Διήγηση γέροντος Παρθενίου Αγιοπαυλίτου: «Μία φορά που πήγαμε πάνω στο βουνό με τον μακαριστό παπα–Ανδρέα, ευρηκαμε δύο καλύβες, με ξυλαράκια, με μία εικόνα και ένα καντηλάκι, και μία γωνουλα, αλλά δεν βρήκαμε κανέναν.
Ψάξαμε από δω, από κεί, αλλά δεν τον βρήκαμε, ενώ ήταν εκεί ο άνθρωπος, γιατί και το καντηλάκι και ένα φαναράκι με λαδάκι ήταν αναμμένο και ένα βιβλίο που διάβαζε εκεί πέρα, αλλά δεν τον βρήκαμε.
»Άλλη φορά ξαναπήγαμε και βρήκαμε άλλη καλυβουλα εκεί πάνω. Εκεί που τελειώνουν τα απότομα βράχια και αρχίζουν τα δένδρα, βρήκαμε το Καλυβάκι και ένα ντορβαδάκια με λίγο παξιμάδι κρεμασμένο, εκεί όλα τα πραγματάκια του, αλλά αυτόν δεν τον βρήκαμε εκεί. Που εξαφανίστηκε; Και δεν μας άκουσε, όταν πήγαμε. Εξαφανίστηκε. Ψάξαμε εδώ, ψάξαμε εκεί, δεν τον βρήκαμε, και μπορεί να ήταν εκεί μπροστά μας και να μην τον βλέπαμε. Το Καλυβάκι όμως το βρήκαμε.
»Και άλλη φορά πήγαμε και βρήκαμε άλλο Καλυβάκι σε άλλη μεριά, αλλά δεν βρήκαμε κανέναν. Αυτοί τίθενται σε αορασία να πούμε· τωρα πως; Είναι θεϊκά μυστήρια».
*****
Διηγήθηκε ο γερω–Δαμασκηνός Αγιοβασιλειάτης ότι ο παπα–Σάββας ο Πνευματικός κοινωνούσε τους γυμνούς Ασκητές κάθε Μ. Πέμπτη. Του είχαν πεί να μην το φανερωση σε κανέναν. Και το τήρησε. Κάποτε όμως γινόταν συζήτηση στην Αγία Άννα και μερικοί αμφισβητούσαν την ύπαρξη των γυμνών Ασκητών. Ο παπα–Σάββας τότε αναγκάστηκε να μιληση και τους είπε ότι και υπάρχουν και τους κοινωνεί κάθε Μ. Πέμπτη. Είπε μάλιστα ότι, όταν θάρθουν να κοινωνήσουν, θα βάλει σημάδια, θα τους ακολουθήσει, για να δη που μένουν και να πάνε μετά μαζί με τους πατέρες να τους δείξη την σπηλιά τους.
»Όταν όμως ήρθαν την Μ. Πέμπτη του είπαν: ”Παπα–Σάββα, δεν θα ξαναρθούμε, γιατί παρεβης την συμφωνία μας”. Ελέγχθηκε βέβαια και είπε ”ευλόγησον”, αλλά δεν ήθελε να τους χάση και να μην τους ξαναδεί. Όταν έφευγαν, τους ακολούθησε βάζοντας σημάδια μέχρι την σπηλιά τους. Ύστερα ξαναπηγε με άλλους πατέρες και δεν εύρισκαν τον δρόμο, και τα σημάδια που είχε βάλει δεν υπήρχαν».
*****
Κάποτε ο παπα–Ξενοφών ο Ρουμάνος, ο Καψαλιωτης μαζί με τον υποτακτικό του π. Δανιήλ πήγαιναν από την Λαύρα για τον Σταυρό. Κοντά στου κυρ–Ησαΐα είδαν δύο γυμνούς Ασκητές, οι οποίοι δεν τους μίλησαν και απομακρύνθηκαν βιαστικά. Το διηγήθηκαν στον γερω–Δαμασκηνό τον Αγιοβασιλειατη και τους είπε ότι μάλλον θα ήταν από τους αόρατους. «Μα τους είδαμε και ήταν γυμνοί». «Ε, αυτοί ήταν», είπε.
*****
Ο γερω–Βαρλαάμ ο Ξενοφωντινός διηγήθηκε ότι πολλές φορές συναντήθηκε με τους γυμνούς Ασκητές. Τον χειμώνα κατέβαιναν από τον Άθωνα για να ξεχειμωνιάσουν στα μέρη του Ξενοφώντος που έχει ηπιότερο κλίμα. Ο γερω–Βαρλαάμ γύριζε στα δάση και ο,τι χρειάζονταν τους το πήγαινε. Έλεγε ότι ήταν ρακένδυτες. Φορούσαν ράσα, αλλά ήταν παλαιά και σχισμένα.
https://simeiakairwn.wordpress.com
πηγή