3. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος:
«Αὐτὸς ποὺ χτυπάει τὴ μάζα τοῦ σιδήρου, πιὸ μπροστὰ βάζει στὸ μυαλό του τί πρόκειται νὰ κάνει, δρεπάνι, μαχαῖρι, τσεκοῦρι;
Ἔτσι καὶ ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ ἔχουμε στὸ μυαλό μας ποιὰ ἀρετὴ ἐπιδιώκουμε, γιὰ νὰ μὴν πάει χαμένος ὁ κόπος μας».
4. Ἕνας ἀδελφὸς παρακάλεσε τὸν ἀββᾶ Ἀρσένιο νὰ ἀκούσει ἀπ᾿ τὸ στόμα του κάποιον λόγο.
Καὶ ὁ Γέροντας εἶπε:
«Νὰ ἀγωνίζεσαι μ᾿ ὅλη σου τὴ δύναμη γιὰ νὰ γίνεται ἡ ἐσωτερική σου ἐργασία ὅπως τὴ θέλει ὁ Θεός, καὶ ἔτσι θὰ κυριαρχήσεις καὶ στὰ πάθη ποὺ ἐκδηλώνονται ἐξωτερικά».
5. Εἶπε ἐπίσης:
«Ἂν ἀναζητήσουμε τὸν Θεό, θὰ μᾶς ἐμφανισθεῖ καί, ἂν τὸν κρατήσουμε, θὰ μείνει μαζί μας».
6. Ἔλεγε ὁ ἀββᾶς Δανιήλ:
Μὲ κάλεσε κάποια φορὰ ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος καὶ μοῦ εἶπε:
«Ἀνάπαυσε τὸν πατέρα σου, ὥστε, ὅταν ἀπέλθει στὸν Κύριο, νὰ τὸν παρακαλέσει γιὰ χάρη σου καὶ νὰ ἔχεις προκοπή».
7. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἀγάθων:
«Ὁ μοναχὸς δὲν πρέπει νὰ ἀφήσει τὴ συνείδησή του νὰ τὸν κατηγορήσει σὲ καμία περίπτωση».
8. Εἶπε ἐπίσης ὅτι:
«Χωρίς τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ προχωρήσει ὁ ἄνθρωπος οὔτε σὲ μία ἀρετή».
9. Εἶπε ἄλλη φορὰ:
«Εἶναι ἀνάγκη ὁ ἄνθρωπος νὰ ἔχει ὅλη τὴν ὥρα στραμμένη τὴ σκέψη του στὸ ὅτι θὰ τὸν κρίνει ὁ Θεός».
13. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἁλώνιος:
«Ἐὰν ὁ ἄνθρωπος δὲν πεῖ μέσ᾿ τὴν καρδιά του ὅτι σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο ἐγὼ μόνον καὶ ὁ Θεὸς εἴμαστε, δὲν θὰ βρεῖ ἀνάπαυση».
14. Εἶπε ἐπίσης:
«Ἐὰν θέλει ὁ ἄνθρωπος, ἀπὸ τὸ πρωὶ ὡς τὸ δειλινὸ φθάνει σὲ μέτρα θεϊκά».
18. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας:
«Ἡ ὀλιγωρία καὶ τὸ ὅτι κατακρίνουμε κάποιον μὲ τὸν λογισμό μας, δὲν μᾶς ἀφήνουν νὰ δοῦμε τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ».
22. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Πέτρος:
«Ὅποιος ἀναζητεῖ τὸν Κύριό με πόνο καρδιᾶς, θὰ εἰσακουσθεῖ αὐτός, καὶ ὅ,τι ζητήσει μὲ ἐπίγνωση καὶ φροντίδα καὶ πόνο καρδιᾶς, ἐλεύθερος ἀπὸ κάθε τί κοσμικὸ καὶ φροντίζοντας γιὰ τὴν ψυχή του πῶς θὰ τὴν παραστήσει στὸ βῆμα τοῦ Κυρίου ἀκατάκριτη, σ᾿ αὐτὸν θὰ τὰ δώσει ὁ Κύριος».
23. Ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος τοῦ Ἐνάτου εἶπε:
«Ἐὰν λογαριάσει ὁ Θεὸς τὴν ἀμέλειά μας στὶς προσευχὲς καὶ τὴν αἰχμαλωσία τοῦ νοῦ σὲ λογισμοὺς τὶς ὦρες τῆς ψαλμῳδίας, σωτηρία μὴν περιμένουμε».
24. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος τῆς Σκήτης:
«Ἔρχεται ὁ λογισμός, μὲ ταράζει καὶ μὲ ἀπασχολεῖ, δὲν ἔχει βέβαια τὴ δύναμη νὰ προχωρήσει στὴν πράξη, ἀλλὰ ὡστόσο γίνεται ἐμπόδιο στὴν ἀρετή. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως ποὺ ἐπαγρυπνεῖ στὴν ψυχή του, πετάει πέρα τὸν λογισμὸ καὶ σηκώνεται γιὰ προσευχή».
27. Εἶπε ἡ ἀμμᾶς Θεοδώρα:
«Ἦταν κάποιος μοναχὸς ὁ ὁποῖος, ἐπειδὴ εἶχε πολλοὺς πειρασμούς, εἶπε:
«Θὰ φύγω ἀπὸ δῶ».
Καὶ μόλις ἔβαλε τὰ πέδιλά του, βλέπει καὶ κάποιον ἄλλον ἄνθρωπο νὰ φοράει τὰ δικά του πέδιλα καὶ νὰ τοῦ λέει:
«Ἐξαιτίας μου δὲν φεύγεις; Νά, ποὺ ἐγὼ θὰ πηγαίνω μπροστὰ ἀπὸ σένα, ὅπου κι ἂν πᾶς».
45. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Μακάριος ὁ Μέγας:
«Ὁφείλει ἡ ψυχὴ τὶς ὦρες τῆς ψαλμῳδίας νὰ συμμαζεύει τοὺς λογισμούς της μὲ κατάνυξη καὶ τίποτε ἄλλο νὰ μὴν ἔχει στὸν νοῦ παρὰ τὴν ἀναμονὴ τοῦ Κυρίου καὶ τὴν ἀγάπη της τὴν ἔμφυτη νὰ τὴν διαφυλάττει γι᾿ αὐτὸν καὶ μόνο.
Καὶ ὅπως ἀκριβῶς ἡ μητέρα μαζεύει τὰ παιδιὰ στὸ σπίτι, γιὰ νὰ τὰ διδάξει καὶ νὰ τὰ συμβουλεύσει, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ ἔχει χρέος τοὺς λογισμούς της ποὺ περιπλανῶνται ἐδῶ κι ἐκεῖ, νὰ τοὺς συμμαζεύει ἀπὸ παντοῦ σὰν δικά της τέκνα, ἔστω κι ἂν ἡ ἁμαρτία τοὺς διασκορπίζει, ὥστε ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπ᾿ αὐτὴν ἀκατάπαυστα νὰ συμμαζεύει τοὺς λογισμοὺς καὶ νὰ ἀναμένει τὸν Κύριο μὲ πίστη βεβαία, γιὰ νὰ ἔρθει καὶ νὰ τῆς διδάξει τὴν ἀληθινὴ προσευχή, τὴν ἀπερίσπαστη ἀπὸ τὴν ἀναζήτηση Αὐτοῦ καὶ μόνον».
46. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Μωυσῆς:
«Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ μπεῖ στὸν στρατὸ τοῦ Χριστοῦ, ἂν δὲν γίνει σὰν φωτιὰ ὅλος, ἂν δὲν καταφρονήσει τὴ δόξα καὶ τὴν καλοπέραση, ἂν δὲν ξεριζώσει τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου καὶ δὲν τηρήσει ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ».
48. Εἶπε ἐπίσης:
«Ὁφείλει ὁ ἄνθρωπος νὰ νεκρώσει τὸν ἑαυτό του ὡς πρὸς κάθε τί ἁμαρτωλό, προτοῦ χωρισθεῖ ἀπὸ τὸ σῶμα, γιὰ νὰ μὴν κάνει ζημιὰ σὲ κανένα ἄνθρωπο».
61. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ποιμένας:
«Ἡ πονηριὰ τῶν ἀνθρώπων εἶναι κρυμμένη πίσω τους».
65. Εἶπε ἐπίσης:
«Οἱ ἑξῆς τρεῖς ἀρχὲς εἶναι χρήσιμες: Τὸ νὰ φοβᾶσαι τὸν Κύριο, νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ κάνεις τὸ καλὸ στὸν πλησίον».
77. Ρώτησαν κάποτε τὸν ἀββᾶ Σιλουανό:
«Τί εἴδους ἀσκήσεις ἔκανες, πάτερ, γιὰ νὰ ἀποκτήσεις τὴ φρόνηση αὐτή;»
Καὶ ἀποκρίθηκε:
«Ποτέ δὲν ἄφησα στὴν καρδιά μου λογισμὸ ποὺ παροργίζει τὸν Θεό».
78. Ρώτησε ὁ ἀββᾶς Μωυσῆς τὸν ἀββᾶ Σιλουανό:
«Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος κάθε μέρα νὰ βάζει ἀρχή;»
Καὶ ὁ Γέροντας εἶπε:
«Ἐὰν εἶναι ἀγωνιστής, μπορεῖ καὶ κάθε ὥρα νὰ βάζει ἀρχή».
81. Εἶπε ἡ μακαρία Συγκλητική:
«Τέκνα μου, ὅλοι γνωρίζουμε τὸν τρόπο νὰ σωθοῦμε, ἀλλὰ ἐξαιτίας τῆς ἀμελείας μας μένουμε πίσω στὴ σωτηρία».
84. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ὑπερέχιος:
«Ἡ σκέψη σου ἂς εἶναι παντοτινὰ στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καὶ γρήγορα θὰ τὴν κληρονομήσεις».
85. Εἶπε ἀκόμη:
«Ἡ ζωὴ τοῦ μοναχοῦ ἂς μιμεῖται τὴ ζωὴ τῶν ἀγγέλων καὶ νὰ κατακαίει τὴν ἁμαρτία».
97. Εἶπε Γέροντας:
«Ὅπως κανένας δὲν μπορεῖ νὰ βλάψει αὐτὸν ποὺ στέκεται κοντὰ στὸν βασιλιά, ἔτσι οὔτε ὁ Σατανᾶς μπορεῖ νὰ κάνει κάτι εἰς βάρος μας, ἂν ἡ ψυχή μας εἶναι κοντὰ στὸν Θεό. Γιατὶ λέει: «Πλησιάστε με καὶ θὰ σᾶς πλησιάσω κι ἐγώ».
Ἀλλὰ ἐπειδὴ συνεχῶς παίρνουν ἀέρα τὰ μυαλά μας, εὔκολα ἁρπάζει ὁ ἐχθρὸς τὴν ταλαίπωρη ψυχή μας καὶ τὴ ρίχνει στὰ ἄτιμα πάθη».
99. Ἔλεγαν γιὰ κάποιον Γέροντα ὅτι ὅταν τοῦ ἔλεγε ὁ λογισμός:
«Ἄσε τὴν σημερινὴ ἡμέρα καὶ αὔριο μετανοεῖς», ἀντέκρουε τὸν λογισμὸ λέγοντας:
«Ὄχι, σήμερα θὰ μετανοήσω καὶ αὔριο ἂς γίνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ».
119. Εἶπε Γέροντας:
«Να σκέφτεσαι πάντοτε τὰ καλά, γιὰ νὰ τὰ κάνεις καὶ πράξη. Καμιὰ σκέψη τοῦ ἀνθρώπου δὲν ξεφεύγει ἀπὸ τὸν Θεό.
Νὰ κρατᾷς τὸν νοῦ σου καθαρὸ ἀπὸ κάθε κακό».
Πηγή:Μέγα Γεροντικό
Έκδοση:Ιερά Μονή Παρακλήτου