Ἡ «ἐκλεκτὴ μερίδα»

Κάποτε, φίλοι, ὅταν οἱ ἄνθρωποι πήγαιναν στοὺς παλιοὺς Γέροντες καὶ Ἀσκητές, ἔλεγαν: «Ἀββᾶ πές μου λόγο γιὰ νὰ σωθῶ»! Κι ἐκεῖνοι τοὺς ἔλεγαν σοφὰ λόγια οἰκοδομῆς καὶ σωτηρίας, ὅπως πολλὰ εἶναι καταγεγραμμένα καὶ στὰ εἰδικὰ βιβλία μὲ τὴ ζωή καὶ τὰ λόγια τους, τὰ ἀποκαλούμενα «γεροντικά».

Σήμερα δύο πράγματα συμβαίνουν σὲ ἔκταση.

Ἢ λέμε στὸν ἄλλο «πές μου κάποιο νέο, κανένα κουτσομπολιό, τί μαθαίνεις, τί ἀκοῦς», ὁπότε ἀπ’ αὐτὲς τὶς συζητήσεις βγαίνουν κακολογίες, συκοφαντίες, κατακρίσεις καὶ μὲ δυὸ λόγια ἡ ἀποκαλούμενη «ἀργολογία» ποὺ εἶναι μεγάλη ἁμαρτία, γι’ αὐτὸ καὶ γράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος «ἀπόφευγε μωρὲς συζητήσεις… γιατί εἶναι ἀνωφελεῖς καὶ μάταιες» (Τίτ. γ, 10).

Ἢ κλείνουμε ἑρμητικὰ τ’ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς μας σὲ ὅ,τιδήποτε πνευματικὸ θὰ μπορούσαμε ν’ ἀκούσουμε, νὰ διαβάσουμε ἢ καὶ νὰ δοῦμε! Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη κατάντια ἀπ’ αὐτὴ καὶ τιμωρία ἀπ’ τὸν Θεὸ ἀκόμη, ὅπως θὰ δοῦμε…

* * *

Λοιπόν, ὅπως τὸ σῶμα μας ἔχει ἀνάγκη ἀπ’ τὴν τροφὴ καὶ μάλιστα τὴν πλέον κατάλληλη καὶ ὑγιεινὴ καὶ πολλὲς φορὲς τὴν ἡμέρα, τὸ ἴδιο καὶ ἡ ψυχὴ μας ἔχει ἀνάγκη ἀπ’ τὴν πνευματικὴ τροφή. «Τὸ σῶμα τρέφεται μὲ τροφὲς, ἡ δὲ ψυχὴ μὲ λόγο πνευματικό», τονίζει ὁ Ἅγ. Γρηγόριος Θεολόγος.

Πνευματικὴ τροφὴ εἶναι ἡ προσευχή, ὁ ἐκκλησιασμός, ἡ συμμετοχὴ στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας μὲ κορυφαῖο τὴν Θεία Κοινωνία, ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ στὴ συν­έχεια ἡ μελέτη πνευματικῶν βιβλίων καὶ περιοδικῶν, ἡ συμμετοχή μας στὰ κατηχητικὰ καὶ τὶς Χριστιανικὲς Ὁμάδες, ἡ παρακολούθηση πνευματικῶν ἐκπομπῶν στὸ ραδιόφωνο ἢ τὴν τηλεόραση, οἱ συζητήσεις σὲ πνευματικὰ θέματα, ἡ ἐπίσκεψη σὲ χώρους ἱεροὺς, ὅπως εἶναι οἱ ναοὶ καὶ οἱ μονές, ἡ ἀπασχόληση τοῦ νοῦ μας μὲ σκέψεις πνευματικὲς καὶ γενικὰ ὅ,τι φέρνει κατάνυξη στὴ ψυχή μας καὶ μᾶς ὁδηγεῖ στὸν Θεό.

Ἀπ’ ὅλα αὐτὰ ὠφελούμαστε τὰ μέγιστα, χαιρόμαστε, ἀγάλλεται ἡ ψυχή μας, ὁ νοῦς μας διακατέχεται ἀπὸ ἀνώτερες σκέψεις, ἀντιμετωπίζουμε διαφορετικὰ τὶς ὅποιες δυσκολίες τῆς ζωῆς, μᾶς ἐπιδοκιμάζει ἡ συνείδησή μας, αἰσθανόμαστε ἀπέραντη εὐφροσύνη, γιατί μέσα μας κατοικεῖ πλέον τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο.

