Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης: «Ὁ διάβολος πολεμάει τὸ φυλάκιο ποὺ εἶναι ἀδύνατο· τὰ ἄλλα ποὺ εἶναι ὀχυρωμένα καλὰ δὲν τὰ χτυπάει»

Ἀπό τό Βιβλίο Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου
ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» σελ.18
ἐκδόσεις ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ὁ ΘΕΟΛΟΓΟΣ» ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
– Γέροντα, γιατί πέφτω συνέχεια στὴν γαστριμαργία; 
– Γιατὶ ἐκεῖ ἔχεις ἀδυναμία. Ὁ διάβολος πολεμάει τὸ φυλάκιο ποὺ εἶναι ἀδύνατο· τὰ ἄλλα ποὺ εἶναι ὀχυρωμένα καλὰ δὲν τὰ χτυπάει. «Ἂν καταλάβω αὐτὸ τὸ φυλάκιο, λέει, εὔκολα θὰ καταλάβω ἕνα-ἕνα καὶ ὅλα τὰ ἄλλα φυλάκια». Γι ̓ αὐτό, τὸ ἀδύνατο φυλάκιο πρέπει νὰ ὀχυρώσης καλά.
– Γέροντα, πελαγώνω, ὅταν βλέπω τὰ πάθη μου.
– Νὰ μὴν πελαγώνης οὔτε νὰ δειλιάζης. Μὲ θάρρος νὰ παίρνης ἕνα–ἕνα τὰ πάθη σου, ἀρχίζοντας τὸν ἀγώνα σου ἀπὸ τὸ πιὸ μεγάλο. Στὴν ἀρχὴ βοηθάει νὰ μὴν τὰ λεπτολογῆς, ἀλλὰ νὰ χτυπᾶς καὶ νὰ ξερριζώνης τὰ πιὸ χοντρὰ ποὺ βλέπεις. Καὶ καθὼς θὰ… ἀχρηστεύωνται οἱ ρίζες τῶν μεγάλων παθῶν, θὰ ξεραίνωνται καὶ οἱ λεπτὲς ρίζες ἀπὸ τὰ μικρότερα πάθη. Ἑπομένως, ὅταν ξερριζώσης ἕνα μεγάλο πάθος, μαζὶ μὲ αὐτὸ θὰ ξερριζωθοῦν καὶ ἄλλα μικρότερα.
– Γιατί, Γέροντα, ἐνῶ παίρνω πολλὲς ἀποφάσεις νὰ ἀγωνισθῶ μὲ ζῆλο κατὰ τῶν παθῶν μου, τελικὰ δὲν τὶς πραγματοποιῶ;
– Γιατὶ παίρνεις πολλὲς ἀποφάσεις μαζί. Τὰ πάθη, ὅπως καὶ οἱ ἀρετές, ἀποτελοῦν μιὰ ἁλυσίδα. Τὸ ἕνα πάθος εἶναι συνδεδεμένο μὲ τὸ ἄλλο καὶ ἡ μία ἀρετὴ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὴν ἄλλη, ὅπως τὰ βαγόνια τοῦ τραίνου εἶναι ἑνωμένα τὸ ἕνα μὲ τὸ ἄλλο καὶ ὅλα ἀκολουθοῦν τὸ πρῶτο. Ἂν λοιπὸν ἀποφασίσης νὰ ἀγωνισθῆς γιὰ ἀρκετὸ διάστημα, γιὰ νὰ κόψης ἕνα συγκεκριμένο πάθος καὶ νὰ καλλιεργήσης τὴν ἀντίστοιχη ἀρετή, θὰ τὸ πετύχης. Καὶ μαζὶ μ ̓ αὐτὸ τὸ πάθος ποὺ θὰ κόψης, θὰ ἀπαλλαγῆς καὶ ἀπὸ ἄλλα πάθη καὶ θὰ ἀναπτυχθοῦν οἱ ἀντίστοιχες ἀρετές. Ἂς ποῦμε ὅτι ζηλεύεις· ἂν ἀγωνισθῆς νὰ μὴ ζηλεύης, θὰ καλλιεργήσης τὴν ἀγάπη, τὴν καλωσύνη, καὶ συγχρόνως θὰ ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὸν θυμό, ἀπὸ τὴν κατάκριση, ἀπὸ τὴν κακία, ἀπὸ τὴν λύπη.
– Γέροντα, ἕνα πάθος ἢ μία κακὴ συνήθεια εἶναι καλύτερα νὰ τὰ κόψης μιὰ καὶ ἔξω ἢ σιγὰ-σιγά;
– Ἂν μπορῆς νὰ τὰ κόψης μιὰ καὶ ἔξω, εἶναι καλύτερα, γιατὶ διαφορετικὰ ἀφήνουν… δέκατα. Δὲν χρειάζεται καθυστέρηση. Ὅταν περνάη κανεὶς ἕνα ποτάμι, ἰδίως χειμώνα καιρό, προσπαθεῖ νὰ τὸ περάση ὅσο πιὸ γρήγορα μπορεῖ, γιατὶ θὰ παγώση.
 Ἂν τὸ περάση γρήγορα, μέχρι νὰ κρυώση, θὰ ζεσταθῆ πάλι. Βλέπεις, καὶ τὰ ἄλογα, ὅταν τὰ δένουν, ἂν θέλουν νὰ ἐλευθερωθοῦν, κόβουν τὸ σχοινὶ ἀπότομα. Μὲ τὸν πειρασμὸ θέλει ἀπότομα κόψιμο τὸ σχοινί.
– Γέροντα, ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ λέει: «Ἀπάθεια εἶναι, ὄχι τὸ νὰ μὴν αἰσθάνεται κανεὶς τὰ πάθη, ἀλλὰ τὸ νὰ μὴ δέχεται αὐτά». Μπορεῖ καὶ ὁ ἀπαθὴς νὰ ἔχη προσβολὴ ἀπὸ πάθη;
– Μπορεῖ· ἀλλά, ὅ,τι καὶ νὰ τοῦ πετάξη ὁ διάβολος, καίγεται ἀπὸ τὴν θεία φλόγα ποὺ ἔχει ἀνάψειμέσα του. Ὁ διάβολος δὲν παύει νὰ προσβάλλη τὸν ἄνθρωπο, ἀλλά, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν δέχεται τὶς προσβολὲς τοῦ ἐχθροῦ, τότε καθαρίζει ἡ καρδιά του καὶ κατοικεῖ πιὰ μέσα του ὁ Χριστός. Ἡ καρδιά του μετατρέπεται σὲ καμίνι, σὲ «βάτο καιομένη», καί, ὅ,τι καὶ ἂν πέση μετὰ μέσα, καίγεται.