Οι λεβέντες έχουν μαλακή καρδιά, θυσιάζουν την ζωή τους από καθαρή αγάπη, για να προστατεύσουν τους συνανθρώπους τους, έτσι μιμούνται τον Χριστό. Αυτοί είναι οι μεγαλύτεροι ήρωες, διότι τους τρέμει ακόμη και ο θάνατος…
Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
– Η θυσία, Γέροντα, δίνει χαρά.
– Ώ, χαρά! Αυτήν την χαρά της θυσίας δεν την γεύονται σήμερα οι άνθρωποι, γι᾿ αυτό είναι βασανισμένοι. Δεν έχουν ιδανικά μέσα τους· βαριούνται που ζούν. Η λεβεντιά, η αυταπάρνηση, είναι η κινητήρια δύναμη στον άνθρωπο. Αν δεν υπάρχη αυτή η δύναμη, ο άνθρωπος είναι βασανισμένος. Παλιά, στα χωριά πήγαιναν την νύχτα να ανοίξουν αθόρυβα κανέναν δρόμο, χωρίς να τους δη κανείς, για να τους συγχωράνε, όταν πεθάνουν. Τώρα σπάνια συναντάς αυτό το πνεύμα της θυσίας. Έβλεπα και εκεί στο Όρος σε μια λιτανεία τους μοναχούς· περνούσαν κοντά από μια βάτο και σκάλωναν τα επανωκαλύμμαυχά τους σ’ ένα κλωνάρι. Κανείς δεν το έσπασε, για να διευκολύνη και τους άλλους· όλοι έσκυβαν, για να μη σκαλώσουν. Μετάνοια στην βάτο έβαζαν; Να ήταν τουλάχιστον η Αγία Βάτος, θα ταίριαζε! Αλλά καθένας λέει: «Ας το τακτοποιήση ο άλλος και εγώ ας κάνω την δουλειά μου». Μά γιατί να μην το κάνης εσύ, αφού το είδες πρώτος; Έτσι κάνουν οι κοσμικοί που δεν πιστεύουν στον Θεό. Τί να την κάνω τέτοια ζωή; Χίλιες φορές να πεθάνω. Σκοπός είναι ο καθένας να σκέφτεται τον άλλον, τον πόνο του άλλου…. Ακόμη και στους πνευματικούς ανθρώπους υπάρχει ένα αντίθετο πνεύμα, το πνεύμα της αδιαφορίας.
Το καλό είναι καλό, μόνον όταν αυτός που το κάνει θυσιάζη κάτι από τον εαυτό του, ύπνο, ανάπαυση κ.λπ. Γι᾿ αυτό είπε ο Χριστός «εκ του υστερήματος…»
Όταν είμαι κουρασμένος και κάνω μια θυσία, για να βοηθήσω τον άλλον, αισθάνομαι παραδεισένια χαρά. Τότε η ευλογία του Θεού με βομβαρδίζει!
…Στην πνευματική ζωή όλη η βάση εκεί είναι. Και ξέρεις τί χαρά νιώθει ο άνθρωπος, όταν θυσιάζεται; Δεν μπορεί να εκφράση την χαρά που νιώθει. Η ανώτερη χαρά βγαίνει από την θυσία. Μόνον όταν θυσιάζεται, συγγενεύει με τον Χριστό, γιατί ο Χριστός είναι θυσία. Ο άνθρωπος από ᾿δώ ζη τον Παράδεισο ή την κόλαση. Όποιος κάνει το καλό, αγάλλεται, διότι αμείβεται με θεϊκή παρηγοριά. Όποιος κάνει το κακό, υποφέρει.
