«Δεν είναι λύση η αφαλάτωση, ούτε η γεώτρηση αλλά ο εμπλουτισμός του υδροφόρου ορίζοντα»
Άρθρο του καθηγητή γεωλογίας του πανεπιστημίου Πατρών Αβραάμ Ζεληλίδη στην εφημερίδα «Νέα Εγνατία» για τις κινήσεις που πρέπει να γίνουν στο πρόβλημα της λειψυδρίας.
Χρειάζονται συστηματικές μελέτες ανά περιοχή για την διαχείριση των υδάτων και τον εμπλουτισμό του υδροφόρου ορίζοντα ώστε να μην οδηγηθούμε σε ακραία φαινόμενα λειψυδρίας στην χώρα μας επεσήμανε σε συνέντευξη του ο καθηγητής Γεωλογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών και επικεφαλής του Ινστιτούτου Υδρογονανθράκων Αβραάμ Ζεληλίδης. Ο ίδιος ανέφερε τις παρεμβάσεις που πρέπει να κάνει η πολιτεία ώστε να μη χάνεται το βρόχινο νερό απλά πλημμυρίζοντας ολόκληρες περιοχές ενώ αναφέρθηκε αναλυτικά και στις αρνητικές επιπτώσεις της εγκατάστασης ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών στα βουνά.
«Στο θέμα της κλιματικής αλλαγής έχουμε μείωση βροχοπτώσεων και χιονοπτώσεων και μείωση σε διάρκεια, οι βροχοπτώσεις υπάρχουν, είναι κατακλυσμιαίες, είναι σύντομες με πολύ νερό. Το νερό αυτό πάει στα ποτάμια, δημιουργεί πλημμύρες και φεύγει στην θάλασσα. Συμπέρασμα, οι υδροφόροι ορίζοντες δεν εμπλουτίζονται, τι να κάνουν οι γεωτρήσεις, θα εξαντλήσουν τον ήδη εξαντλημένο υδροφόρο ορίζοντα. Εμείς προτείνουμε στην πολιτεία εδώ και 15 χρόνια, δεν είναι σημερινό φαινόμενο, η λειψυδρία ταλαιπωρεί όλη την Ελλάδα, κάθε μέρα έχουμε ειδήσεις ότι η τάδε λίμνη ή ποτάμι ξεράθηκε, πηγές στέρεψαν, η Αγία Βαρβάρα στη Δράμα σε λίγο δεν θα βγάζει νερό κτλ. Όλα αυτά τα φαινόμενα σιγά-σιγά θα εντείνονται, πρέπει η πολιτεία λοιπόν να παρέμβει άμεσα, έπρεπε να το είχε κάνει αλλά όλα θα γίνονται όταν το πρόβλημα είναι πλέον μη αντιστρέψιμο».
«Ας πούμε ότι έχω ένα ποτάμι το οποίο φέρνει πολλές φορές ξαφνικά νερά και πλημμυρίζει μία περιοχή, μπορώ να κάνω μικρά φράγματα μέσα στην κοίτη του ποταμού έτσι ώστε να συγκρατείται νερό πίσω από αυτά τα φράγματα για να βοηθάω το νερό να καταλήξει στον υδροφόρο. Άρα θέλουμε στοχευμένα έργα, δε μπορείς να τα κάνεις παντού, πρέπει να ξέρεις που υπάρχουν ρήγματα, που υπάρχουν υδατοπερατά πετρώματα για να παρέμβεις. Συγχρόνως όμως επειδή τον χειμώνα θα έχουμε πλημμύρες, αυτά τα έργα μπορούν να ανασχέσουν και το πλημμυρικό φορτίο. Αυτά τα έργα μπορούν να γίνουν σύντομα και επειδή έχουμε ένα ΕΣΠΑ που ξεκινάει να υλοποιείται άρα όλη οι δήμοι μπορούν να εντάξουν τέτοια έργα, χρειάζονται κάποιες γρήγορες μελέτες να δούμε που μπορούν να γίνουν αυτά.
