Ὁ ΓΕΡΟ-ΓΙΩΡΓΗΣ καὶ οἱ γάμοι των σοδομοφίλων
π.Διονύσιος Ταμπάκης
ΑΝΕΒΑΙΝΕ μὲ τὸ λεωφορεῖο ὅλος χαρὰ γιὰ τὸν Ἄθωνα ὁ παπα-Οδυσσέας , παρέα μὲ τὸ ‘κατοστάρι ξεθωριασμένο ἀπ΄τα γυρίσματα κομβοσχοίνι του. Τὰ ράσα του γκριζάρανε στὸ κάψιμο τοῦ ἥλιου ἀπὸ τὰ μελίσσια ὅπου εἶχε μεράκι νὰ φροντίζει κι’έτσι βγάζανε μία μυρωδιὰ ἀπὸ καπνιστήρι μαζὶ μὲ μοσχολίβανο Ἁγιονορείτικο ποὺ ἀγόραζε μὲ τὸ κιλὸ γιὰ νὰ θυμιάζει τὴν τερπνὴ Ἐκκλησούλα του σὲ ἕνα ὀρεινὸ χωριὸ ὅπου ἔκαμε τὴν ἐφημερία του.
Τὸ πούλμαν σταμάτησε γιὰ τὴν καθιερωμένη στάση σὲ ἕνα μαγαζὶ τῆς ἐθνικῆς ὁδοῦ κι’αφού κατέβηκε καί ‘κεῖνος ἔβγαλε λίγα ψιλὰ ἀπὸ τὴν ρασότσεπη γιὰ νὰ ἀγοράσει ἕνα κουλούρι σημίτι διὰ τὸ ταξίδι.
Φεύγοντας ἀπ’το ταμεῖο πῆγε νὰ καθίσει σὲ ἕνα τραπεζάκι νὰ ἐντρυφήσει μὲ τὴν ἡσυχία του μά ‘κεῖ εἶδε νὰ θρονιάζεται ἀναπαυτικὰ ἐδῶ καὶ ὥρα ἕνας ἄλλος συνομήλικος Ἱερέας μὲ ἕνα οἰνοπνευματὶ μεταξωτὸ ζωστικό .
-Εὐλογεῖτε, εἶπε ὁ παπα-Οδυσσέας κι’έκανε κλίση εὐγενικὰ τῆς κεφαλῆς.
Ἀνταπέδωσε τὸ ἴδιο καὶ ὁ ἕτερος κληρικὸς καθήμενος μὲ ἕνα μηχανικὸ κούνημα τῆς κεφαλῆς του στεφομένη ἀπὸ μία καλοχτενισμένη φράτζα καὶ γυαλισμένη ἀπὸ ζελέ ,παρέα μὲ πατσουλὶ ἀκριβὸ ἐκ τῆς ἑσπερίας.
Ἔκανε νὰ τὸν προσπεράσει νὰ φάγει πιὸ πέρα τὸ κουλούρι μὲ τὴν ἡσυχία του μὰ τὸ ἐπίμονο ὕφος τοῦ νεαροῦ ἀρωματισμένου ἀρχιμανδρίτου τονε σταμάτησαν.
-Ἀπὸ ποῦ εἶστε Πάτερ μου; Τονε ρώτησε.Σαν νὰ σᾶς γνωρίζω.
-Ἀπὸ τὴν ἐπαρχία εἶμαι νὰ μὲ συμπαθᾶτε.Από την ….
-Ἀαα μάλιστα ,καὶ ὁ Δεσπότης σας τί κάνει;
-Καλά,αγωνίζεται.
-Χμμ νά ‘ναι καλὰ ὁ ἄνθρωπος, μὰ ἐπιτρέψτε μου, μεγάλο πεισματικὸ κεφάλι. Ἀκόμη τὰ ἴδια τὰ φανατικὰ σᾶς λέγει ;Ἀκόμη νὰ δεχτεῖ τὴν ἀγάπη στοὺς ἀνθρώπους ;
-Δηλαδή;
-Τί δηλαδή; Κα μὲ τὰ ἁπαλὰ δάχτυλα τοῦ νὰ τσιμπολογοῦν σὰ νὰ πιανίζανε ,μία ἐπάνω στὸ apple πανάκριβο κινητό του καὶ μία στὸ τραπέζι, ἐνῷ μὲ τὸ ἄλλο κρατοῦσε ἀγέρωχα σὰν σκῆπτρο ἕναν φρέντο μὲ γάλα γιὰ νὰ ξενυστάξει.
