Η σιναϊτική Χερσόνησος του Σινά είναι σημείο συναντήσεως δύο ηπείρων και διαχωριστική γραμμή δύο θαλασσών. Είναι η πύλη μεταξύ Αφρικής και Ασίας και η γέφυρα μεταξύ Μεσογείου και Ερυθράς θαλάσσης, δηλαδή του συντομότερου δρόμου από την Ευρώπη προς τον Ινδικό ωκεανό και την άπω Ανατολή.
Συχνά αναφέρεται ως «τα 24.000 τετραγωνικά μίλια αχρήστου γης». Εκ πρώτης όψεως το Σινά φαίνεται δυσπρόσιτο, γεμάτο άγονα και βραχώδη όρη. Η γη είναι ακατάλληλη για καλλιέργεια και οι βροχές πολύ λίγες, πολλή η ζέστη την ημέρα και πολύ το κρύο τη νύκτα. Εν τούτοις το Σινά δεν είναι μία έρημος μονότονη και ενιαία. Το βόρειο τμήμα από το Ελ Αρίς μέχρι την διώρυγα του Σουέζ αποτελείται από μεγάλες αμμώδεις εκτάσεις, που διέσχισαν επανειλημμένα στο παρελθόν μεγάλοι στρατοί.
Η περιοχή Ελ Τιχ στο κέντρο της χερσονήσου είναι ένα ευρύ ασβεστολιθικό οροπέδιο. Το νοτιότερο τμήμα εντός της τριγωνικής απολήξεως της χερσονήσου καταλαμβάνεται από γρανιτώδη, απόκρημνα όρη από τα οποία τα σημαντικότερα είναι το όρος Σινά, το όρος της Αγίας Αικατερίνης, το όρος της Αγίας Επιστήμης, το όρος Σερμπάλ και το Ουμ Σωμάρ.
Χάρτης της Χερσονήσου του Σινά (hellinon.net)
Από αυτή την περιοχή πέρασε πριν από 35 αιώνες ο λαός του Ισραήλ στην πορεία του προς τη «Γη της Επαγγελίας». Το ερημικό μεγαλείο του Σινά έχει μία σαγηνευτική ωραιότητα, που παρέμεινε αμόλυντη από το σύγχρονο κόσμο. Λίγοι άνθρωποι ζουν σε αυτήν την έρημο. Εκτός των παραλιακών πόλεων, η χερσόνησος κατοικείται από λίγους Βεδουίνους, οι οποίοι κατορθώνουν να ζουν από τα μικρά κοπάδια τους, λίγα κηπευτικά και χουρμάδες καθώς και από τους Μοναχούς της Ι.Μ. Σινά. Το υπέδαφος, όμως της πτωχότατης αυτής ερήμου, είναι πλουσιότατο σε πετρελαιοειδή και άλλα ορυκτά, που προσήλκυσαν τον άνθρωπο από την εποχή των αρχαίων Αιγυπτίων.
Η πνευματική κληρονομιά του Σινά
Μερικοί επιστήμονες λένε ότι το Σινά πήρε την ονομασία του από το Σημιτικό «σεν», που σημαίνει δόντι, από το σχήμα των ορέων. Άλλοι πάλι αναφέρουν την Σιν, τη θεά της σελήνης, την οποία τιμούσαν οι προϊστορικοί κάτοικοι της ερήμου. Στο Σινά λατρεύονταν και πολλοί άλλοι θεοί, μεταξύ των οποίων ο Ελ Ελιόν (Ύψιστος Θεός), του οποίου ιερεύς στη Μαδιάμ ήταν ο Ιοθώρ (Εξ. Β’, 16).
Κατά την αγία Γραφή, σε ηλικία σαράντα ετών, ο Μωυσής εγκατέλειψε την Αίγυπτο και ήλθε στο όρος Χωρήβ και εκεί βρήκε τις επτά θυγατέρες του Ιοθώρ να ποτίζουν το κοπάδι τους στην πηγή, η οποία υπάρχει μέχρι σήμερα στη βόρεια πλευρά του Καθολικού της Μονής. Ο Μωυσής νυμφεύθηκε μια από τις θυγατέρες του Ιοθώρ και έζησε σαράντα χρόνια με τον πενθερό του, ποιμαίνοντας τα κοπάδια του και καθαρίζοντας τη ψυχή του στην ησυχία και απομόνωση της ερήμου του Σινά.
