Το πόσο μπορεί να βοηθήσει η θεία λειτουργία τους χριστιανούς, που μνημονεύονται σ’ αυτήν,
φαίνεται και από τ’ ακόλουθα περιστατικά, που διηγείται ο άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος, πάπας Ρώμης (590-604):
Ζούσε κάποτε ένας αιχμάλωτος μακριά από τους δικούς του και δεμένος με βαρείες αλυσίδες.
Η γυναίκα του συνήθιζε σε τακτές μέρες να τελεί για χάρη του τη θεία λειτουργία.
Μετά από χρόνια ο αιχμάλωτος επέστρεψε στην πατρίδα του.
Ανέφερε τότε στη γυναίκα του, πως ορισμένες μέρες οι αλυσίδες του λύνονταν αόρατα και παράδοξα,
κι έτσι ανακουφιζόταν λιγάκι.
Κατάπληκτη εκείνη, διαπίστωσε πως αυτό συνέβαινε τις μέρες ακριβώς που γινόταν για τη σωτηρία του η θεία λειτουργία.
Ένας ναύτης ταξίδευε μαζί με τον επίσκοπο Πανόρμου Αγάθωνα για τη Ρώμη.
Στη διάρκεια του ταξιδιού ο ναύτης βρισκόταν μέσα σε μια βάρκα, που ήταν δεμένη με σχοινί στο πίσω μέρος του πλοίου. Κάποια στιγμή από την τρικυμία κόπηκε το σχοινί και η βάρκα εξαφανίστηκε.
Το πλοίο ξέπεσε σ’ ένα νησί, την Ούστιβα. Εκεί ο επίσκοπος περίμενε τρεις μέρες μήπως φανεί η βάρκα με το ναύτη.
Τέλος, έβγαλε το συμπέρασμα ότι ο ναύτης πνίγηκε.
Έδωσε λοιπόν εντολή να γίνει θεία λειτουργία για την ανάπαυση της ψυχής του.
Όταν ο επίσκοπος έφτασε στην Ιταλία, εκεί, στην πόλη του Πόρτου, συνάντησε απροσδόκητα το ναύτη.
Η χαρά του ήταν απερίγραπτη.
-Πώς γλύτωσες από το ναυάγιο; τον ρώτησε με φιλόστοργη περιέργεια.
-Για πολλήν ώρα, άγιε δέσποτα, πάλευα με τ’ άγρια κύματα. Η βάρκα γέμισε νερά και αναποδογύρισε πολλές φορές.
Από την προσπάθεια να συγκρατηθώ επάνω της, τελικά εξαντλήθηκα και κάποια στιγμή λιποθύμησα.
Τότε, κι ενώ ούτε ξύπνιος ήμουν ούτε κοιμισμένος, εμφανίζεται μπροστά μου, μες στο πέλαγος, κάποιος, που μου πρόσφερε ψωμί. Έφαγα και δυνάμωσα. Σε λίγο πέρασε ένα πλοίο, που με παρέλαβε και μ’ έβγαλε σώο σε κάποιαν ακτή.
-Μήπως θυμάσαι ποιά μέρα εμφανίστηκε εκείνος ο άγνωστος, που σου πρόσφερε ψωμί; ρώτησε ο επίσκοπος.
Η απάντηση του ναύτη τον γέμισε έκπληξη. Ήταν η μέρα που τέλεσε για χάρη του τη θεία λειτουργία στην Ούστιβα!