Ρίγος! Εκεί ήταν που αναγνώρισα για πρώτη φορά πως κάτι συμβαίνει με τους Έλληνες

ΙΜΙΑ 1996…”Αξιωματικέ … καλή τύχη να έχουμε, και να θυμάσαι … οφείλεις να φας 6 Τούρκους πριν τα τινάξεις!
Μου το υπόσχεσαι;”

Κάθε φορά που φτάνει αυτή η ημερομηνία μέσα στο μυαλό μου έρχονται 2 πράγματα. Τα θύματα του ελικοπτέρου, και η φλόγα του DNA μας. Είναι απίστευτη η ωρολογιακή βόμβα που τρέχει στις φλέβες μας χωρίς καν οι περισσότεροι από εμάς να το γνωρίζουμε.

Δεν θα αυτοπροσδιορισθώ με το όνομα μου σε αυτό το κείμενο γιατί καμία σημασία δεν έχει να μάθεις φίλε αναγνώστη πως με λένε. Σημασία έχει να καταλάβεις οτι άσχετα από το πως με φωνάζουν οι φίλοι και η κοινωνία, είμαι αυτό το κάτι που έχει συσσωρευτεί από τους εκατοντάδες προγόνους που μετέφεραν σε εμένα τα δικά τους χαρακτηριστικά. Είμαι εσύ… απλά εσύ δεν έτυχε να βρεθείς σε αυτές τις συνθήκες για να θες να το μοιραστείς με άλλους σήμερα. Είμαι σίγουρος όμως πως κι εσύ αυτό θα έκανες κι ας μην το ξέρεις.

Hταν αρκετές ημέρες που η Τουρκία ανέβαζε τους τόνους και την αντιπαράθεση από το περιστατικό που είχαν ξεκινήσει δύο δημοσιογράφοι που κατέβηκαν με ελικόπτερο στην Ιμια και δημιούργησαν το θέμα με τη σημαία.

Ολοι μας παρακολουθούσαμε τις εξελίξεις όπως τις παρουσίαζε η τηλεόραση. Πολλοί από εμάς στο ακριτικό νησί της Ρόδου, βλέπαμε ρεπορτάζ της Τούρκικης τηλεόρασης η οποία έδειχνε στιγμιότυπα από τις προετοιμασίες του Τουρκικού στρατού για παν ενδεχόμενο.

Δεν θα σταθώ στην καταγραφή των γεγονότων γιατί λίγο πολύ σε όλους μας είναι γνωστά πια. Θέλω να σταθώ στις διεργασίες που συντελούνται μέσα μας όταν χτυπήσει το καμπανάκι του Ελληνικού D.N.A. ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν γνωρίζεις οτι υπάρχει.

Τη νύχτα εκείνη εργαζόμουν σε κεντρικό πολυτελές Ξενοδοχείο της Ρόδου. Εκείνο το βράδυ είχαμε στο εστιατόριο κι ένα τραπέζι V.I.P. με εκλεκτούς καλεσμένους. Μέσα στους παρευρισκομένους ήταν ο τότε Νομάρχης, ένας γνωστός εισαγγελέας ο οποίος είχε απασχολήσει τον τύπο στο παρελθόν, ο εκπρόσωπος της τοπικής εκκλησίας και ο Μέραρχος του νησιού.

Είχα μια ανησυχία από νωρίς χωρίς να γνωρίζω ακριβώς γιατί. Είχα πάει στη δουλειά από τις 17:00 οπότε δεν είχα καμία ενημέρωση για τα συμβάντα εκείνης της νύχτας ώσπου στις 23:45 χτύπησε το τηλέφωνο και ζητούσαν επειγόντως τον Στρατηγό. Οταν έφτασε μπροστά μου και απάντησε, το βλέμμα του σοβάρεψε και λακωνικά είπε “ερχομαι αμέσως” Ακολούθησε ένα δεύτερο τηλεφώνημα που ήταν για τον Νομάρχη αυτή την φορά. Η ίδια απάντηση περίπου και κάλεσαν την κοπέλα να πληρώσουν τον λογαριασμό.

Σκέφτηκα … πόσο άγχος πρέπει να έχουν αφού κατέχουν ένα αξίωμα και αυτή την στιγμή κάτι σημαντικό πρέπει να συμβαίνει σε σχέση με το νησί.