Εδώ ο Θεός αποκαλύφθηκε στον Μωυσή στο θαύμα της φλεγομένης Βάτου και τον διέταξε να επιστρέψει στην Αίγυπτο και να φέρει τον Ισραήλ στο όρος Χωρήβ για να Τον λατρεύσουν. Ο Ισραήλ διέσχισε το Σινά τον 13ον αιώνα π.Χ. καθ’ οδόν από την δουλεία των Αιγυπτίων προς την Χαναάν, τη «Γη της επαγγελίας». Μετά από πορεία πενήντα ημερών οι Εβραίοι έφθασαν στο όρος Χωρήβ, όπου έλαβαν από τον Θεό τον Νόμο, το θεμέλιο, επί του οποίου εκλήθησαν να οικοδομήσουν τη θρησκευτική και κοινωνική τους οργάνωση.
Η Αγία Αικατερίνη – Ι.Μ. Σινά
Εξακόσια χρόνια αργότερα ένας άλλος μεγάλος προφήτης του Ισραήλ, ο Ηλίας, ήλθε σ’ αυτόν τον τόπο για να σωθεί από την οργή της βασίλισσας Ιεζάβελ. Σήμερα μέσα στο παρεκκλήσιο του προφήτου Ηλιού, στο όρος Σινά, μπορεί κανείς να δει το σπήλαιο, όπου ο Ηλίας κατοικούσε και αξιώθηκε να συνομιλήσει με τον Θεό (Γ’ Βασιλ. ΙΘ’ 9-15).
Οι πρώτοι μοναχοί στο Σινά
Ο πόθος να βρίσκονται κοντά στον Θεό και μακριά από τους διωγμούς της ειδωλολατρικής Ρώμης έφερε στο Σίνα πολλούς από τους πρώτους Χριστιανούς, οι οποίοι ζητούσαν ησυχία, σιωπή, απομόνωση και αγιότητα. Από τον 3ον αιώνα μ.Χ. και μετά, δημιουργήθηκαν μικρές μοναστικές κοινότητες σε ιερούς τόπους γύρω από το όρος Χωρήβ, όπως ο τόπος της φλεγομένης Βάτου στη Φαράν και άλλα μέρη του νοτίου Σινά.
Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης Σινά (orthodoxianewsagency.gr)
Οι πρώτοι μοναχοί υπέφεραν μονίμως στερήσεις. Η φύση ήταν εχθρική προς τον άνθρωπο και πολλοί έπεσαν θύματα των επιδρομέων ληστών. Συνέχισαν όμως να κατοικούν στο Σινά. Οι πρώτοι αυτοί μοναχοί ήσαν αυτάρκεις ερημίτες, που ζούσαν μόνοι μέσα σε σπήλαια με μεγάλη φτώχεια, προσευχόμενοι. Συνέρχονταν όμως όλοι τις Κυριακές στον τόπο της φλεγομένης Βάτου, στο Κυριακό, για ν’ ακούσουν πνευματικό λόγο από τον ηγούμενό τους και να λάβουν την θεία Κοινωνία.
Εξ αιτίας του αγίου βίου τους οι Χριστιανοί ερημίτες ήσαν φυσικοί ιεραπόστολοι μεταξύ των ειδωλολατρικών φυλών του Σινά. Έτσι κατά την εποχή της Αραβικής κατακτήσεως, τον 7ον αιώνα, οι περισσότεροι από τους ντόπιους ήσαν Χριστιανοί. Οι μοναχοί του Σινά ζήτησαν από την μητέρα του Αγίου Κωνσταντίνου, την αυτοκράτειρα Αγία Ελένη, να τους προστατεύσει.
