Η προσωπικότητα και το έργο του π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου

Ὅταν τό 1931 ἔβλεπε τό φῶς τοῦ κόσμου τούτου, στήν Καζάρμα τῆς Καλαμάτας, ὁ τελευταῖος καί ἑνδέκατος υἱός τῆς πολύτεκνης οἰκογένειας Γεωργίου καί Παναγιώτας Ἀλεβιζοπούλου, κανείς δέν φανταζόταν ὅτι αὐτό τό ἄσημο παιδί θά γινόταν ἀργότερα «σκεῦος ἐκλογῆς», τό ὁποῖο ὁ Κύριος θά προώριζε γιά σοβαρή καί ὑπεύθυνη ποιμαντική διακονία μέσα στήν Ἐκκλησία, σέ δύσκολους καιρούς. Τά σπάνια προσόντα του ἄρχισαν ἤδη νά ἐκδηλώνονται στίς σπουδές του καί στήν διακονία του ἀργότερα. Οἱ σπουδές του στήν Ἀθήνα καί στήν Γερμανία, ἡ διακονία του ὡς κληρικοῦ στήν Κολωνία καί στό Ἀννόβερο τῆς Γερμανίας κατ’ ἀρχάς, καί στούς Ναούς Ἁγ. Τριάδος καί Ἁγ. Παρασκευῆς τῶν Ἀθηνῶν, ἀργότερα, ἀνέδειξαν τόν ταπεινό γόνο τῆς Καζάρμας σέ ἐπιστήμονα τῆς θεολογικῆς ἐπιστήμης καί καλό ποιμένα τῆς λογικῆς Ποίμνης τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ σύντροφος τῆς ζωῆς του μακαριστή Πρεσβυτέρα Ἀντωνία ὑπῆρξε ὁ ἀφανής συγκυρηναῖος του καί ὁ ἀποφασιστικός συντελεστής τῆς μεγάλης προσφορᾶς του. Ἡ σύντομη πορεία του, στά ἑξῆντα τέσσερα χρόνια τῆς ἐπί γῆς ζωῆς του, ὑπῆρξε λαμπρή, γόνιμη καί ἰδιαιτέρως πλούσια, ὄχι μόνο σέ συγγραφικό ἔργο, ἀλλά κυρίως σέ ποιμαντικό ἔργο, πού εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τή σωτηρία πλήθους ψυχῶν.

Μικρός τό δέμας καί ἀσθενικός, ἀλλά μέγας στό πνεῦμα, πληθωρικός καί ἰκανώτατος σέ ἀντίληψη καί δράση, ὁ π. Ἀντώνιος ὑπῆρξε πρωτοπόρος, ἀνεπανάληπτος, πρωτότυπος, συστηματικός μέ διαίσθηση καταπληκτική καί εὐαίσθητο Ὀρθόδοξο αἰσθητήριο. Ἡ προσφορά του εἶναι πολύτιμη γιά τήν Ἐκκλησία.

Ὁ π. Ἀντώνιος ὑπῆρξε ἕνας σεμνός κληρικός καί βαθύς θεολόγος, ἕνας φωτισμένος ποιμένας, ἕνας σύγχρονος ἀπολογητής καί ὁμολογητής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, ἕνας ἐπιστήμονας συστηματικός καί ἐρευνητής, ἕνας γόνιμος συγγραφέας, ἕνας ὑποδειγματικός οἰκογενειάρχης, μιά χαρισματική καί φωτεινή ἐκκλησιαστική προσωπικότητα, μέ ἰδιαίτερα ὀργανωτικά, διανοητικά καί ἠθικά χαρίσματα.

Ἡ ὀξεῖα θεολογική του σκέψη καί τό πλούσιο συγγραφικό του ἔργο εἶχαν στόχο τήν κατάρτιση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, καί τήν θωράκισή του ἀπό τή μεθοδευμένη προσηλυτιστική δραστηριότητα τῶν ποικιλωνύμων αἱρέσεων καί τῶν παραθρησκευτικῶν ὁμάδων. Ἀφιέρωσε τή ζωή του ὁλόκληρη στήν ἐνημέρωση Ποιμένων καί Ὀρθοδόξου Πληρώματος πάνω στούς κινδύνους καί τά προβλήματα πού δημιουργοῦνται ἀπό τήν δραστηριότητα τῶν αἱρέσεων καί τῶν παραθρησκευτικῶν ὁμάδων τῆς λεγόμενης «Νέας Ἐποχῆς», γιά τό ἄτομο, τήν οἰκογένεια καί τήν κοινωνία.

