Ο θρύλος ήθελε να είναι η ωραιότερη γυναίκα της Ασίας. Μέσα στην υπερβολή αυτή κρύβεται ένα μυστικό. Η Ρωξάνη υπήρξε σύζυγος του Μεγάλου Αλεξάνδρου και μητέρα του γιου τους, Αλέξανδρου Δ. Από το ότι ήταν, ίσως, η μόνη γυναίκα που ο στρατηλάτης ερωτεύθηκε, μπορούμε πάντως να συμπεράνουμε πως η Ρωξάνη ήταν και όμορφη και έξυπνη.
[sc name=”glyka-toy-koytalioy” ][/sc]
Την άνοιξη του 326 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος εκστράτευσε κατά των επαναστατημένων νοτιοανατολικών περιοχών της σατραπείας της Σογδιανής, μιας περιοχής που περιλαμβάνει τμήματα του σημερινού Ουζμπεκιστάν και Τατζικιστάν όπως και του Αφγανιστάν. Καθόλου εύκολη εκστρατεία, καθώς οι πληθυσμοί της Βακτρίας ήταν σκληροί και επιδέξιοι μαχητές, σύμφωνα με τον ιστορικό Ν. Γιαννόπουλο.
Ο τοπικός ηγεμόνας Οξυάρτης, ο σημαντικότερος όλων, έχει οχυρωθεί στη λεγόμενη «Σογδιανή πέτρα», έναν δυσπρόσιτο βράχο. Ο Μέγας Αλέξανδρος χρησιμοποίησε για πρώτη φορά στον κόσμο την τεχνική της αναρρίχησης, που αιώνες αργότερα θα γινόταν γνωστή ως αλπινισμός και τα κατάφερε. Αντί να τιμωρήσει τον Οξυάρτη, νυμφεύεται τη θυγατέρα του Ρωξάνη, της οποίας το όνομα σήμαινε «αστέρι».
Συναντήθηκαν πρώτη φορά σε συμπόσιο. Σύμφωνα με τον Ρωμαίο ιστορικό Κούρτιο, τα μάτια όλων έπεσαν πάνω της, «γιατί διέθετε αξιοπρεπή εμφάνιση, σπάνια στους βαρβάρους και αξιόλογη φυσική ομορφιά, που μπορούσε να συγκριθεί μόνο με εκείνη των δύο ανύπαντρων κορών του Δαρείου». Κατά τον Αρριανό «λέγεται ότι ήταν η ωραιότερη Ασιάτισσα, που είχε δει μέχρι τότε η στρατιά μετά από τη γυναίκα του Δαρείου». Αμέσως ο Αλέξανδρος πήρε την απόφασή του. Έτσι η 16χρονη Ρωξάνη βρέθηκε εν μια νυκτί βασίλισσα της μεγαλύτερης αυτοκρατορίας που είχε δει μέχρι τότε η γη.
Ακόμα και αν ο γάμος έγινε από υστεροβουλία, επειδή δηλαδή οι Σογδιανοί μαχητές θα αποτελούσαν κόσμημα για τον μακεδονικό στρατό, ποιος νοιάζεται; Πάντως φαίνεται ότι η ενέργεια στέφτηκε από επιτυχία καθώς μετά το γάμο οι Σογδιανοί δεν του προκάλεσαν άλλα προβλήματα, επισημαίνει ο ιστορικός.
Ο Κούρτιος αποδίδει την απόφαση για το γάμο σε χαλάρωση της αρχικής του αυτοσυγκράτησης λόγω των επιτυχιών του και λέει ότι οι Μακεδόνες δεν επικροτούσαν ούτε την απόφασή του να την παντρευτεί και να δώσει διάδοχο στον Οίκο των Αργεαδών έναν «μιξοβάρβαρο», ούτε και το ότι επέλεξε τη σύζυγο του ανάμεσα από αιχμάλωτες νεανίδες διασκέδασης. Ο Αλέξανδρος για να τους κατευνάσει, φέρεται να τους είπε ότι και ο πρόγονός του, ο Αχιλλέας, κοιμόταν με μία αιχμάλωτη, τη Βρισηίδα.
