, μας κάνατε περήφανους, το παιδί από προχθές δεν σταμάτησε να λέει σε όλους ότι είναι γιος σου. Σ’ αγαπάμε.»
Όσο η ώρα περνούσε, το πλήρωμα αντιλαμβάνονταν την έκταση που είχε πάρει το γεγονός.
Η πλώρη βάφτηκε και η φρεγάτα έμεινε αρόδο, ώσπου ξαφνικά στα ραντάρ φάνηκαν τέσσερα μικρά στίγματα.
« Κύριε ελέησον, τι είναι τούτα;»
Απ’ τον ασύρματο, ακούστηκε κάποιος με τη χαρακτηριστική τοπική διάλεκτο να ζητωκραυγάζει.
« Δικοί μας είναι. Ρε τους τρελούς»
Τα ταχύπλοα έκαναν μια κυκλική κίνηση γύρω από τη φρεγάτα, καθώς οι επιβάτες τους έριχναν στον αέρα μπαλωθιές. Όταν έπιασαν στο πλάι, το πλήρωμα διέκρινε εντός αυτών πολλές εκπλήξεις.
« Καπετάνιο μου να σε φιλήσω» ακούστηκε να λέει ο δήμαρχος της πόλης απ’ όπου ξεκίνησαν τα ταχύπλοα.
« Τα τρόφιμα αυτά για το πλήρωμα. Κι ότι άλλο χρειαστείτε, μη διστάσετε να με πάρετε τηλέφωνο. Έχει από εχθές που κλαίω από υπερηφάνεια. Σας ευχαριστώ»
« Το μόνο που ΄χουμε εμείς να σας δώσουμε, είναι το καπέλο με το σήμα του πλοίου. Ζητώ συγγνώμη.»
Ο δήμαρχος πήρε το καπέλο, έκανε το Σταυρό του και το ασπάστηκε.
« Το μόνο που θέλω καπετάνιο μου, είναι να βγάλουμε μια φωτογραφία μαζί, για να την βάλω στην είσοδο του δημαρχείου όπως μπαίνεις δεξιά»
Τις επόμενες ημέρες, το πλήρωμα απολάμβανε τα δώρα των ταχυπλόων.

Τελικά, ήταν αλήθεια αυτό που έγραφαν τα βιβλία για το ’40. Ο άμαχος πληθυσμός δίπλα από τις Ένοπλες Δυνάμεις.
Ηκρίση σιγά σιγά πέρασε και η πολυπόθητη διαταγή για επιστροφή, έφτασε.
Όταν η φρεγάτα έδεσε στο Ναύσταθμο και το πλήρωμα ολοκλήρωσε την αποκατάσταση, υπήρξε η ανάγκη να μεταβούν και στα υπόλοιπα πλοία για να ανταλλάξουν ένα μπράβο.
Είχαν σταθεί άπαντα τα πληρώματα εφ ω ετάχθησαν κι έκαναν τη δουλειά όπως έπρεπε. Σε μια γωνία, φάνηκαν αυτοί των υποβρυχίων. Τα μούσια ομοίαζαν του Αγίου Ονουφρίου. Λίγο πριν το πάτωμα.
« Πως αντέξατε ρε ‘ σείς; Εμείς τουλάχιστον βλέπαμε ουρανό, αναπνέαμε καθαρό αέρα. Εσείς;»
« Δεν γινόταν να μην αντέξουμε Μήτσο. Όταν ξεκινήσαμε είπαμε μεταξύ μας. Όσες φάμε κι όσες ρίξουμε. Αλλά τη δουλειά θα την κάνουμε.»
« Ρε συ, κουτσαίνεις;»
« Δεν είναι τίποτα. 42 ημέρες είμασταν εκεί μέσα. Θα μου περάσει.»
« Τι 42 ημέρες ρε συ; Ο κατασκευαστής δίνει μέγιστο 30 ημέρες»
« Δεν ξέρει αυτός Μήτσο. Ρώτα εμάς να σου πούμε»
Τα πληρώματα σιγά σιγά, επέστρεφαν στα σπίτια. Όλα ήταν όπως και πριν, αλλά τίποτα το ίδιο.
Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΙΧΕ ΓΙΝΕΙ.