Η καθημερινή ζωή στην Βυζαντινή αυτοκρατορία

H Βυζαντινή Αυτοκρατορία, αναφερόμενη και ως Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, Ρωμανία ή απλά Βυζάντιο, ήταν αυτοκρατορία με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, συνέχεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Τα χρονικά όρια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας ξεκινούν από τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης στις 11 Μαΐου 330 και φτάνουν ως την τελική της πτώση, την Άλωση από τους Οθωμανούς, στις 29 Μαΐου 1453.Πως όμως ήταν την καθημερινότητα του ανθρώπου στο Βυζάντιο;

ΓΕΥΜΑ

Οι Βυζαντινοί έτρωγαν τέσσερις φορές την ημέρα. Το πρωινό («πρόγευμα» ή «πρόφαγον»), το μεσημεριανό («μεσημβρινόν» ή «άριστον»), το απογευματινό («δειλινόν» ή «δείλη»), και το βραδινό («δείπνος» ή «δείπνον»). Κύρια, ωστόσο, γεύματα, ήταν το άριστον και το δείπνον. Στη διατροφή, βασικό ρόλο κατείχαν τα λαχανικά, τα όσπρια και τα δημητριακά τα οποία μαγείρευαν με ποικίλους τρόπους. Έτρωγαν, ακόμα, πουλερικά που υπήρχαν σε κάθε σπίτι και αβγά που έφτιαχναν τα περίφημα σφουγγάτα, τις γνώστες μας ομελέτες. Με γάλα, επίσης, έφτιαχναν τυριά όπως ανθότυρο, βλάχικο και κεφαλίτζιν. Το κρέας, ακόμη, εξασφαλίζοταν μεσώ του κυνηγιού, αγαπημένη ασχολία των ανδρών. Τα μεγαλύτερα ζώα αποτελούσαν ακριβότερη και λιγότερο διαδεδομένη τροφή. Τα σκεύη ήταν ξύλινα, πήλινα ή, στα πλουσιότερα σπίτια, μεταλλικά. Στο Βυζάντιο, oι περισσότεροι έτρωγαν με τα χέρια, ή κουτάλια και μαχαίρια, ενώ τα «περόνια» (τα δικά μας πιρούνια) κάνουν την εμφάνισή τους τον 10ο αιώνα. Μετά το δείπνο, έπλεναν τα χέρια τους σε ειδικό σκεύος, το χερνιβόξεστο και τα σκούπιζαν με τα «χειρόμακτρα», όπως λέγονταν οι πετσέτες για τα χέρια.

Πηγή εικόνας: historical-quest.com

ΣΤΕΓΑΣΗ

Η βυζαντινή κατοικία ενσωμάτωσε πολλά προγενέστερα αρχιτεκτονικά στοιχεία. Η μορφή των βυζαντινών σπιτιών, που γνώρισε πολλές παραλλαγές, καθοριζόταν από την οικονομική κατάσταση του ιδιοκτήτη, τη μορφολογία του εδάφους και φυσικά το διαθέσιμο χώρο. Έτσι, υπήρχαν τόσο πολυτελείς επαύλεις όσο και φτωχικά σπίτια, ενώ διαφορές παρατηρούμε και ανάμεσα στα αστικά σπίτια και στα σπίτια της υπαίθρου. Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, τα σπίτια είχαν, συνήθως, έναν ή δύο ορόφους, χωρίς όμως να λείπουν τα τριώροφα ή και τα πολυώροφα κτίσματα (αναφέρεται, μάλιστα, ότι κατά τη βασιλεία του Θεοδόσιου υπήρχαν στην Κωνσταντινούπολη και σπίτια με εφτά ή εννιά πατώματα), συνήθεια ρωμαϊκής καταγωγής.

Οι περισσότερες κατοικίες διέθεταν στέρνες στα ισόγεια ή χώρους για τα ζώα, ενώ το κυρίως δωμάτιο βρισκόταν στον όροφο. Χωρίσματα από ελαφρά υλικά (ξύλο, καλάμια) διαιρούσαν τους ενιαίους χώρους σε μικρότερα δωμάτια, ενώ το φως έφτανε μέσα στο σπίτι από τα παράθυρα, στα οποία προσάρμοζαν κατάλληλα πλαίσια ώστε δέχονται μικρά τζάμια οκταγωνικά ή ορθογώνια. Για τον εξοπλισμό των σπιτιών με κινητά αντικείμενα μαθαίνουμε από τις παραστάσεις ή τις γραπτές πηγές, καθώς τα φθαρτά υλικά κατασκευής τους δεν επέτρεψαν τη διατήρησή τους.

