Γέροντας Βιτάλιος (Sidorenko) της Γεωργίας: Θα χυθεί πολύ αίμα πάνω στη γη, άνθρωποι θα σκοτώνουν ο ένας τον άλλον, θα υποφέρουν από την πείνα
Ο αγιασμένος Γέροντας Βιτάλιος (Sidorenko) της Γεωργίας (1992)
Ο θαυμάσιος αυτός άνθρωπος, πυρπολήθηκε από την αγάπη προς τον Θεό και περισσότερο από όλα προσπαθούσε να υπηρετεί μόνο Εκείνον, στον οποίο έδωσε όλο τον εαυτό του.
Η ταπείνωση ήταν η κυριώτερη αρετή του, την οποία ο πατήρ Βιτάλιος άκρως απέκτησε, και η αρετή αυτή προκαλούσε θαυμασμό και έκπληξη στο περιβάλλον του Γέροντα. Γι’ αυτήν μάλλον και εδόθηκε σ’ αυτόν η χάρη του Αγίου Πνεύματος, για την οποία απόδειξη είναι η γεμάτη αυταπάρνηση αγάπη του προς τον Θεό και τους ανθρώπους.
Ο πολυέλεος Θεός μας, θέλοντας την σωτηρία κάθε ψυχής και ξεσκεπάζοντας την δολιότητα της ψεύτικης ταπείνωσης άφησε κάποιους ανθρώπους στην πονηρή σκέψη τους να καταστρέψουν τον νεαρό ασκητή. Οι ζηλόφθονοι τον χτύπησαν στο κεφάλι του, τον έβαλαν σε ένα μεγάλο τσουβάλι και κρυφά, καλυπτόμενοι από το σκοτάδι, τον πέταξαν σε μια άβυσσο. Πέρασε λίγη ώρα και στην μονή ήρθαν, κάποιοι κυνηγοί κουβαλώντας μαζί τους καταπληγωμένο αλλά ζωντανό τον μάρτυρά μας. Όταν ο Γέροντας συνήλθε του ζήτησαν να δείξει τους δράστες. Αυτός όμως απάντησε ότι δεν θυμάται τα πρόσωπά τους. Η συμπεριφορά του συγκίνησε βαθιά τους κακούργους και αυτοί μετάνοιωσαν πραγματικά και άρχισαν μια ενάρετη ζωή….
Σε όλα τα ταξίδια του στην απέραντη τότε κομμουνιστική Ρωσία ο Γέροντας, εκτός από τα ρούχα του, είχε μόνο για περιουσία το Ιερό Ευαγγέλιο, με το οποίο η μητέρα του τον ευλόγησε όταν έφευγε από το σπίτι. Το Ευαγγέλιο ο πατήρ Βιτάλιος το ήξερε απ’ έξω, όπως και το Ψαλτήρι, που ποτέ δεν αποχωριζόταν.
Μια φορά ο Γέροντας πήγε κάπου με μία ομάδα μοναχών διωγμένων από τα μοναστήρια τους. Στην πόλη Σνέζενα της περιοχής του Ντονιέτσκ στην σημερινή Ουκρανία ένας αστυνόμος επέστησε την προσοχή του σ’ αυτήν την ομάδα παράξενων, κατά την γνώμη του, ανθρώπων και αποφάσισε να τους συλλάβει. Ο Γέροντάς μας κατάλαβε την κατάσταση και, εκφράζοντας την αγάπη του προς τους αδελφούς, έκανε μια τολμηρή και γεμάτη αυταπάρνηση πράξη. Πήδηξε από την γέφυρα, που βρίσκονταν, στο παγωμένο χειμωνιάτικο νερό του ποταμού και με τέτοιο τρόπο τράβηξε την προσοχή του αστυνόμου, που τώρα κατέβαλε προσπάθειες για την σωτηρία του βυθιζόμενου και την οδήγησή του στο νοσοκομείο. Έτσι ο πατήρ Βιτάλιος, γλύτωσε τους μοναχούς από την φυλακή και εξορία, ενώ ο ίδιος πάλι πέτυχε να πάει στο νοσοκομείο.