Η Ρωξάνη τον ακολούθησε στην εκστρατεία. Εκείνος, ερωτευμένος ή μη μαζί της, είχε ήδη έναν γιο, τον Ηρακλή, από την Περσίδα πριγκίπισσα Βαρσίνη και νυμφεύθηκε αργότερα την Στάτειρα, κόρη του Δαρείου Γ, ίσως και την Παρυσάτιδα, κόρη του Αρταξάρξη Γ. Εδωσε και στον Ηφαιστίωνα τη Δρυπέτη. Ανεξαρτήτως από τις σχέσεις που λέγεται ότι είχαν οι δύο άνδρες, το βασίλειο χρειαζόταν διάδοχο.
Δεν πρόλαβε να τον γνωρίσει. Όταν η Ρωξάνη ήταν έγκυος 6 ή 8 μηνών, τον Ιούνιο του 323 π.Χ. ο Αλέξανδρος πέθανε ξαφνικά. Ο Αλέξανδρος Δ ήρθε στον κόσμο λίγους μήνες μετά. Η μητέρα του έπρεπε να του εξασφαλίσει με κάθε τρόπο την ζωή και τη διαδοχή στον θρόνο.
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο η Ρωξάνη με τη βοήθεια του αντιβασιλέα Περδίκκα, εξόντωσε τη Στάτειρα καθώς και την αδερφή της Δρύπετη, καταγόμενες από βασιλική γενιά και πιθανές αντίζηλους της στο θρόνο. Η τύχη της Παρυσάτιδας, που ήταν επίσης πριγκίπισσα, είναι άγνωστη αν και σύμφωνα με μια σύγχρονη θεωρία, ίσως ήταν εκείνη που σκότωσε η Ρωξάνη, και όχι η Δρύπετη. Εν τω μεταξύ ο μακεδονικός στρατός της Ασίας αναγόρευσε βασιλιά τον προβληματικό γιο του Φιλίππου Β΄ (ετεροθαλή αδελφό του Μεγάλου Αλεξάνδρου) Αριδαίο. Παράλληλα ο γιος της Ρωξάνης αναγορεύτηκε συμβασιλέας με το όνομα Αλέξανδρος Δ΄. Ο Αριδαίος παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Ευριδίκη. Η φιλοδοξία της τελευταίας να μείνει ο άνδρας της μόνος στο θρόνο ανησύχησε την μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Ολυμπιάδα. Η Ολυμπιάδα φυγαδεύει τον εγγονό της Αλέξανδρο Δ’ στην Ηπειρο και γίνεται στόχος του Μακεδόνα στρατηγού Κάσσανδρου.
Όταν τοποτηρητής του θρόνου ορίστηκε ο Κασσανδρος, η Ολυμπιάδα εκστράτευσε κατά της Μακεδονίας. Νίκησε τον Φίλιππο Αριδαίο και την Ευριδίκη και τους θανάτωσε με φρικτό τρόπο. Όμως ο Κάσσανδρος την νίκησε στην Πύδνα όπου η Ολυμπιάδα είχε καταφύγει έχοντας μαζί της τον μικρό Αλέξανδρο και τη Ρωξάνη.
Υστερα από επτάμηνη στενή πολιορκία η Ολυμπιάδα παραδόθηκε (316 π.Χ) ζητώντας από τον Κάσσανδρο να σεβαστεί τη ζωή του εγγονού της. Ο Κάσσανδρος την κατέσφαξε (κατ’ άλλους τη λιθοβόλησε) και άφησε το πτώμα της να σαπίσει. Η Ρωξάνη είχε χάσει πλέον την προστάτιδά της. Πέρασε έξι χρόνια αβεβαιότητας μέχρι ο Κάσσανδρος να διατάξει τον θάνατο της ίδιας και του γιου της στην Αμφίπολη το 310 π.Χ. Ο τότε 13χρονος Αλεξανδρος Δ’ ήταν ο μόνος νόμιμος διάδοχος της τεράστιας αυτοκρατορίας.
Οι τελευταίοι της βασιλικής οικογένειας – αν και μη αναγνωρισμένοι από τους στρατηγούς – Διαδόχους – ήταν η Βαρσίνη και ο γιος της Ηρακλής, οι οποίοι τελικά δολοφονήθηκαν το 309 π.Χ. μετά από ενέργειες του Κασσάνδρου και του Πολυπέρχοντα. Ένα τραγικό τέλος για μια σπουδαία δυναστεία.