«Ὁ λόγος Σου εἶναι σωτηρία», ἀναφωνεῖ ὁ Ἅγ. Γρηγόριος Θεολόγος. Γι’ αὐτὸ καὶ μᾶς προτρέπει: «Ἄνοιξε τὸ στόμα σου στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ προσελκύσεις τὸ Πνεῦμα». Ὁ ἴδιος ἔχοντας αὐτὴ τὴν ἐμπειρία ὁμολογεῖ: «Μὲ τοὺς Θείους λόγους ἐξάγνισα τὸ νοῦ μου, ἀναλαμβάνοντας Πνεῦμα ἀπὸ τὶς ἱερὲς Γραφές».

Ἀναφέρει ὁ Μ. Βασίλειος: «Τρῶγε μέλι, παιδί μου, γιὰ νὰ γλυκαθεῖ ὁ φάρυγγάς σου» (Παροιμ. 24, 13). Μέλι παραβολικὰ ὀνομάζει τὴ Θεία διδασκαλία. Γιατὶ «πόσο γλυκά, λέει, εἶναι τὰ λόγια σου στὸ λάρυγγά μου, γλυκύτερα ἀπ’ τὸ μέλι στὸ στόμα μου» (Ψαλμ. 118, 103).

Εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὸς τοῦτος ὁ λόγος τοῦ Ψαλμῳδοῦ: «Σκέφτηκα τὸ Θεὸ καὶ εὐφράνθηκα» (Ψαλμ. 76,4). Δηλαδὴ καὶ μόνο ἡ σκέψη τοῦ Θεοῦ ἦταν ἀρκετὴ νὰ φέρει τὴν εὐφροσύνη στὴν ψυχή του!

Ἀκόμη κι ὅταν μποῦμε σ’ ἕνα ναὸ ν’ ἀνάψουμε ἕνα κερὶ ἢ καὶ ὅταν πιάνουμε στὰ χέρια μας ἕνα πνευματικὸ βιβλίο, νοιώθουμε τὸ ἴδιο! Πολὺ δὲ περισσότερο ἂν κάνουμε καὶ κάτι πέραν ἀπ’ αὐτὰ τὰ τόσο ἁπλά.

Τί γίνεται ἆραγε, ὅταν μᾶς λείπει αὐτὴ ἡ τροφή; Δὲν εἶναι καὶ πολὺ δύσκολο νὰ τὸ φανταστοῦμε, γιατί λίγο ὥς πολύ, κάποτε ἢ πολλὲς φορὲς στὴ ζωή μας τὸ ἔχουμε ζήσει. Ἡ ψυχὴ μας στενάζει ἀπ’ τὴ πνευματικὴ πεῖνα, ὑποφέρει, ἔχει λύπη καὶ ἀθυμία, τρέχει σὲ χίλια δυὸ ἄλλα μέσα, γιὰ νὰ καλύψει τὸ κενό της (διασκεδάσεις, ἐκδρομές, ἀλκοόλ, ξενύχτια, ἢ καὶ κλείσιμο στὸν ἑαυτό της, ἀποφυγὴ τῶν ἄλλων κ.λπ). Καὶ τί φοβερό! Ὅσο σ’ αὐτὰ καταφεύγει, τόσο τὸ κενὸ μεγαλώνει καὶ τόσο ὁδηγεῖται σὲ πλῆρες ἀδιέξοδο.

Ἂν ἡ διαρκὴς ὑλικὴ πεῖνα λέγεται λιμὸς ποὺ φέρνει τὴν ἐξασθένηση τοῦ ὀργανισμοῦ καὶ τὸν θάνατο, τί συμβαίνει τότε μὲ τὸν πνευματικὸ λιμό; Τότε ποὺ ἡ ψυχὴ μας μένει πεινασμένη πνευματικὰ γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα ἢ καὶ γιὰ πάντα; Ἂς τὸ σκεφτοῦμε…

Τονίζει ὁ Ἁγ. Ἰω. Χρυσόστομος: «Πραγματικὰ αὐτὴ ἡ (πνευματικὴ) πεῖνα εἶναι πιὸ φοβερὴ ἀπὸ ἐκείνη (τὴν ὑλική), ἀφοῦ καταλήγει καὶ σὲ μεγαλύτερο θάνατο, καὶ γι’ αὐτὸ πρέπει ἐδῶ νὰ φροντίζουμε περισσότερο».