Μετὰ τὶς ποινὲς ποὺ ἐπέβαλλε τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο στοὺς ἀναπολόγητους Μητροπολίτες Νέας Ὑερσέης κ. Εὐάγγελο καὶ Βοστώνης κ. Μεθόδιο χωρὶς νὰ κοινοποιηθεῖ ἡ αἰτιολογία, ἀλλὰ ὡς γνωστὸν ἔχοντας καὶ οἱ δύο ἀντιταχθεῖ στὴν ἀρχιεπισκοπικὴ ἀπόφαση γιὰ χρήση πολλαπλῶν λαβίδων στὴν Θεία Λειτουργία, ἦρθε ὁ πανοσιολογιώτατος π. Ἀλέξανδρος Καρλοῦτσος νὰ ὑπερασπισθεῖ στὸν «Ἐθνικὸ Κήρυκα» τῆς Ἀμερικῆς αὐτὸ τὸ μέτρο γιὰ τὸν κορονοϊὸ ποὺ ἀφορὰ τὸν τρόπο τῆς Θείας Μετάληψης.
Ἀναφέρει λοιπὸν ὅτι «ἀρχικὰ οἱ ἄνθρωποι λαμβάναν τὸ Σώμα καὶ τὸ Αἶμα ξεχωριστά. Μετὰ ἀπὸ χίλια χρόνια, ἄρχισαν νὰ κοινωνοὺν μὲ κοινὴ λαβίδα, ἐπειδὴ ἦθελαν νὰ δίνουν τὴν Θεῖα Κοινωνία πιὸ γρήγορα».
Ὡστόσο ὁ π. Ἀλέξανδρος ἐδῶ δὲν μᾶς λέει γιὰ τὸ ὅτι τότε οἱ πιστοὶ κοινωνοῦσαν πίνοντας μέσα ἀπὸ τὸ ἴδιο δισκοπότηρο, καὶ ἐπομένως ἄν καὶ δὲν μοιράζονταν τὴν ἴδια λαβίδα, μοιράζονταν τὸ ἴδιο δισκοπότηρο.
Πίστευαν στὴν Θεία Χάρη τοῦ Ἱεροῦ Μυστηρίου καὶ δὲν σκέφτονταν μὲ φόβο καὶ δισταγμὸ μήπως μεταδωθεῖ κάποια λοίμωξη μέσα ἀπὸ τὴν χρήση τοῦ κοινοῦ ἱεροῦ σκεύους.
Στὴν συνέχεια ὁ π. Ἀλέξανδρος γράφει: «Εἶχαν πολλὲς λαβίδες, πολλὰ δισκοπότηρα, καὶ στὴν Ἁγιὰ Σοφιὰ στὴν Κωνσταντινούπολη, ἑβδομήντα ἱερεῖς ἔδιναν τὴν Θεία Κοινωνία. Ἔτσι σκέφτηκα, ἀφοῦ 70 ἱερεῖς εἶχαν 70 κουτάλια, γιατὶ νὰ μὴν ἔχουμε πολλὲς λαβίδες γιὰ τὸν κόσμο μας;».
Τὸ πρόβλημα σὲ αὐτὸ ποὺ ἀναφέρει ἐδῶ ὁ π. Ἀλέξανδρος εἶναι πὼς δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὴν τακτικὴ ποὺ ἐφαρμόζει ὁ ἴδιος κατὰ τῆς διάδοσης τοῦ κορονοϊοῦ.
Εἶναι προφανὲς ὅτι στὴν Κωνσταντινούπολη ὁ κάθε ἱερέας μὲ τὴν λαβίδα του καὶ τὸ δισκοπότηρό του κοινωνοῦσε, ὄχι ἕναν ὅπως κάνει ὁ π. Ἀλέξανδρος, ἀλλὰ δεκάδες πιστούς.
Καὶ αὐτὸ εἶναι ἀκριβῶς τὸ πρόβλημα στὴν ἀπόφαση αὐτὴ ποὺ ἐφαρμόζεται στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ τῆς Ἀμερικῆς, καὶ ἡ ὁποία σὲ ἀντίθεση μὲ ὅτι ἰσχυρίζεται ὁ π. Ἀλέξανδρος ἐλέγχεται δογματικὰ καὶ κανονικά, ὅτι δηλαδὴ ὁ ἕνας πιστὸς φοβάται μὴ μολυνθεῖ ἀπὸ τὸν ἄλλο μέσω τοῦ ἴδιου τοῦ γεγονότος τῆς μετάληψης τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, καὶ γι’ αὐτὸ ἐπιδιώκεται νὰ μεταλαμβάνει χώρια καὶ ἀπομονωμένα ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον, μὲ διαφορετικὲς λαβίδες.
Τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι πόσες εἶναι οἱ λαβίδες καὶ τὰ δισκοπότηρα, γιατὶ ὁ Χριστὸς εἶναι Ἕνας, ἀλλὰ τὸ ζήτημα εἶναι ἡ πρόθεση καὶ ἡ αἰτιολογία μὲ τὴν ὁποία χρησιμοποιοῦνται.
Ὅταν μεταδίδεις τὸ Χριστὸ καὶ φοβάσαι ὅτι μὲ τὸ σκεύος ποὺ μεταδίδεται Ἐκεῖνος μπορεῖ τὴν ἴδια στιγμὴ νὰ μεταδωθεῖ καὶ ἡ ὁποιαδήποτε ἀσθένεια, τότε στὴν καλύτερη περίπτωση ἀσθενεῖς βαριὰ στὴν πίστη, καὶ στὴν χειρότερη περίπτωση βλασφημεῖς.
Εἶναι σὰν νὰ νομίζεις καὶ νὰ λὲς ὅτι ἡ αἱμορροοῦσα, ὅταν ἄγγιξε τὸ χιτώνα τοῦ Χριστοῦ, θὰ μποροῦσε νὰ κολλήσει ὁτιδήποτε μὲ τόσους ἀπὸ τὸ πλήθος ποὺ ἔπεφταν ἐπάνω Του καὶ Τὸν ἄγγιζαν.
Ὅμως ἡ αἱμορροοῦσα, ὅπως καὶ πλήθος ἄλλοι, τελικὰ καθαρίστηκε ἀπὸ τὴν ἀρρώστια της.
Εἶχε βέβαια προσέλθει μὲ βαθιὰ καὶ ἀταλάντευτη πίστη, χωρὶς νὰ ἀφήνει σκέψεις ἀμφιβολίας καὶ φοβίες δειλίας νὰ τὴν κυριεύουν, καὶ ἔτσι νίκησε.
Αὐτὸ εἶναι ποὺ μᾶς λείπει σήμερα, ἡ ὑγιὴς καὶ ἀληθινὴ πίστη, καὶ δὲν ἀντικαθίσταται ἀπὸ τὶς πολλαπλὲς λαβίδες καὶ ἄλλα τέτοια ἀφώτιστα τεχνάσματα.
Toυ Βασίλειου Ευσταθίου
Δρ. Φυσικού, πτ. Θεολογίας (Τμ. Κοιν. Θ. ΕΚΠΑ)