Θα δούμε κάτι εκπλήξεις στον Ουρανό που θα τρίβουμε τα μάτια μας…
Σκέφτομαι όλους εκείνους που κυλίστηκαν στη λάσπη της πορνείας,στα λερά της σαρκολατρίας, στον ρύπο της φιληδονίας…Όλους εκείνους τους αμέτρητους, που επί τόσα χρόνια αγκάλιαζαν εφάμαρτα το κορμί της Αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας…Όταν η Αγία στην έρημο του Ιορδάνη, με τα καυτά της δάκρυα και την ατελεύτητη στερεή μετάνοιά της, διέγραφε μια- μια από την μνήμη του σπλαχνικού Πατέρα, τις ανείπωτες και θλιβερές μαγαρισιές της ψυχής της, εκείνοι που κάποτε έστω παρέσυρε, συνέχιζαν να σκέφτονται την Μαρία, ως την πιο μιαρή και πρόστυχη γυναίκα που είχαν συναντήσει στο διάβα τους.
Όταν η Αγία Μαρία η Αιγυπτία συναντούσε τον Όσιο Ζωσιμά, πατώντας πάνω στα Ιορδάνεια νερά, όταν αυτός εξομολογώντας την ανακάλυπτε το δυσθεώρατο μέγεθος της Αγιότητάς της, όταν εκείνη η τρισμακάρια γινόταν πρότυπο μετανοίας εις τους απεράντους αιώνες, υπήρχαν οι αμέτρητοι κάποτε εραστές της, που ακόμη, δίχως τον παραμικρό δισταγμό, την ελάχιστη επιφύλαξη, την λογάριαζαν για πόρνη! Και την καταδίκαζαν με τεκμήρια αδιάσειστα, με μαρτυρίες και αποδείξεις ακλόνητες στην αιώνια κόλαση!
Και έτσι έφυγαν κάποτε και εκείνοι οι αμέτρητοι από τούτη την πρόσκαιρη ζωή!
Και ανέβηκαν στον Ουρανό να πάρουν την δική τους θέση. Τι έκπληξη δοκίμασαν!–Αυτή δεν είναι η Μαρία η πόρνη; Αγία η Μαρία ; Κορυφαία στην χορεία Τους; Τόσα στεφάνια, τόσες τιμές! Πόσοι άγγελοι γύρω της! Λάθος κάναμε που την καταδικάσαμε! Μα δεν ξέραμε! Που να ξέρουμε…Κύριε πέμψον Λάζαρον…
Ο γιός Σου! Η κόρη Σου! Στα δύσκολά τους, στους σκοτεινούς τους καιρούς τους συννεφιασμένους, καμιά σχέση δεν θες να χεις μαζί τους….Τι γυρεύεις εσύ με δαύτους; Τι μπορεί να σας ενώνει; Μην είναι ο Ένας, ο εύσπλαχνος και τόσο πληγωμένος Πατέρας; Πόσο τον πονάει εκείνο το ο γιός Σου…
-Μα τον είδα που έκλεψε, που λήστεψε, που σκότωσε! Κτήνος είναι, όχι άνθρωπος! Δίχως συναίσθημα! Χωρίς επιστροφή! Καταδικάστε τον! Καταδίκασέ τον, Πατέρα!
-Πόσα χρόνια έχεις να τον δεις; Πόσον καιρό έχεις ν αντικρίσεις τα μάτια του;
-Ούτε να τον δω δεν θέλω!
-Μα έχει αλλάξει ο αδελφός Σου! Γύρισε στον εαυτό του! Είναι άλλος άνθρωπος, καινός! Φορά την πρώτη του χιονοφεγγαρώφοτη στολή! Ξανά! Δάκρυα διαμάντια κυλούν από τα μάτια του! Έλα και συ παιδί μου να τον δεις!
-Δεν αλλάζει ο άνθρωπος σου λέω! Υποκρισίες όλα τούτα! Τεχνάσματα! Κάθε φορά τα ίδια! Ο γιός Σου, ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών! Δεν μπορώ να έρθω , δεν μπορώ να χαρώ, γιατί είμαι δίκαιος και πάντα ήμουνα σωστός, δεν αδίκησα, δεν έβλαψα κανέναν! Σε τίμησα Πατέρα, σε σεβάστηκα! Εντολή δική σου δεν παραβίασα ποτέ μου! Τώρα λοιπόν με πνίγει το δίκιο! Αυτός να πληρώσει! Για την έκλυτη ζωή του! Αυτό είναι το σωστό! Δεν έρχομαι λοιπόν μέσα στο σπίτι!
-Ναι παιδί μου! Πάντα φρόνιμος εσύ και υπάκουος, με τίμησες και με σεβάστηκες! Τον νόμο που σου έδωσα τον τήρησες! Την καρδιά μου όμως δεν την γνώρισες ποτέ! Δεν εννόησες ποτέ σου την άμετρη αγάπη μου προς εσένα, τον αδελφό Σου, όλα μου τα τεκνία! Τι κι αν άκουσες τόσους μου λόγους , τόσα αιώνια ρήματά μου! Μίλησα για το απολωλός πρόβατο και τη χαμένη δραχμή! Ώτα ακουόντων ζήτησα στο τέλος κάθε τέτοιας ιστορίας! Να μ ακούσετε όμως από καρδιάς ! Να την σμιλέψουν αυτά τα λόγια μου τα αθάνατα! Δεν σε θέλω μεγάλε γιέ μου , να σαι υπάκουος, φρόνιμος, πειθαρχημένος, ευσεβιστής, θρησκευτικός, ηθικός, τυπικός…Σε θέλω παιδί μου αληθινά χαρούμενο, σπλαχνικό, οικτίρμονα, συγχωρετικό! –Έλα μέσα παιδί μου! Αν δεν συγχωρέσεις, δε θα χωρέσεις και συ στην αγκαλιά μου!
Νώντας Σκοπετέας
Απόσπασμα από το βιβλίο “Αυτοί οι Παράξενοι Χριστιανοί” Εκδ Πρόμαχος Ορθοδοξίας.
Πηγή