Προτιμότερο είναι για έναν ευαίσθητο άνθρωπο να σκοτωθή ο ίδιος μια φορά από αγάπη, για να προστατέψη τον πλησίον του, παρά να αμελήση ή να δειλιάση, και ύστερα να σφάζεται συνέχεια από την συνείδησή του σ’ όλη του την ζωή. Μια φορά, στον ανταρτοπόλεμο, τότε με τις επιχειρήσεις, οι αντάρτες μας είχαν αποκλείσει έξω από ένα χωριό και οι στρατιώτες θα έρριχναν κλήρο, ποιός θα πάη στο χωριό για εφόδια. «Θα πάω εγώ», είπα. Αν πήγαινε κάποιος άπειρος ή απρόσεκτος, μπορεί και να σκοτωνόταν και θα με έτυπτε μετά η συνείδηση. «Καλύτερα, σκέφτηκα, να σκοτωθώ εγώ, παρά να σκοτωθή ο άλλος και να με σκοτώνη η συνείδησή μου σε όλη μου την ζωή. Πώς θ᾿ αντέξω μετά; Θα μου λέη η συνείδησή μου: “Μπορούσες να τον γλυτώσης· γιατί δεν τον γλύτωσες;”». Νήστευα κιόλας και ήμουν νηστικός…, τέλος πάντων. Οπότε μου λέει ο διοικητής: «Και εγώ προτιμώ να πάς εσύ που πιάνεις πουλιά στον αέρα, αλλά να τρώς, για να έχης αντοχή». Πήρα το όπλο και ξεκίνησα. Οι αντάρτες με πέρασαν για δικό τους και με άφησαν να περάσω. Πήγα στο χωριό, ανέβηκα σε ένα διώροφο σπίτι. Μια γριά που ήταν εκεί μου έδωσε εφόδια και γύρισα πίσω στην διλοχία.
Την μεγαλύτερη χαρά την ένιωθα τον χειμώνα, εκεί μέσα στα χιόνια. Θυμάμαι, ξύπνησα ένα βράδυ· οι άλλοι κοιμόνταν. Το χιόνι είχε σκεπάσει τις σκηνές. Πάω, πιάνω τον ασύρματο και βγάζω το χιόνι από τις τρύπες του ασυρμάτου· βλέπω δούλευε. Τρέχω στον διοικητή και του το λέω. Εκείνο το βράδυ είκοσι έξι κρυοπαγημένους έβγαλα μέσα από το χιόνι με τον κασμά.
Όποιος δεν σκέφτεται τον εαυτό του, αλλά σκέφτεται συνέχεια τους άλλους, με την καλή έννοια, αυτόν τον σκέφτεται συνέχεια ο Θεός, και μετά τον σκέφτονται και οι άλλοι. Όσο ξεχνάει τον εαυτό του, τόσο τον θυμάται ο Θεός.
Στις δυσκολίες δίνει εξετάσεις ο άνθρωπος. Εκεί φαίνεται αν έχη πραγματική αγάπη, θυσία. Και όταν λέμε ότι ένας έχει θυσία, εννοούμε ότι την ώρα του κινδύνου δεν υπολογίζει τον εαυτό του και σκέφτεται τους άλλους. Βλέπεις, και η παροιμία λέει «ο καλός φίλος στην ανάγκη φαίνεται». Θεός φυλάξοι, αν λ.χ. τώρα έπεφταν βόμβες, θα φαινόταν ποιός σκέφτεται τον άλλον και ποιός σκέφτεται τον εαυτό του.
Θυμάμαι, στον στρατό το σύνολο είχε έναν κοινό σκοπό. Προσπαθούσα εγώ, αλλά η θυσία υπήρχε και στους άλλους, άσχετα αν πίστευαν η όχι στην άλλη ζωή. «Γιατί να σκοτωθή ο άλλος; είναι οικογενειάρχης», έλεγαν, και πήγαιναν αυτοί σε μια επικίνδυνη επιχείρηση. Η θυσία που έκαναν αυτοί είχε μεγαλύτερη αξία από την θυσία που έκανε ένας πιστός. Ο πιστός πίστευε στην θεία δικαιοσύνη, στην θεία ανταπόδοση, ενώ αυτοί δεν γνώριζαν ότι δεν πάει χαμένη η θυσία που έκαναν και ότι θα έχουν να λάβουν γιʹ αυτήν στην άλλη ζωή.