Το επόμενο τηλεφώνημα “ακούγεται γελοίο” αφορούσε εμένα. Ξαφνιάστηκα ! Ηταν η “πρώην” μου με την οποία παλιότερα συγκατοικούσα. Δεν με είχε πάρει ποτέ το τελευταίο εξάμηνο και ούρλιαζε στο τηλέφωνο οτι την ξύπνησαν νυχτιάτικα καλώντας την στο σταθερό και της έλεγαν κάτι ακαταλαβίστικα για φύλλα πορείας και επιστράτευση. Αφού κατάφερα να την ηρεμήσω την ρώτησα αν της ανέφεραν κάτι που είχε γράμματα και αριθμούς. Μου είπε ναι αλλά δεν θυμόταν τίποτα γιατί κοιμόταν. Τότε κατάλαβα !

Ενημέρωσα αμέσως τον υπεύθυνο οτι έπρεπε να εγκαταλείψω την θέση μου και να αντικατασταθώ.
Μέσα σε 10 λεπτά είχα βγάλει τη στολή του Ξενοδοχείου και έφυγα για το Αστυνομικό Τμήμα Ιαλυσσού που θα έβρισκα το ειδικό φύλλο πορείας. Ηξερα που έπρεπε να πάω αλλά ήμουν σίγουρος οτι αν δεν το έπαιρνα θα είχα πρόβλημα με τα μπλόκα του στρατού στο δρόμο.

Στις 00:25 έτρεχα μανιασμένα με το αυτοκίνητο με κατεύθυνση προς την επιστρατευτική μονάδα. Μπροστά μου ξαφνικά βλέπω έναν φακό να κουνιέται πάνω κάτω και να μου κάνουν νόημα να σταματήσω. Ηταν 5 πάνοπλα παιδιά τα οποία στεκόντουσαν κρυμμένα μέσα στη βροχή και στον αέρα που έφτανε τα 9 μποφώρ εκείνη τη νύχτα και δεν άφηναν να περάσει τίποτα. Τους είπα “είμαι έφεδρος Ανθυπολοχαγός και πάω στη μονάδα μου” Ο στρατονόμος είδε το χαρτί και μου έσφιξε το χέρι και μου είπε “Αξιωματικέ … καλή τύχη να έχουμε … και να θυμάσαι … οφείλεις να φας 6 Τούρκους πριν τα τινάξεις ! Μου το υπόσχεσαι;”

Σου το υπόσχομαι του είπα και γελάσαμε και οι δύο .. με ένα γέλιο που έμοιαζε κάπως σαν του μελλοθάνατου που χαιρετάει χαμογελώντας! Τους ρώτησα από που ήταν και μου είπαν διάφορα μέρη της Ελλάδας.

Μερικά χιλιόμετρα πιο κάτω … ενέδρα με περισσότερους στρατιώτες που πετάχτηκαν από το πουθενά και περικύκλωσαν το αυτοκίνητο. Εδειξα τα χαρτιά και προχώρησα.

Μόλις είδα την πύλη του στρατοπέδου πήγα και στάθμευσα το αυτοκίνητο περίπου 300 μέτρα μακριά και επέστρεψα με τα πόδια. Με παρέλαβε ένας Ταγματάρχης ο οποίος με ενημέρωσε μέσα σε 5 λεπτά για τον ρόλο μου και μου έδωσε τον σάκο μου και τον οπλισμό. Με έστειλε να βρω όσους θα είχα μαζί μου και να τους ενημερώσω. Το μυαλό μου ήταν άσπρο μαύρο. Η σκέψη μου ήταν πλέον δυαδική. Ξαφνικά είχαν χαθεί από την σκέψη μου όλα τα πολύπλοκα πράγματα που σκεφτόμαστε καθημερινά. Είχε αδειάσει το μυαλό μου από όλα τα περιττά και είχε κρατήσει μόνο οτι μπορούσε να μου φανεί χρήσιμο.

Για πρώτη φορά ένιωσα τέτοια ευκολία να επικοινωνήσω με αγνώστους χωρίς συστάσεις, μπήκα κατευθείαν στο ψητό. Ρώτησα αν ήξερε κάποιος την περιοχή καλά, αν ήταν ντόπιος, να μας πει σημεία διαφυγής, σημεία ενέδρας και οτι άλλο μπορούσε να φανεί χρήσιμο. Είχα ενημέρωση αλλά οι ντόπιοι είναι κρυφό χαρτί σε τέτοιες περιπτώσεις. Στην γωνία ήταν ένας που έκλαιγε σιωπηλά γιατί όπως έλεγε ο ίδιος ήταν ένα σκατόβισμα στη θητεία του και δεν ήξερε να βάλει την ταινία στο MG3 πόσο μάλλον που του είχα αναθέσει να μας καλύπτει μαζί με έναν πολυβολητή.