Όπως και το ίδιο το οίκημα, έτσι και η επίπλωση και η οικοσκευή του καθοριζόταν από την οικονομική κατάσταση του ιδιοκτήτη. Τα συνηθέστερα υλικά κατασκευής των σκευών ήταν το γυαλί, ο πηλός, ο χαλκός, τα όστρακα και το ξύλο για τους πιο φτωχούς και τα πολύτιμα μέταλλα (χρυσός, ασήμι) ή το ελεφαντόδοντο για τους πλούσιους. Βασικά στοιχεία της βυζαντινής επίπλωσης ήταν τα «κλινάρια», ή «κραββάτια» ή «κρεββάτια», με στρώματα από άχυρο (για τους φτωχούς) και πούπουλο χήνας (για τους πιο εύπορους), οι «τάβλαι» (τα τραπέζια), τα «σελλία» ή «σκαμνία» (τα δικά μας σκαμνιά). Το δάπεδο καλυπτόταν από τα «επεύχια» ή «τάπητες» (χαλιά), ενώ το εσωτερικό του σπιτιού διαιρούνταν από τα «βήλα»(παραπετάσματα), υφάσματα που χρησιμοποιούνταν σαν εσωτερικές πόρτες.
Τέλος, ο φωτισμός γινόταν με λυχνάρια, κανδήλες, πολυκάνδηλα ή κεριά.

ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ

Οι Βυζαντινοί αγαπούσαν τα πολυτελή μεταξωτά και λινά ακριβά υφάσματα και τα κοσμήματα. Οι αστοί φορούσαν μακρείς χιτώνες(στιχάρια) με πολλές πτυχώσεις και δερμάτινες μπότες. Οι γυναίκες επάνω από το χιτώνα φορούσαν μανδύα(ιμάτιο) με μακριά, φαρδιά μανίκια που κάλυπταν και το κεφάλι. Φρόντιζαν ιδιαιτέρως την περιποίηση των μαλλιών τους και μακιγιάρονταν. Οι γεωργοί φορούσαν χιτώνα συχνά χωρίς μανίκια και βράκα μέχρι τον αστράγαλο με ζώνη στη μέση ενώ, συνήθως, ήταν ξυπόλυτοι ή φορούσαν πέδιλα.

Ο ΓΑΜΟΣ

Ο γάμος αποτελούσε για τους Βυζαντινούς σημαντικότατο γεγονός στη ζωή τους και η γαμήλια τελετή ταυτίστηκε σταδιακά με την ευλογία από την εκκλησία (η οποία καταδίκαζε την ελεύθερη συμβίωση, συνήθεια που υπήρχε και στο Βυζάντιο). Ο νόμος, αλλά και οι επικρατούσες αντιλήψεις περί ηθικής, απαγόρευαν το γάμο μεταξύ συγγενών, με αιρετικούς, με Εβραίους, ή με μέλη διαφορετικής κοινωνικής τάξης, ενώ εκείνοι που είχαν τον πρώτο λόγο στην επιλογή συζύγου ήταν οι γονείς, και μάλιστα ο πατέρας. Στην επιλογή αυτή, πολλές φορές, ζητούσε τη μεσολάβηση μιας κουρκουσούρας, της δικής μας προξενήτρας, η οποία προσέφερε τις υπηρεσίες της με αντάλλαγμα, συχνά το ένα εικοστό της προίκας και της προγαμιαίας δωρεάς. Υπήρχε χρηματική εγγύηση για την τήρηση της υπόσχεσης γάμου, ενώ η γυναίκα έχανε την προίκα της αν ζητούσε διαζύγιο. Η ηλικία γάμου για τα κορίτσια ήταν 12 -13 ενώ για τα αγόρια 14 -15. Βασικός σκοπός του γάμου ήταν η απόκτηση παιδιών. Τα παιδιά γεννιόνταν, συνήθως, στο σπίτι με τη βοήθεια συγγενών ή μαίας (τα μαιευτήρια, πάντως, δεν ήταν άγνωστα, κυρίως στη Βυζαντινή πρωτεύουσα). Ιδιαίτερα σημαντική θεωρούσαν τη γέννηση των αρσενικών παιδιών. Η γέννηση κοριτσιού δεν ήταν ευχάριστο γεγονός, αφού δε θα διατηρούσε το όνομα της οικογένειας, ενώ θα επιβάρυνε οικονομικά τους γονείς της για να της εξασφαλίσουν προίκα. Τα βρέφη απογαλακτίζονταν στην ηλικία των δύο ή τριών ετών, οπότε και βαφτίζονταν. Ο ανάδοχος αναλάμβανε την πνευματική τους καθοδήγηση.

