Άμα ο άνθρωπος απορρίψει για τον εαυτό του κάθε αισθητή βοήθεια και κάθε ανθρώπινη ελπίδα, όπως συμβαίνει με τους ησυχαστές, και αφιερωθεί στο Θεό με εμπιστοσύνη και καθαρή καρδιά, αμέσως ακολουθεί ή θεία χάρη και του αποκαλύπτει τη δύναμη της βοηθώντας τον με πολλούς τρόπους. Πρώτα, πρώτα στα φανερά σωματικά προβλήματα, όπου του δείχνει εμφανώς τη δύναμη της πρόνοιας του Θεού γι’ αυτόν προσωπικά. Και καθώς βλέπει τη φανερή βοήθεια του Θεού, βεβαιώνεται και για τη μυστική βοήθεια του Θεού, όπως ταιριάζει στο ταπεινό και άκακο φρόνημά του και στη σεμνή διαγωγή του. Καταλαβαίνει δηλ. πώς τακτοποιούνται οι σωματικές του ανάγκες χωρίς κόπο, αφού δε φροντίζει καθόλου γι’ αυτές. Και η θεία χάρη τον απαλλάσσει από πολλά δυσάρεστα και επικίνδυνα πολλές φορές, πράγματα, χωρίς αυτός να τα καταλαβαίνει.
Όλα αυτά τα αποδιώχνει άπ’ αυτόν, ανεπαίσθητα, η θεία χάρη, με θαυμαστό τρόπο, και τον σκεπάζει σαν την κλώσα, πού ανοίγει τα φτερά της και σκεπάζει τα κλωσσόπουλα, για να μην πάθουν κανένα κακό. Έτσι, του δείχνει (η Θεία Χάρη), στα μυστικά μάτια της ψυχής του, πώς πλησίαζε η απώλειά του, και φυλάχτηκε αβλαβής. Έτσι, τον γυμνάζει στα πνευματικά και του φανερώνει τις ενέδρες και τις μηχανές των κακών και ακατάληπτων λογισμών. Και τότε, εύκολα τους καταλαβαίνει, και παρακολουθεί πώς ο ένας διαδέχεται τον άλλο, και πώς παραπλανούν και εξαπατούν τον άνθρωπο, και σε ποιο λογισμό κολλάει ο νους, και πώς γεννιούνται ο ένας από τον άλλο, και εξολοθρεύουν την ψυχή. Και κάνει (η Θεία Χάρη) καταγέλαστη στα πνευματικά του μάτια κάθε ενέδρα και παγίδα των δαιμόνων, και αποκαλύπτει πώς εξαφανίζονται οι κακοί λογισμοί τους, και του δίνει σοφία και σύνεση, ώστε να καταλαβαίνει τι μέλλει να συμβεί.
Ακόμη, ανατέλλει μέσα στην απλή καρδιά του ένα μυστικό φως, για να βλέπει τα πάντα, και τη δύναμη των λεπτών συλλογισμών, και του δείχνει φανερά τι έμελλε να πάθει, αν δεν γνώριζε τις δαιμονικές πανουργίες. Και τότε γεννιέται μέσα του η βεβαιότητα ότι για κάθε πράγμα, μικρό και μεγάλο, πρέπει να ζητούμε στην προσευχή μας τη βοήθεια του Δημιουργού μας.
Και όταν η Θεία Χάρη στεριώσει το φρόνημα του, ώστε να εμπιστεύεται σε όλα, και ολοκληρωτικά, το Θεό, τότε αρχίζει να μπαίνει λίγο, λίγο στους πειρασμούς. Και παραχωρεί ο Θεός να σταλούν σ’ αυτόν πειρασμοί, όσους μπορεί να αντέξει και να αντιμετωπίσει. Και κατά τη διάρκεια αυτών των πειρασμών τον προσεγγίζει ή θεία βοήθεια κατά τρόπον αισθητό, για να ενθαρρυνθεί στον αγώνα του. Κι αυτό γίνεται, μέχρι να γυμνασθεί, σιγά, σιγά με τον καιρό, και αποκτήσει σοφία, και περιφρονήσει τους νοητούς εχθρούς με την πλήρη εμπιστοσύνη του στο Θεό. Χρειάζεται λοιπόν να αποκτήσει αυτή την πείρα, γιατί, αλλιώς, δεν μπορεί να αποκτήσει σοφία στους πνευματικούς πολέμους, και να γνωρίσει την πρόνοια και τη δύναμη του Θεού, και να στερεωθεί μυστικά στην πίστη του.
Ισαάκ ο Σύρος – Περί Θείας Χάριτος