Προχθές με πήρε τηλέφωνο κάποιος κληρικός από τον Πειραιά. Καλοβαλμένος άνθρωπος, ο οποίος συν τοις άλλοις μου είπε και το εξής:
– Άκουσε κάτι κ. Παναγόπουλε, να θλιβείς. Ήρθε χθες στην Εκκλησία μία κυρία και μου έφερε κόλλυβα και μου λέει:
– Πάτερ, τα κόλλυβα αυτά είναι για πέντε μηνών παιδί. Τα δέχεται αυτά η Εκκλησία;
– Η Εκκλησία για όλους δέεται, της είπα. Και για τους μικρούς και για τους μεγάλους.
Και συνεχίζει η κυρία:
– Αυτό που με οδήγησε να φέρω τα κόλλυβα, ήταν ένα φόβος ενός ονείρου που είδα χθες το βράδυ. Είδα ότι βρισκόμουν στο κοιμητήριο της Αναστάσεως στον Πειραιά. Χιλιάδες σταυροί και χιλιάδες μνήματα μπροστά μου. Σε κάθε δε τάφο επάνω, ήταν και μία σημαία μαύρη.
– Καλά δεν είδες καμμία λευκή; την ρώτησα.
– Είδα μερικές λευκές και από περιέργεια πήγα να δω, τί είναι αυτές οι λευκές. Σε ποιούς ανήκουν… Και βρήκα ότι οι 100 περίπου σημαίες, ανήκαν σε μικρά παιδιά.
– Δεν βρήκες καμμία σε μεγάλους;
– Βρήκα περίπου άλλες 100 σημαίες, που ανήκαν σε μεγάλους. Όλες οι άλλες χιλιάδες σημαίες ήταν μαύρες, σε εκείνο το απέραντο κοιμητήριο…
Αυτά με είμαι ο παπάς. Θα μου πείτε τώρα εσείς που με ακούτε:
– Μα είσαι ονειροκρίτης κ. Παναγόπουλε και τα πιστεύεις;
– Όχι δεν είμαι ονειροκρίτης. Μα αν είναι αλήθεια; Δεν χρειάζεται να είσαι ονειροκρίτης να το ερμηνεύσεις. Και εάν εκ πείρας θελήσουμε πραγματικά να μιλήσουμε, είναι αλήθεια αυτό! Διότι στους 100 που μπαίνουν στο κοιμητήριο οι 2, για να μην πω ένας ή κανένας, είναι αυτός που πάει μετανοημένος και εξομολογημένος. Όλοι οι άλλοι, πηγαίνουν μόνο με τους επικήδειους λόγους δικούς μας και με τα στεφάνια και παίρνουν μια μαύρη σημαία…
Δημήτριος Παναγόπουλος ο Ιεροκήρυκας (1916 – 1982)