«Σε δεύτερη φάση, αφού εμπλουτιστούν οι υδροφόροι, θα βλέπετε τις πηγές να ξαναγεννιούνται, τις λίμνες να ξαναγεμίζουν, όμως φτάνει αυτό; Σήμερα κουβέντιαζα για την τεχνική λίμνη του Μόρνου που τροφοδοτεί την Αθήνα και σιγά σιγά πέφτει η στάθμη του και αρχίζουν να αποκαλύπτονται τα χωριά που είχαν πλημμυρίσει. Όμως υπάρχουν ιδιαίτερες συνθήκες για κάθε έργο, δηλαδή η λίμνη του Μόρνου είναι στη ροή του ποταμού του Μόρνου και δεν φαίνεται να τροφοδοτείτε από μικρότερες πηγές γύρω-γύρω για να πεις εμπλουτίζω αυτή την πηγή, εμπλουτίζω εκείνη κτλ. Στην προκειμένη επειδή μιλάμε για την Πίνδο που δεν έχει χιόνια τα τελευταία χρόνια ή έχει πολύ λίγα και έχει πολύ γρήγορες βροχοπτώσεις, μπορούμε να κάνουμε δεύτερη τεχνητή λίμνη που σημαίνει μία δεκαετία».
«Άρα λοιπόν υπάρχουν έργα που είναι βραχυπρόθεσμα και έργα που είναι μακροπρόθεσμα, πρέπει να σκεφτούμε όμως τι θέλουμε να αντιμετωπίσουμε. Η τεχνητή λίμνη του Μόρνου υδροδοτεί την Αθήνα άρα λοιπόν πρέπει να σχεδιάσουμε ένα καινούργιο έργο γιατί ο Μόρνος δεν κρατάει όλο το νερό, έχει υπερχειλιστές και πολύ νερό φεύγει στη θάλασσα. Μπορούμε να δούμε και ένα δεύτερο τέτοιο έργο, μεγάλο κόστος αλλά και μεγάλη η ανάγκη εξυπηρέτησης του 50% του πληθυσμού. Στα μικρότερα νησιά που έχουν τουρισμό πρέπει να σκεφτούμε και διαφορετικές προσεγγίσεις, τα περισσότερα νησιά έχουν το χαρακτηριστικό ότι είναι κομμένα σαν μπακλαβάδες από τα ρήγματα και τα νερά τα βρόχινα στραγγίζουν την παράκτια ζώνη. Σε όποιο νησί και αν πάτε θα σας πουν ότι έχουν μία πούντα, μια πηγή δηλαδή στη θάλασσα που βγάζει κρύο νερό. Αυτό γιατί είναι κατασπασμένος ο υδροφόρος, τα νερά φτάνουν στην θάλασσα και αναβλύζουν μέσα στη θάλασσα. Πράγματι μπορούμε να βρούμε λύσεις να κάνουμε γεωτρήσεις για να μη χάνεται το νερό στη θάλασσα και να το πάρουμε στο υψόμετρο μηδέν, εκεί δηλαδή που δεν θα τραβάω θάλασσα. Όλα αυτά τα έργα θέλουν σχεδιασμό αλλά μέχρι σήμερα κανείς δεν έχει να πει να κάνουμε μία καταγραφή τι έχουμε κάνει και τι όχι. Υπάρχουν κάποια σχέδια διαχείρισης αλλά είναι… φιλοσοφικά».
«Το αντιλαμβάνονται μόνο κάποιοι δήμαρχοι που βλέπουν μπροστά τους ότι δεν είναι λύση η αφαλάτωση, δεν είναι λύση η γεώτρηση, και θέλουν να αντιμετωπίσουν τις περιοχές τους συνολικά. Για να κάνεις μία λιμνοδεξαμενή σε βάθος 10ετίας και να σκεφτεί υδροηλεκτρικά, τουριστική αξιοποίηση κτλ, θέλει έναν καλό σχεδιασμό και τέτοιοι δήμαρχοι με οράματα, που θα πουν ότι εγώ θα είμαι 4 χρόνια αλλά μετά από τέσσερα χρόνια θα το βρει το έργο σε εξέλιξη κάποιος άλλος, δεν υπάρχουν δυστυχώς. Λίγοι είναι αυτοί που σκέφτονται έτσι. Οι παρεμβάσεις σε ποτάμια με φράγματα πρέπει να μελετηθούν που μπορούν να γίνουν για να μην έχεις χειρότερα πλημμυρικά φαινόμενα, και δεν κάνεις ένα, ίσως κάνεις 4-5-6, εξαρτάται από τα πετρώματα που έχει γύρω-γύρω, εξαρτάται από τα ρήγματα που επηρεάζουν την περιοχή κτλ. Χρειάζεται πρώτα όμως μια μελέτη για να δεις που θα πας. Στον Έβρο επειδή το πρόβλημα θα επιτείνεται, θα μας δίνει νερά ό,τι