Πολλές αμερικάνικες πολιτείες, ακολουθώντας το παράδειγμα της Ευρώπης, προσπαθούν πλέον ενεργά να αντιμετωπίσουν αυτό που το σατανικό «Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ» αποκαλεί ως το «πρόβλημα» της ανωνυμίας στο διαδίκτυο.
Η ανωνυμία στο διαδίκτυο, η οποία εδώ και πολύ καιρό θεωρείται από ομάδες προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών ως ένα θεμελιώδες χαρακτηριστικό του διαδικτύου, βάλλεται πλέον από πολλές πλευρές και με διάφορες μεθόδους: από κριτική που ασκείται από την πολιτική ελίτ μέχρι και πραγματικές αλλαγές στη νομοθεσία.
Ένα είδος νομοθετικών αλλαγών που μπορούν να υπονομεύσουν ή και να οδηγήσουν σε πλήρη κατάργηση της ανωνυμίας στο διαδίκτυο είναι αυτές που υποχρεώνουν τους χρήστες να επιβεβαιώνουν την ηλικία τους πριν τους επιτραπεί η πρόσβαση σε μια ιστοσελίδα, κάτι που μπορεί επίσης να οδηγήσει στην όλο και αυξανόμενη υιοθέτηση ψηφιακών μεθόδων ταυτοποίησης.
Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, ο Γερουσιαστής Josh Hawley παρουσίασε το «Making Age-Verification Technology Uniform, Robust, and Effective (MATURE) Act» (νομοθέτημα με τίτλο «Κάνοντας την τεχνολογία ηλικιακής πιστοποίησης ενιαία, εύρωστη και αποτελεσματική»), του οποίου βασικός στόχος είναι να εμποδίσει εφήβους ηλικίας κάτω των 16 ετών στο να έχουν πρόσβαση στα κοινωνικά δίκτυα.
Προκειμένου αυτό να επιτευχθεί, όλοι οι χρήστες θα υποχρεούνται να προχωρούν στην πιστοποίηση της ηλικίας τους πριν την δημιουργία ενός λογαριασμού, παραθέτοντας πληροφορίες που θα αποκαλύπτουν την πραγματική τους ταυτότητα, όπως όνομα και ημερομηνία γέννησης τα οποία θα συνοδεύονται από επίσημο κυβερνητικό έγγραφο το οποίο θα επαληθεύει αυτά τα στοιχεία.
Η εξήγηση που έδωσε ο Hawley πίσω από αυτήν αλλά και άλλες παρόμοιες πρωτοβουλίες, είναι ότι τα κοινωνικά δίκτυα είναι επιβλαβή για τα παιδιά, είτε μέσω της χειραγώγησης τους είτε μέσω της χρησιμοποίησης των προσωπικών τους δεδομένων για κερδοσκοπικούς σκοπούς. Κι όμως, η προτεινόμενη αυτή λύση, θα παραβιάσει ξεκάθαρα την ιδιωτικότητα όλων όσοι χρησιμοποιούν τις πλατφόρμες αυτές αφήνοντάς τους στο έλεος των περιβόητων «συλλεκτών» προσωπικών δεδομένων αλλά και των ίδιων των κοινωνικών δικτύων.
Παρά το γεγονός ότι ο ηλικιακός έλεγχος προωθείται σε αρκετές πολιτείες, στην πολιτεία της Utah τουλάχιστον, η πρόταση που έχει υιοθετηθεί από την τοπική Γερουσία αφήνει προς το παρόν εκτός την υποχρέωση επίδειξης κυβερνητικού εγγράφου πιστοποίησης.
Το νομοσχέδιο, γνωστό και ως SB152, το οποίο αναμένεται να τεθεί προς συζήτηση και στη Βουλή των Αντιπροσώπων, επιβάλλει πλέον στις εταιρίες στις οποίες ανήκουν οι πλατφόρμες των κοινωνικών δικτύων να επιτρέπουν την εγγραφή των παιδιών μόνο έπειτα από τη συναίνεση των γονιών τους. Για τη διασφάλιση αυτή της προϋπόθεσης, η ηλικία όλων των χρηστών θα πρέπει να επιβεβαιωθεί.
Παρόλα αυτά, μένει να διευκρινιστεί το πώς ακριβώς οι εταιρίες θα το πετύχουν αυτό, ενώ ο σπόνσορας του νομοσχεδίου, ο Γερουσιαστής Mike McKell, φαίνεται να έχει δηλώσει πως: «υπάρχουν κι άλλοι τρόποι μέσω της χρησιμοποίησης διαφόρων τεχνολογιών για την πιστοποίηση της πραγματικής ηλικίας των χρηστών, χωρίς την επίδειξη επίσημου κυβερνητικού εγγράφου».