Πετάχτηκαν πάνω 2 παλληκάρια και του έκαναν υπερταχύρυθμο σεμινάριο χωρίς ούτε καν να το ζητήσω. Εμεινα άναυδος από αυτή την αντίδραση τους. Οι περισσότεροι έπαιρναν πρωτοβουλίες που δεν φανταζόμουν. Καταλάβαιναν ό,τι τους έλεγα ταχύτατα.

01:15 ξεκινήσαμε για τις θέσεις μας, περνώντας από την πύλη με τους στρατιώτες μου, βλέπαμε ένα περιστατικό ανάμεσα σε έναν γόνο καλής οικογένειας της Ρόδου και τον Υπαξιωματικό της πύλης γιατί δεν τον άφηνε να βάλει την BMW στο parking του στρατοπέδου. ” Του φώναζε οτι αν αφήσει έξω το αμάξι και γραντζουνιστεί θα το πληρώσει αυτός” ” Ο υπαξιωματικός (απορώ πως δεν του έριξε με το όπλο) του έλεγε πως σε λίγο το στρατόπεδο μπορεί να γίνει σκόνη και να μην μείνει τίποτα όρθιο κι οτι είχε εντολή να το εκκενώσει πλήρως. Ολα έπρεπε να πάνε σε εναλλακτικό χώρο συγκέντρωσης. Δεν ξέρω πως έληξε αυτό το περιστατικό … γιατί η βροχή κι ο αέρας ήταν το μόνο που ακούγαμε μετά από μερικά μέτρα.

Τα κινητά ήταν νεκρά εδώ και ώρες από παρεμβολές και είχαμε εντολή για σιγή ασυρμάτου. Ακροβολιστήκαμε στις θέσεις μας αφού χαιρετηθήκαμε και κλειστήκαμε στον εαυτό μας ο καθένας περιμένοντας τους βαρβάρους.

Οι σκέψεις που περνούσαν από το μυαλό μου ήταν αλλόκοτες. Σκεφτόμουν που ήμουν πριν από 2-3 ώρες και τι έκανα και μου φαινόταν τόσο μακρινό σαν να μην υπήρξε ποτέ. Σαν να γεννήθηκα μέσα σε αυτό το λαγούμι περιμένοντας τους Τούρκους. Το μόνο που με απασχολούσε ήταν αν θα ανταποκριθούν αυτοί που είχα γύρω μου, αν θα υπάρξει αποτέλεσματική απόκρουση του εχθρού, πως θα νιώθω αν άρχιζαν να σφυρίζουν σφαίρες πάνω από το κεφάλι μου, αν θα επέτρεπε αυτός ο θυελλώδης άνεμος να πετάξουν οι αερομεταφερόμενες μονάδες και να βρεθούν από πίσω μας οι Τούρκοι . Τα μόνα που με απασχολούσαν ήταν η επιβίωση όλων μας και το να μην πάρουν το νησί. Ενα νησί στο οποίο δεν γεννήθηκα, αλλά δεν θα επέτρεπα να το ακουμπήσει ο Τούρκος ατιμώρητος γιατί ήταν Ελλάδα.

Σκέφτηκα την οικογένεια μου που θα μάθαιναν από την τηλεόραση οτι η Ρόδος δέχτηκε επίθεση, που δεν τους ειδοποίησα γιατί είχαν πέσει οι επικοινωνίες, σκέφτηκα όλους αυτούς που δεν θα ξαναέβλεπα αλλά δεν με ένοιαζε. Για μια στιγμή δάκρυσα και ένα συναίσθημα πανικού με κυρίευσε. Θυμήθηκα όμως έναν υπαξιωματικό των Ο.Υ.Κ. που μας έκανε ένα μάθημα για εκρηκτικά με τηλεχειρισμό, όταν ήμουν στην ΣΕΑΠ ο οποίος είπε μια φορά ” Δεν εμπιστεύομαι όποιον δεν φοβάται … αν δεν φοβάται μπορεί να σπάσει πάνω στην κρίσιμη στιγμή… ενώ αν φοβάται θα το ξεπεράσει για να νικήσει και να επιβιώσει αυτός και το ζευγάρι του ή η ομάδα του.”

Τότε παραδέχτηκα οτι φοβόμουν ! Το δάκρυ σταμάτησε. Μετά ήρθε ο θυμός ! Μετά με έπιασε νευρικό γέλιο, γελούσα τόσο δυνατά που παρόλη τη βροχή και τις ριπές του ανέμου, ακουγόμουν τόσο πολύ που ο διπλανός που ήταν καμιά δεκαριά μέτρα πιο πέρα ήρθε να δει τι συμβαίνει.

