Είναι αλήθεια ότι ο κόσμος δυστυχώς έχει σαπίσει και, από όπου και αν περάση μια ψυχή που θέλει να διατηρηθή αγνή, θα λερωθή… όμως ο Θεός δεν θα ζητήση τα ίδια με αυτά που ζητούσε την παλιά εποχή από έναν Χριστιανό που ήθελε να διατηρηθεί αγνός
Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
-Γέροντα, μερικοί λένε: «Μήπως μόνο σήμερα ἁμαρτάνει ὁ κόσμος; Καὶ στὴν Ρώμη παλιά τί γινόταν!…»
–Μά στὴν Ρώμη ἦταν εἰδωλολάτρες στὸ κάτω-κάτω. Καὶ αὐτὰ ποὺ λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦταν γιὰ τούς εἰδωλολάτρες ποὺ εἶχαν βαπτισθῆ, ἀλλὰ εἶχαν κακές συνήθειες.
Νὰ μήν παίρνουμε γιὰ παράδειγμα τὸν ξεπεσμό ἀπὸ κάθε ἐποχή.
Σήμερα τὴν ἁμαρτία τὴν ἔκαναν μόδα. Βλέπεις, ὀρθόδοξο ἔθνος ἐμεῖς καὶ πῶς εἴμαστε! Πόσο μᾶλλον οἱ ἄλλοι! Καὶ τὸ κακό εἶναι ποὺ οἱ σημερινοί ἄνθρωποι, ἐπειδή ἡ ἁμαρτίαἔχει γίνει μόδα, ἄν δοῦν ἕναν νὰ μήν ἀκολουθῆ τὸ ρεῦμα τῆς ἐποχῆς, νὰ μήν ἁμαρτάνη, νὰ εἶναι λίγο εὐλαβεῖς, τὸν λένε καθυστερημένο, ὀπισθοδρομικό. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι τὸ νὰ μήν ἁμαρτάνουν τὸ θεωροῦν προσβολή καὶ τὴν ἁμαρτία τὴν θεωροῦν πρόοδο.
Αὐτὸ εἶναι τὸ χειρότερο ἀπὸ ὅλα. Ἄν οἱ σημερινοί ἄνθρωποι ποὺ ζοῦν στὴν ἁμαρτία τουλάχιστον τὸ ἀναγνώριζαν, θὰ τούς ἐλεοῦσε ὁ Θεός, Ἀλλά δικαιολογοῦν τὰ ἀδικαιολόγητα καὶ ἐγκωμιάζουν τὴν ἁμαρτία. Αὐτὸ εἶναι καὶ ἡ μεγαλύτερη βλασφημία κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ἁμαρτία νὰ τὴν θεωροῦν πρόοδο καὶ τὸ ἠθικό νὰ τὸ λένε κατεστημένο.
Γι’ αὐτὸ ἔχουν μεγάλο μισθό, μεγάλη ἀξία, αὐτοί ποὺ ἀγωνίζονται στὸν κόσμο καὶ διατηροῦν καθαρή ζωή.
Ήρθαν δυό-τρεις φοιτήτριες σήμερα και μου είπαν: «Γέροντα, κάντε προσευχή να περάσουμε στις εξετάσεις». Και εγώ τις είπα: «Θα ευχηθώ να περάσετε στις εξετάσεις της αγνότητος. Αυτό είναι το πιο βασικό. Όλα τα άλλα βολεύονται μετά». Καλά δεν τις είπα; Ναι, είναι μεγάλο πράγμα να βλέπης στα πρόσωπα των νέων σήμερα την σεμνότητα, την αγνότητα! Πολύ μεγάλο πράγμα!
Έρχονται μερικές κοπέλες οι καημένες τραυματισμένες. Ζουν άτακτα με νέους, δεν καταλαβαίνουν πως ο σκοπός τους δεν είναι καθαρός και σακατεύονται. «Τι να κάνω, Πάτερ;» με ρωτούν. «Ο ταβερνιάρης, τις λέω, έχει φίλο τον μπεκρή, αλλά γαμπρό δεν τον κάνει στην κόρη του. Να σταματήσετε τις σχέσεις. Αν σας αγαπούν πραγματικά, θα το εκτιμήσουν. Αν σας αφήσουν, σημαίνει ότι δεν σας αγαπούν και θα κερδίσετε χρόνο».
