Είναι φοβερή, εξωφρενική ή κατάσταση! Η παλαβομάρα έχει ξεπεράσει τά όρια. Ήρθε ή αποστασία και μένει τώρα να ερθη «ό υιός της απώλειας» Θα γίνη τρελλοκομείο. Μέσα στην αναμπουμπούλα πού θα επικρατή, θά ξεσηκωθη κάθε κράτος νά κάνη ό,τι του λέει ό λογισμός. Ό Θεός να βάλη το χέρι Του, τα συμφέροντα των μεγάλων να είναι τέτοια, πού να μας βοηθήσουν. Κάθε λίγο θα ακούμε κάτι καινούργιο. Θα βλέπουμε να γίνωνται τα πιο απίθανα, τα πιο παράλογα πράγματα. Μόνον πού τα γεγονότα θα περνάνε τάκα-τάκα.
Οικουμενισμός, κοινή αγορά, ένα κράτος μεγάλο, μια θρησκεία στά μέτρα τους. Αυτά είναι σχέδια διαβόλων. Οί Σιωνιστές ετοιμάζουν κάποιον γιά Μεσσία. Γι’ αυτούς ό Μεσσίας είναι βασιλιάς, δηλαδή θα κυβέρνηση εδώ στην γη.
Μπορεί να ξεράθηκε η ελιά, αλλά θα πετάξη νέα βλαστάρια. Υπάρχει μία μερίδα Χριστιανών, στους οποίους αναπαύεται ο Θεός. Υπάρχουν ακόμη οι άνθρωποι του Θεού, οι άνθρωποι της προσευχής, και ο Καλός Θεός μας ανέχεται, και πάλι θα οικονομήση τα πράγματα. Αυτοί οι άνθρωποι της προσευχής μας δίνουν ελπίδα.
Μη φοβάσθε. Περάσαμε σαν έθνος τόσες μπόρες και δεν χαθήκαμε, και θα φοβηθούμε την θύελλα που πάει να ξεσπάση; Ούτε και τώρα θα χαθούμε. Ο Θεός μας αγαπά. Ο άνθρωπος έχει μέσα του κρυμμένη δύναμη για ώρα ανάγκης. Θα είναι λίγα τα δύσκολα χρόνια. Μία μπόρα θα είναι.
Δεν σας τα λέω αυτά για να φοβηθήτε, αλλά για να ξέρετε που βρισκόμαστε… Για μας είναι μία μεγάλη ευκαιρία, είναι πανηγύρι οι δυσκολίες, το μαρτύριο. Να είστε με τον Χριστό, να ζήτε σύμφωνα με τις Εντολές Του και να προσεύχεσθε, για να έχετε θείες δυνάμεις και να μπορέσετε να αντιμετωπίσετε τις δυσκολίες. Να αφήσετε τα πάθη, για να έρθη η Θεία Χάρις. Αυτό που θα βοηθήση πολύ είναι να μπη μέσα μας η καλή ανησυχία: που βρισκόμαστε, τι θα συναντήσουμε, για να λάβουμε τα μέτρα μας και να ετοιμασθούμε.
Αγαπούσε την Πατρίδα και έλεγε: «Και η Πατρίδα είναι μια μεγάλη οικογένεια».
Όπως οι Προφήτες του Ισραήλ συμμετείχαν στην ζωή του έθνους ενεργά με τον τρόπο τους, προσεύχονταν, θρηνούσαν, έλεγχαν βασιλείς, κήρυτταν μετάνοια και προφήτευαν για τα επερχόμενα δεινά, το ίδιο και ο Γέροντας δεν ήταν αδιάφορος και απαθής στα θέματα της Πατρίδος. Ο προφήτης δεν ήταν εθνικιστής που έλεγε: «Διά Σιών ου σιωπήσομαι» . Το ίδιο και η στάση του Γέροντα ήταν καθαρά πνευματική.
Ενώ ζούσε εκτός κόσμου, αγωνίσθηκε όσο λίγοι για το καλό της Πατρίδος.
Για την Τουρκία διεκήρυσσε με βεβαιότητα: «Θα διαλυθεί, και οι μεγάλες δυνάμεις θα μας δώσουν την Πόλη. Όχι επειδή μας αγαπούν αλλά γιατί θα οικονομήσει ο Θεός τα πράγματα έτσι, ώστε το συμφέρον τους θα είναι να την έχουμε εμείς. Θα λειτουργήσουν οι πνευματικοί νόμοι. Οι Τούρκοι έχουν να πληρώσουν πολλά, απ’ αυτά που έχουν κάνει. Αυτό το Έθνος θα καταστραφεί, διότι δεν προήλθε με την ευλογία του Θεού. Τα κόλλυβά τους τα ’χουν στο ζωνάρι τους (δηλαδή πλησίασε το τέλος τους).
Ο άγιος Αρσένιος έλεγε πριν από την Ανταλλαγή: “Την Πατρίδα μας θα την χάσουμε, αλλά πάλι θα την βρούμε”».
Ρωτήθηκε ο Γέροντας, πότε θα ελευθερωθεί η Κύπρος, και απάντησε: «Η Κύπρος θα ελευθερωθεί, όταν μετανοήσουν οι Κύπριοι. Να κάνετε πνευματικές βάσεις για να διώξουν τις βάσεις των Τούρκων, των Άγγλων και των Αμερικανών». Έβλεπε δηλαδή το Κυπριακό ως πνευματικό θέμα, όχι ως εθνικό ή πολιτικό, και ότι η λύση του θα προέλθει από την μετάνοια του λαού και την προσευχή.