Στον πόλεμο παλεύει η ζωή η δική σου με την ζωή του άλλου. Λεβεντιά είναι να τρέχη ο ένας να γλυτώση τον άλλον. Όταν δεν υπάρχη θυσία, ο καθένας πάει να γλυτώση τον εαυτό του. Και είναι παρατηρημένο· όποιος πάει στον πόλεμο να ξεφύγη, τον βρίσκει εκεί η οβίδα. Πάει δήθεν να γλυτώση και σπάζει τα μούτρα του. Γι᾿ αυτό να μην κοιτάζη κανείς να ξεφύγη, και ιδίως όταν αυτό είναι εις βάρος των άλλων. Θυμάμαι ένα περιστατικό από τον Αλβανικό πόλεμο. Ένας στρατιώτης είχε μια πλάκα, για να προστατεύη το κεφάλι του. Εν τω μεταξύ χρειάσθηκε να πάη λίγο πιο πέρα και την ακούμπησε κάτω. Πάει αμέσως ο διπλανός του και την παίρνει. Σού λέει: «Ευκαιρία είναι, θα την πάρω εγώ τώρα». Την ίδια στιγμή, τάκ, πέφτει ο όλμος επάνω του, τον διέλυσε. Αυτός έβλεπε τα πυρά που έπεφταν και πήρε την πλάκα, για να γλυτώση· δεν υπολόγισε τον άλλον που θα γύριζε πάλι. Σκέφθηκε μόνον τον εαυτό του και δικαιολόγησε κάπως και την πράξη του: «Αφού πήγε λίγο πιο πέρα ο άλλος, μπορώ να την πάρω την πλάκα». Ναί, έφυγε, αλλά η πλάκα ήταν δική του.
Εκείνοι που θυσιάζουν την ζωή τους από καθαρή αγάπη, για να προστατεύσουν τους συνανθρώπους τους, μιμούνται τον Χριστό. Αυτοί είναι οι μεγαλύτεροι ήρωες, διότι τους τρέμει ακόμη και ο θάνατος, επειδή αψηφούν τον θάνατο από αγάπη, και έτσι κερδίζουν την αθανασία, παίρνοντας το κλειδί της αιωνιότητος κάτω από την πλάκα του τάφου, και προχωρούν ελαφρά στην αιώνια μακαριότητα.
Ο άνθρωπος, όταν βγαίνη από τον εαυτό του, βγαίνει από την γη. Κινείται σε άλλη ατμόσφαιρα. Όσο παραμένει στον εαυτό του, δεν μπορεί να γίνη ουράνιος άνθρωπος.
Τέτοιοι άνθρωποι δεν σκέφτονται τον εαυτό τους· τον πετάνε έξω. Και όταν τον πετάνε έξω, τότε πετιέται μέσα τους ο Χριστός.
***
Εσείς δεν περάσατε δύσκολα χρόνια, κατοχές, δεν είδατε πόλεμο, εχθρούς κ.λπ. – εύχομαι να μη δήτε – και ούτε καταλαβαίνετε από αυτά. Τα χρόνια όμως αυτά είναι σαν μια χύτρα που βράζει και σφυρίζει. Θέλει μια σκληραγωγία, μια παλληκαριά και έναν ανδρισμό. Αν τυχόν γίνη κάτι, κοιτάξτε μη βρεθήτε τελείως απροετοίμαστες. Να ετοιμασθήτε από τώρα, για να μπορέσετε να αντιμετωπίσετε μια δυσκολία. Και ο Χριστός τι είπε; «Γίνεσθε έτοιμοι»4 δεν είπε; Σήμερα που ζούμε σε τέτοια δύσκολα χρόνια, για έναν λόγο παραπάνω, τρεις φορές πρέπει να είμαστε έτοιμοι. Δεν είναι μόνον ο αιφνίδιος θάνατος που μπορεί να αντιμετωπίσουμε, είναι και άλλοι κίνδυνοι.
