Μέσα στίς περιγραφές τῶν ἁγίων καί τῶν ἱερῶν Εὐαγγελίων δὲν ὑπάρχουν λόγοι καὶ φραστικές διατυπώσεις τῆς Παναγίας, ἀλλὰ οὔτε καὶ στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων συναντοῦμε ἀναφορὲς στὴ ζωή της. Αὐτὸ ποὺ ὑπάρχει εἶναι μόνον μερικές ἀναφορές σέ ἀπόκρυφα εὐαγγέλια.
Δέν ὑπάρχουν λόγια τῆς Παναγίας, δέν ὑπάρχουν πράξεις, στοιχεῖα τῆς ζωῆς της, συγκεκριμένα γεγονότα, παρά μόνον πολύ ἁπλές διακριτικές ἀναφορές στό θεῖο καί ἅγιο πρόσωπό της. Ἀλλὰ ὅσο σιωπηλὴ ἦταν στὴν ἐπίγεια ζωή της, τόσο πλούσια στὸν λόγο ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ Παναγία μας.
Καί ἐνῶ ἡ ἴδια δέν ἐκφράζεται μὲ τὸν λόγο, ἡ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἡ ὁποία διαβάζεται στὶς ἑορτές της, λέγει «μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν».
Ἡ Παναγία, καί γι΄ αὐτό ἐπιλέγεται αὐτὴ ἡ περικοπή, εἶναι τό κατ΄ ἐξοχήν πρόσωπο τῆς θείας ἀκοῆς καί τῆς μυστικῆς σιωπῆς. Μυστικῆς σιωπῆς μέ τήν ἔννοια τοῦ ὅτι δέν βγάζει προφορικό λόγο, ἀλλὰ ὅμως φαίνεται πὼς ζεῖ τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Καὶ θείας ἀκοῆς, γιατί ὅπως λέγει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς «πάντα συνετήρει τὰ ρήματα ταῦτα συμβάλλουσα ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς» (Λουκ. β, 19). Τά ὅσα ἔλεγε ὁ Κύριος, τά ὅσα ἔπραττε, ἔμπαιναν στήν ψυχή της καί κατεγράφοντο μέσα της. Μέ αὐτόν τόν τρόπο συντηροῦσε τήν χάρι τήν ὁποία τῆς εἶχε δώσει ὁ Θεός.
Ἀλλά ἔχει καί ἄλλη μιά ἀκοή, τήν ἀκοή πρός ὅλον τόν κόσμο• τήν ἱστορική ἀκοή. Δέν ὑπάρχει ἄλλο πρόσωπο στό ὁποῖο νά ἀπευθύνονται τόσες προσευχές, στό ὁποῖο νά ἐκφράζονται τόσα αἰτήματα, στό ὁποῖο νά ἀποδίδεται τόση δοξολογία: οἱ ὡραιότεροι ἐκκλησιαστικοί ὕμνοι, οἱ Παρακλήσεις, οἱ Χαιρετισμοί, τά Θεοτοκία τῶν ἑορτῶν, τὸ Θεοτοκάριον, οἱ καλύτεροι θεολογικοί λόγοι τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τοῦ ἁγίου Νεκταρίου καί οἱ διδασκαλίες τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, εἶναι γεμᾶτα ἀπό τήν δύναμη καί τήν στήριξη, τήν ὁποία δίνει ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος σέ ὅλη τήν οἰκουμένη. Ἀκούει τὶς προσευχὲς καὶ ἀπαντᾶ. Εἶναι Γοργοϋπήκοος.
Αὐτό κάνουμε κι ἐμεῖς οἱ πιστοί. Μαζεύουμε τά προβλήματα καί τίς ἀνάγκες μας καί τά μεταμορφώνουμε σέ προσευχή καί σέ αἴτημα τό ὁποῖο διά τοῦ προσώπου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου κατευθύνεται πρός τόν Θεό.
Ἡ Παναγία, λοιπόν, εἶναι μακαρία διότι εἶναι ἡ ἀκούουσα τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἡ φυλάξασα καί συντηρήσασα αὐτόν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς, ἀλλά καί ἡ διαρκῶς καί ἀενάως ἀκούουσα τούς λόγους καί τά αἰτήματα, τίς δοξολογίες καί τίς προσευχές ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ὅλων τῶν αἰώνων, ὅλου τοῦ κόσμου. Ἡ Παναγία, λοιπόν, εἶναι μακαρία διότι εἶναι ἡ ἀκούουσα τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἡ φυλάξασα καί συντηρήσασα αὐτόν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς, ἀλλά καί ἡ διαρκῶς καί ἀενάως ἀκούουσα τούς λόγους καί τά αἰτήματα, τίς δοξολογίες καί τίς προσευχές ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ὅλων τῶν αἰώνων, ὅλου τοῦ κόσμου. Ἀκόμη καὶ ὁ τρόπος τῆς ἀναχώρησής της ἀπό αὐτόν τόν κόσμο δέν εἶναι θάνατος, ἀλλὰ κοίμησις, καί ὡς κοιμωμένη εἶναι ζῶσα. Ἀλλὰ καὶ ὡς πρός τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖον παρεμβαίνει στήν ἱστορία δέν εἶναι κοιμωμένη, ἀλλά δραστηριοποιημένη, διαρκῶς ἐνεργοῦσα, παρεμβαίνουσα στήν ἱστορία καί παρεμβαλλόμενη καί στήν δική μας τήν ζωή καί στήν δική μας τήν πορεία. Εἶναι ἀκοίμητος καί ἀμετάθετος ἐλπίδα.
Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος πού προσευχόμαστε σέ αὐτήν. Δέν προσευχόμαστε σέ κάποιον πού κοιμᾶται καί δέν ἀκούει, ἀλλά σέ κάποιον πού ἡσυχάζει καί βυθίζεται στήν μυστική σιωπή καὶ ταυτόχρονα μέ ἕναν θεῖο τρόπο ἐνεργοποιεῖται μέσα στήν ἱστορία καί παρεμβαίνει σέ αὐτήν.
Ἡ εὐχή τῆς Ἐκκλησίας μας γιά ὅλους εἶναι νά δώσει ὁ Θεός πολύ περισσότερα ἀπό ὅσα τολμοῦμε νά ζητοῦμε στίς προσευχές μας, πολύ οὐσιαστικότερα ἀπό ὅσα μποροῦμε νά ἐκφράσουμε στά αἰτήματά μας, νά μᾶς χαρίσει πλούσια τήν χάρι Του καί νά μᾶς ἀξιώσει νά ζήσουμε τόν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μας μέ τήν προστασία, μέ τήν πρεσβεία καί μέ τήν βοήθεια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.