Ἐκληροδότησε στήν Ὀρθόδοξη Ἑλληνική βιβλιογραφία σαράντα καί πλέον πολύτιμα καί ἀνεπανάληπτα βιβλία, τά ὁποῖα γιά πολλά χρόνια θά ἀποτελοῦν τή βάση τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας μας στόν εὐαίσθητο καί καίριο αὐτόν τομέα τῆς ἀντιαιρετικῆς δραστηριότητάς της.

Παράλληλα ὁ ἀκάματος αὐτός ποιμένας ἐκάλυψε τίς νευραλγικές θέσεις τοῦ Γραμματέως τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ (ἀπό τό ἔτος 1968) καί τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν Αἱρέσεων, ἀπό τήν δεκαετία τοῦ 1970 μέχρι τόν Μάϊο τοῦ 1996. Σ’ αὐτή τήν Ἐπιτροπή μέ ἐκάλεσε κοντά του τό ἔτος 1977 καί ἐκεῖ ἐγνώρισα τίς ἰδιαίτερες ἱκανότητές του, ἐδιδάχθηκα ἀπό αὐτόν τόν ὀρθό τρόπο τῆς ἀντιμετωπίσεως τοῦ προβλήματος καί ἐμαθήτευσα δέκα ἐννέα ὁλόκληρα χρόνια κοντά του, γιά νά ἀναλάβω ἀναξίως τήν συνέχιση τῆς διακονίας του στήν ἴδια Ἐπιτροπή, τό ἔτος 1996, μετά τήν κοίμησή του. Δέν τόν ἐπέλεξα ἐγώ, ἐκεῖνος μέ κάλεσε καί μέ ἐπέλεξε ὡς συνεργάτη του, μόλις ἐπέστρεψα στήν Πατρίδα ἀπό τήν διακονία μου στόν ἀπόδημο Ἑλληνισμό, τόν ὁποῖο ὑπηρέτησα γιά δώδεκα χρόνια, ὅπως και ἐκεῖνος προηγουμένως. Ἀπό τότε μέ τιμοῦσε μέ τήν ἀλληλογραφία του καί τήν ἀποστολή ἐντύπων, ὅπως ἔκανε καί μέ ἄλλους κληρικούς τοῦ ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ.

Ὡς πλησιέστερος συνεργάτης του ἐγνώρισα τό πολύπλευρο ἔργο τοῦ π. Ἀντωνίου, τό ὁποῖο καταφαίνεται καί ἀπό μόνη τήν ἀναφορά τῶν σημαντικοτέρων τομέων καί τρόπων τῆς δραστηριότητάς του. Ἡ μαθητεία μου κοντά του ὅλα αὐτά τά χρόνια ἐξελίχθηκε σέ μιά βαθειά ἐκτίμηση καί ἀναγνώριση τῶν πολλῶν χαρισμάτων του. Ὅποιος τόν ἐγνώρισε ἀπό κοντά καί πραγματικά, μπορεῖ ἀνεπιφύλακτα νά ὁμιλήση γιά τήν ἀναμφισβήτητη πνευματική, θεολογική, ἐπιστημονική, κοινωνική, συγγραφική, ὀργανωτική, διανοητική καί ἠθική ἀξία καί συγκρότηση αὐτῆς τῆς σύγχρονης χαρισματικῆς ἐκκλησιαστικῆς προσωπικότητας. Ἕνας δεσμευτικός θαυμασμός τραβοῦσε τούς συνεργάτες του γύρω του στόν δύσκολο καί ἐπικίνδυνο τομέα τῆς ποιμαντικῆς ἀντιμετωπίσεως τῶν προβλημάτων, πού δημιουργεῖ ἡ δραστηριότητα τῶν ποικιλωνύμων συγχρόνων αἱρέσεων καί τῶν παραθρησκευτικῶν ὁμάδων.

Τό ὀργανωτικό πνεῦμα του ἐμφανίζει μιά ἀξιοθαύμαστη γονιμότητα. Ἀντιλαμβάνεται ὅτι, γιά νά μπορέσει νά ἀναπτύξη τήν δραστηριότητά του πρωτοποριακά τότε, στόν ἀγώνα του γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς σύγχρονης πλάνης καί τῶν νεοφανῶν αἱρέσεων, εἶναι ἀνάγκη, πλήν τῶν πολυτίμων συνεργατῶν του, νά δημιουργήσει καί ἄλλη κατάλληλη ὑποδομή. Ἔτσι μέ βάση τήν Συνοδική Ἐπιτροπή ἐπί τῶν Αἱρέσεων, ἱδρύει τούς ἀκολούθους φορεῖς:

