Τι δίδασκε ο Αββάς Θεόδωρος σχετικά με την προσπάθεια του μοναχού να κατανοήσει την Αγία Γραφή.
Αυτός ο Γέροντας λοιπόν, σε μερικούς αδελφούς, οι οποίοι ήταν γεμάτοι θαυμασμό για την απαστράπτουσα γνώση και σοφία του και γι’ αυτό του ζήτησαν να τους εξηγήσει το νόημα κάποιων χωρίων της Αγίας Γραφής, απάντησε: «Ο μοναχός που επιθυμεί να αποκτήσει τη γνώση της Αγίας Γραφής, δεν χρειάζεται να κάνει τον κόπο να μελετάει τα βιβλία των ερμηνευτών της, αλλά μάλλον θα πρέπει να αφιερώνει όλη τη δραστηριότητα του νου του και όλη την προσοχή της καρδιάς του στην κάθαρση από τα σαρκικά πάθη.
Όταν αυτά εκδιωχθούν από την καρδιά, τότε τα μάτια της ψυχής αμέσως ανοίγουν. Γιατί αποτραβιέται το πυκνό πέπλο των παθών και έτσι αποκαλύπτονται με φυσικό τρόπο όλα τα μυστήρια της Αγίας Γραφής. Η Χάρη του Αγίου Πνεύματος δεν έχει βέβαια σκόπιμα αποκρύψει αυτά τα μυστήρια από μερικούς ανθρώπους, ώστε να παραμένουν αυτά για τους πολλούς άγνωστα και κρυφά. Εννοώ ασφαλώς, ότι από δικό μας λάθος δεν μας έχουν αποκαλυφθεί τα βαθύτερα αυτά νοήματα της Αγίας Γραφής.
Κι αυτό, γιατί το πέπλο των αμαρτιών μας σκοτεινιάζει τα μάτια της ψυχής μας. Όταν όμως αποκτήσουμε την πνευματική υγεία και τη φώτιση, τότε και μόνη η ανάγνωση της Αγίας Γραφής αρκεί να μας φέρει την αληθινή γνώση. Δεν υπάρχει τότε ανάγκη να ανατρέχουμε στη διδασκαλία των ερμηνευτών, όπως ακριβώς και τα σωματικά μάτια δεν χρειάζονται τη διδασκαλία κανενός για να δούνε, εκτός αν η αρρώστια τα έχει τυφλώσει.
Αντιληφθήκατε, νομίζω, από που προέρχονται όλα αυτά τα ερμηνευτικά λάθη και οι πλάνες. Οι παρερμηνείες και οι πλάνες προέρχονται από το ότι οι περισσότεροι βιάζονται να εισχωρήσουν στα νοήματα της Αγίας Γραφής, χωρίς καθόλου να φροντίσουν πιο πριν να έχουν καθαρίσει την καρδιά τους. Έτσι, λόγω της διαφορετικής παχύτητας ή ακαθαρσίας της καρδιάς τους, αυτοί κατανοούν διαφορετικά πράγματα, από εκείνα που θέλει να εκφράσει το συγκεκριμένο κείμενο. Και μάλιστα, αυτά πολλές φορές είναι αντίθετα προς την Πίστη και συχνά έρχονται σε αντίφαση μεταξύ τους. Έτσι, αυτοί οι άνθρωποι αδυνατούν να αναγνωρίσουν, και πολύ περισσότερο, να δεχθούν το φως της αλήθειας».
(αββά Κασσιανού, τόμος Β, εκδ. Ετοιμασία, σελ. 419-420)