Η τιμία κάρα και το χέρι της Αγίας Αικατερίνης (agioskosmas.gr)
Πράγματι, το 330 μ.Χ., η Αγία Ελένη έκτισε στον τόπο της φλεγομένης Βάτου έναν μικρό ναό, αφιερωμένο στην Θεοτόκο και έναν πύργο για να χρησιμεύει ως καταφύγιο των μοναχών. Η Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά κατέστη έτσι η παλαιότερη χριστιανική μονή στον κόσμο. Προσκυνητές του τέλους του 4ου μ.Χ. αιώνα αναφέρουν ότι υπήρχε σημαντική και ανθούσα κοινότητα μοναχών στο Σινά.
Η Μονή υπό την προστασία των Βυζαντινών αυτοκρατόρων
Μία νέα περίοδος του μοναχισμού στο Σινά αρχίζει τον 6ο αιώνα, όταν ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός (527-565 μ.Χ.) διέταξε την κατασκευή ενός μεγάλου και ισχυρού φρουρίου, που να περικλείει τα κτίσματα της Αγίας Ελένης, ενός μεγάλου ναού και κελλίων για τους μοναχούς. Ο Ιουστινιανός προέβλεψε επίσης για την μόνιμη εγκατάσταση στρατιωτών, που να υπερασπίζονται τους μοναχούς καθώς και για επαρκή σιτηρέσια από την Αίγυπτο.
Ελληνικές επιγραφές στις δοκούς της στέγης του ναού μνημονεύουν τα ονόματα του Ιουστινιανού, της συζύγου του Θεοδώρας και του αρχιτέκτονα Στεφάνου. Ο Προκόπιος, ο ιστορικός του αυτοκράτορα, δίδει μία σύγχρονη μαρτυρία στο βιβλίο του «Περί κτισμάτων». Ένα άλλο χειρόγραφο, διατηρούμενο στη Βιβλιοθήκη της Μονής, η «Αραβική Χρονογραφία» του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Ευτυχίου (9ος αι.), είναι μία ακόμη πηγή, αναφερόμενη στην ανέγερση της Μονής, χρονολογικά όμως απομακρυσμένη από τα γεγονότα.
Τα τείχη τςη Ι.Μ. Αγίας Αικατερίνης Σινά Σινά
Όπως η αγία Ελένη, έτσι και ο Ιουστινιανός αφιέρωσε τον ναό και τη Μονή στη Θεοτόκο, διότι κατά την ερμηνεία των Πατέρων της Εκκλησίας, η φλεγομένη Βάτος είναι ένα σύμβολο του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, και όπως η Βάτος «εφλέγετο, αλλά δεν κατεκαίετο», έτσι και η Παναγία, που ήταν ένα ανθρώπινο πλάσμα, συνέλαβε στα σπλάχνα της το πυρ της θεότητος και δεν κατακάηκε, αλλά γέννησε τον Κύριο και παρέμεινε παρθένος.
Περί το τέλος του 6ου αιώνα, μετά τον θάνατο του Ιουστινιανού και μερικές δεκαετίες μετά την ανέγερση του Ναού, έγινε ένα περίφημο έργο τέχνης, με φροντίδα των Πατέρων της Μονής: το μωσαϊκό της Μεταμορφώσεως του Ιησού Χριστού. Η σημασία του μωσαϊκού για τους πατέρες της Μονής είναι φανερή και μάλιστα όταν σκεφθεί κανείς, ότι και οι δύο Προφήτες που μίλησαν με τον Κύριο κατά την θεία Μεταμόρφωση, ο Μωϋσής και ο Ηλίας, είχαν ακούσει τη φωνή του και είχαν αξιωθεί να Τον δουν πριν από αιώνες επάνω σε αυτό εδώ το όρος Χωρήβ. Έτσι, ο Ναός ονομάσθηκε αργότερα «Ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού» και η ονομασία αυτή είναι και σήμερα η επίσημη.
Ι.Μ. Αγίας Αικατερίνης Σινά (eparxiakofos.gr)
Περί το τέλος αυτής της περιόδου ο Θεός έκανε ένα αξιοζήλευτο δώρο στη Μονή: Τα άγια λείψανα της Αγίας Αικατερίνης, τα οποία βρέθηκαν στο όρος, που φέρει σήμερα το όνομά της.
