Ο πατήρ Πανάρετος τον οποίο περιέγραφα με το όνομά του. Ήταν ο ιερομόναχος που είχε όλες τις αρετές και τις είχε σε ικανό μέγεθος και ποσότητα.
Ο λόγος του μιλούσε στην καρδιά. Ο συνομιλητής του, ο ακροατής του, ο ευλαβής προσκυνητής, χάνονταν στα λόγια του. Σαν να σε ταξίδευε σε ευώδοι κήπους, σε πανέμορφα δάση, σε γαλήνιες θάλασσες. Ο απλοϊκός αλλά Θείος λόγος του, γινόταν οδηγός και μονόδρομος στην ζωή μας. Δρόμος που καταλήγει στην ουράνια Πύλη. Δρόμος, που ευφραίνει η θέα, των επικείμενων Μυστηρίων. Δρόμος, που στις δυσκολίες, τα κακοτράχαλα μονοπάτια, προσφέρει τα εφόδια και τις παρηγοριές. Αυτός ήταν ο λόγος του.
Κατά το Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως, ο πάντοτε σκυμμένος και προσευχόμενος προκειμένου να μην κολλήσει την Χάρη Του Αγίου Πνεύματος, άκουγε με λύπη και με πόνο τις αμαρτίες. Συμβούλευε και παρότρυνε με ζωντάνια και θάρρος, τον Πνευματικό αγώνα. Ανάπαυε, ορθοτομούσε και καθοδηγούσε πολλές ψυχές.
Κατά το Μυστήριο της Θείας Λειτουργίας, ήταν (όσες φορές τον έτυχα) στο Μυστήριο. Λειτουργούσε στον ουρανό. Παρίσταται το σώμα στον Ναό, η ψυχή και ο πόθος, στο υπερουράνιο Θυσιαστήριο. Ευωδίαζε το Άγιο Βήμα όταν Ιερουργούσε. Ένοιωθα πως δίπλα μου παρίσταται Άγγελος, ήταν ανύπαρκτη η φυσική του παρουσία.
Κατά την Προσευχή, ήταν η άσκηση, η διάκριση, η ασκητικότητα, οι εδαφιέες μετάνοιες (που δεν του παρέβγαινε ο πιο γυμνασμένος νέος), το λιωμένο κομποσχίνι του, η αγρυπνία, η ψαλμωδία. Η όψη του, τα μαρτυρούσε όλα.
Κατά την Φιλοξενία, ήταν ο Αρχοντάρης της Αγιορειτικής Μονής οσίου Γρηγορίου, τα τελευταία χρόνια. Ακούραστος σαν παιδάκι. Χαρούμενος σαν τον Πατριάρχη Αββραάμ. Υπομονετικός σαν τον Δίκαιο Ιώβ. Πρόθυμος σαν τον Άγιο Νικόλαο. Διάκονος σαν την Αγία Αναστασία, προστάτιδα της Μονής. Φιλόξενος σαν να ήθελε να ευαρεστεί τον όσιο Γρηγόριο, κτήτωρα της Μονής.
Να καταλήξω κάπου εδώ με μια μαρτυρία των πατέρων και αδελφών του, των οποίων έχαιρε καθολικής εκτίμησης. Όταν το 1990 καίγονταν το Άγιο Όρος και η φωτιά πλησίαζε την Μονή, ο πατήρ Πανάρετος πήρε το λείψανο της Αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας και όρμησε προς την πύρινη κόλαση. Όλοι θεώρησαν πως του σάλεψε το μυαλό. Εκείνος πήγε στο βουνό όσο μπορούσε και μαζί με την κάρα της Αγίας “περίφραξε” την Μονή. Εκεί σταμάτησε η φωτιά. Η δύναμη της πίστης του.
Μια ακόμη χαριτωμένη μορφή διαμορφώθηκε εδώ στην Πνευματική παλαίστρα, μας χάρισε από την χάρη του και ώριμος και ικανός αναπαύεται εν σκηνές δικαίων. Στην Βασιλεία των ουρανών.
Την ευχή σου πατέρα Πανάρετε και την μεσιτεία σου. Από εμένα ένα μεγάλο ευχαριστώ και ένα ταπεινό, “Κύριε Ιησού Χριστέ, ανέπαυσε την ψυχή του δούλου σου Παναρέτου ιερομονάχου”