α) Σεμινάριο Ἐπιμορφώσεως Κληρικῶν, πού λειτουργοῦσε στήν Ἱερά Μονή Πεντέλης, ἀπό τό 1977 καί ὅπου ἐπεστράτευσε πολλούς συνεργάτες κληρικούς, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τόν ὑποφαινόμενο. Στή συνέχεια ἱδρύει:

β) Τό Ἀντιαιρετικό Φροντιστήριο, πού λειτουργοῦσε στή μεγάλη αἴθουσα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί στό ὁποῖο φοίτησαν πληθώρα κληρικῶν καί λαϊκῶν συνεργατῶν, μεταξύ τῶν ὁποίων συγκαταλεγόμαστε καί μερικοί ἀπό ἐμᾶς τούς παλαιοτέρους συνεργάτες του.

γ) Ἀκολούθησε ἡ ἵδρυση τῆς ΠΕΓ τό ἔτος 1982.

δ) Τό 1988 ἱδρύει τό Σεμινάριο Ὀρθοδόξου Πίστεως καί τό Σεμινάριο Οἰκοδομῆς στήν Ὀρθοδοξία, πού λειτουργοῦν στόν Ἱερό Ναό Ἁγίας Παρασκευῆς, στήν ἀρχή, καί στό Πνευματικό της Κέντρο, ἀργότερα, μέ ἐξαιρετικά ἀποτελέσματα.

ε) Τό 1989 ὁ π. Ἀντώνιος καθιερώνει τόν θεσμό τῶν Συνδιασκέψεων γιά θέματα αἱρέσεων καί παραθρησκείας, οἱ ὁποῖες ἐξελίχθηκαν σέ Διορθόδοξες καί Πανορθόδοξες. Ἡ Ε΄ Συνδιάσκεψη στήν Ναύπακτο (1993) καί ἡ τελευταία γι’ αὐτόν Ζ΄ Πανορθόδοξη Συνδιάσκεψη στήν Ἀλίαρτο Βοιωτίας (1995) ὑπῆρξαν οἱ σπουδαιότερες, καθόσον κατήρτησαν τούς μέχρι σήμερα ἰσχύοντες καταλόγους Ὁμάδων ἀσυμβίβαστων μέ τήν Ὀρθοδοξία. Ἐφέτος, πιστοί στούς ὀραματισμούς του, διοργανώνουμε, μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τήν ΛΑ΄ Πανορθόδοξη Συνδιάσκεψη στό Ἄργος.

στ) Παράλληλα λειτούργησε τόν Συμβουλευτικό Σταθμό, καί τίς ὁμάδες ἐργασίας, ὅπου γίνεται δεκτό πλῆθος περιπτώσεων καί καταρτίζονται στελέχη γιά τό ἔργο.

ζ) Στήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν, ἵδρυσε τήν Ὑπηρεσία Ἐνημερώσεως Διαλόγου καί Πολιτισμοῦ.

η) Τό 1991 ἱδρύει τό Ὀρθόδοξο Ἐπιμορφωτικό Κέντρο Ἐρευνῶν καί Διαλόγου, στό ὁποῖο θέλησε νά προσαρτήσει τό Ὀρθόδοξο Θεολογικό Σεμινάριο, μέ προοπτική νά παραχωρεῖ θεολογικά πτυχία.

θ) Τό 1994 ἱδρύει ἀνεπισήμως καί τό 1995 ἐπισήμως τόν Διορθόδοξο Σύνδεσμο Πρωτοβουλιῶν Γονέων.

ι) Τόν Ἰανουάριο τοῦ 1994 ἐκδίδει τό πρῶτο τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ «Διάλογος», τό ὁποῖο διηύθυνε μέχρι τό 6ο τεῦχος του (μέχρι τήν κοίμησή του) καί τό ὁποῖο σήμερα, μέ τήν χάρη τοῦ Κυρίου, ἀριθμεῖ 95 τεύχη. Ἐκδίδεται ὡς ὄργανο τοῦ «Διορθοδόξου Συνδέσμου Πρωτοβουλιῶν Γονέων», καί οἰκονομικό φορέα τήν ΠΕΓ.

ια) Συγχρόνως ἐκδίδει τό «Νομικό Δελτίο» καί τό φυλλάδιο «Μαρτυρία» καί «Πληροφορεῖν».