Η «αναγνώριση προσώπου» αναφέρεται ως μία πιθανή επιλογή, ενώ άλλη εναλλακτική είναι η χρησιμοποίηση «υπαρχόντων καταναλωτικών δεδομένων». Για άλλη μια φορά, η αναγκαιότητα υιοθέτησης τέτοιων πρακτικών δικαιολογείται από το πρόσχημα της προστασίας των παιδιών από τις κακές επιρροές του διαδικτύου.
Τον Ιανουάριο, νομοθέτες στο Αρκάνσας προώθησαν ένα νέο νομοσχέδιο πιστοποίησης ηλικίας, πιθανόν μέσω της υιοθέτησης ψηφιακών πιστοποιητικών. Ο στόχος εδώ είναι ο περιορισμός της πρόσβασης σε ιστοσελίδες ενηλίκων, ενώ σε περίπτωση έγκρισής του, θα επιβάλλονται πρόστιμα στις εταιρίες που δεν συμμορφώνονται.
Εμπνευσμένο από ένα παρόμοιο νομοθέτημα, το HB142, το οποίο έγινε νόμος στη Λουϊζιάνα στις αρχές του έτους, αυτό θα προϋπόθετε σε όλους τους επισκέπτες των ιστοσελίδων να παραθέτουν επίσημο κυβερνητικό έγγραφο ταυτοποίησης, ή ότι περιγράφεται ως «εμπορικά αποδεκτή μέθοδος που στηρίζεται σε δημόσια ή ιδιωτικά συναλλακτικά στοιχεία».
Στη Λουϊζιάνα, η μέθοδος που υιοθετήθηκε είναι η εφαρμογή «LA Wallet», ένα είδος ψηφιακού πορτοφολιού, η οποία περιέχει το δίπλωμα οδήγησης και μία κάρτα υγείας. Το Αρκάνσας δεν έχει εφαρμόσει ακόμα το ψηφιακό πιστοποιητικό, με τους ιθύνοντες όμως να υπονοούν ότι σκέπτονται σοβαρά την υιοθέτησή του.
Στη Λουϊζιάνα πάντως, σύμφωνα με αναφορές, οι πολίτες που δεν δέχονται να μοιραστούν τα προσωπικά τους δεδομένα, απλά καταφεύγουν στην χρησιμοποίηση της τεχνολογίας VPN. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι μεταξύ αυτών δεν βρίσκονται και παιδιά, κάτι που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το τελικό αποτέλεσμα αυτών των περιορισμών είναι η παραβίαση της ιδιωτικότητας πολλών χρηστών, χωρίς παράλληλα να αποκλείεται αποτελεσματικά η πρόσβαση σε ακατάλληλο περιεχόμενο στα παιδιά.
Υπάρχουν βέβαια και εκείνοι που δεν γνωρίζουν πώς να παρακάμψουν την υποχρεωτική παραχώρηση των προσωπικών τους δεδομένων, ή δεν το επιθυμούν, κάτι που σύμφωνα με αναφορές του Δεκεμβρίου του περασμένου έτους έχει οδηγήσει στην όλο και αυξανόμενη χρησιμοποίηση του ψηφιακού πορτοφολιού «LA Wallet».
Οι περισσότερες από αυτές τις πρωτοβουλίες προέρχονται από Ρεπουμπλικάνους, κάτι που ισχύει και στην συγκεκριμένη περίπτωση, όπου η Τοπική Αντιπρόσωπος Laurie Schlegen βρίσκεται πίσω από την υιοθέτηση του νομοσχεδίου ηλικιακής πιστοποίησης, το οποίο εφαρμόζεται σε οποιαδήποτε ιστοσελίδα έχει 33,3% και πάνω πορνογραφικό περιεχόμενο.
Η Schlegen πιστεύει ότι η πορνογραφία καταστρέφει τα παιδιά, και προτείνει την υιοθέτηση του ψηφιακού πορτοφολιού «LA Wallet» για την απόκτηση πρόσβασης σε τέτοιο περιεχόμενο. Η project manager της Envoc ισχυρίζεται ότι οι ιστοσελίδες δεν διατηρούν τα προσωπικά στοιχεία των χρηστών, καθώς και ότι η διαδικασία πιστοποίησης δεν εξακριβώνει την ακριβή ημερομηνία γέννησης ή τα άλλα στοιχεία ταυτοποίησης. Αντί αυτού, αυτό που κάνει είναι να επιβεβαιώνει ότι το συγκεκριμένο άτομο είναι αρκετά μεγάλο ώστε να έχει πρόσβαση στο συγκεκριμένο περιεχόμενο.