Η Αραβική κατάκτηση
Σύμφωνα με την παράδοση, οι Πατέρες της Μονής έστειλαν μία πρεσβεία στη Μεδίνα το 625 μ.Χ., για να ζητήσουν από τον Μωάμεθ πολιτική προστασία. Ο Μωάμεθ ενέκρινε τα αιτήματα και υπέγραψε με την παλάμη του, «εις βοήθειαν των Χριστιανών» τον περίφημο «Αχτιναμέ», με τον οποίο διεκήρυσσε, ότι οι Μουσουλμάνοι οφείλουν να υπερασπίζονται τους μοναχούς και να μην εισπράττουν από αυτούς φόρους. Ένα αντίγραφο του Αχτιναμέ εκτίθεται σήμερα στην Πινακοθήκη της Μονής.
Βεδουίνος στην Ι.Μ. Αγίας Αικατερίνης
Λέγεται, ότι ο Μωάμεθ επισκέφθηκε και την Μονή κατά τις εμπορικές του περιοδείες. Τούτο είναι πιθανόν, διότι το Κοράνιο μνημονεύει τους ιερούς τόπους του Σινά. Έτσι, όταν η χερσόνησος Σινά περιήλθε στην κυριαρχία των Αράβων το 641 μ.Χ. η Μονή συνέχισε το βίο της ανενόχλητη, όμως ο αριθμός των μοναχών άρχισε να ελαττώνεται και στην αρχή του 9ου αιώνα είχαν μείνει μόνον τριάντα.
Πολλοί χριστιανοί του Σινά αρνήθηκαν την πίστη τους και έγιναν Μουσουλμάνοι και άλλοι έφυγαν. Το τζαμί, που μένει έως σήμερα ως μουσειακό κτίσμα, κτίσθηκε πιθανώς τον 11ο αιώνα σε δυσχερείς περιόδους για τη Μονή.
Οι Σταυροφόροι
Η παρουσία των Σταυροφόρων στο Σινά (1099-1270 μ.Χ.) ήταν μία φωτεινή ανάπαυλα για τη Μονή, η οποία έγινε πλέον προσιτή στους Ευρωπαίους προσκυνητές. Ένα ιδιαίτερο τάγμα Σιναϊτών Σταυροφόρων ανέλαβε την προστασία της και την οικονομική της ενίσχυση, όσες φορές χρειαζόταν. Η ξύλινη πύλη του νάρθηκα του Καθολικού της Μονής και οι λατινικές επιγραφές στην πάλαια Τράπεζα είναι ιστορικά υπολείμματα αυτής της περιόδου.
Άγαλμα της Αγίας Ελένης, Santa Liena Μπιρκιρκάρα, Μάλτα (fanpage.gr)
Οι Οθωμανοί
Μετά από μία δύσκολη περίοδο υπό τους Μαμελούκους, η Οθωμανική κατάκτηση της Αιγύπτου και του Σινά από τον σουλτάνο Σελήμ Α’, το 1517 μ.Χ., έφερε στη Μονή έναν νέο προστάτη. Η Τουρκική εξουσία σεβάσθηκε τα δικαιώματα της Μονής, ο δε Αρχιεπίσκοπός της απολάμβανε ιδιαιτέρας τιμής. Οι Χριστιανοί βασιλείς της Ευρώπης ακολούθησαν το παράδειγμα του Σουλτάνου και έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη Μονή, συνεισφέροντας χρηματικά ποσά και συμβάλλοντας στη διατήρηση των κτημάτων της Μονής.
Κατά τον 17ο αιώνα, η Μονή είχε εκτεταμένη πολιτιστική και εκπαιδευτική δράση και έκτος της Σιναϊτικής χερσονήσου στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα π.χ. περίφημη ήταν η «Σχολή Γραμμάτων και Ζωγραφικής» στο Ηράκλειο Κρήτης, όπου εκπαιδεύθηκαν μερικοί από τους μεγαλύτερους άνδρες της εποχής. Αλλά και σε άλλες χώρες (Αίγυπτο, Τουρκία, Παλαιστίνη, Ρουμανία, Ρωσία, Ινδία κ.λπ.), όπου βρίσκονταν Σιναϊτικά μετόχια εξελίσσονταν σε αληθινά πνευματικά κέντρα.
