Λίγο πριν αποκεφαλιστεί η καλλιπάρθενος Νύμφη του Ιησού Χριστού Αικατερίνη, ενώπιον πλήθους κόσμου, κάμπτουσα τα γόνατα προς τον Κύριον, προσευχήθηκε και είπε:
«Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός μου, ευχαριστώ σοι ότι έστησας επί πέτραν της υπομονής τους πόδας μου και κατεύθυνάς μου τα διαβήματα· έκτεινον τώρα τας αχράντους παλάμας σου, όπου εις τον Σταυρόν ετραυμάτισες, και δέξαι μου την ψυχήν, την οποίαν έθυσα διά την αγάπην σου. Μνήσθητι Κύριε, ότι σαρξ και αίμα είμεθα, και μη αφήσης να φανερωθώσιν από τους δεινούς εξεταστάς εις το φοβερόν Σου Κριτήριον τα εν αγνοία μου πταίσματα, αλλά απόπλυνον αυτά με τα αίματα, όπου έχυσα διά την αγάπην Σου, και οικονόμησαι να γένη το σώμα τούτο, όπου διά σε κατεκόπη, αθέατον εις εκείνους όπου θέλουν ζητήσει αυτό, και φύλαξον αυτό σώον και ακέραιον όπου ορίσει η Βασιλεία Σου. Επίβλεψον εξ ύψους αγίου σου Κύριε, επί τον περιεστώτα λαόν τούτον, και οδήγησον αυτούς εις το φως της σης επιγνώσεως. Δίδου δε και εις όσους επικαλέσονται δι᾿ εμού το Πανάγιόν Σου Όνομα τα προς το συμφέρον αιτήματα, διά να σε δοξάζουσι με τον συνάναρχον Πατέρα και το συναίδιον Πνεύμά Σου, νυν και αεί, και εις τους αιώνας. Αμήν».
Μετά το πέρας της καρδιακής και ικετευτικής αυτής προσευχής, η καλλίνικος μάρτυς του Χριστού Αικατερίνα δέχθηκε τον αποκεφαλισμό από το ξίφος του δημίου στις 25 Νοεμβρίου, ημέρα Παρασκευή και σε ηλικία μόλις 18 ετών. Ένα απροσδόκητο θαύμα συνέβη τότε: Αντί αίματος ξεχύθηκε γάλα.