Όσον αφορά την απόδοση ευθυνών και την επιβολή προστίμων στις ιστοσελίδες που δεν θα εφαρμόζουν το νόμο, εναπόκειται στους γονείς ή κηδεμόνες να κινηθούν νομικά απέναντι στις εταιρίες, εκ μέρους των παιδιών τους που αποκτούν πρόσβαση στο παράνομο πορνογραφικό περιεχόμενο.
Πέρα όμως από την αναζήτηση φαινομενικά απλών ή «παιδιάστικων» τρόπων προώθησης της ατζέντας καθιέρωσης ψηφιακών πιστοποιητικών και υπονόμευσης ή και απεμπόλησης του δικαιώματος της ανωνυμίας στο διαδίκτυο, το σατανικό «Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ» (WEF) εστιάζεται απευθείας στην ανωνυμία αυτή καθαυτή, και όχι με θετικό τρόπο. Συγκεκριμένα, σε μία περσινή ανάρτηση στην ιστοσελίδα του, χαρακτηρίζει την πλήρη ανωνυμία ως «πρόβλημα», ή τουλάχιστον ικανή να δημιουργήσει προβλήματα.
Η ανάρτηση ήταν αφιερωμένη σε ένα από τα αγαπημένα θέματα του WEF, που δεν είναι άλλο από την μελλοντική μετάβαση σε ένα ψηφιακό δίκτυο εικονικών κόσμων ή εικονικής πραγματικότητας (metaverse) και η αναζήτηση τρόπων ελέγχου και οριοθέτησής του. Στο πλαίσιο αυτό, η ανωνυμία έρχεται στο προσκήνιο αναφορικά με το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει στη δημιουργία και στο χτίσιμο τέτοιων εικονικών κόσμων, ενθαρρύνοντας παράλληλα τους ανθρώπους να επιδεικνύουν θετική συμπεριφορά.
«Πώς μπορούμε να ενθαρρύνουμε τους ανθρώπους να είναι ο εαυτός τους σε τέτοια εικονικά περιβάλλοντα, και πώς μπορούμε να βεβαιωθούμε ότι θα είναι παράλληλα και ασφαλείς;», ρωτάει o CEO της WPP Mark Read, που έγραψε το άρθρο, και συμπεραίνει ότι η προσδοκία έκφρασης νέων συμπεριφορών πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Αυτές οι σκέψεις εκφράστηκαν την περασμένη άνοιξη, αλλά δεν ήταν η πρώτη φορά που το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ ασχολήθηκε με την ανωνυμία στο διαδίκτυο. Στα μέσα του 2020, όταν η πανδημία του κορονοϊού ήταν σε πλήρη εξέλιξη, η πολιτική και οικονομική ελίτ του πλανήτη, η οποία εκφράζεται μέσω του WEF, με έδρα την Ελβετία, είχε ήδη ανοίξει τη συζήτηση για τη «μεγάλη επανεκκίνηση», με την ανωνυμία στο διαδίκτυο να καταλαμβάνει περίοπτη θέση.
Μιλώντας για τον εφιάλτη των εγκλεισμών (lockdowns), παρά το γεγονός ότι το WEF δεν χρησιμοποίησε ακριβώς αυτόν τον όρο, και το πώς η τεχνολογία έγινε ο πρωταρχικός τρόπος επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, η ανάρτηση ενός blog αναφέρει ότι η ανωνυμία στο διαδίκτυο επιτρέπει την στοχοποίηση, πόλωση αλλά και την δημιουργία ενός αισθήματος ανωτερότητας κάποιων ανθρώπων εις βάρος κάποιων άλλων, κι όλα αυτά από την άνεση της προστατευτικής «φούσκας» που έχουν δημιουργήσει στην ιδιωτικότητα του σπιτιού τους.
Για κάποιο λόγο, στην ίδια παράγραφο που ο συγγραφέας κατακεραύνωνε την ανωνυμία στο διαδίκτυο, κατάφερε να συμπεριλάβει τις σκέψεις του για την κλιματική αλλαγή, τα προβλήματα του περιβάλλοντος και το βασανισμό των ζώων, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η τεχνολογία τελικά αναισθητοποιεί τον άνθρωπο απέναντι σε όλα αυτά ζητήματα.
Αναφερόμενοι στην ελίτ, υπάρχουν ηγέτες που έχουν ταχθεί ανοιχτά κατά της ανωνυμίας του διαδικτύου. Τον περασμένο Απρίλιο, ο Εμμανουέλ Μακρόν επανέφερε στο προσκήνιο την ιδέα την οποία είχε αρχικά εκφράσει το 2019 μέσα στα πλαίσια αυτού που αποκαλείται η «Μεγάλη Εθνική Δημόσια Συζήτηση».