Το ασκητήριο των αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης, 5ος αι. (hellinon.net)
[sc name=”eidi-doron” ][/sc]
Ναπολέων
Όταν ο Ναπολέων κατέκτησε την Αίγυπτο (1797-1804) έλαβε και αυτός την Μονή υπό την προστασία του και χορήγησε το «Ασφαλιστήριον έγγραφον», το οποίο εκτίθεται σήμερα στην Πινακοθήκη της Μονής. Ανέλαβε επίσης και την ανοικοδόμηση του βορείου τείχους της Μονής, το οποίον είχε καταπέσει το 1798 μετά από καταρρακτώδη βροχή. Το δεύτερον μισό του 19ου αιώνα και το πρώτον του 20ού δεν ήσαν ευνοϊκές περίοδοι για τη Μονή, διότι έχασε όλη την περιουσία της στη Ρωσία, τη Ρουμανία, την Τουρκία, την Κύπρο και αλλού. Εν τούτοις, κατόρθωσε να διατηρήσει την φιλανθρωπική και πνευματική της δράση. Το 1966 γιόρτασε την 1400ή επέτειο της ιδρύσεώς της, με την παρουσία αντιπροσώπων όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών, ως και του τότε Βασιλέως της Ελλάδος Κωνσταντίνου.
Τμήμα του Σιναϊτικού Κώδικα, 350 μ.Χ., Βρετανική Βιβλιοθήκη (echedoros-a.gr)
Το φρούριο του Ιουστινιανού
Το τείχος της Μονής κτίσθηκε από τον αρχιτέκτονα του Ιουστινιανού Στέφανο Αϊλίσιον, για να προστατεύσει τους μοναχούς, που κατοικούσαν γύρω από τη φλεγομένη Βάτο από τις επιδρομές βαρβάρων και ληστών. Από τη βόρεια πλευρά το τείχος έπαθε επανειλημμένως ζημιές από την υγρασία, ενώ το 1798 κατέπεσε τελείως το εξωτερικό μέρος του από καταρρακτώδη βροχή και ανηγέρθη εκ νέου το 1801 από τις δυνάμεις κατοχής του Ναπολέοντα.
Το ύψος του τείχους ποικίλει από 10 έως 20 μέτρα και το πάχος του φθάνει σε ορισμένα σημεία τα 2 έως 3 μέτρα. Στη δυτική πλευρά του φρουρίου βρίσκεται η αρχαία είσοδος, η οποία σήμερα δεν χρησιμοποιείται. Επάνω από αυτήν υπάρχει ένα παρατηρητήριο, για να παρακολουθεί κανείς όσα συμβαίνουν έξω από αυτήν και εν’ ανάγκη να αμύνεται κατά των επιδρομέων.
Σήμερα βρίσκεται σε χρήση μία άλλη στενή είσοδος, επίσης αρχαία, που κλείνει με τρεις σιδερένιες θύρες. Κατά μήκος της εσωτερικής προσόψεως του φρουρίου κτίσθηκαν τα κελλιά των μοναχών και διάφορα άλλα οικοδομήματα. Εντός των τειχών βρίσκονται σήμερα δώδεκα παρεκκλήσια και εντός του Καθολικού της Μονής άλλα εννέα.
Ι.Μ. Αγίας Αικατερίνης Σινά (adiakritos.gr)
Για την ισοπέδωση του ανωμάλου και επικλινούς εδάφους κτίσθηκαν ισχυρά τόξα και κυλινδρικοί θόλοι, όπου βασίσθηκαν τα δάπεδα των κελλίων και των παρεκκλησίων. Πλέον των 20 θόλων και 40 τόξων σώζονται ακόμη στο ιστορικό αυτό φρούριο. Το 1951 κτίσθηκε στα θεμέλια της νότιας πλευράς του τείχους η νέα πτέρυγα της Μονής, που στεγάζει τη Βιβλιοθήκη, την Πινακοθήκη, την νέα Τράπεζα των μοναχών και το διαμέρισμα του Αρχιεπισκόπου. Κατά μήκος της εσωτερικής προσόψεως της δυτικής πλευράς του τείχους κτίσθηκε επίσης ο Ξενώνας της Μονής.