Να φύγη λοιπόν το βόλεμα του εαυτού μας. Να δουλεύη το φιλότιμο. Να υπάρχη το πνεύμα της θυσίας.
Τώρα βλέπω σαν να είναι κάτι που πάει να γίνη και συνέχεια αναβάλλεται. Όλο αναβολές μικρές. Ποιος τις κάνει; Ο Θεός σπρώχνει; Άντε ακόμη έναν μήνα, δύο μήνες!… Η υπόθεση έτσι πάει5. Αλλά, επειδή δεν ξέρουμε τι μας περιμένει, όσο μπορείτε, να καλλιεργήσετε την αγάπη. Αυτό είναι το κυριώτερο απ’ όλα: να έχετε μεταξύ σας αγάπη αληθινή, αδελφική, όχι ψεύτικη. Πάντα, όταν υπάρχη το καλό ενδιαφέρον, ο πόνος, η αγάπη, ενεργεί κανείς σωστά. Η καλωσύνη, η αγάπη, είναι δύναμη. Όσο μπορείτε να έχετε εχεμύθεια και να μην ξανοίγεσθε· ο ένας θα το πη στον άλλον, και ο άλλος στον άλλον, και τι βγήκε; Μπορεί ακόμη και από μια χαζομάρα να κάνετε κακό και να χτυπήσετε μετά το κεφάλι στον τοίχο. Να βλέπατε στον στρατό εχεμύθεια! .
4 Ματθ. 24, 44 και Λουκ. 12, 40.
5 Ειπώθηκαν τον Νοέμβριο του 1984.
***
Να αποκτήση καθεμία κατάσταση πνευματική, για να μπορή να τα βγάλη πέρα μόνη της σε μια δύσκολη περίσταση. Αν δεν έχη κανείς πνευματική κατάσταση, δειλιάζει, επειδή αγαπάει τον εαυτό του. Μπορεί και τον Χριστό να αρνηθή, να Τον προδώση. Πρέπει να είστε αποφασισμένες να πεθάνετε. Εδώ κοσμικοί άνθρωποι θυσιάζονται, που ούτε και στον Παράδεισο πιστεύουν. Εμείς πιστεύουμε ότι τίποτε δεν πάει χαμένο και η θυσία μας έχει νόημα. Οι κοσμικοί να έχουν άγνοια από όλα και να θυσιάζωνται, να κινδυνεύουν, για να προφυλάξουν τον άλλον, και οι μοναχοί να μη θυσιάζωνται;
Παρατηρήστε και κοσμικούς που παρουσιάζουν τέτοια θυσία που δεν την έχουν ούτε μοναχοί. Στον κόσμο – μου κάνει εντύπωση –, παρόλο που οι άνθρωποι μπορεί να μην πιστεύουν, να έχουν τις αδυναμίες τους, τα πάθη τους, πως τα οικονόμησε ο Θεός και έχουν μαλακή καρδιά. Βλέπουν κάποιον που έχει ανάγκη, και ας είναι άγνωστος, και πάνε να του προσφέρουν βοήθεια. Πολλοί που δεν πιστεύουν ούτε και στον Παράδεισο, αν δούν έναν κίνδυνο, τρέχουν να προλάβουν να μη γίνη κακό, να σκοτωθούν αυτοί, για να σωθούν άλλοι, να δώσουν περιουσίες κ.λπ. Πριν από χρόνια, σε μια βιοτεχνία κινδύνεψε να τυλιχθή ένας εργάτης σε ένα μηχάνημα, και ενώ ήταν τόσοι άνδρες, έτρεξε μια γυναίκα να τον γλυτώση. Οι άνδρες, που είχαν και παλληκαριά, κοιτούσαν… Τον γλύτωσε τελικά, αλλά τυλίχτηκε εκείνη με τα φορέματά της και σκοτώθηκε. Μάρτυρας! Μεγάλη υπόθεση!.
Αγ. Παϊσίου Αγιορείτου: Λόγοι Β’ «Πνευματικὴ Αφύπνιση»