Τότε, ο Μακρόν είχε μιλήσει για την σταδιακή απεμπόληση όλων των «μορφών» ανωνυμίας, διατυπώνοντας την πραγματικά πρωτόγνωρη άποψη ότι η ανωνυμία δεν μπορεί να αποτελεί κομμάτι μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Η συζήτηση τότε είχε ανοίξει με αφορμή τα ρατσιστικά σχόλια που είχαν διατυπωθεί από «ανώνυμους» χρήστες του διαδικτύου απέναντι σε Άγγλους ποδοσφαιριστές. Ο Μακρόν τότε δήλωσε πως «όπως ένα άτομο δεν μπορεί να περπατάει στο δρόμο φορώντας κουκούλα» (;), κατά αντίστοιχο τρόπο δεν επιτρέπεται να κυκλοφορεί με «ψευδο-κουκούλα» εντός του διαδικτύου.
Και άλλοι όμως αξιωματούχοι της κυβέρνησής του είχαν προηγουμένως τονίσει ότι δεν υφίσταται πλέον πραγματική ανωνυμία στο διαδίκτυο, οι χρήστες δηλαδή δεν είναι ανώνυμοι, «απλά ψευδώνυμοι», όπως είχε γράψει και ο Υπουργός Ψηφιακών Υποθέσεων Cedric O το 2020.
Και φυσικά όλοι γνωρίζουμε το γιατί, δεδομένης της κατοχής τεράστιου όγκου προσωπικών δεδομένων από τις εταιρείες Μεγάλης Τεχνολογίας, και συνακόλουθα των οργάνων επιβολής του Νόμου.
Στη Γαλλία πάντως, οι βουλευτές εργάζονται πυρετωδώς για την επιβολή του ηλικιακού ελέγχου των χρηστών, τόσο για τις πλατφόρμες κοινωνικών δικτύων όσο και ιστοσελίδων πορνογραφικού περιεχομένου.
Στην Αυστραλία, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ετοίμαζε το 2021 σχέδιο κατάργησης της ανωνυμίας στο διαδίκτυο, προκειμένου να δώσει ένα τέλος στο καθεστώς των troll, των bigots και των bots. Οι ειδικοί όμως δεν είναι βέβαιοι ότι η συγκεκριμένη νομοθεσία, όπως παρουσιάστηκε, θα είχε τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα.
«Πολλές φορές ακούμε αυτές τις εκκλήσεις…οι οποίες εξομοιώνουν την ανωνυμία με την αντικοινωνική συμπεριφορά και παρενόχληση», είχε πει τότε η Emily van der Nagel από το Πανεπιστήμιο του Monash, προσθέτοντας όμως ότι «τελικά δε μαθαίνουμε…».
Την ίδια χρονιά, στο Ηνωμένο Βασίλειο, υπήρξαν σοβαρές ενδείξεις ότι και εκεί ο κόσμος δεν «μαθαίνει» αναφορικά με το ίδιο ζήτημα. Ο δημόσιος διάλογος ξεκίνησε με αφορμή την οργή που εξέφρασαν κάποιοι οπαδοί απέναντι στην απόδοση κάποιων μαύρων παικτών της Εθνικής Αγγλίας, μετά την οδυνηρή ήττα της στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Ποδοσφαίρου.
Αυτό ξεκίνησε και μία διαδικτυακή κίνηση υπέρ της κατάργησης της ανωνυμίας στο διαδίκτυο, πολλοί όμως κυβερνητικοί αξιωματούχοι ήταν διστακτικοί, τονίζοντας ότι η «επιβολή ηλικιακού ελέγχου στα κοινωνικά δίκτυα θα μπορούσε να επηρεάσει δυσανάλογα αρνητικά τους χρήστες που βασίζονται στην ανωνυμία προκειμένου να προστατεύσουν την ταυτότητά τους».
Εκείνοι που ασκούν κριτική απέναντι σε τέτοιες προσπάθειες κατάργησης της ανωνυμίας τονίζουν ότι τα προβλήματα που υπάρχουν στο διαδίκτυο και συνδέονται με την ανωνυμία δεν πρόκειται απλά να εξαφανιστούν με την κατάργησή της. Πολλοί μάλιστα είναι πεπεισμένοι ότι θα δημιουργηθούν νέα, και κυρίως μεγαλύτεροι κίνδυνοι για εκείνους που είναι ήδη ευάλωτοι και περιθωριοποιημένοι.
Συνεχίζουν μάλιστα, λέγοντας ότι η απεμπόληση της ανωνυμίας είναι και αντισυνταγματική, αναφέροντας σχετικές αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ σχετικά με το εν λόγω ζήτημα, καταλήγοντας ότι τελικά δεν υφίσταται διαφορά μεταξύ της ανωνυμίας στον πραγματικό κόσμο σε σχέση με την ανωνυμία στο διαδίκτυο.