Είναι αλήθεια ότι ο κόσμος δυστυχώς έχει σαπίσει και, από όπου και αν περάση μια ψυχή που θέλει να διατηρηθή αγνή, θα λερωθή. Με την διαφορά όμως ότι ο Θεός δεν θα ζητήση τα ίδια με αυτά που ζητούσε την παλιά εποχή από έναν Χριστιανό που ήθελε να διατηρηθή αγνός. Χρειάζεται ψυχραιμία, και ο νέος να κάνη ό,τι μπορεί, να αγωνισθή, για να αποφεύγη τα αίτια, και ο Χριστός μας θα βοηθήση από εκεί και πέρα. Ο θείος έρως, αν φουντώση στην ψυχή του, είναι τόσο πολύ θερμός που έχει την δύναμη να καίη κάθε άλλη επιθυμία και κάθε άσχημη εικόνα. Όταν ανάψη αυτή η φωτιά, τότε αισθάνεται και τις θείες εκείνες ηδονές, που δεν μπορεί κανείς να τις συγκρίνη με καμμιά άλλη ηδονή. Όταν γευθή το ουράνιο εκείνο μάννα, δεν θα του κάνουν καμμιά εντύπωση πλέον τα άγρια ξυλοκέρατα. Γι΄ αυτό πρέπει να πιάση γερά το τιμόνι και να κάνη τον σταυρό του και να μη φοβάται. Μετά από τον μικρό του αγώνα θα λάβη και την ουράνια τρυφή. Την ώρα του πειρασμού θέλει παλληκαριά, και ο Θεός θαυματουργικά θα βοηθήση.
Μου είχε διηγηθή ο Γερο-Αυγουστίνος (7) : Είχε πάει σαν αρχάριος σε ένα Μοναστήρι στην Ρωσία, στην πατρίδα του. Εκεί ήταν όλοι σχεδόν γεροντάκια και έστειλαν αυτόν ως διακονητή, για να βοηθάη έναν υπάλληλο της Μονής στο ψάρεμα, γιατί η Μονή συντηρείτο από την αλιεία. Μια μέρα λοιπόν ήρθε η κόρη του υπαλλήλου και είπε στον πατέρα της να πάη γρήγορα στο σπίτι για μια επείγουσα δουλειά και κάθησε εκείνη να βοηθήση. Ο πειρασμός όμως την είχε κυριεύσει την ταλαίπωρη και, χωρίς να σκεφθή, όρμισε επάνω στον δόκιμο με αμαρτωλές διαθέσεις. Εκείνη την στιγμή τα έχασε ο Αντώνιος –αυτό ήταν το κατά κόσμον όνομά του-, γιατί ήταν ξαφνικό. Έκανε τον σταυρό του και είπε: «Χριστέ μου, καλύτερα να πνιγώ παρά να αμαρτήσω» και πετάχτηκε από την όχθη μέσα στο βαθύ ποτάμι! Αλλά ο Καλός Θεός βλέποντας τον μεγάλο ηρωισμό του αγνού νέου, που ενήργησε σαν νέος Άγιος Μαρτινιανός (8), για να διατηρηθή αγνός, τον κράτησε επάνω στο νερό, χωρίς καν να βραχή! «Ενώ πετάχθηκα, μου έλεγε, με το κεφάλι κάτω, δεν κατάλαβα πώς βρέθηκα όρθιος επάνω στο νερό, χωρίς να βραχούν ούτε τα ρούχα μου!» Εκείνη την στιγμή ένιωσε και μια εσωτερική γαλήνη με μια ανέκφραστη γλυκύτητα, που εξαφάνισε τελείως κάθε λογισμό αμαρτωλό και κάθε ερεθισμό σαρκικό, που του είχε δημιουργήσει προηγουμένως με τις άσεμνες χειρονομίες της η κοπέλα. Όταν είδε μετά η κοπέλα επάνω στο νερό όρθιο τον Αντώνιο, άρχισε να κλαίη μετανοιωμένη για το σφάλμα της και συγκινημένη για το μεγάλο αυτό θαύμα.