ιβ) Τέλος, στούς ὀραματισμούς του βρίσκονταν δύο ἀκόμη ἔργα: 1) ἡ ἀνοικοδόμηση κτηριακῶν ἐγκαταστάσεων, οἱ ὁποῖες θά φιλοξενοῦσαν ὅλες αὐτές τίς δραστηριότητες, ὅπως εἶχε προαναγγείλει τόν Νοέμβριο τοῦ 1992, καί 2) Ἡ ἔκδοση Λεξικοῦ αἱρετικῶν καί παραθρησκευτικῶν Ὁμάδων, μέ πρωτογενές ὑλικό, καρπός τῆς προσωπικῆς του κοπιώδους ἔρευνας, τοῦ ὁποίου τά κείμενα εἶχαν σχεδόν ὁλοκληρωθεῖ. Ὅμως ἡ πρόωρη ἀναχώρησή του ἀνέκοψε τήν ὑλοποίηση καί αὐτῶν τῶν μεγαλόπνοων ὁραμάτων του.

Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τό ἔτος 2006, κατόπιν εἰσηγήσεως τῆς Σ. Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν Αἱρέσεων, μέ τήν συμπλήρωση δεκαετίας ἀπό τήν κοίμησή του, τοῦ ἀπένειμε, μετά θάνατον καί κατ’ ἐξαίρεση, τήν ὑψίστη τιμητική διάκριση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τόν Σταυρό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, γεγονός πού δέν συνηθίζεται γιά τεθνεῶτες.

Συνέταξεν ἀναρίθμητα ἄρθρα σέ περιοδικά καί ἐφημερίδες, φυλλάδια, ἐκθέσεις καί εἰσηγήσεις. Διοργάνωσε πλῆθος ὁμιλιῶν, συνεντεύξεων καί διαλέξεων καί ἑκατοντάδες ραδιοφωνικές ἐκπομπές (κυρίως ἀπό τόν Ραδιοφωνικό Σταθμό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος).

Ὁ χρόνος δέν ἐπιτρέπει νά ἐπεκταθοῦμε περισσότερο.

Αὐτόν τόν ἀκάματο ἐργάτη τοῦ Ἀμπελῶνος τοῦ Χριστοῦ τόν κατηγόρησαν, τόν συκοφάντησαν, τόν λασπολόγησαν, τόν εἰρωνεύτηκαν, τόν ἐχλεύασαν οἱ ἐχθροί τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὅσο ἔβλεπαν ὅτι ὁ λόγος του οἰκοδομεῖ τίς κλονισμένες καρδιές καί ξυπνάει τίς πλανεμένες καί στηρίζει τό Ὀρθόδοξο φρόνημα, τόσο ἐνίσχυαν τήν λυσσαλέα τακτική τους ἐναντίον του. Ἀκολούθησαν οἱ μηνύσεις, οἱ ἀγωγές καί οἱ ἀπειλές, ἀκόμη καί γιά τήν φυσική του ἐξουδετέρωση.

Ὅμως ὁ π. Ἀντώνιος ἔμεινε ἀκλόνητος, νικῶν, διά τῆς χάριτος τοῦ «ἐνδυναμοῦντος» αὐτόν Χριστοῦ, τόν Ὁποῖον τόσον ἠγάπησεν καί τόσον πιστά καί αὐτοθυσιαστικά ὑπηρέτησε.

Ἔγραψε γιά τόν π. Ἀντώνιο τό ἔτος 1997 ὁ τότε Μητροπολίτης Δημητριάδος καί μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος μακαριστός Χριστόδουλος: «Ἐγνωρίσαμεν τοῦτον καλῶς καί μαρτυροῦμεν, ὅτι ἔφερεν ἐν ἑαυτῷ γνήσια γνωρίσματα ἀποστολικοῦ ἀνδρός, ἀνεπαισχύντου ἐργάτου τοῦ Εὐαγγελίου. Ἔζησε διά τόν Χριστόν καί τήν Ἐκκλησίαν. Ἀνήρ ἀγαθός, πλήρης Πνεύματος ἁγίου, σεμνός, τοῦ ἰδίου οἴκου καλῶς προϊστάμενος, ἀκαταπόνητος, ἀκατάβλητος, μαχητικός, ἀνυποχώρητος, θείῳ ζήλῳ πυρπολούμενος, ποιμήν ἄριστος καί φιλοστοργώτατος πατήρ, μεθοδικός, ἐργατικός, σκεῦος ἐκλογῆς τοῦ Θεοῦ ἐν ἡμέραις πονηραῖς κληθείς ἵνα ὑψώση τήν ρομφαίαν τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί τήν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος ἐναντίον ψυχοκτόνων ὀργανώσεων καί κινήσεων».