Βλέποντας τον από Ανατολάς κίνδυνο για την Θράκη, μετέβη στην Κομοτηνή για να στηρίξη εκχριστιανισθέντες Μουσουλμάνους. Ήθελε να παραμείνη μαζί τους για ένα διάστημα για να βοηθήση.
Στα θέματα της Πατρίδος δεν ήθελε οι Χριστιανοί να είναι αδιάφοροι. Ο ίδιος από παλαιά διέβλεπε την σημερινή κατάσταση και ανησυχούσε, αλλά δεν διέσπειρε τις ανησυχίες του στον κόσμο. Έλεγε: «Από το κακό που επικρατεί σήμερα θα βγει μεγάλο καλό».
Λυπόταν για την πνευματική κατάπτωση των πολιτών. Μιλούσε αυστηρά γι’ αυτούς που ψήφιζαν αντιχριστιανικούς νόμους. Λυπήθηκε για την αλλαγή της γλώσσας και είπε: «Η επόμενη γενεά θα φέρει Γερμανούς να μας μάθουν την γλώσσα μας, και τα παιδιά μας θα μας φτύνουν». Έγραφε σε επιστολή του: «Αυτοί που κατάργησαν τα Αρχαία πάλι θα τα ξαναφέρουν».
Δημοσίευσε ένα σύντομο κείμενο υποστηρίζοντας τον αγνότατο πατριώτη και ευλαβέστατο ήρωα Μακρυγιάννη από τις εναντίον του άδικες και ψευδείς κατηγορίες. Πέρα από την αποκατάσταση της αληθείας, υπήρχε τότε, όπως και σήμερα, επιτακτική ανάγκη προβολής ενός ιδανικού προτύπου προς μίμηση για τους πολιτικούς ηγέτες, αλλά και για υποβοήθηση του λαού να αποκτήση ορθά πολιτικά κριτήρια στην επιλογή των κυβερνητών του Έθνους μας.
Κάποιος Πρωθυπουργός, του οποίου κατέκρινε δημοσίως ενέργειες επιζήμιες για το Έθνος και την Εκκλησία, ζήτησε να τον συναντήση στην Σουρωτή. Ο Γέροντας απάντησε: «Ας έρθη, θα του τα ψάλω και μπροστά του». Είχε το ψυχικό σθένος αυτός ο πτωχός καλυβίτης να υψώνη την φωνή του άφοβα μπροστά στους ισχυρούς της ημέρας.
Όταν κάποιος πρόεδρος της Δημοκρατίας επισκέφθηκε το Άγιον Όρος, ο Γέροντας συνέστησε στα μοναστήρια να μην τον δεχθούν, γιατί είχε υπογράψει τον νόμο περί των αμβλώσεων.
Από Υπουργό που θέλησε να βοηθήση γνωστό του Μοναστήρι δεν δέχθηκε τίποτε, γιατί ανήκε σε κόμμα που είχε υπογράψει αντιχριστιανικούς νόμους.
Ο Γέροντας ήταν άνθρωπος της ειρήνης και της ενότητος. Δεν ανήκε σε κανένα κόμμα. Ήταν υπεράνω κομμάτων. Απέρριπτε άθεα πολιτικά κόμματα και πολιτικούς που είχαν σχέση με την Μασωνία, για την αθεΐα τους και την πολεμική τους προς την Εκκλησία. Έλεγε: «Τι να το κάνω το δεξί ή το αριστερό χέρι, αν δεν κάνη σταυρό;», απορρίπτοντας έτσι τούς άθεους πολιτικούς ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση. Κάποια κόμματα; γνωρίζοντας την επιρροή του στον λαό, ζήτησαν να τον προσεταιρισθούν χάριν ψηφοθηρίας, αλλά ματαίως.
Όταν υπήρχε ένταση στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, έλεγε: «Πολλά σύννεφα μαζεύτηκαν. Αν μπορέσουμε να τα διώξουμε» (με την προσευχή).
Σε παρόμοια περίπτωση έκανε θεία Λειτουργία στο Καλύβι του. Στους Μακαρισμούς δεν έψαλλε ό,τι προέβλεπε το τυπικό, αλλά από τον κανόνα του οσίου Νικολάου του Κατασκεπηνού, γιατί ήταν κατάλληλο για την περίπτωση αυτή: «Αθέων Αγαρηνών τα βέλη σύντριψον Δέσποινα, και πάσαν επιβουλήν δαιμόνων ματαίωσον, λαόν χριστεπώνυμον σκέπων και φυλάττων, ίνα πόθω σε δοξάζωμεν» .
Την σωτηρία του Έθνους την περίμενε από τον Θεό. Έλεγε: «Αν ο Θεός άφηνε την τύχη του Έθνους στους πολιτικούς θα καταστρεφόμασταν. Αλλά αφήνει λίγο τα πράγματα, για να φανούν οι διαθέσεις του καθενός».
Για τούς πολιτικούς που έκαναν κακό στο Έθνος έλεγε: «Με αναπαυμένη συνείδηση παρακαλώ τον Θεό να τους δίνη μετάνοια και να τους παίρνη, για μην κάνουν μεγαλύτερο κακό, και να αναστήση Μακκαβαίους».