«Είμαι ο παπά Φώτης, να πας να ανάψεις ένα κεράκι απέναντι και μετά να πας σχολείο»

Μια μέρα, από αυτές τέλη Σεπτεμβρίου με πολύ ήλιο έπαιζα ποδόσφαιρο στο αλσάκι, όπου ξαφνικά όλοι οι συμμετέχοντες έφυγαν από το «τερέν» για να πάνε στα κάγκελα. Φωνές, γέλια, γιουχαΐσματα, αλλά εγώ αδυνατούσα να καταλάβω τι γινόταν. Ένας κακοντυμένος άνθρωπος στα μαύρα ήταν αποδέκτης όλων αυτών, που όμως με ήρεμο τρόπο έδινε την ευχή του σε όσους γελούσαν μαζί του.
Το κουδούνι για το σχόλασμα χτύπησε, πήρα την παρατημένη τσάντα για να φύγω, από την πλευρά που στάθμευαν τα ΤΑΧΙ. Βγαίνοντας για να πάω στο σπίτι μου είδα μπροστά από το περίπτερο αυτόν το γεράκο, (που μόνο γεράκος δεν ήταν) έναν άλλον άνθρωπο που είχε γίνει αντικείμενο χλευασμού (το πρόβλημα που είχε ήταν ότι δεν μπορούσε να μιλήσει) από τους μαθητές του Λυκείου. Στάθηκα εκεί στη βρύση, και έβγαλα να φάω το σάντουιτς που είχα πάρει.
Τα γιουχαΐσματα συνέχισαν και ένας από τους μαθητές του Λυκείου είπε: «παπά και συ τρελός είσαι, άντε τράβα απ’ δω».
Κάποια στιγμή τα μάτια μας συναντήθηκαν, και μου χαμογέλασε, αφού κι εγώ έδειχνα ενοχλημένος πια από την συμπεριφορά των παιδιών.
Το επόμενο πρωί, πηγαίνοντας στο σχολείο, και λίγο πριν την εκκλησία του Αγ. Θεράποντα, όπου έμπαινα από κει για το γυμνάσιο ξανάδα τον Παπά. Του χαμογέλασα κι εκείνος μου είπε: «Είμαι ο παπά Φώτης, να πας να ανάψεις ένα κεράκι απέναντι και μετά να πας σχολείο».
Έκανα ότι μου είπε. Δεν ξέρω γιατί, αλλά το έκανα και ένιωσα καλά. Πήγα στη τάξη μου, αλλά όλη την πρώτη ώρα τον είχα στο μυαλό μου. Στο διάλειμμα ρώτησα τους φίλους μου, για το ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που όλοι γελούσαν μαζί του χθες το μεσημέρι. «Ένας παπάς βρωμιάρης που τα έχει χαμένα» η απάντηση από έναν, που ακόμη και σήμερα δεν έχω ξεχάσει την έκφραση κακίας που είχε το πρόσωπό του.
Την ώρα που ξεκίνησε η εξέταση, εγώ τη σταμάτησα για να την ρωτήσω για τον παπά Φώτη, αφού δεν μπορούσα να κατανοήσω πως είναι δυνατόν ένας παπάς να έχει τέτοια ενδυμασία και να είναι ξυπόλητος.
-Ήταν σίγουρα ξυπόλητος με ρώτησε η κα ….
Ναι απάντησα, τον είδα και σήμερα το πρωί, που είπε απ΄ έξω από το σχολείο πριν μπω στη τάξη να ανάψω ένα κερί στον Άγιο Θεράποντα.
-Σου το έχει ξαναπεί άλλος παπάς αυτό; με ρώτησε.
Όχι απάντησα, πότε να μου το πει.
-Εγώ θα σου πω, ότι αυτό που σου είπε είναι πολύ σημαντικό, και να το κάνεις κάποια πρωινά που θα έχεις χρόνο. Όσον αφορά για το ξυπόλυτος και τα βρώμικα ρούχα που φορά, μην σου κάνει εντύπωση. Δεν κάνουν τα ράσα το παπά, αλλά, άλλα πράγματα. Και πρόσεχε μην παρασυρθείς ποτέ και τον κοροϊδέψεις. Θα είναι μεγάλη αμαρτία.
Ένα μεσημέρι επαναλήφθηκε το ίδιο σκηνικό. Οι μαθητές γιουχάιζαν και κάποιοι από τους οδηγούς ΤΑΧΙ συνέχιζαν την πλάκα μαζί του. Βγαίνοντας από την πόρτα των Κεντρικών Λυκείων και περπατώντας προς το ταχυδρομείο τον είδα να κοντοστέκεται και να βλέπει απέναντι κάποιους που τον πείραζαν. Τότε αν δεν κάνω λάθος εκεί ήταν η 98 ΑΔΤΕ. Στάθηκα μπροστά του και του πρόσφερα ένα σάντουιτς που είχα στην τσάντα μου και μια πορτο-καλάδα που ήταν μέσα σε μικρή μπαλίτσα.
Μου χαμογέλασε, παρότι ήταν πολύ εκνευρισμένος και μου είπε: Έχω φάει παιδί μου, μόνο το αναψυκτικό θα πάρω. Πηγαίνεις καμιά φορά στην εκκλησία που σου είπα ή το ξέχασες;
Θέλω, αλλά δεν προλαβαίνω το πρωί του απάντησα.
Ε, τότε να πηγαίνεις το μεσημέρι, μου είπε και να μην βλέπεις όλα όσα γίνονται κάθε μέρα με μένα.
-Με θυμάσαι πάτερ; του είπα.
Σε θυμάμαι, και για το σάντουιτς και για την πορτοκαλάδα που μου πρόσφερες. Αλλά πιο πολύ θυμάμαι όταν οι άλλοι με πείραζαν πόσο σε στεναχωρούσε αυτό. Τώρα να έρθεις να ανάψεις κεράκι και στο εκκλησάκι που με πας…
Ο Παπά Φώτης έφυγε από τη ζωή στις 05/03/2010, αφήνοντας πίσω του πολλούς πιστούς, που ακόμη και σήμερα δεν μπορούν να εξηγήσουν τη δύναμη που είχε.