Στα χρόνια της Σοβιετικής εξουσίας στην Ρωσία τα μοναστήρια ελαττώθηκαν στο ελάχιστο. Κατά την στατιστική τον καιρό του τελευταίου ρώσου αυτοκράτορα Νικολάου του Β’ ο αριθμός τους ήταν κοντά στα 12.000. Το κομμουνιστικό καθεστώς μείωσε τραγικά τα μοναστήρια σε οκτώ. Ακόμα και σ’ αυτά τα μοναστήρια, που με ανεξικακία αναπέμπονταν προσευχές για την ταπεινωμένη και υποδουλομένη Ρωσία, η σοβιετική εξουσία έλεγχε πολύ συχνά, στέλνοντας σ’ αυτά τους κατασκόπους της για τον πλήρη έλεγχό τους.
Τα λέμε όλα αυτά για να καταλάβει καλύτερα κανείς γιατί ο Γέροντας Βιτάλιος συμπεριφερόταν παράξενα.
Στις γεμάτες θόρυβο πόλεις και στα δυσδιάκριτα χωριά ο Γέροντας οργάνωσε κρυφά μοναστήρια. Τα μοναστήρια αυτά ήτανε απλά σπίτια, που μαζεύτηκαν απλοί, σε τίποτα μή διακρινόμενοι άνθρωποι, οι οποίοι, όπως και όλοι οι άλλοι πήγαιναν στις δουλειές τους κ.λπ., όμως μέσα στο σπίτι ζούσαν κατά το δικό τους μοναχικό τυπικό. Βεβαίως, με το ράσο ντύνονταν μόνο για την μοναχική κουρά. Έτσι ο πατήρ Βιτάλιος εμφύτευσε τις κληματσίδες στα αμπέλια του Κυρίου σε άκρως εχθρικό περιβάλλον.
Μια φορά ο πατήρ Βιτάλιος πήγε να επισκεφτεί τα πνευματικά του τέκνα, που μένανε σε ένα χωριό του Ντονιέτσκ και που είχε διαμορφώσει σε κρυφό μοναστήρι στον κόσμο. Αυτή η μικρή κοινωνία παρθένων είχε μεγάλες θλίψεις. Πολλές αδελφές ήταν πολύ άρρωστες και το βάρος της ζωής αυξανόταν εξ αιτίας του πολύ μακρυνού δρόμου για το νερό. Την τρίτη μέρα από την αναχώρηση του Γέροντα από το χωριό στον κήπο του σπιτιού που μένανε οι μοναχές, στο σημείο που ο πατήρ Βιτάλιος συχνά προσευχότανε άρχισε να τρέχει μια πηγή καθαρού νερού.
***
Το κυριότερο έργο για τον πατέρα Βιτάλιο ήταν η προσευχή. Μαζί με την χάρη της ιεροσύνης ο πατήρ Βιτάλιος απέκτησε και την χάρη της προσευχής, προσευχής υπέρ του πλησίον. Στην εκκλησία ο πατήρ Βιτάλιος πήγαινε πολύ ώρα πριν αρχίσει η λειτουργία….
Μια φορά ο φύλακας του ιερού ναού του αγίου Αλεξάνδρου Νέφσκι είδε τη νύχτα πώς η εκκλησία ήταν γεμάτη κόσμο. «Μα πώς μπήκαν όλοι αυτοί εδώ μέσα, σκέφτηκε, αφού ή εκκλησία είναι κλειστή;» Εκείνη την ώρα ο πατήρ Βιτάλιος έκανε την πρόθεση και οι άνθρωποι πού τους είδε ο φύλακας να στέκονται στην εκκλησία ήταν αυτοί πού εκείνη την στιγμή μνημόνευε ο πατήρ Βιτάλιος. Τόσο πολύ ανάγκη έχουν οι ψυχές των κεκοιμημένων από προσευχή.
Ο πατήρ Βιτάλιος είχε ένα μεγάλο κατάλογο με τα ονόματα των κεκοιμημένων. Ήταν τρία μεγάλα τετράδια και τα διάβαζε κάθε μέρα.
Ο εχθρός του ανθρώπινου γένους μισεί κάθε θεάρεστο έργο. Μια φορά εμφανίστηκε στον πατέρα Βιτάλιο και του είπε: «Θα μου πληρώσεις για την προσευχή πού κάνεις για πεθαμένους»….
***
Τον επισκέπτονταν άνθρωποι άπ’ όλα τα μέρη της τότε Σοβιετικής Ένωσης, ακόμα και από το εξωτερικό… Και ό καθένας άπ’ αυτούς τους ανθρώπους αισθανόταν κοντά του την πνοή της αιωνίου ζωής… Γι’ αυτόν δεν υπήρχαν καλοί και κακοί, μορφωμένοι και αγράμματοι. Ο πατήρ Βιτάλιος αγαπούσε τον καθένα όπως ήταν. Τον καθένα υποδεχόταν με χαμόγελο στα χείλη και με μετάνοια.
Ή κυρία Τατιάνα λέει:
«Γι’ αυτούς πού επισκέπτονταν τον πατέρα Βιτάλιο υπήρχε η εξής τάξη. Όταν έμπαινες μέσα στο δωμάτιο του έπρεπε να διαβάσεις το “Άξιον εστίν”, μετά να του ζητήσεις ευλογία. Μετά ό πατήρ Βιτάλιος σου έκανε μετάνοια, σε ευλογούσε, σου φιλούσε το χέρι και ζητούσε ευλογία από σένα. Εγώ όταν πρώτη φορά μου το ζήτησε τα έχασα – πώς εγώ να ευλογήσω έναν ιερέα!…»
Μετά άρχιζε ή συζήτηση. Ο ίδιος ο πατήρ Βιτάλιος καθόταν κάτω στο πάτωμα, ενώ τους επισκέπτες τους έβαζε να κάθονται στις καρέκλες. Όμως κανείς δεν ήθελε και όλοι κάθονταν γύρω του κάτω στο πάτωμα. Μπορούσε ώρες να κάθεται ανακούρκουδα χωρίς να αλλάξει θέση….
Ο πατήρ Βιτάλιος δεν έλεγε τα δικά του αλλά του άρεσε να διαβάζει κάτι από τους πατέρες… Ήταν σαν ένα ζωντανό βιβλίο όπου έβρισκες απαντήσεις σε όλες τις απορίες σου.
Ο πατήρ Βιτάλιος νουθετούσε όχι μόνο με τα λόγια αλλά και με την ίδια τη ζωή του. Διηγιόταν για τον εαυτό του: «Όταν ήμουν νέος είδα μια φορά έναν πνευματικό άνθρωπο. Ήμασταν μαζί μόνο μία μέρα. Είδα την αγάπη τον και την θυμάμαι μέχρι τώρα». Και ό ίδιος ήταν για τους άλλους ένα ζωντανό παράδειγμα της γνήσιας αγάπης. Έλεγε: «Τα πράγματα δεν είναι δύσκολα. Αν αγαπάς τους άλλους και με ειλικρίνεια προσπαθείς να τους βοηθήσεις, τότε ή ζωή σου θα είναι εύκολη».
Ενώ ζούσε στην Τιφλίδα γνώριζε τί ανάγκη έχουν οι άνθρωποι στα πιο απομακρυσμένα μέρη της Ρωσίας και έστελνε στον καθένα, ότι είχε ανάγκη: τρόφιμα σ’ αυτούς πού δεν είχαν να φάνε, σε άλλους λεφτά και σε άλλους ρούχα. Στο Μουρμάνσκ πού βρίσκεται πέρα από τον πολικό κύκλο έστελνε ταχυδρομικός φρούτα και αυτά έφταναν στον προορισμό τους φρέσκα. Φρόντιζε τα πνευματικά του τέκνα, όπως φροντίζει τα παιδιά της μια τρυφερή μητέρα. Μπορούσε ταυτόχρονα να είναι και πατέρας και μητέρα και αδελφός και αδελφή και γέροντας….
Όταν ο πατήρ Βιτάλιος εξομολογούσε τον κόσμο στην εκκλησία συχνά ο ίδιος γονάτιζε μπροστά στον εξομολογούμενο και άρχιζε να λέει στον άνθρωπο δικές του αμαρτίες. “Έλεγε με δάκρυα τις αμαρτίες του αλλού σαν να τις έκανε ό ίδιος: «Εγώ ό αμαρτωλός μοναχός Βενέδικτος δεν σέβομαι τους γονείς μου, πίνω βότκα, πορνεύω…». Άνθρωποι πού τον έβλεπαν να μετανοεί με τέτοια ειλικρίνεια για τις δικές τους αμαρτίες άρχιζαν να κλαίνε με σπαραγμούς…
Ο πατήρ Βίταλιος εκτιμούσε και αγαπούσε κάθε άνθρωπο σε οποία κατάσταση και να βρισκόταν αυτός. Σεβόταν το μυστήριο της ανθρώπινης προσωπικότητας και της ανθρώπινης ζωής. Σε κάθε άνθρωπο έβλεπε την εικόνα του Θεού και όλους τους διακονούσε. Ο πατήρ Βίταλιος έλεγε: «Ο επίσκοπος Ζηνόβιος μου έμαθε να είμαι σαν την στρογγυλή πέτρα πού κυλάει και φτάνει σε κάθε άνθρωπο». Είχε πολύ αγάπη και έδειχνε πολύ υπομονή προσπαθώντας να φέρει τον άνθρωπο κοντά στον Θεό και να ξυπνήσει μέσα του την επιθυμία να σωθεί και να κληρονομήσει την αιώνια ζωή.
Σε μια πνευματική του κόρη ο πατήρ Βίταλιος μια φορά είπε: «Σε μερικούς ανθρώπους λες κάτι και αυτοί το δέχονται. Σε κάποιους άλλους λες και αυτοί προσβάλλονται, μπορεί να φύγουν και να μην ξαναέλθουν. Εσύ, αδελφή μου Νίνα, τί θα έκανες σ’ αυτή την περίπτωση;» – «Δεν ξέρω, πάτερ». Τότε ο πατήρ Βίταλιος πήρε το χέρι της και το χάιδεψε. «Αυτό πρέπει να κάνουμε, κάθε άνθρωπο να τον παρηγορήσουμε, να τον λυπηθούμε, να τον χαϊδέψουμε και να προσπαθήσουμε να βρούμε κλειδί γι’ αυτόν»…
Μια μέρα τον πατέρα Βιτάλιο επισκέφτηκε ένας ιερέας. Ο πατήρ Βίταλιος τον ρώτησε: «Ήλθε ένας άνθρωπος να μιλήσει μαζί σου, εσύ του λες διάφορα και εκείνος δεν καταλαβαίνει, τα λόγια σου δεν τον αγγίζουν. Τί πρέπει να κάνεις;» Και εκείνος ό ιερέας του απαντάει: «Αν ο άνθρωπος δεν καταλαβαίνει εγώ τί φταίω;»
«Όχι, του λέει ό πατήρ Βίταλιος, εμείς φταίμε. Αν εγώ δεν μπόρεσα να παρηγορήσω έναν άνθρωπο αυτό σημαίνει ότι δεν έχω αποκτήσει χάρη πού θα έπρεπε να μεταδώσω σ’ εκείνον τον άνθρωπο».
Ο πατήρ Βιτάλιος έλεγε: «Μερικοί άνθρωποι έχουν κάνει τόσο μεγάλες αμαρτίες πού το επιτίμιο πού τους αξίζει δεν μπορούν να το σηκώσουν και το σηκώνω εγώ». Λένε πώς μια μέρα, όταν ό πατήρ Ανδρόνικος εξομολογούσε στην εκκλησία, τον πλησίασε τρέχοντας ό πατήρ Βιτάλιος και του είπε: «Πάτερ, τιμώρησε με, έκανα έκτρωση…».
Μια μέρα ο πατήρ Βιτάλιος έμαθε πώς ένας ιερέας στο Σουχούμι είχε δώσει επιτίμιο σε δύο γυναίκες να μην κοινωνούν τρία χρόνια. Μια απ’ αυτές ήταν άρρωστη και υπήρχε κίνδυνος να πεθάνει ακοινώνητη. Ο πατήρ Βιτάλιος έφτασε μέχρι τον πατριάρχη και το επιτίμιο ρυθμίστηκε με διάκριση.
«Η προσευχή του πατρός Βιταλίου μπορεί να σε βγάλει από την κόλαση», έλεγαν τα πνευματικά του τέκνα. Γνωρίζοντας το θέλημα του Θεού ό πατήρ Βιτάλιος τολμούσε να ικετεύει τον Κύριο να σπλαχνιστεί τον αμαρτωλό.
***
Το φαγητό του Γέροντος Βιταλίου ήταν πολύ απλό.
Έλεγε: «Αν στο τραπέζι έχουμε πάνω από τρία φαγητά, ο Άγγελος Φύλακας φεύγει»…
Ο ίδιος ο πατήρ Βιτάλιος έτρωγε λίγο, όμως του άρεσε να βλέπει τους άλλους να τρώνε και να χορταίνουν.
Το παράδοξο ήταν ότι αυτοί που κάθονταν μαζί του στο τραπέζι χόρταιναν με πολύ λίγα.