Ἀκόμη νὰ ἀποδεχτεῖ ὁ Ἐπίσκοπός σας τὴν πραγματικότητα ; Οἱ ἄνθρωποι προοδεύουν καὶ οἱ κοινωνίες .Κακὸ εἶναι νὰ συζοῦν καὶ νὰ παντρεύονται ἄτομα τοῦ ἰδίου φύλου μὰ καὶ νὰ ἀναθρέφουν παιδιά;
-Μὰ τί λὲς Πάτερ; Αὐτὰ γράφει τὸ Εὐαγγέλιο μέσα;
-Ὁ καθένας μεταφράζει τὸ Εὐαγγέλιο ὅπως θέλει.Ο Χριστὸς γιὰ ἀγάπη μίλησε καὶ ποὺ τὸ κακὸ δύο ἄτομα νὰ σπᾶνε τὸν ἀτομισμό τους καὶ νὰ ἐκφράζουνν τὴν ἀγάπη τους ; Στὰ φῦλα καὶ στὰ παραφύλα θὰ μείνουμε τώρα;Ακόμη στὴν Παλαιὰ Διαθήκη βρίσκεστε ἐσεῖς οἱ φανατικοί;
-Μὰ ἡ ἀρσενοκοιτία εἶναι μέγα ἁμάρτημα. Γιαυτὰ καὶ μόνο ἔκαψε ὁ Θεός τα Σόδομα .Θέλει αὐτὰ τὰ πράγματα ἡ Πάναγνος Παναγία ἢ μᾶλλον χαίρονται μὲ τοῦτα οἱ σιχαμεροὶ δαίμονες; Καὶ ἔπαιρνε τώρα νὰ ὀργίζεται ὁ ἀγαθὸς παπα-Οδυσσέας καὶ νὰ κάμει τὰ χοντρὰ ἀπὸ τὴν δουλειὰ στὸ χωράφι δάχτυλά του γροθιά .
Σὰν νὰ ἔκαμε τὸν ἀπτόητο ὁ νεαρὸς ἀρχιμανδριτάναξ, ἐνῷ τὸν κοίταξε μὲ περιφρονητικὴ δυσανασχέτιση κι’αφ ὑψηλοῦ , κούνησε τὸ καλοχτενισμένο κεφάλι τοῦ δύο φορές …καὶ κάτι συνέχισε…
-Καὶ τί ἐστὶν ἁμαρτία ;Μία ἀστοχία ἁπλὰ εἶναι.Τόσο κακὸ αὐτό ;Ἡ πρόθεση μετράει . Ἄλλωστε ὅταν δύο ἄντρες ἢ γυναῖκες παντρευτοῦν τὸ κάνουν ἀπὸ μία ὑπαρξιακὴ ἀνάγκη γιὰ συνεύρεση καὶ συμπόρευση. Ὑπάρχει βάθος ἐδῶ καὶ ἀγαπητικὸ πάθος…
-Μωρὲ νὰ σὲ ἀρχίσω στὶς κλωτσιὲς νὰ σοῦ πὼ ἐγὼ βάθος καὶ πάθος, μόλις ψυθιριστὰ εἶπε καθ’ ἑαυτὸν ἐγκρατευόμενος καὶ αὐτοσυγκρατούμενος ὁ παπα-Οδυσσέας ,ενώ του απάντησε ως εξής:
-Καὶ μὲ τὸν λόγο ποὺ λέγεις ,τότε νὰ δικαιώσουμε καὶ νεκρόφιλους καὶ παιδόφιλους καὶ κτηνοβάτες κι’ ὅλη τὴν ἀνωμαλία τοῦ κόσμου διότι ἀπὸ ἀγάπη ὅλοι ἐτοῦτοι ἐρωτεύονται.
Ἀποστομώθηκε μὲ τὴν ἀπάντηση καὶ ἀφοῦ σταμάτησε λίγο γιὰ νὰ πιεῖ δυὸ γουλιὲς ἀπὸ τὸ καλαμάκι τὸν καφέ του συνέχισε ἀπτόητος κι’αδιάβροχος καὶ μὲ ἔκδηλη καταφρόνεση .