Με ρώτησε “Εχουμε κανένα καλό νέο;” Του είπα ” Το καλό νέο είναι οτι δεν φοβάμαι πια κανέναν” και σηκώθηκα πάνω και κάνοντας την χαρακτηριστική κίνηση με το μεσαίο δάχτυλο … φώναζα “Πουτ@νες χανούμισες σας περιμένουμε … ”

Δεν ξέρω πως έγινε αυτό … αλλά μετά από μερικά δευτερόλεπτα άκουγε κανείς από όλη την πλαγιά πάνω από την παραλία διάσπαρτες φωνές να φωνάζουν” Ο καθένας έλεγε τα δικά του ! Σαν να ήμουν σε γήπεδο και μας είχαν σφυρίξει άδικο πέναλτι. Πολύ βρισίδι και φωνές που έμοιαζαν με ιαχές ! Είχε ξορκιστεί ο φόβος ! Φωνάζανε μέχρι που κουράστηκαν αλλά ήμουν σίγουρος οτι όλοι είχαν ντοπαριστεί κι ένιωθαν παντοδύναμοι. Είχε λειτουργήσει κάτι το οποίο ήταν σαν ναρκωτικό. Μια υπεροψία απέναντι στον θάνατο που δεν ξέρω από που πήγαζε.

Εκεί ήταν που αναγνώρισα για πρώτη φορά πως κάτι συμβαίνει με τους Ελληνες. Κάτι το οποίο κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες τους μεταμορφώνει σε μια οντότητα που καμία σχέση δεν έχει με την καθημερινότητα τους.

Δεν ήταν λογικό να θέλω να φανούν από απέναντι τα πρώτα σημάδια κίνησης, δεν έπρεπε να επιζητώ να με προκαλέσουν με την παρουσία τους και να τους αντιμετωπίσω. Κι όμως μετά το πρώτο σοκ που κράτησε 15 λεπτά κάτι πύρινο ξεπήδησε το οποίο φώναζε “Ως εδώ… ” κι εκεί ξεχύθηκε το θάρρος.

04:45 Πρώτη ένδειξη επικοινωνίας στον ασύρματο. Το κέντρο επικοινωνεί με τις ομάδες. Αφού απάντησαν όλες οι ομάδες, δίνεται λήξη συναγερμού και επιστροφή στη μονάδα. Μετά από μισή ώρα βρισκόμασταν στο στρατόπεδο και εγώ κατευθύνθηκα στο γραφείο του Διοικητή. ” Εληξαν όλα μου είπε … ο Θεός μας λυπήθηκε” Δεν μου άρεσε αυτό που άκουσα αλλά δεν είπα τίποτα, τον συγχάρηκα για την όλη οργάνωση και για την ταχύτητα με την οποία μας εφοδίασε και έφυγα. Τη στολή εκείνης της νύχτας δεν την παρέδωσα, την πήρα μαζί μου για να μου θυμίζει όλα αυτά που σκέφτηκα κι όλα όσα ανακάλυψα. Αλλωστε αν έμπαιναν στους σάκους για να πάνε στις αποθήκες, με το νερό που είχαμε φάει θα είχαν καταστραφεί.

Κάποιοι γνωρίζουν καλά αυτό που συμβαίνει στον Ελληνα στις κρίσιμες στιγμές.Γι αυτό οδηγήθηκε με επιστημονικό τρόπο ο Ελληνικός λαός στον φόβο. Λίγο λίγο σαν δηλητήριο. Γιατί αν έσκαγε όλο μαζί θα γινόμασταν κάτι άλλο από τη μια στιγμή στην άλλη. Δεν είναι ανάγκη κανείς να είναι Ο.Υ.Κ. ή μέλος άλλης επίλεκτης ομάδας. Αν είναι Ελληνας τότε είναι επίλεκτος εξ’ορισμού λόγω γονιδιώματος. Είμαστε προγραμματισμένοι να λειτουργούμε σαν θηρία κάτω από ειδικές συνθήκες. Είμαστε φτιαγμένοι να ξεπερνάμε τους εαυτούς μας. Το σημείο εκείνο που έγινε το κλικ, έφτιαξε τον Λεωνίδα, τον Κολοκοτρώνη, και τόσους άλλους.
Ηταν όλοι τους σαν κι εμάς.

Είμαστε Ελληνες!

Ένας από τους τρελούς που έβριζαν τον εχθρό μέσα στην καταιγίδα