[sc name=”eidi-roychismoy” ][/sc]

Η ΘΕΣΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ

Ο σεβασμός προς τα παιδιά, όπως αυτός αναγνωρίζεται στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, ήταν μάλλον άγνωστος στα βυζαντινά χρόνια. Η νομοθεσία στο Βυζάντιο έδινε στους γονείς πλήρη εξουσία επί των παιδιών τους: μπορούσαν να τα τιμωρούν σωματικά, να τα βάζουν να εργάζονται εντός και εκτός σπιτιού, να τα ευνουχίζουν ή να τα πωλούν (εκτός από περιόδους που το απαγόρευε ρητά ο νόμος) και να επιλέγουν τους ή τις συζύγους τους.

Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, δεν υπήρχε κάποιο ενιαίο πλαίσιο που να ορίζει την εκπαίδευση των παιδιών όπως την ξέρουμε στις μέρες μας. Το αν ένα παιδί θα πήγαινε σχολείο, το πότε θα πήγαινε σχολείο, το τι θα μάθαινε στο σχολείο, όλα καθορίζονταν από την κοινωνική τάξη των γονέων αλλά και από την παράδοση. Τα περισσότερα παιδιά λάμβαναν κάποια στοιχειώδη εκπαίδευση μέσα στο σπίτι. Συχνά, οι ίδιοι οι γονείς φρόντιζαν να τους μάθουν γραφή και ανάγνωση, ενώ τα περισσότερα αγόρια μαθήτευαν από νωρίς κοντά σε τεχνίτες, συνήθως τους πατεράδες τους. Λίγα ήταν εκείνα τα παιδιά -και μάλιστα αποκλειστικά και μόνο αγόρια- που οι γονείς τους είχαν την οικονομική δυνατότητα να τα στέλνουν σε σχολείο. Στο Βυζάντιο δεν υπήρχε κρατική μέριμνα για την κατώτερη εκπαίδευση κι έτσι τις περισσότερες φορές, με δεδομένο ότι οι περισσότεροι δάσκαλοι ήταν κληρικοί, την ευθύνη της είχε η εκκλησία. Τα μαθήματα γίνονταν σε μικρά δωμάτια στον περίβολο εκκλησιών ή σε μοναστήρια. Η εκπαίδευση βασιζόταν, συνήθως, στην εκμάθηση ανάγνωσης και γραφής και στη μελέτη αποσπασμάτων από κλασικά και εκκλησιαστικά κείμενα (από το σχολικό πρόγραμμα απουσίαζε παντελώς η γυμναστική, αφού κατά τα χριστιανικά ιδεώδη κύριο μέλημα της εκπαίδευσης ήταν η καλλιέργεια της ψυχής, όχι του σώματος). Οι σχολικές ποινές ήταν πολλές και ποικίλες: από την επίπληξη, τη νηστεία, την αποβολή, μέχρι και τη σωματική τιμωρία. Υπήρχαν όμως και περιπτώσεις (και αυτό αφορά κυρίως τα παιδιά των πλουσίων) που το παιδί δεν πήγαινε σχολείο, αλλά εκπαιδευόταν από δασκάλους στο σπίτι.

Λίγα λόγια τώρα για τα παιδικά παιχνίδια στο Βυζάντιο. Για τα μωρά και τα νήπια, τα δημοφιλέστερα ήταν τα σείστρα (από το σείω=κουνώ), η σημερινή κουδουνίστρα, και ο καλαθίσκος, μικρό καλάθι στο οποίο τοποθετούσαν παιχνίδια ή μεταχειρίζονταν το ίδιο σαν παιχνίδι. Τα παιχνίδια των αγοριών ήταν ομαδικά και επιτραπέζια και γίνονταν και εκτός σπιτιού. Τα περισσότερα από τα παιχνίδια αυτά παίζονται ακόμα σε όσα μέρη τα παιδιά διαθέτουν ελεύθερο χώρο: στρατιωτάκια, κυνηγητό, κρυφτό και άλλα. Εκτός αυτών, τα αγόρια έπαιζαν με πήλινα αλογάκια και αμάξια, με σβούρες ή κατασκεύαζαν με χώμα σπιτάκια. Τα κορίτσια έμεναν στο σπίτι και έπαιζαν με κέρινες, πήλινες ή γύψινες κούκλες, τα νινία.

πηγή