-Καλὰ πάτερ ,πολὺ καλά ,μὴν σᾶς κρατῶ ἄλλο …πηγαίνετε ἐσεῖς στὸ μεσαιωνικὸ Ὅρος σας νὰ βρεῖτε τοὺς ὁμοίους σας φανατισμένους Γέροντες καὶ ἀφῆστε ἐμᾶς του Ξέροντες καὶ εἰδήμονες νὰ ποιμένουμε τὸν κόσμο. Δύο ἑκατομμύρια εὐρὼ εἰσέπραξε προχθὲς ἡ Μητρόπολή μας ἀπὸ τὰ νέα Κυβερνητικὰ ΛΟΑΤΚΙ προγράμματα γιὰ τὴν προώθηση τῆς ἰσότητος .Μὲ αὐτὰ τὰ χρήματα θὰ ἐνισχύσουμε τὸ κοινωνικὸ ἔργο τῆς Μητρόπολης καὶ θὰ ἀναγείρουμε ἕνα μεγάλο καὶ πολυτελὲς συνεδριακὸ κέντρο ὅσο ἐσεῖς θὰ περιφέρεστε ἀξιολύπητοι,οπισθοδρομικοί καὶ φτωχοὶ στὰ χωριουδάκια .Μὰ τί λέω; Καὶ τώρα ἡ φωνή του κυλοῦσε πιὸ γυναικωτή ,μόλις μοῦ ἔστειλαν στὸ Facebook τὴν νέα ἐκκλησιαστικὴ ἀκολουθία ἐπὶ τῇ ἐνώσῃ των ομοφύλων «ἀνδρὸς μετά ἀνδρίδος» . Πολὺ καλὰ καὶ εὔστοχα γραμμένη κάνοντας μία χαιρέκακη γκριμάτσα.
Θὰ ἔλεγε καὶ ἄλλα μά…
Δὲν πρόταξε νὰ μεταμιλήσει ὥσπου μία μαγκούρα ἀπὸ τὸ παραδιπλανὸ τραπεζάκι πετάχτηκε σὰν πύραυλος καὶ πῆγε καὶ χτύπησε ἀλύπητα τὸν τρυφερὸ Ἀρχιμανδρίτη στο χέρι ,κάνοντας ὀξὺ κρότο σὲ ὅλο τὸ μαγαζὶ καὶ ρίχνοντάς τον καφὲ στὸ ἀκριβὸ ἀντερὶ καὶ στὸ iPhone του.
-Νὰ μωρὲ μαϊμούνι καὶ σ’έπιασα…. καὶ ἐκείνη τὴν στιγμὴ ξεσφενδονίζεται ὁ Γιώργης ὁ γερο-Καρτσάκης ἀπ΄την Κρήτη ποὺ ἀνέβαινε καὶ ἐκεῖνος στὸν Ἄθωνα παρὰ τὰ γεράματά του.
Ἀμέσως πῆρε ἀστραπιαῖα τὸ μπανιαρισμένο κινητὸ ὁ Ἀρχιμανδρίτης καὶ πετάχτηκε τρεχάτος καὶ κουνιστὸς σὰν ἐκκρεμὲς Ἑλβετικὸ ρολόϊ πρὸς τὴν ἔξοδο καφεποτισμένος σὰν βρεγμένη γάτα καὶ λάκησε πρὸς τὴν ἀστραφτερὴ ἄσπρη κοῦρσα του .
-Ἐεε μωρέ ,σ’ακούω τόσηνα ὥρα ,διαβόλου κάλτσα καὶ ἤντα δὲν σὲ σκοτώνω ,ἐνῷ μὲ τὰ δυό του χέρια σταυροκοπιόνταν ἀγανακτισμένος καὶ μαντιναδολογῶντας :
«Θέ μου καὶ ρίξε μιὰ φωθιά, σὰν τότες στὶς Γομόρρες
καὶ φλόγισέ τους δαίμονες μὲ τούενες τὶς μόδες»
Μὰ καὶ σὺ παπα-Οδυσσέα :
«Στὰ ὕστερα στὰ ἔσχατα, στ’απόσχατα τοῦ κόσμου
Ὅ,τι καὶ νὰ τοὺς λέγεις ντούς, ἐπάει εἰς τοῦ βρόντου.»
Καλὴ ὑπομονὴ καὶ κουράγιο νὰ μᾶς ἐδίνει τώρα ὁ Κύριος μὲ δαύτους !
Καὶ ἔγειρε σβέλτος παρὰ τὰ χρόνια του στὸ πάτωμα νὰ εὕρει την μαγκούρα του ἀναφυσῶντας την γιὰ νὰ φύγει ἡ μαγάρα.
-Ἀφιερωμένο στὸν εὐλαβέστατο Προπάπου μου Γεώργιο Καρτσάκη ἀπὸ τὸν Σκοινιά- Ἡρακλείου μὰ καὶ θερμόαιμο Χριστανὸ ἀπὸ τὴν φλόγα της Χριστοαγάπης.Αν ζοῦσε σήμερα θὰ ἔσπαζε πολλές κατσούνες και ντεμπλιά (μαγκοῦρες)