Μιλῶ στήν Γλυκοφιλοῦσα, ὅταν μοῦ λείπη ἡ ἀγάπη
τῶν δικῶν μου.
Παρακαλῶ τήν Ὁδηγήτρια, γιά νά μήν χάσω τόν δρόμο μου.
Κλαίω μπροστά στήν Παυσολύπη,ὅταν ὁ οὐρανός μου
εἶναι μαῦρος.
Δέομαι στήν Γοργοϋπήκοο,γιατί τό πρόβλημα μου,
“δέν παίρνει” ἄλλο.
Γονατίζω στήν Παραμυθία, ὅταν οἱ λύπες εἶναι ἀβάσταχτες,
πολλές καί ὄχι μία.
Χαμογελώντας παρακαλῶ τήν Πάντων Χαρά, ὅταν ἡ χαρά
μου εἶναι για μενα μακρινό ὄνειρο.
Κοκκινίζοντας ἐκλιπαρῶ τό Ρόδο τό Ἀμάραντο,γιά τήν
χαμένη μου ντροπή στις αμαρτίες.
Κι ἄν ἡ μάνδρα τῆς ψυχῆς μου ἀπειληθῆ,κρούω στήν
Πορταΐτισσα.
Δοξολογώντας τόν Κύριο,ψάλλω μπροστά στό Ἄξιον Ἐστί.
Εὐχαριστώντας τόν Θεό γιά ὅσα μοῦ ἔδωσε,ζητῶ ἀπό
τήν Παναγία Δεξιά νά Τοῦ τό πῆ.
Κι ὅταν θέλω τό “χάδι” τοῦ Θεοῦ μου,κλείνω ευλαβικά
τό γόνυ της ψυχής μου στήν Μεσσίτρια.
Ἀλλ’ ὅταν δέν ἀντέχω τόν θρῆνο τῶν ἀδελφῶν,ζητῶ ἀπό
τήν Θρηνωδοῦσα νά κλαύσω μαζί της.
Κι ὅσες φορές, ὡς ἄλλοι “Φιλισταῖοι” ἐχθρικά σύννεφα
πυκνώνουν στόν οὐρανό τῆς Πατρίδος μου,
ἱκετεύω τήν Ἁγία Σκέπη.
Γιά τήν προστασία τῶν απανταχού της γης ἀδελφῶν μου ,
γονυπετῶ μπροστά στήν Τριχεροῦσα.
Κι ὡς Μάνα τοῦ κόσμου ὅλου, μπροστά στην
Βρεφοκρατοῦσα, ἱκετεύω γιά τίς μάνες…
Ἀπό τήν Γερόντισσα τοῦ Ἁγίου Ὄρους ζητῶ νά φυλάει
τά ἀδέλφια μου τούς μοναχούς…
Ὦ Δέσποινα τοῦ κόσμου, γενοῦ μεσίτρια,
πρός τόν Φιλάνθρωπο Θεόν,
μή μοῦ ἐλέγξῃ τάς πράξεις, ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων.