Ακούμε να κατηγορούν τον Θεό για όλους τους πολέμους και όλα τα προβλήματα που υπάρχουν στον κόσμο. Αντί να σταυρώνει ο άνθρωπος τον εαυτό του, μαζί με όλες τις αμαρτίες του, ξανασταυρώνει τον Χριστό. Ιδού η τραγωδία της εποχής μας. Άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ
Συχνά ο Θεός δεν απαντά στις προσευχές μας. Σιωπά. Πολλοί εκλαμβάνουν τη σιωπή Του ως ένδειξη του ότι ο Θεός “δεν υπάρχει”, “πέθανε”.
Αν όμως σκεφτόμαστε σε ποιά θέση φέρνουμε το Θεό με τα πάθη μας, τότε θα βλέπαμε ότι Αυτός δεν έχει άλλη επιλογή, παρά μόνο να σιωπήσει. Ζητάμε από Αυτόν να υποστηρίξει στις αδικίες μας. Δεν μας ενοχοποιεί φανερά.
Μας αφήνει να πορευτούμε στους πονηρούς δρόμους μας και να θερίσουμε τους καρπούς των προσωπικών μας αμαρτιών.
Αν όμως στραφούμε προς Αυτόν με μετάνοια, τότε έρχεται γρήγορα, γρηγορότερα από όσο περιμέναμε. Γνωρίζοντας τις ανάγκες μας, πολύ συχνά τις προλαμβάνει. Μόλις προφέρουμε στην προσευχή τα αιτήματά μας, που δικαιολογούνται με την πραγματικότητα της ζωής μας μέσα στον κόσμο, Αυτός ήδη τα έχει εκπληρώσει.
Συνεπώς, η σιωπή του Θεού είναι απάντηση στις αδικίες μας η πιο εύγλωττη, η πιο ευγενική. Διώξαμε από τη ζωή μας το Θεό – Λόγο, τον λόγο του Θεού. Παραμελήσαμε το λόγο αυτό, και να! Θερίζουμε τις συνέπειες του έργου μας.
***
Όταν ακούμε να κατηγορούν τον Θεό για όλους τους πολέμους, τις αδικίες και όλα τα προβλήματα που υπάρχουν στον κόσμο, με ερωτήσεις του τύπου «πώς το επέτρεψε αυτό ο Θεός;», και πάλι ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει: αντί να σταυρώνει ο άνθρωπος τον εαυτό του, μαζί με όλες τις αμαρτίες του, ξανασταυρώνει τον Χριστό. Και όμως, χάρη στον πολυεύσπλαχνο Κύριο ο άνθρωπος μπορεί να ελευθερωθεί από το αίσθημα ενοχής που του δημιουργούν οι αμαρτίες του. Εδώ έγκειται η τραγωδία της εποχής μας· από τη μια μεριά η ανθρωπότητα καταλογίζει ευθύνες στο Θεό για τα κακά που μαστίζουν τον κόσμο και από την άλλη ο χριστιανός ξεκινά να γνωρίσει τον Θεό, θέλοντας να βγάλει ο ίδιος απόφαση για το αν τελικά το φταίξιμο ανήκει σ’ Εκείνον ή στην καρδιά των ανθρώπων.
***
Είδα ότι δεν υπήρχε τραγωδία στο Θεό. Η τραγωδία ήταν μόνο στο βίο των ανθρώπων, που το βλέμμα τους δεν ξεπέρασε ποτέ τα γήινα όρια. Ο Χριστός ο ίδιος αναμφίβολα δεν απετύπωσε την τραγωδία. Ούτε όλες οι ταλαιπωρίες του στον κόσμο ήταν τραγικής φύσεως. Και ο χριστιανός ο οποίος δέχτηκε το δώρο της αγάπης του Χριστού, παρ’ όλο που γνωρίζει ότι ακόμα δεν είναι ολοκληρωμένος, ξεφεύγει τον εφιάλτη του θανάτου που καταστρέφει τα πάντα. Η αγάπη του Χριστού, σε όλη τη διάρκεια της παραμονής του εδώ μεταξύ μας, ήταν μια φοβερή ταλαιπωρία. «Ώ γενεά άπιστος και διεστραμμένη», εκραύγασε, «έως πότε ανέξομαι υμών» (Ματθ. 17,17). Έκλαψε για τον Λάζαρο και τις αδελφές του (Ιωάν. 11,35). Πικράθηκε για τη σκληρότητα των Ιουδαίων που σκότωσαν τους προφήτες (Ματθ. 23,38) και «ο ιδρώς αυτού εγένετο ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες επί την γην» (Λουκ. 22,44). Ζούσε την τραγωδία όλου του ανθρώπινου γένους αλλά αυτός ο ίδιος δεν ήταν τραγωδία.