Λέει μια πνευματική κόρη του πατρός Βιταλίου:
«Όταν επισκεπτόμασταν τον πατέρα Βιτάλιο, σχεδόν πάντα τρώγαμε μόνο πατάτες, όμως ακόμα και τα πιο νόστιμα εδέσματα δεν μπορούν να συγκριθούν μ᾿ εκείνο το πολύ απλό φαγητό.
Τέτοια ζεστασιά και αγάπη δεν μπορούσες να βρείς πουθενά αλλού στην γη»…
Όταν τον πατέρα Βιτάλιο επισκέπτονταν Αρχιμανδρίτες και Επίσκοποι έτρωγαν ίδιο φαγητό που τρώγανε και οι άλλοι, και τα επιτραπέζια σκεύη ήταν πολύ φτηνά.
«Σ᾿ όλη την ζωή μας πρέπει να μαθαίνουμε την ταπείνωση», έλεγε ο πατήρ Βιτάλιος.
Ο πιο εύκολος δρόμος σωτηρίας είναι να μην κατακρίνουμε κανέναν, τότε και εμάς δεν θα μας κρίνει ό Κύριος.
Όταν αναπνέεις δεν ρωτάς πώς γίνεται αυτό, το ίδιο και η προσευχή, να την κάνεις συνέχεια και θα λάβεις την σωτηρία.
Σε κάθε ανάγκη και θλίψη να κάνουμε την προσευχή του Ιησού και τότε με τον καιρό θα λάβουμε αυτό πού ζητάμε.
Αυτή η προσευχή θα μας διαφυλάξει από την σφραγίδα του Αντίχριστου, θα σβήσει τις αμαρτίες μας, θα μας στολίσει με αρετές και θα μας οδηγήσει στην ένωση μετά του Θεού.
Αν δεν έχετε χρόνο να κάνετε τον κανόνα σας να λέτε αδιάλειπτα την ευχή του Ιησού, και 150 φορές το ”Θεοτόκε Παρθένε …” Ελεγε ότι η ευχή του Ιησού μπορεί να αναπληρώσει όλο τον κανόνα και όσοι λένε το ”Θεοτόκε Παρθενε…” η Παναγία θα τους σώσει.
Στα πνευματικά του τέκνα ό πατήρ Βιτάλιος έλεγε: «Μόνο ο Θεός είναι για μας Πατέρας και Φίλος και Αδελφός».
Σ’ αυτούς πού έλεγαν ότι στην εποχή μας δεν υπάρχουν μεγάλοι άγιοι ό πατήρ Βιτάλιος απαντούσε: «Ή δύναμη της χάρης είναι ίδια σήμερα όπως και στην εποχή των αποστόλων, φταίμε εμείς».
Μια φορά τον επισκέφτηκαν κάποιοι μοναχοί από την Αλάσκα και τον ρώτησαν: «Υπάρχουν στον εικοστό αιώνα άγιοι όμοιοι μ’ αυτούς πού διαβάζουμε στα πατερικά;» Ο πατήρ Βιτάλιος τους απάντησε καταφατικά: «Τους βλέπουμε, τους ακούμε, βρίσκονται ανάμεσα μας, όμως δεν έχουμε πίστη και υπακοή πού είχαν οι παλαιοί πατέρες, γι’ αυτό και δεν τους ξέρουμε».
Με την δύναμη της αγάπης ό άνθρωπος μπορεί να κάνει μεγάλα θαύματα. «Να έχουμε αγάπη και θα χωρίσουν οι τοίχοι», έλεγε ό πατήρ Βιτάλιος.
***
Μερικά χρόνια πριν αρχίσουν αυτά τα θλιβερά γεγονότα ο πατήρ Βιτάλιος έλεγε: «Θα χυθεί πολύ αίμα πάνω στη γη, άνθρωποι θα σκοτώνουν ο ένας τον άλλον, θα υποφέρουν από την πείνα. Μην πετάτε τα απομεινάρια των φαγητών γιατί τότε θα χαίρεστε και γι’ αυτά… Άνθρωποι θα προσπαθήσουν να βρουν καταφύγιο σε άλλες χώρες… Ας γνωρίσει ό καθένας τον εαυτό τον και τότε θα καταλάβουμε ότι για τα δεινά του κόσμου φταίει ό καθένας μας, φταίνε οι αμαρτίες μας»….