Ὁ δέ Ρουμάνος θεολόγος π. Δημήτριος Staniloae εἶχε πεῖ γι’ αὐτόν: «…Ὁλόκληρο τό ἔργο τοῦ Ἕλληνος πατρός Ἀντωνίου Ἀλεβιζοπούλου μαρτυρεῖ μία ψυχή πού φλέγεται ἀπό τό ζῆλο ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, γιά ἐκεῖνο τό μέρος τοῦ χριστιανισμοῦ, πού ἔμεινε διά μέσου τοῦ χρόνου – παρ’ ὅλες τίς τρομακτικές ἐπιθέσεις τῶν ἐχθρῶν του-, ἅγιο καί ἄσπιλο… Πάντοτε ὁ Θεός διετήρησε γιά τόν ἑαυτό του ἕνα ὑπόλοιπο, ἕνα ἅγιο μερίδιο, μεγάλους ἄνδρες γιά νά φέρουν τήν ἀλήθεια στήν τελική καί κατά κράτος νίκη. Ὁ π. Ἀντώνιος συγκαταλέγεται μεταξύ αὐτῶν καί γεμίζει τήν ψυχή μας ἀπό χαρά καί ἐλπίδα, βλέποντες πώς ἡ Ἁγία Ὀρθοδοξία ἔχει πάντοτε τούς εὐλογημένους ἀθλητές της”.

Ὁ ἴδιος ὁ π. Ἀντώνιος στό τελευταῖο βιβλίο του «Τό νόημα τῆς ζωῆς στό φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας» τό ὁποῖο ἐκδόθηκε λίγο μετά τήν κοίμησή του, ἔγραφε: «Οἱ δοκιμασίες στή ζωή, λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, συντελοῦν στό νά γνωρίσει ὁ ἄνθρωπος τήν ἀδυναμία του καί νά ταπεινωθεῖ προφυλάσσοντας τόν ἑαυτό του ἀπό τό λογισμό τῆς ὑψηλοφροσύνης» καί συνεπλήρωνε: «Γιά τόν πιστό ἀληθινή συμφορά δέν εἶναι ὁ θάνατος καί πολύ λιγότερο ὁ ἄδικος θάνατος, πού ἀποτελεῖ μαρτύριο. Ἀληθινή συμφορά εἶναι μόνο ἡ ἁμαρτία καί ὁ αἰώνιος θάνατος, ὁ αἰώνιος χωρισμός ἀπό τό Θεό. Τό νά βαδίσει ὁ πιστός πρός τήν ἐμπειρία τοῦ θανάτου περνάει σέ νέα πραγματικότητα, ἀπαλλαγμένη ἀπό τήν κακότητα τῆς ζωῆς· εἰσέρχεται στό ἥσυχο λιμάνι τῆς εἰρήνης καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ».

Αὐτός ὑπῆρξεν, αὐτός εἶναι, αὐτός θά παραμείνει ὁ ἀείμνηστος Πρωτοπρεσβύτερος π. Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος, ὁ καλός ποιμήν, ὁ φωτισμένος θεολόγος, ὁ σύγχρονος ἀπολογητής, ὁ κοινωνικός καί Ἐκκλησιαστικός ἐργάτης, ὁ λαμπρός οἰκογενειάρχης, ὁ «ἐν ἐπιγνώσει» Χριστιανός.

«Ἡ ἐπισύστασίς του ἡ καθ’ ἡμέραν» καί ἡ ἀγωνία του ἦταν «ἡ μέριμνα πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν» (Β΄ Κορ. ια΄ 28). Ἄς ἀναπαύεται μακαρίως τό ἀνήσυχο πάντα πνεῦμα του «ἐκ τῶν κόπων αὐτοῦ» (Ἀποκ. ιδ΄ 13) «ἔνθα πάντων ἐστί τῶν εὐφραινομένων ἡ κατοικία» καί ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς, στόν Ὁποῖον ἀφιέρωσε ὁλόκληρη τήν ζωή του, ἄς στεφανώση τόν «καλόν ἀγωνιστήν» π. Ἀντώνιον Ἀλεβιζόπουλον μέ τόν «στέφανον τῆς ζωῆς».

Ἱ. Ναός Ἁγίας Παρασκευῆς Ἀττικῆς
11 Μαΐου 2019

___________________________
1. Ὁμιλία κατά τήν τέλεση Ἱ. Μνημοσύνου καί ἐκδηλώσεως γιά τόν π. Ἀντώνιο Ἀλεβιζόπουλο, στόν Ἱ. Ναό «Αγίας Παρασκευῆς Ἀττικῆς, 11.5.2019.

Περιοδικό “διάλογος”
Απρίλιος-Ιούνιος 2019
τεύχος 96