Το Καθολικό
Συγχρόνως με τα τείχη της Μονής κτίσθηκε και ο Ναός στην βορειοανατολική γωνία του φρουρίου από τον ίδιον αρχιτέκτονα, τον Στέφανο Αϊλίσιο. Θεμελιώθηκε το 542 μ.Χ. και περατώθηκε μετά από εννέα χρόνια. Ο ναός της άγιας Βάτου ενσωματώθηκε στο κτήριο. Το Καθολικό είναι ένα γρανιτένιο οικοδόμημα, σε ρυθμό τρικλίτου Βασιλικής με Νάρθηκα, κυρίως Ναό και ιερό Βήμα.
Το Καθολικό της Ι.Μ. Αγ. Αικατερίνης Σινά (lampadariospetros.blogspot.com)
Οι τοίχοι, οι κίονες, η ξύλινη στέγη, το Μωσαϊκό και οι επιγραφές είναι από την εποχή του Ιουστινιανού. Η αρχαία στέγη καλύπτεται σήμερα από ένα ξύλινο οριζόντιο φάτνωμα του 18ου αιώνα. Οι άγιες εικόνες χρονολογούνται από τον 6ο αιώνα και εξής. Ανάμεσά τους οι σπουδαιότερες είναι: ο Άγιος Πέτρος, η Ένθρονη Θεοτόκος ανάμεσα σε αγίους και αγγέλους, η Παναγία η Παράκλησις, ο Χριστός Παντοκράτωρ, η Ανάληψις του Χριστού, ο Χριστός Εμμανουήλ και οι Τρεις Παίδες εν καμίνω.
Ο εσωτερικός διάκοσμος του Ιερού Βήματος και του κυρίως Ναού, το Εικονοστάσι και το δάπεδο είναι του 17ου και του 18ου αιώνα. Οι ξυλόγλυπτες πύλες του κυρίως Ναού είναι οι αρχικές, του 6ου αιώνα. Πάνω από αυτές υπάρχει μία επιγραφή: «Αύτη η πύλη Κυρίου, δίκαιοι εισελεύσονται εν αυτή» (Ψαλμ. ΡΙΖ’, 21). Είναι δε σκαλισμένες σε κέδρους του Λιβάνου, όπου αναπαρίστανται άνθη, καρποί και ζώα τού Παραδείσου. Οι πύλες του Νάρθηκα έγιναν τον 11ο αιώνα από τους Σταυροφόρους.
Άποψη του εσωτερικού της Μονής Αγ. Αικατερίνης (troodostravel.gr)
Εντός του κυρίως Ναού υπάρχουν δώδεκα κίονες, που είναι γρανιτένιοι μονόλιθοι καλυμμένοι με μεταγενέστερο επίχρισμα και γρανιτένιο ανάγλυφο κιονόκρανο, όπου αναπαρίστανται Σταυροί, Αμνοί (σύμβολα του Ιησού Χριστού), φυτά και φρούτα. Σε κάθε κίονα υπάρχει μία εικόνα, που αναπαριστά τους άγιους ενός μηνός και χαμηλότερα, εντός θυλάκου στο γρανίτη, σφραγισμένου με το σημείο του Σταυρού, ευρίσκονται τα ιερά λείψανα των ιδίων άγιων.
Κατά μήκος κάθε κλίτους υπάρχουν τρία παρεκκλήσια και ένα σκευοφυλάκιο. Στις δύο πλευρές της αψίδας του ιερού Βήματος υπάρχουν ακόμη δύο παρεκκλήσια και πίσω από αυτήν το παρεκκλήσιο της άγιας Βάτου.