περισσεύει από τη Βουλγαρία, δηλαδή όταν θα έχει ισχυρές νεροποντές και η Βουλγαρία θα πάει να πνίγει θα αφήνει τα νερά και θα έρχεται να πνιγει το ελληνικό μέρος. Άρα λοιπόν εκεί το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι τα μπάι πας δηλαδή να πλημμυρίζουμε περιοχές που δεν είναι κατοικημένες για να εκτονώνουμε το πλημμυρικό φορτίο του ποταμού. Μπορούμε να κάνουμε τέτοια μπάι πας πλημμυρίζοντας περιοχές στέρφες, άγονες στον Έβρο, ούτε αυτό έχει μελετηθεί. Στο ύψος του Σουφλίου είναι πάρα πολύ κοντά σε έναν μεγάλο ορεινό όγκο που μπορώ να κάνω μπάι πας και να πλημμυρίσω κάποιες άλλες λεκάνες που συγχρόνως θα λειτουργήσουν ως εμπλουτισμό της υδροφόρου. Αλλά θέλουν μελέτη, κάποιος να κάνει συστηματική δουλειά εξετάζοντας το έδαφος, τα πετρώματα, τις κλίσεις κτλ. Έπειτα θα πρέπει να γίνει μία σημαντική δουλειά τι φράγμα θα είναι αυτό, πώς θα λειτουργεί αυτό το φράγμα, πώς θα γίνεται η εκτροπή, πως θα γίνεται η αποφυγή του πλημμυρικού φορτίου. Το ίδιο ισχύει και για το Νέστο και όλα τα ποτάμια, θέλουν χαρτογράφηση, να αφήσουμε το ποτάμι να κινείται ελεύθερο και όχι ανάπτυξη υποδομών χωρίς κανένα έλεγχο».
«Διάβαζα σε ένα άρθρο το οποίο με προβλημάτισε πάρα πολύ και άρχισα να το πιστεύω, έλεγε ότι οι ανεμογεννήτριες καταστρέφουν το μικροκλίμα της περιοχής, προκαλώντας ανομβρία γιατί οι επιφανειακοί υδρατμοί συγκεντρωνόντουσαν και λόγω της διαφορετικής ταχύτητας και συμπύκνωσης φτάνανε στην κορυφή του βουνού και γινόντουσαν βροχή. Τώρα εκεί που υπάρχουν ανεμογεννήτριες δεν αφήνουν αυτή την υγρασία να συμπυκνωθεί με αποτέλεσμα σε περιοχές που έβρεχε εξαιτίας αυτού του φαινομένου σήμερα με τις ανεμογεννήτριες δεν έχουν βροχοπτώσεις, επιτείνοντας το φαινόμενο της λειψυδρίας στην περιοχή αυτή. Αυτά τα βουνά λειτουργούσαν ως υδροφορείς, εμπλούτιζαν τις υδροφόρους, δεν είναι μόνο το οικολογικό και γεωλογικό που καταστρέφονται το βουνό, πλέον φαίνεται ότι επηρεάζει και το μικροκλίμα με τις βροχοπτώσεις. Αλλά συνεχίζουν να δίνουν άδειες σε όλες τις βουνοκορφές για ανεμογεννήτριες.
«Τώρα αυτό που μεγαλώνει ακόμα περισσότερο είναι τα φωτοβολταϊκά, με φωνάξαν προχθές λοιπόν σε μία περιοχή να δω ένα τέτοιο φωτοβολταϊκό κέντρο σε ένα βράχο. Αρχικά δεν ήμουν αντίθετος να μπαίνουν φωτοβολταϊκά πάνω σε ξερές βουνοκορφές ή πλαγιές αλλά πηγαίνοντας εκει διαπιστώνει κανείς ότι στη βάση αυτού του ορεινού όγκου έχει πηγές. Πας σε μια τέτοια λοφοσειρά να κάνεις ένα φωτοβολταϊκό και από κάτω σου έχεις μία πηγή η οποία υδροδοτεί 5-6 χωριά, ίσως και περισσότερα, και αναρωτιέστε ποιος έδωσε την άδεια να γίνει αυτό; Έχει σκεφτεί κανένας ότι μία διαρροή σε ένα τέτοιο φωτοβολταϊκό που είναι τοξικό, θα μολύνει δια παντώς και ανεπιστρεπτί αυτές τις πηγές; Το ίδιο που ισχύει για τις ανεμογεννήτριες ισχύει και για τα φωτοβολταϊκά, όταν βάζεις πάνελ και σκεπάζεις ένα ορεινό όγκο τότε μειώνεις το νερό που θα πάει στον υδροφόρο σε ποσότητα, συνεπώς στην Ελλάδα δε γίνεται τίποτα με μελέτη, αλλά εκ του προχείρου».
Αβραάμ Ζεληλίδης